Πρωτογνώρισα τη Ζαρούχλα μάλλον ανορθόδοξα. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ούτε καν γνωριμία. Ήταν μια λιγόλεπτη διέλευση από τον κεντρικό της δρόμο μια νύχτα ζοφερή και χειμωνιάτικη, που μας είχε βρει να κατηφορίζουμε πάνω από τα βουνά του Φενεού. Στα φώτα του αυτοκινήτου που προσπαθούσαν να διαπεράσουν την ομίχλη, απλά υποψιαζόμουν το δασικό τοπίο και τις συγκεχυμένες σιλουέτες των ελάτων και πεύκων. Ήταν 20 αγωνιώδη χιλιόμετρα, που το μόνο που άφησαν στη μνήμη μου ήταν λάσπη, ομίχλη και απορία, για ποιο λόγο είχαμε επιλέξει, με τις συγκεκριμένες συνθήκες, αυτή τη διαδρομή.
Το φθινόπωρο στην ορεινή Αργιθέα οδεύει προς το τέλος του. Ήδη στα υψηλότερα σημεία των βουνών ελάχιστα φύλλα έχουν απομείνει στα κλαδιά. Εκεί, ο χειμώνας πλησιάζει. Εμείς, ωστόσο, αποφασίζουμε να παρατείνουμε τη διάρκεια της πιο θεαματικής εποχής του χρόνου. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά να εγκαταλείψουμε τη γη της Θεσσαλίας και να κινηθούμε νοτιότερα, εκεί που το φθινοπωράκι αντέχει ακόμα. Επιλέγουμε την ορεινή Αχαΐα και συγκεκριμένα τη Ζαρούχλα, που, ούτως ή άλλως, μας είχε αποκρύψει το αληθινό της πρόσωπο κάτω απ’ τα πέπλα της ομίχλης. Δεν μετανιώσαμε ούτε στιγμή για την επιλογή μας.
Μια μεγαλειώδης χοάνη με δασωμένες χαράδρες και διαδοχικές βουνοκορφές μαγνητίζει το βλέμμα μας νωρίς το πρωί από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου μας. Είναι τα Αροάνια, το τεράστιο αυτό ορεινό συγκρότημα της ΒΔ Πελοποννήσου, ευρύτερα γνωστό ως Χελμός. Η «Ψηλή Κορυφή», με 2.341 μ. είναι η υψηλότερη, ενώ τουλάχιστον πέντε ακόμη κορυφές ξεπερνούν το υψόμετρο των 2.000 μέτρων. Σε μια ειδυλλιακή κοιλάδα, στις ΒΑ υπώρειες αυτού του ορεινού όγκου, είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1000 μ. η Ζαρούχλα.
Πρωτογνώρισα τη Ζαρούχλα μάλλον ανορθόδοξα. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ούτε καν γνωριμία. Ήταν μια λιγόλεπτη διέλευση από τον κεντρικό της δρόμο μια νύχτα ζοφερή και χειμωνιάτικη, που μας είχε βρει να κατηφορίζουμε πάνω από τα βουνά του Φενεού. Στα φώτα του αυτοκινήτου που προσπαθούσαν να διαπεράσουν την ομίχλη, απλά υποψιαζόμουν το δασικό τοπίο και τις συγκεχυμένες σιλουέτες των ελάτων και πεύκων. Ήταν 20 αγωνιώδη χιλιόμετρα, που το μόνο που άφησαν στη μνήμη μου ήταν λάσπη, ομίχλη και απορία, για ποιο λόγο είχαμε επιλέξει, με τις συγκεκριμένες συνθήκες, αυτή τη διαδρομή.
ΖΑΡΟΥΧΛΑ, ΝΟΕΜΒΡΗΣ 2005
Το φθινόπωρο στην ορεινή Αργιθέα οδεύει προς το τέλος του. ήδη στα υψηλότερα σημεία των βουνών ελάχιστα φύλλα έχουν απομείνει στα κλαδιά. Εκεί, ο χειμώνας πλησιάζει. Εμείς, ωστόσο, αποφασίζουμε να παρατείνουμε τη διάρκεια της πιο θεαματικής εποχής του χρόνου. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά να εγκαταλείψουμε τη γη της Θεσσαλίας και να κινηθούμε νοτιότερα, εκεί που το φθινοπωράκι αντέχει ακόμα. Επιλέγουμε την ορεινή Αχαΐα και συγκεκριμένα τη Ζαρούχλα, που, ούτως ή άλλως, μας είχε αποκρύψει το αληθινό της πρόσωπο κάτω απ’ τα πέπλα της ομίχλης. Δεν μετανιώσαμε ούτε στιγμή για την επιλογή μας.
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ «ΑΡΟΑΝΙΑ»
Μια μεγαλειώδης χοάνη με δασωμένες χαράδρες και διαδοχικές βουνοκορφές μαγνητίζει το βλέμμα μας νωρίς το πρωί από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου μας. Είναι τα Αροάνια, το τεράστιο αυτό ορεινό συγκρότημα της ΒΔ Πελοποννήσου, ευρύτερα γνωστό ως Χελμός. Η «Ψηλή Κορυφή», με 2.341 μ. είναι η υψηλότερη, ενώ τουλάχιστον πέντε ακόμη κορυφές ξεπερνούν το υψόμετρο των 2.000 μέτρων. Σε μια ειδυλλιακή κοιλάδα, στις ΒΑ υπώρειες αυτού του ορεινού όγκου, είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1000 μ. η Ζαρούχλα. Στο νοτιότερο άκρο του οικισμού, απέναντι ακριβώς από την εντυπωσιακή χοάνη των Αροανίων, δεσπόζει το ξενοδοχείο «ΑΡΟΑΝΙΑ», φέροντας απόλυτα δικαιωματικά την ονομασία του βουνού. Δημιουργός του ο πολιτικός μηχανικός Κωστής Κάνιστρας, που μας υποδέχεται με μεγάλη εγκαρδιότητα.
Λειτουργώντας από τον Μάρτιο του 2001 η μονάδα, έχει συμβάλει αποφασιστικά στην κατακόρυφη αναβάθμιση της ξενοδοχειακής υποδομής της περιοχής. Παρατηρώ τις λεπτομέρειές του το οικοδόμημα, που, παρά τις αναμφισβήτητες διαστάσεις του, είναι απόλυτα εναρμονισμένο στο περιβάλλον. Αυτό οφείλεται στην παραδοσιακή του αρχιτεκτονική, έναν έξοχο συνδυασμό από πέτρα της περιοχής, ξύλο και τούβλα αυθεντικά από κατεδαφίσεις παλιών σπιτιών. Κυρίαρχο αρχιτεκτονικό στοιχείο στην πρόσοψη είναι οι διαδοχικές καμάρες από συμπαγή τουβλάκια, που προσδίδουν στο κτίριο πλαστικότητα και χάρη. Τα ίδια μορφολογικά στοιχεία απαντώνται και στο εσωτερικό, στην αίθουσα υποδοχής, στο καθιστικό, στην τραπεζαρία και στο μπαρ. Η μεγάλη ευρυχωρία, η ευρύτατη θέα και η άνετη επίπλωση δημιουργούν σ’ όλους τους χώρους μια αίσθηση αρχοντιάς, ενώ το μεγάλο αναμμένο τζάκι χαρίζει την απαραίτητη, γι’ αυτό τον ορεινό τόπο, θαλπωρή.
Την ίδια ζεστασιά και αρχοντιά αναδίδουν και τα δωμάτια, όλα εφοδιασμένα με τηλεόραση, αυτόνομη θέρμανση, υπέροχο τζάκι και κομψότατη επίπλωση. Εντυπωσιακή είναι η ευρυχωρία τους και ακόμη εντυπωσιακότερες οι διαστάσεις του μπάνιου, από τα πιο λειτουργικά και μεγάλα μπάνια που έχουμε συναντήσει ποτέ, ένα στοιχείο που δείχνει σεβασμό προς τον επισκέπτη και στο οποίο πολύ λίγα καταλύματα επενδύουν.
Στην θέα των μπαλκονιών έχουμε ήδη αναφερθεί. Τις ανοιξιάτικες ή καλοκαιρινές βραδιές, με τη δροσιά του υψομέτρου των 1000 μέτρων, ο ρεμβασμός και το αγνάντεμα των Αροανίων πρέπει να είναι μια εμπειρία μοναδική.
Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της μονάδας, που την διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα καταλύματα της περιοχής, είναι η αδιάκοπη λειτουργία της όλο το χρόνο, ακόμη και τις καθημερινές. Θεωρούμε μεγάλο πλεονέκτημα να μπορεί πάντα να βρει ο επισκέπτης σε μια ορεινή περιοχή, ζεστή φιλοξενία, πίτες 9 ειδών και ποικιλία κρεατικών, καθώς κι έναν παραδοσιακό μπουφέ, που εκτός των άλλων περιλαμβάνει σπιτικές μαρμελάδες, γιαούρτι και χωριάτικα αυγά, πάστα φλόρα και λουκουμάδες. Αναμφίβολα η κατηγορία των τριών αστέρων στην οποία επισήμως ανήκουν τα «Αροάνια», είναι υποδεέστερη της συνολικής εικόνας και της ποιότητας των υπηρεσιών τους, που προβλέπουν επίσης την ύπαρξη δύο δωματίων για άτομα με ειδικές ανάγκες.
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΠΡΟΣ ΦΕΝΕΟ
Λίγο πριν από τις εφτάμισι, το θερμόμετρο στα μέσα του Νοέμβρη δείχνει 5Ο C. Ο ουρανός, ωστόσο, μας μεταδίδει αισιόδοξα μηνύματα. Είναι γαλάζιος, με συγκεντρώσεις λευκών σύννεφων που κινούνται με ταχύτητα. Λίγο αργότερα φωτίζονται και οι βραχώδεις, αντικρινές κορυφές των Αροανίων.
Το τοπίο αποκαλύπτεται γύρω μας με πλαγιές ελατοσκέπαστες ή καλυμμένες με πολύχρωμα φυλλοβόλα δέντρα. Το φθινόπωρο δεν έχει τελειώσει στη Ζαρούχλα.
Η ορεινή διάσχιση προς το Οροπέδιο του Φενεού, η μυστηριώδης πίσω από σκοτάδι και ομίχλες, αποτελεί την πρώτη περιηγητική μας προτεραιότητα. Έχουμε τη χαρά να μας συνοδεύει ο καλός φίλος Μάκης Μητρέλης, φωτογράφος και γραφίστας από την Πάτρα. Ξεκινάμε από το ξενοδοχείο με κατεύθυνση νότια προς το βουνό και στα 100 μ. στρίβουμε δεξιά. Αμέσως μας περιβάλλουν έλατα και πεύκα, ένα ωραιότατο ρυάκι αποκαλύπτεται ανάμεσα στα καφεκίτρινα πλατανόφυλλα.
Στα 0,7 χλμ. παρεκκλίνουμε από το κεντρικό δασικό δίκτυο δεξιά προς «Καστανοβούνι». Ελατοδάση, ενδιάμεσα λαμπερά πλατάνια, φτέρες και μανιτάρια, υγρασία και φθινόπωρο με όλη του τη γοητεία. Προβάλλουν οι πρώτες μεγάλες καστανιές, τα πεσμένα φύλλα τους δημιουργούν στο δρόμο ένα παχύ, καφεκίτρινο χαλί. Ανάμεσα από τα γυμνά κλαδιά προβάλλει η Ζαρούχλα. Στα πρανή του δρόμου συνωστίζονται νεογέννητα ελατάκια. Θα επιβιώσουν ελάχιστα, μόνον τα ισχυρότερα.
Στα 3,6 χλμ. ο δρόμος τερματίζει στα έγκατα του δάσους, πάνω από του βουερό. Ριζονόρρεμα, παραπόταμο του Ασωπού. Γύρω η φύση είναι παρθένα με πλατάνια, έλατα, πεύκα και μεγάλα πεσμένα δέντρα. Οι κορμοί τους σαπίζουν αργά πάνω στο χώμα και επανέρχονται στη φύση.
Στα 3 χλμ από το ξενοδοχείο φτάνουμε σε μεγάλο ξέφωτο με έλατα και πεύκα. Πινακίδες δείχνουν δεξιά προς «Κρυονέρι» (2,5) και Γκόλφως Βρύση (11 χλμ.) ενώ αριστερά προς Αγ. Νικόλαο (4) και Φενεό (15 χλμ.). Κατευθυνόμαστε αριστερά. Δρόμος ανηφορικός και πετρώδης, πολλοί υλοτομημένοι κορμοί. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο πάνω τα μαυρόπευκα, με τους πανύψηλους και απόλυτα ευθυτενείς κορμούς, θυμίζουν αυθεντικά τοπία της Βάλια Κάλντα.
Φτάνουμε στο υψηλότερο σημείο της διαδρομής, σε υψόμετρο 1500 περίπου μέτρων. Απέναντι στα Α, ανάμεσα απ’ τα κλαδιά, προβάλλουν οι πανύψηλες κορυφές της Ζήρειας. Καθώς αρχίζουμε να κατηφορίζουμε το οδόστρωμα λασπώνει, παραμορφώνεται με βαθιά αυλάκια από τους τροχούς των μεγάλων φορτηγών. Αρχίζουν οι πρώτες βαλανιδιές, αρχικά ανάμεικτες με έλατα. Λίγο αργότερα σχηματίζουν αμιγές δρυοδάσος, μια απέραντη πολύχρωμη επιφάνεια μετά την βαθυπράσινη κυριαρχία των κωνοφόρων.
Βγαίνουμε για λίγο στο δρυοδάσος. Στο ελαφρό φύσημα του ανέμου αποσπάται που και που κάποιο ξερόφυλλο και ακουμπάει μαλακά στο έδαφος, γίνεται κομματάκι του καφεκίτρινου χαλιού.
14 χλμ. μετά το ξενοδοχείο διακρίνεται για πρώτη φορά ένα μικρό τμήμα της αστραφτερής επιφάνειας της Λίμνης Δόξας χαμηλά. Απέναντι, μέσα στα σύννεφα, ορθώνεται απότομα η ογκώδης «Ντουρντουβάνα», που με τα 2.107 μέτρα είναι από τις υψηλότερες κορυφές των Αροανίων.
Στα 20 χλμ. βρισκόμαστε μπροστά στο φράγμα της τεχνητής και σπάνιας ομορφιάς Λίμνη Δόξας (αναλυτικό άρθρο τεύχος 27).
Η διάσχιση έχει ολοκληρωθεί, οι εικόνες και τα τοπία ήταν υπέροχα, θα είχε όμως ελάχιστο περιηγητικό ενδιαφέρον να επιστρέψουμε από την ίδια διαδρομή. Διασχίζουμε λοιπόν το Οροπέδιο του Φενεού αρχικά Ν και στη συνέχεια Δ, θαυμάζουμε την αεροπορική του θέα από τη διάβαση του Σαϊτά, κατηφορίζουμε προς Λυκούρια αγναντεύοντας τις απίστευτα πυκνές ελατοσκέπαστες πλαγιές, συναντάμε το ρεύμα του ποταμού Λάδωνα, στη συνέχεια την κωμόπολη της Κλειτορίας και ανεφοδιαζόμαστε σε καύσιμα. Κατεύθυνση προς ποταμό Αροάνιο και Πλανητέρο, τοπία μαγευτικά με τα πλατάνια στις πηγές του, ψητή πέστροφα και μικρό διάλειμμα στο θαυμάσιο ταβερνάκι «ΠΛΑΝΗΤΕΡΟΣ» (τηλ. 26920 32055). Συνεχίζουμε Β προς Καστριά και Σπήλαιο Λιμνών και, μερικά χιλιόμετρα πριν απ’ τα Καλάβρυτα, ανηφορίζουμε Α προς τον Χελμό. Το σκοτάδι έχει πια καλύψει τα πάντα.
– Αν ήταν μέρα θ’ ανεβαίναμε ως τον «Αρίσταρχο», λέει ο Μάκης.
– Ποιος είναι ο Αρίσταρχος, εκτός από τον γνωστό Σάμιο αστρονόμο της αρχαιότητας;
– Το μεγαλύτερο και υψηλότερο αστεροσκοπείο των Βαλκανίων, που προβλέπεται σύντομα να λειτουργήσει σε μια από τις κορυφές του Χελμού, σε υψόμετρο 2100 περίπου μέτρων. Η θέα από κει πάνω είναι απλά απίστευτη.
Ομίχλη βαριά, αέρας και κρύο, χωματόδρομος και λάσπη, για λίγο χάνουμε το δρόμο. Κατηφορίζουμε τελικά και περνάμε έξω από τις εγκαταστάσεις του Χιονοδρομικού Κέντρου Καλαβρύτων. Αργά το βράδυ φτάνουμε στο ξενοδοχείο έχοντας ολοκληρώσει από Α προς Δ, μια τεράστια κυκλική διαδρομή γύρω από την οροσειρά των Αροανίων, που ξεπερνάει τα 100 χιλιόμετρα. Ωστόσο, ο αθέατος «Αρίσταρχος» εξακολουθεί να είναι στο μυαλό μας.
ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ. ΟΡΑΤΟΤΗΣ ΜΗΔΕΝ
– Και γιατί δεν πάμε να δούμε την ανατολή από τον Αρίσταρχο; λέει ξαφνικά ο Μάκης.
Μετά την 14ωρη, συνολικά, διαδρομή με τα αμέτρητα ανεβοκατεβάσματα και στροφές, η ίδια μοιάζει παράλογη. Παράλληλα όμως είναι και μια ισχυρή πρόκληση. Ανατολή ηλίου στον Αρίσταρχο! Και μετά όλο το υπερθέαμα σε Στερεά και Πελοπόννησο! Το αποφασίζουμε με συνοπτικές διαδικασίες και ορίζουμε ως ώρα αναχώρησης τις 04:30. Με μια τέτοια προοπτική και προσμονή έρχεται δύσκολα ο ύπνος. Ωστόσο, λίγο μετά τις 4 ήμαστε όρθιοι και προσπαθούμε ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας μ’ έναν δυνατό καφέ.
Αστροφεγγιά, ελαφρά νέφωση στις κορυφές και θερμοκρασία 3 βαθμών. Η μέρα προοιωνίζεται λαμπρή. Διασχίζουμε την κοιμισμένη και έρημη Ζαρούχλα και, 5 χλμ. μετά, ανηφορίζουμε προς τον οικισμό της Περιστέρας. Παίρνουμε κατεύθυνση προς το Χιονοδρομικό των Καλαβρύτων με βατό χωματόδρομο. 22 χλμ. μετά τη Ζαρούχλα βρισκόμαστε έξω από τις εγκαταστάσεις του Χιονοδρομικού. Κερδίζουμε συνεχώς υψόμετρο, συναντάμε τη διακλάδωση του δρόμου, όπου μόλις λίγες ώρες πριν είχαμε χαθεί μες στην ομίχλη. Συνεχίζουμε αριστερά σε φαρδύ δρόμο με πρόσφατο οδόστρωμα. Μέσα στο σκοτάδι διακρίνονται οι σιλουέτες μεγάλων ελάτων.
Μια ζωντανή ύπαρξη εμφανίζεται ξαφνικά σε υψόμετρο 1700 περίπου μέτρων. Είν’ ένα λαγουδάκι, που θαμπωμένο από τα φώτα του αυτοκινήτου, αρχίζει να τρέχει μπροστά μας με όση ταχύτητα διαθέτει. Το ακολουθούμε για λίγο συμμεριζόμενοι την αγωνία του.
– Δεν πρέπει να είμαστε μακρυά, λέει μετά από λίγο ο Μάκης.
Κι ενώ κάποια στιγμή περιμένουμε να αντικρίσουμε τις εγκαταστάσεις του Αρίσταρχου, εντελώς αιφνιδιαστικά μας τυλίγει ένα γκρίζο πέπλο αδιαπέραστο. Γύρω μας εμφανίζονται τα πάντα, απομένει μπροστά μας μόνον η λωρίδα του δρόμου, με ορατότητα που δεν ξεπερνάει τα 15 μέτρα.
Πορεία άχαρη και αργή βρισκόμαστε πάνω από τα 2000 μέτρα και νιώθουμε εντελώς αποκομμένοι από το περιβάλλον. Στα 30,2 χλμ. φαρδαίνει ο δρόμος, δημιουργείται ένα πλάτωμα με απροσδιόριστες διαστάσεις.
– Υπολογίζω πως φτάσαμε, λέει ο Μάκης.
– Και ο Αρίσταρχος, που είναι;
– Πιστεύω, πως μόλις ξημερώσει θα τον δούμε.
Έξω από το αυτοκίνητο οι συνθήκες είναι ζοφερές. Ένας παγωμένος αέρας φυσάει με τρομερή ένταση από τα ΒΔ και μας σαρώνει με ριπές χιονόνερου, που δεν διαφέρει από χαλάζι. Η θερμοκρασία είναι στους 5 βαθμούς κάτω απ’ το μηδέν και με τον αέρα το κρύο γίνεται αφόρητο.
Με αναμμένο καλοριφέρ και μηχανή περιμένουμε να χαράξει. Η πρώτη ένδειξη είναι μια ανεπαίσθητη και αργή μεταβολή του φωτισμού, είναι υποτυπώδες γκριζάρισμα της ομίχλης. Η ορατότητα διευρύνεται για μερικά μέτρα και τότε, μέσα στο σύθαμπο, διαγράφεται στ’ αριστερά μας ένα σχήμα απροσδιόριστο. Είναι ο όγκος του Αρίσταρχου, μια εικόνα που φέρνει στο νου ταινία διαστημική. Βαδίζουμε με δέος στη βάση του οικοδομήματος, ένας συμπαγής τσιμεντένιος όγκος που ορθώνεται τουλάχιστον 12 μέτρα πάνω απ’ τα κεφάλια μας.
Σε λίγα λεπτά τα εκτεθειμένα μας άκρα παγώνουν. Μάταια περιμένουμε στα 2100 μέτρα να διαλυθεί η ομίχλη και να καθαρίσει η ατμόσφαιρα. Ο Χελμός αρνείται πεισματικά να μας ανταμείψει με τη θέα που τόσο προσδοκούσαμε.
Η ΖΑΡΟΥΧΛΑ ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Αν γνωρίσει κανείς τη Ζαρούχλα και τους γύρω οικισμούς μόνον Σαββατοκύριακο, καλοκαίρι ή περιόδους εορτών, θα αποκομίσει την εικόνα ενός τόπου που σφύζει από ζωή. Καταλύματα γεμάτα, ταβέρνες, καφενεία και μπαράκια συνωστισμένα, δρόμοι και παράδρομοι με αυτοκίνητα κάθε είδους, παρκαρισμένα ή διερχόμενα. Είν’ ένας τόπος που πραγματικά ευημερεί. Αυτή όμως η εικόνα είναι απατηλή, αλλάζει δραματικά τις εργάσιμες μέρες της βδομάδας. Όλες σχεδόν οι επιχειρήσεις διαμονής και εστίασης κλείνουν, αφού είναι αδύνατον να δικαιολογήσουν τη λειτουργία τους χωρίς την εφήμερη παρουσία των ξένων επισκεπτών. Ο τόπος μοιάζει έρημος, με ελάχιστες ενδείξεις ύπαρξης ζωής.
Αυτή άλλωστε είναι η εικόνα των τόπων της Ελλάδας – και κυρίως των ορεινών – που έχουν πάψει να βασίζουν την ευημερία τους στην πρωτογγενή παραγωγή (γεωργία, κτηνοτροφία) και έχουν στραφεί – μοιραίως – τα τελευταία χρόνια στις υπηρεσίες και κυρίως τον τουρισμό. Ευτυχώς βέβαια που υπάρχει και αυτός. Αλλιώς το αποτέλεσμα θα ήταν η απόλυτη ερήμωση, όπως παρατηρείται σε τόσους και τόσους οικισμούς.
Ήταν όμως πολύ διαφορετική η Ζαρούχλα, όταν στις 2 Απριλίου του 1806 την επισκέφθηκε ο Άγγλος περιηγητής και ποιητής Nilliam Martin Leake. Είχε βρει ένα χωριό αρκετά μεγάλο με 200 περίπου Ελληνικές οικογένειες, που εκτεινόταν στους λόφους και τα υψώματα γύρω από τον αρχαίο ποταμό Κράθι. Υπήρχαν μάλιστα και πολλές συνοικίες απομακρυσμένες ή μία από την άλλη και γι’ αυτό το λόγο απομονωμένες μεταξύ τους. Αλλά κι έναν αιώνα πριν η Ζαρούχλα ήταν μεγάλος και ακμαίος οικισμός, αφού στην απογραφή Γκριμάνι του 1700 είχε 808 κατοίκους. (Κατά τα επίσημα στοιχεία της απογραφής του 2001 ο πληθυσμός της Ζαρούχλας είναι 160 κάτοικοι, αριθμός βέβαια που απέχει πολύ από την καθημερινή πραγματικότητα).
Η αλλοτινή ακμή του οικισμού αποδεικνύεται και από την παρουσία τριών εκκλησιών, όπως η Κοίμηση της Θεοτόκου, λιτή μονόχωρη που χρονολογείται στον 14ο αιώνα (Καρακατσάνης – Σταθακόπουλος, 1973), η πολύ σημαντική μεταβυζαντινή εκκλησία της Αγ. Τριάδας και ο μικρός κοιμητηριακός ναός του Αγ. Δημητρίου στο κέντρο του οικισμού, που έχει ως αρχιτεκτονικό πρότυπο την Αγ. Τριάδα, χωρίς όμως να διαθέτει τον ζωγραφικό διάκοσμο εκείνης.
Η σταδιακή πληθυσμιακή παρακμή του οικισμού δεν ήταν τυχαία, αφού ο ορεινός και δυσπρόσιτος χαρακτήρας του οδήγησε πολύ νωρίς αρκετούς κατοίκους σε αναζήτηση γεωργικής απασχόλησης στα χωράφια του Φενεού και της Ακράτας.
Ορισμένοι μάλιστα αποδήμησαν μακρύτερα εργαζόμενοι ως τεχνίτες ή μαγαζάτορες. Η συνοικία «Ζαρουχλαίικα» έξω από την Πάτρα οφείλει την ονομασία της στους κατοίκους της Ζαρούχλας, που κατέφυγαν εκεί λίγο μετά την Επανάσταση του ’21.
Η πρώτη κατοίκηση της περιοχής της Ζαρούχλας χάνεται στη μακρινή αρχαιότητα και αποδεικνύεται από την παρουσία της αρχαίας πόλης «Νώνακρις». Λιγοστά ερείπια της πόλης είχε εντοπίσει, κατά την περιοδεία του στην περιοχή, ο περιηγητής Παυσανίας, που ανέφερε χαρακτηριστικά, ότι κοντά στα ερείπια υπήρχε υψηλός γκρεμός. «Ερειπίων ου πόρρω κρημνός εστίν υψηλός». Προφανώς εννοούσε τον χαοτικό γκρεμό απ’ όπου εξακολουθούν και σήμερα να ρέουν τα μυθικά – κατά την αρχαιότητα – «Ύδατα Στυγός». Την Νώνακρι επίσης αναφέρει και ο Ηρόδοτος, που την θεωρεί για τους Αρκάδες πόλη ιερή.
Η ονομασία της κατά τον Παυσανία οφείλεται στην γυναίκα του Λυκάονος Νώνακρι. Μια άλλη ετυμολογική ερμηνεία του ονόματος βασίζεται στις λέξεις «νάω (=ρέω) και «άκρος» (=υψηλότατος).
Η τοποθεσία της αρχαίας πόλης δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί με ακρίβεια, εικάζεται όμως, ότι ήταν στην περιοχή που εκτείνεται ανάμεσα στους οικισμούς Σόλο, Μεσορρούγι και Περιστέρα.
Σχετικά με την διοικητική ιστορία της περιοχής πρέπει να αναφέρουμε, ότι ο «Δήμος Νωνάκριδος» καθιερώθηκε – όπως άλλωστε και όλοι οι δήμοι της ελεύθερης Ελλάδας – από του Καποδίστρια και περιελάμβανε αρχικά 9 οικισμούς.
Σ’ αυτή τη μορφή διατηρήθηκε μέχρι το 1912.
Από τότε και μέχρι το 1996 ίσχυαν μόνον οι 4 κοινότητες, Αγ. Βαρβάρα, Ζαρούχλα, Μεσορρούγι και Περιστέρα. Ο Δήμος Νωνάκριδος επανασυστάθηκε με εθελοντική συνένωση την 1/1/97 και διατηρήθηκε μέχρι 31/12/1998. Με τον νόμο «Καποδίστριας» υπείχθη από 1/1/99 στον Δήμο Ακράτας.
ΟΙ ΠΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΖΑΡΟΥΧΛΑΣ
ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓ. ΤΡΙΑΔΑΣ
Στη Ζαρούχλα σώζονται αρκετά πέτρινα σπίτια, που διατηρούν ζωντανή την αρχιτεκτονική παράδοση του τόπου. Ένα από αυτά είναι το αρχοντικό του Σωτήρη Χαραλάμπη, στο κέντρο του χωριού, που διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση. Ο Σ. Χαραλάμπης υπήρξε προεστός των Καλαβρύτων και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ανέπτυξε δε αξιόλογη δράση πριν και κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης.
Το πιο διάσημο όμως οικοδόμημα της Ζαρούχλας, που θεωρείται ως «σήμα κατατεθέν» του οικισμού, είναι ο περίφημος Πύργος της, χτισμένος στις πλαγιές της συνοικίας της Αγ. Τριάδας, στα Δ του οικισμού. Ο πύργος έχει γίνει ευρύτερα γνωστός με την ονομασία «Πύργος του Ασημάκη Φωτήλα», όρος που χρησιμοποιείται και σ’ όλους τους οδηγούς της περιοχής. Η ονομασία όμως είναι εσφαλμένη, αφού ο πύργος δεν ανήκε στον οπλαρχηγό της Επανάστασης.
Σύμφωνα με την Δρ. αρχαιολογίας Μ. Μπελογιάννη-Αργυροπούλου, «Αχλύς καλύπτει την ιστορία του πύργου την περίοδο που προηγείται της Επανάστασης του ’21. Κατά πάσαν πιθανότητα τον έχτισε κάποιος δεσπότης του Μοριά που εγκαταστάθηκε στην περιοχή φέρνοντας μαζί του το συνάφι και τους τεχνίτες του. Από την επανάσταση και εις τις αρχές του προηγούμενου αιώνα ο πύργος ανήκε στην οικογένεια Ντελίρη. Στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε για κάποιο διάστημα ως το 1930, οπότε τον αγόρασε ο Βάσος Φωτήλας, δικηγόρος από την Πάτρα, για να τον χρησιμοποιήσει ως θερινή κατοικία. Από το γιο του Β. Φωτήλα, τον Αλέξανδρο, που κληρονόμησε τον πύργο, τον αγόρασε το 1963 η Βασιλική Καραφωτιά, αδελφή του σημερινού ιδιοκτήτη πολιτικού μηχανικού Κώστα Αγγελή, στην ιδιοκτησία του οποίου περιήλθε ο πύργος το 1979».
Το 1981 ο Κ. Αγγελής άρχισε τις επεμβάσεις με απόλυτο σεβασμό στα αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτιρίου. Το 1985 ο «Πύργος της Ζαρούχλας» κηρύχθηκε διατηρητέος, αφού το μεσαιωνικό κτίριο συνιστά ένα πολύ σημαντικό μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το κτίριο είναι επιβλητικό με ορθογωνική κάτοψη και διαστάσεις 0,35 Χ 14 μέτρα. Αποτελείται από ισόγειο και δυο ορόφους. Όλα τα ανοίγματα είναι τοξωτά με πώρινα πλαίσια. Τοξωτή είναι και η είσοδος του πρώτου ορόφου με την ξύλινη γέφυρα, που κάποτε με σχοινιά ανεσύρετο ή έπεφτε. Το ισόγειο ήταν κλειστό κατά τα πρότυπα των οχυρών κατοικιών της προεπαναστατικής Πελοποννήσου. Ο τελευταίος όροφος του πύργου αποτελούσε και την ύστατη γραμμή αμύνης των ενοίκων του, κάτι που είναι προφανές από τις πολλές πολεμίστρες και την ζεματίστρα ακριβώς πάνω από την είσοδο.
Μετά την εξαιρετική αποκατάσταση και ανάπλαση ο πύργος χρησιμοποιείται ως ξενώνας τεσσάρων δωματίων, ανά δύο σε κάθε όροφο. Η επίσκεψη στους εσωτερικούς χώρους, στην κοινόχρηστη αίθουσα καθιστικού και πρωινού, στα επιπλωμένα και διακοσμημένα με παραδοσιακό τρόπο δωμάτια είναι μια άμεση επιστροφή στο παρελθόν. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το οξυκόρυφο τζάκι στο δωμάτιο του πρώτου ορόφου, που αποτελούσε τον χειμερινό οντά. Ακόμη πιο δυνατή βέβαια εμπειρία είναι η διαμονή σε κάποιο από τα δωμάτια του πύργου, μια εμπειρία που μεταφέρει στον τυχερό-αλλά δυστυχώς πρόσκαιρο – ένοικο την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής.
Μερικές εκατοντάδες μέτρα δυτικότερα, πάντα στον συνοικισμό της Αγ. Τριάδας, βρίσκεται ένα άλλο ιστορικό οίκημα του τόπου, ο Πύργος του Παπαδημητρόπουλου. Αποτελεί κι αυτός εξαίσιο δείγμα οχυρής κατοικίας με διαστάσεις εντυπωσιακές. Δυστυχώς το μνημείο δεν ξέφυγε από την απονιά του πανδαμάτορα χρόνου κι έτσι σήμερα απομένει μισογκρεμισμένο χωρίς τη στιγμή και τις απολήξεις των τοίχων του. Άγνωστος είναι επίσης ο ακριβής χρόνος ανέγερσης και η ταυτότητα του οικιστή του.
Μερικά μόλις μέτρα από τους γκρεμισμένους τοίχους του πύργου δεσπόζει ένα άλλο μνημείο, όχι αστικό αλλά θρησκευτικό. Είναι ο περίφημος ναός της Αγ. Τριάδας, χτισμένος σε μικρό ειδυλλιακό πλάτωμα στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία, στις παρυφές ελατοδάσους. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω ρέει βουερός και αθέατος μέσα στα έλατα ο Κράθις. Στον χορταριασμένο αύλειο χώρο του ναό ορθώνονται δύο υπέροχα πλατάνια και στη σκιά τους το παμπάλαιο καμπαναριό με πελεκητό πωρόλιθο.
Σύμφωνα με τον Α. Φωτόπουλο «ο ναός είναι μονόκλιτος και μονόκογχος βασιλική μετά τρούλλου. Εκ της αρχιτεκτονικής και της τέχνης των τοιχογραφιών του, το μνημείο δεν δύναται να χρονολογηθεί πολύ ενωρίτερον των αρχών του 18ου αιώνα.»
Οι διαστάσεις του ναού δεν είναι ευκαταφρόνητες. Το συνολικό του μήκος είναι 10,80 και το πλάτος 4,60 μέτρα. Οι τοίχοι είναι φρουριακής κατασκευής, πάχους ενός περίπου μέτρου. Εντυπωσιακός είναι και ο τρούλλος ογκώδης, οκτάγωνος, με βαρειά πελεκητή πέτρα και διακοσμημένες αψίδες πάνω από την κάθε πλευρά, ακριβώς κάτω από το γείσο της κυκλικής κεραμοσκεπής. Ο Παναγιώτης Ντρίβας, που είναι επιφορτισμένος με τη λειτουργία του Πύργου της Ζαρούχλας, ξεκλειδώνει την είσοδο και εισχωρούμε στο εσωτερικό.
Μετά από αρκετές εργασίες συντήρησης ο ναός διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση. Είναι κατάγραφος από τοιχογραφίες καλής τεχνοτροπίας, αρκετές από τις οποίες διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και μια επιγραφή στο εσωτερικό, η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει, ότι το 1860 ανοίχθηκαν τα παράθυρα του ναού. Γενικά η Αγ. Τριάδα είναι ένα από τα γραφικότερα μνημεία της Ορθοδοξίας και η φήμη της τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ευρύτερα γνωστή, αφού πολλοί είναι αυτοί που την επιλέγουν για τέλεση βαπτίσεων και γάμων.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στα σημαντικότερα θρησκευτικά μνημεία του τόπου, παραθέτουμε πολύ συνοπτικά και τα παρακάτω:
– Αγ. Αθανάσιος στο Βουνάκι, μονόκλιτη βασιλική του τέλους του 17ου αι. με τοιχογραφίες σε μέτρια κατάσταση.
– Μονή Καταθεσίων ή Καταφυγίων, πάνω από τα Χαλκιάνικα που ανεγέρθηκε και ιστορήθηκε το 1638, με τοιχογραφίες σε μέτρια κατάσταση.
– Κοίμηση της Θεοτόκου στα Χαλκάνικα με ξύλινο τέμπλο των αρχών του 19ου αι.
– Άγιος Ιωάννης τα Χαλκιάνικα, μονόκλιτη βασιλική παλαιότερη του 18ου αι.
– Αγιος Αθανάσιος, επίσης στα Χαλκιάνικα, μονόκλιτη βασιλική του 18ου αι.
– Άγιος Νικόλαος Αγριδίου, ναός σταυρεπίστεγος που χρονολογείται στον 13ο αι., με λίγα σωζόμενα τμήματα τοιχογραφιών.
Πάνω από το Αγρίδι και τα Χαλκιάνικα βρίσκονται επίσης τα εξωκκλήσια της Παναγίας Καταφυγιώτισσας και του Αγ. Παντελεήμονα, χτισμένα μέσα σε βράχο.
ΣΤΟΝ ΟΙΚΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΟΛΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟ
Πιστεύουμε ότι αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά στον οικισμό του Σόλου και στον ιστορικό ναό του Αγ. Γεωργίου. Πέντε χιλιόμετρα πριν απ’ τη Ζαρούχλα ο δρόμος διακλαδίζεται δεξιά στο ύψος ενός εκτροφείου πεστροφών. Περνάμε στην αντίπερα όχθη του ποταμού Κράθι και ανηφορίζουμε νότια προς Σόλο. Ο οικισμός είναι μικρός, χτισμένος με Β-ΒΔ προσανατολισμό σε κατάφυτη πλαγιά από καστανιές, έλατα και πεύκα. Η μεγάλη αμφιθεατρικότητα του οικισμού από τα 1100 ως τα 1250 περίπου μέτρα, καθώς και τα αρκετά πετρόχτιστα σπιτάκια του, του χαρίζουν μια όψη γραφικότατη. Ένας και μοναδικός στενόδρομος διασχίζει το χωριό και συνεχίζει προς Μεσορρούγι και Περιστέρα. Καθημερινή όπως είναι, δεν συναντάμε ούτε ψυχή, πάνω όμως ακριβώς από το δρόμο διακρίνουμε αναπάντεχα τον καπνό μιας καμινάδας. Προέρχεται από το καφενείο-ψησταριά «Η ΙΤΙΑ», του Γιώργου Ζιδρόπουλου και της γυναίκας του Χριστίνας.
– Ελάτε να σας προσφέρουμε ένα καφεδάκι, λένε οι πρόσχαροι άνθρωποι.
Σε υπερυψωμένο σημείο του δρόμου και με ωραία θέα το ταβερνάκι, έχει διαστάσεις μικροσκοπικές, που δεν εμποδίζουν όμως να υπάρχει στο κέντρο του τοίχου ένα μεγάλο τζάκι. Με παππού από την Ήπειρο ο Γιώργος έχει το μαγαζάκι από το 1980 και το κρατάει ανοιχτό, μαζί με τα 4 ενοικιαζόμενα δωμάτια, ως τις 20 του Νοέμβρη. Κατά την χειμερινή περίοδο ανοίγει, μόνον όταν υπάρχουν επισκέπτες (τηλ. 26960-33991 – τηλ. Ακράτας: 26960-23264).
– Μήπως ξέρετε, εκτός από τον Αγ. Γεώργιο, για ποιο άλλο λόγο είναι φημισμένο το χωριό; ρωτάει ο Γιώργης.
Δεν υπάρχει απάντηση και συνεχίζει:
– Για τα μανιτάρια του και ιδιαίτερα τις «Καστανομανίτες», που από τις αρχές του Σεπτέμβρη ως τα μέσα του Οκτώβρη, φυτρώνουν στις ρίζες των υπεραιωνόβιων καστανιών. Μπορούν να φτάσουν σε απίστευτο μέγεθος και βάρος. Αυτό στη φωτογραφία βρέθηκε τον περσινό Σεπτέμβρη και ζύγιζε 15 κιλά! Το μαγειρέψαμε με διάφορους τρόπους και έφαγαν πολλοί. Δυστυχώς αργήσατε ναρθείτε. Για φέτος πέρασε η σαιζόν. Ας πάμε όμως στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη.
Ο ναός βρίσκεται σε υπερυψωμένο σημείο του δρόμου στην έξοδο του χωριού προς Μεσορρούγι. Είναι χτισμένος από λαξευμένο πωρόλιθο το 1806 από τους φημισμένους Σολιώτες μάστορες. Πρωτοπόρος ίδρυσης ήταν ο οπλαρχηγός και πρωτομάστορας Νικόλαος Χριστοδούλου Σολιώτης, που πρώτος σήκωσε τα όπλα ενάντια στους τούρκους.
Ο Σόλος, καθώς και τα υπόλοιπα χωριά του Δήμου Νωνάκριδος, αποτελούσαν τα λεγόμενα «Κλουκινοχώρια», φημισμένα για τους τεχνίτες της πέτρας, που αποτελούσαν τους κυριότερους ανταγωνιστές των Λαγκαδινών.
Ο ναός είναι μια τρίκλιτη θολοσκεπής βασιλική μεγάλων διαστάσεων με τρούλλο οκτάγωνο. Η έκπληξή μας προέρχεται από τις πολλαπλές διακοσμητικές και άλλες ιδιαιτερότητες που είναι εμφανείς στην εξωτερική τοιχοποιία. Εκτός λοιπόν από τις κτητορικές επιγραφές μια προσεκτική παρατήρηση θα αποκαλύψει περιμετρικά του ναού, σε διάφορα σημεία της τοιχοποιίας του, τα ονόματα των πέντε τεχνιτών που έλαβαν μέρος στην κατασκευή του έργου.
Αριστερά και δεξιά της κυρίας εισόδου μαγνήτιζαν το βλέμμα δύο εντοιχισμένες πλάκες, όπου είναι σκαλισμένες κατά σειρά οι αρχαίες ποιητικότατες ονομασίες των ανέμων (όπως Σκύρων, Απηλιώτης, Εύρος, Ζέφυρος), επίσης οι ονομασίες όλων των ζωδίων και τέλος οι αρχαίες ονομασίες των μηνών και ενδιάμεσα η ανάγλυφη παράσταση του Δικέφαλου Αετού. Μια άλλη σημαντική ιδιαιτερότητα είναι η διάνοιξη πολεμιστρών – προφανώς κατά τη διάρκεια της Επανάστασης – στις τρεις εξωτερικές γωνίες κάτω από το πώρινο γείσο που περιτρέχει το κτίριο, σε επικοινωνία με κρυφή εσωτερική κρύπτη.
Στο εσωτερικό διατηρείται το παλιό πλακόστρωτο δάπεδο, καθώς και το έξοχο ξυλόγλυπτο τέμπλο με Δεσποτικές εικόνες του 1815, έργα του Πατρινού ζωγράφου Χρήστου Βαφειόπουλου. Οι εικόνες του Χριστού και της Παναγίας λέγεται ότι είναι χαρακωμένες από τον Ιμπραήμ, που έκαψε το χωριό τις 5 Μαΐου του 1826. Πολυέλαιος του 1818, καντήλια ασημένια, μικρό μουσείο με Ευαγγέλια του 1811 και 1817, τα στέφανα του γάμου του Νικόλαου Σολιώτη καθώς και το στασίδι με την φωτογραφία του (1775-1841).
Η ιστορική αυτή εκκλησία λειτουργεί μόνον του Αγ. Γεωργίου ή αν υπάρχει κάποιο μυστήριο.
Απέναντι από τον ναό βρίσκεται ο Πύργος του Σωτήριου Σολιώτη, τριώροφος, με φρουριακή κατασκευή, ζεματίστρα και πολεμίστρες, παράθυρα μόνον στους δυο ανωτέρους ορόφους. Στην εξωτερική τοιχοποιία εμφανή είναι τα κυρτά εξογκώματα των δυο τζακιών. Δίπλα στον κεντρικό δρόμο βρίσκεται και ο Πύργος του Νικόλαου Σολιώτη. Παλιά τα δυο αρχοντικά επικοινωνούσαν μεταξύ τους.
– Ώρα για ένα τσιπουράκι, λέει ο Γιώργης, καθώς επιστρέφουμε στο ταβερνάκι.
Το συνοδεύουμε με φέτα και ζυμωτό ψωμί της Χριστίνας από τα ωραιότερα που έχουμε δοκιμάσει.
– Μ’ αυτά θα μείνουμε; Λέει ο φίλος μας.
Συδαυλίζει τα κάρβουνα στο τζάκι και ρίχνει επάνω παϊδάκια αρνίσια. Φέρνει κρασάκι δικό του σε χρώμα ρουμπινί, κολοκυθόπιτα και χορτόπιτα από τα χέρια της Χριστίνας. Νιώθουμε σαν να έχουμε απέναντί μας φίλους από χρόνια. Δεν αρκούνται όμως σ’ αυτό. Καθώς φεύγουμε η Χριστίνα μας τυλίγει ένα ολόκληρο καρβέλι ζυμωτό ψωμί και μερικές καυτερές κόκκινες πιπεριές «για τις φασολάδες του χειμώνα».
Η ΒΡΥΣΗ ΤΗΣ ΓΚΟΛΦΩΣ ΚΑΙ Η ΛΙΜΝΗ ΤΣΙΒΛΟΥ
Στη διαδρομή από Σόλο προς Περιστέρα, ένας χωματόδρομος ανηφορίζει αριστερά προς την περίφημη Βρύση της Γκόλφως και τα Ύδατα Στυγός. Μετά από διαδοχικές σηματοδοτημένες διασταυρώσεις ο δρόμος τερματίζει (2,2 χλμ. από άσφαλτο) μπροστά στην πετρόχτιστη βρύση με το θαυμάσιο νερό. Η πηγή βρίσκεται σε υψόμετρο 1300 μ. μέσα σε πυκνό ελατόδασος. Έγινε διάσημη από το πασίγνωστο θεατρικό έργο «Γκόλφω» του Σπύρου Περεσιάδη, γεννημένου το 1841 στο γειτονικό με τη βρύση Μεσορρούγι. Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ακράτα το 1893 από ερασιτέχνες Ακρατινούς ηθοποιούς.
Παίρνει να συννεφιάζει, χάνεται ο ήλιος. Αρχίζει μια δυνατή βροχή, το μουσκεμένο χώμα ευωδιάζει μέσα στο δάσος. Πριν προλάβουμε ν’ απογοητευθούμε από τη μεταβολή του καιρού εμφανίζεται ο ήλιος και μαζί μ’ αυτόν ένα αχνό ουράνιο τόξο που παιχνιδίζει ανάμεσα στα έλατα.
Με Ν προσανατολισμό αρχίζουμε τη διάσχιση των δασικών δρόμων προς Ζαρούχλα. Είναι ένα λαβυρινθώδες δίκτυο με πολλές διακλαδώσεις και ελλιπή ως ανύπαρκτη σήμανση. Με τον λεπτομερή χάρτη (Χελμός-Βουραϊκός, 1:50.000, εκδ. ΑΝΑΒΑΣΗ) και την εμπειρία τόσων ημερών στην περιοχή δεν κινδυνεύουμε βέβαια να χαθούμε, αυτό όμως δεν απαλλάσσει τις αρμόδιες υπηρεσίες από την υποχρέωση να παράσχουν μια ασφαλή σήμανση στον επισκέπτη της περιοχής. Το οδόστρωμα είναι γενικά καλό σε κάποιο σημεία όμως, και ιδιαίτερα κατά την χειμερινή περίοδο, τα συμβατικά αυτοκίνητα θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες. Με εναλλασσόμενα τοπία, σημεία θέας και ποικιλία ζωνών βλάστησης καταλήγουμε μετά από 14 συναρπαστικά χιλιόμετρα στην πλατεία της Ζαρούχλας.
Εκτός από τις πλούσιες πηγές, τα ποτάμια και τα ρέματα η περιοχή έχει και τη λίμνη της. Είναι η μικρή αλλά πανέμορφη Λίμνη Τσιβλού, σε υψόμετρο 800 μέτρων, που οφείλει τον σχηματισμό της σ’ ένα βίαιο γεωλογικό ξέσπασμα της φύσης.
Ήταν το 1913, όταν μια γιγάντια κατολίσθηση μήκους 5.000 μέτρων προξένησε την κατάρρευση της πλαγιές του γειτονικού λόφου Γερακαρίων ύψους 1650 μέτρων. Τεράστιοι όγκοι χώματος κάλυψαν τμήμα του διερχομένου ποταμού Κράθι και εξαφάνισαν ολοκληρωτικά τον οικισμό της Συλίβαινας και μεγάλο μέρος του γειτονικού Τσιβλού. Η αρχική καταστροφή έδωσε τη θέση της στην ειδυλλιακή εμφάνιση της λίμνης.
Στο απογευματινό φως του Νοέμβρη την αντικρίζουμε μπροστά μας, μια ήρεμη γαλαζοπράσινη επιφάνεια και γύρω της η απίθανη χρωματική παλέτα του φθινοπώρου που δημιουργείται από πλατάνια, λεύκες, έλατα, πεύκα, κέδρα και πουρνάρια, οπωροφόρα δέντρα και αμπελάκια. Με μέγιστο βάθος που φτάνει τα 80 μέτρα η λίμνη φιλοξενεί στα πεντακάθαρα νερά της κυπρίνους, κεφαλόπουλα και ένα ψαράκι που απαλλάσσει τον τόπο από τα αυγά των κουνουπιών. Δύο ταβερνάκια και μερικά ενοικιαζόμενα δωμάτια αποτελούν μέχρι στιγμής την τουριστική υποδομή της λίμνης. Στις όχθες της τα καλοκαίρια κατασκηνώνουν πολλοί επισκέπτες, ενώ ιδιαίτερα δημοφιλής είναι ο περιφερειακός της χωματόδρομος που προσφέρεται ιδιαίτερα για πεζοπορία και ποδηλασία.
ΣΥΝΟΨΗ
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά ακόμη για τη Ζαρούχλα, να περιγράψουμε με λεπτομέρειες γραφικές ενδιάμεσες διαδρομές ή τους μικρούς ωραίους οικισμούς, την Αγ. Βαρβάρα, το Βουνάκι, τα Χαλκιάνικα, το Μεσορρούγι, την Περιστέρα και το Αγρίδι, την Ποταμιά και τον Τσιβλό. Δυστυχώς ένα άρθρο δεν μπορεί να συμπεριλάβει όλες τις ιδιαιτερότητες ενός τόπου. Αποτελεί μόνον το έναυσμα, την πρώτη ύλη που θ’ αξιοποιήσει ο ταξιδιώτης. Ωστόσο δεν μπορούμε ν’ αποφύγουμε τον πειρασμό ν’ αναφερθούμε στη γενική εικόνα φιλοξενίας που συναντήσαμε παντού, καθώς και στην υψηλή ποιότητα των υπηρεσιών εστίασης. Έτσι διατηρούμε τις ωραιότερες αναμνήσεις από την ταβέρνα του Γιώργου Κουτρούλη στην Περιστέρα, το ταβερνάκι του Γιώργου Ζιδρόπουλου στο Σόλο, τα παϊδάκια στην ψησταριά του Γιάννη στη Ζαρούχλα, την εξαίρετη ταβέρνα του Μαχαίρα στο κέντρο της Ζαρούχλας και την ταβέρνα «Ύδατα Στυγός» στην είσοδο της Ζαρούχλας με τις εξαιρετικές γεύσεις, το χαμόγελο και το υπέροχο περιβάλλον. Υπάρχουν και κάποιες άλλες ακόμη που δεν προλάβαμε να γνωρίσουμε, η συνολική αίσθηση όμως είναι ότι οι άνθρωποι εδώ εκτιμούν και σέβονται τους πολυάριθμους ξένους τους και τους τιμούν με την παρουσία τους.
Τέλος, ιδιαίτερα ρομαντικές και ευχάριστες ήταν οι βραδινές ώρες με την εξαίσια μουσική στο μπαράκι «Στο Ρέμα» και πολύ ζωντανές και ποικίλες ήταν οι στιγμές στο μπαράκι «Νώνακρις».
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ευχαριστούμε θερμά:
– Τον Δήμαρχο Ακράτας Παναγιώτη Μελλή για όλες του τις βοήθειες.
– Τον Κωστή Κάνιστρα και το προσωπικό του Ξενοδοχείου «ΑΡΟΑΝΙΑ» για τις ημέρες φιλοξενίας.
– Τον καλό φίλο Μάκη Μητρέλη για την συνολική του συμμετοχή.
– Τον εκπαιδευτικό Πάνο Βασιλόπουλο, την Αναστασία Ευσταθίου, τον Παναγιώτη Ντρίβα και τον Γιώργο Ζιδρόπουλο για τις βοήθειές τους.
Όλους τους καλούς φίλους που μοιράστηκαν μαζί μας ένα κρασάκι, ένα ποτό και μερικές ευχάριστες στιγμές.
ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Αποστάσεις Ζαρούχλας:
ΑΠΟ ΠΑΤΡΑ: 100 χλμ.
ΑΘΗΝΑ: 190 χλμ.
ΘΕΣ/ΝΙΚΗ: 680 χλμ.
ΔΙΑΜΟΝΗ:
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ «ΑΡΟΑΝΙΑ» ΤΗΛ. 26960 35090 FAX 26960 33977 ΚΙΝ 6972 487 333
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ «ΔΡΥΑΔΕΣ» ΤΗΛ 34840,
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ «ΕΛΕΝΑΣ» ΤΗΛ 35083 FAX 35084 KIN 6946595433
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΞΕΝΩΝΑΣ «Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΖΑΡΟΥΧΛΑΣ» ΤΗΛ33934 210/6439488 & 5445596
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΞΕΝΩΝΑΣ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ «ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΡΦΑΝΗΣ» 35055 ΚΙΝ 6948 824660
ΞΕΝΩΝΑΣ «Το Σπίτι στο Βουνάκι» ΤΗΛ 210/6522522 6974726162
ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΑ «ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗΣ» ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ ΤΗΛ 6974 924035
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Φωτόπουλου Α., «ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΙΓΕΙΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ», Αθήνα 1982
-«ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ», εκδ. Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.
– Μπελογιάννη Μ., «Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΖΑΡΟΥΧΛΑΣ», περιοδ. CORPUS, Δεκ. 2000.
-Στοιχεία από τουριστ. οδηγό και ιστοσελίδα Δήμου Ακράτας.