«Κοιλάδα του Διαβόλου», κατ’ άλλους «Κοιλάδα των Δαιμόνων». Είναι η θρυλική Βάλια Κίρνα των Βλάχων της Σαμαρίνας, η ανέγγιχτη Χαράδρα-Κοιλάδα στα μυστικά βάθη του Ανατολικού Σμόλικα. Ένα αληθινό μνημείο της φύσης, απίστευτης ωραιότητας.

Η λυρική, ποιητική –σχεδόν- προσέγγιση και περιγραφή της Βάλια Κίρνας από τον Κυριάκο Παπαγεωργίου, ξύπνησε μέσα μας πολλές ζωηρές αναμνήσεις. Αναμνήσεις που είχαν μείνει σε λήθαργο για 15 ολόκληρα χρόνια, από τον Οκτώβρη του 2000, όταν είχαμε μείνει στο θρυλικό βλαχοχώρι της Σαμαρίνας. Δεν χρειάστηκε να πασχίσουμε ιδιαίτερα για να πείσουμε τον φίλο μας. Μόλις άκουσε Βάλια Κίρνα και διαμονή στην Σαμαρίνα ο κυριάκος, εγκατέλειψε τρέχοντας τον Βόλο. Όπως κι εμείς τη Θεσσαλονίκη…
ΣΤΙΣ ΔΡΟΣΙΕΣ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΙΝΑΣ
Αφήνουμε πίσω μας –χωρίς θλίψη- του 37 και 38 βαθμούς του κάμπου και, κοντά στα τελειώματα του Ιούλη, παίρνουμε τις ανηφοριές των Γρεβενών. Λίγο αργότερα διαπιστώνουμε τα ευργετήματα της παράλληλης ανόδου του υψομέτρου με την αντίστοιχη πτώση της τιμής της θερμοκρασίας. Έτσι, στην πλατεία της Σαμαρίνας, στο υψόμετρο των 1,450 μέτρων, η θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους 25 βαθμούς. Που θεωρείται σχεδόν… καύσωνας για τους ντόπιους.
Η οικογένεια Παπαγεωργίου, ο Μανώλης και η Ζωή και η κόρη τους Τόνια, μας υποδέχονται με μεγάλη εγκαρδιότητα στον ξενώνα La Noi, που στα βλάχικα σημαίνει «Σε μας».
Η βραδινή πλατεία σφύζει από κόσμο. Ολόγυρα οι ταβέρνες αναδίδουν γαργαλιστικές οσμές από ντόπια κρεατικά. Η δροσιά, που με το αεράκι γίνεται ψυχρούλα, είναι πολύ απολαυστική. Εδώ δεν αποζητούμε τις μπύρες που θα θέλαμε στον κάμπο αλλά ένα τσιπουράκι…
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΒΑΛΙΑ ΚΙΡΝΑΣ ΜΕ 4Χ4
Το ξύπνημα στο La Noi θυμίζει φθινοπωράκι. Τη δροσιά του πρωινού συνοδεύει από τη ρεματιά το κελάρυσμα του Σαμαρινιώτικου ρέματος, τα κουδουνάκια των προβάτων και τα αλυχτίσματα των σκυλιών στην αντικρινή πλαγιά.
–Μαζί με σας είναι ευκαιρία να ξαναπάω κι εγώ στη Βάλια Κίρνα, λέει ο οικοδεσπότης μας.
Το μεγάλο 4Χ4 του Μανώλη έχει άφθονο χώρο για όλους. Σ’ ένα μικρό Jimny προπορεύονται δύο νεαροί Σαμαρινιώτες ο Σίμος και ο Νίκος του Εξωραϊστικού Συλλόγου Σαμαρίνας. Από την ΝΔ έξοδο του χωριού κατευθυνόμαστε προς το Δίστρατο. Μηδενίζουμε την ένδειξη στο οδόμετρο μπροστά στο Νεροπρίονο. Μερικές εκατοντάδες μέτρα μετά συναντάμε τις εγκαταστάσεις του εργοστασίου «ΣΜΟΛΙΚΑΣ», που εμφιαλώνει μεγάλες φιάλες νερού. Λίγο πιο κάτω, χαμηλότερα του δρόμου, ανάμεσα σε δάσος μαυρόπευκων και οξυάς, προβάλλει το εργοστάσιο εμφιάλωσης του φημισμένου για την ποιότητά του φυσικού Μεταλλικού Νερού «ΣΑΜΑΡΙΝΑ»
Ένα λασπωμένο αγροτικό εμφανίζεται απέναντί μας.
–Καλή σου ώρα, μωρέ Ζιώγα, αντιχαιρετάει ο Μανώλης. Κι ύστερα λέει σε μας: Αυτός είναι ο αρχιτσέλιγκας του Σμόλικα, ο Γιώργος ο Ανθούλης ή Ζιώγας. Εκεί που πάει αυτός με το αγροτικό του, ελάχιστοι τολμάνε να πάνε.
Στα 3,5 χλμ. βρίσκουμε αριστερά την διακλάδωση προς την Παλιά Σαμαρίνα και τα μοναστήρια της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και της Αγίας Παρασκευής.
500 μέτρα μετά, συναντάμε την Πηγή του Ανθούλη, και μερικά χιλιόμετρα πιο πάνω, φτάνουμε σ’ ένα θεαματικό μπαλκόνι, που δυστυχώς, αποκαλύπτει απέναντί μας ολόγυμνες, από τη φωτιά του 2000, πλαγιές.
Στα 8,2 χλμ σταματάμε αναγκαστικά. Στο πλάι του δρόμου, μέσ’ από έναν κορμό, ξεχύνεται εκπληκτικό, παγωμένο νερό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία για έναν ταξιδιώτη, ιδιαίτερα πεζοπόρο, να συναντάει στο διάβα του μια τέτοια πηγή νερού. Παραδίπλα, μια μεγάλη κληματαριά , έχει σφιχταγκαλιάσει ένα μαυρόπευκο. Βρισκόμαστε σε υψόμετρο 1.200μ. στην τοποθεσία Καζάνια, ήδη μέσα στην Βάλια Κίρνα. Φτάνουμε στα 8,7 χλμ από την έξοδο της Σαμαρίνας. Εδώ χρειάζεται προσοχή, γιατί εγκαταλείπουμε το κεντρικό δίκτυο και ανηφορίζουμε δεξιά.
–Από εδώ κατευθυνόμαστε στην καρδιά της «Κοιλάδας των Δαιμόνων» λέει ο Μανώλης.
Χαμηλότερα αριστερά, κατρακυλάει με ανάστροφη πορεία, το βουερό ρέμα της Κουκοτίνας. Στην ουσία, ακολουθούμε με το αυτοκίνητο τα πεζοπορικά χνάρια του φίλου μας του Κυριάκου. Που, ένα μήνα πριν, είχε το προνόμιο, πολύ πιο ρεαλιστικά από μας, να προσλαμβάνει ανεπαίσθητες μυρωδιές, να αφουγκράζεται αλλιώς τους ήχους του ρέματος και της Φύσης, να παρατηρεί με το άγρυπνο μάτι, του έμπειρου περιπατητή, μικρολεπτομέρειες στο έδαφος, που ξεφεύγουν από μας.
Είναι εντυπωσιακή η ροή του ρέματος τέτοια εποχή. Οι φίλοι μας λένε, πως αθέατες στα μάτια των μη μυημένων, υπάρχουν και πέστροφες, ένα σπάνιο γκριζωπό είδος με κόκκινες βούλες.
–Δεν γίνονται μεγάλες αλλά η νοστιμιά τους είναι ασύγκριτη.
Να και πάμπολλες ορχιδέες, πολύτιμες για τις ρίζες τους, από τις οποίες βγαίνει το σαλέπι. Να και το πρώτο ρόμπολο, σε υψόμετρο μόλις 1.250μ.
Στα 11,2 χλμ. σταματάμε και πάλι. Μερικές εκατοντάδες μέτρα ψηλότερα, διαγράφεται στα έγκατα της αβυσσαλέας χαράδρας το «Κρεμαστό Νερό». Είναι ο θρυλικός καταρράκτης της Κοιλάδας των Δαιμόνων, η «Άπα Σπιντουράτα», στη διάλεκτο των Βλάχων. Από την απόσταση που τον παρατηρούμε και με την μειωμένη ποσότητα νερού αυτής της εποχής, μοιάζει με μια γιγάντιου μήκους, λεπτή και λευκή κλωστή, που κατατρώει ασταμάτητα το σκληρό, σκουρόχρωμο πέτρωμα της χαράδρας στους αιώνες . Είναι ένα μεγαλειώδες μνημείο, μια γενναιόδωρη προσφορά της φύσης στην Βάλια Κίρνα. Κάποιοι κάνουν λόγο για μια συνολική πτώση νερού που ξεπερνάει τα 150 μέτρα. Άλλοι θεωρούν τον υπολογισμό υπερβολικό. Το βέβαιο είναι, ότι το Κρεμαστό Νερό της Βάλια Κίρνας είναι ίσως ο μεγαλύτερος σε ύψος καταρράκτης της Ελλάδας.
Το ρέμα που κόβει κάθετα το δρόμο σχηματίζει διαδοχικούς μικρούς καταρράκτες καθώς και μια πανέμορφη βάθρα, ιδανική φυσική πισίνα για τολμηρούς.
Περνάμε σχετικά εύκολα την πετρώδη κοίτη του ρέματος, ένα εγχείρημα –ωστόσο- που μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, κατά την άνοιξη ή το χειμώνα.
200 περίπου μέτρα μετά διασχίζουμε και το ρέμα, που σχηματίζει το Κρεμαστό Νερό. Ήδη ο δρόμος, ανηφορίζει, το οδόστρωμα γίνεται πιο βατό.
Φτάνουμε στην τοποθεσία Γκιώνη με την κορυφή Καραμήτσος, διασχίζουμε δάσος με αιωνόβιες οξυές, διακρίνουμε στ’ αριστερά έναν ανηφορικό δρόμο. Είναι η «ιδιωτική», τελείως κακοτράχαλη στράτα του Ζιώγα προς τις «Εφτά Βρύσες»
Στα 17,1 χλμ. από την Σαμαρίνα (8,4 χλμ από την διακλάδωση του κεντρικού δρόμου προς Βάλια Κίρνα) η διαδρομή μας τερματίζει. Βρισκόμαστε, σε υψόμετρο 1.650μ.
Ένα ευκολοδιάβατο μονοπάτι μάς βγάζει σε 3 λεπτά σ’ ένα θεαματικό μπαλκόνι απέναντι από την χαώδη χαράδρα της Βάλια Κίρνας και το άνω τμήμα του Κρεμαστού Νερού. Είναι η εντυπωσιακότερη όψη μιας από τις πιο άγνωστες, δυσπρόσιτες αλλά και μεγαλειώδεις ορεινές περιοχές της Ελλάδας. Ένας από τους τελευταίους φυσικούς παράδεισους, που πρέπει να μείνει αλώβητος στους αιώνες.