Σε απόσταση μόλις 30 χλμ από την πόλη της Θεσσαλονίκης, το ορεινό χωριό της Περιστεράς είναι χτισμένο στις ανατολικές πλαγιές του Χορτιάτη, σε υψόμετρο 500-600 μέτρων. Ο τόπος είναι πολύ γνωστός για το περίφημο βυζαντινό ναό του Αγίου Ανδρέα του 870, για την πηγή με την αστείρευτη ροή νερού και για τις ταβέρνες του χωριού. Ήδη όμως υπάρχει άλλος ένας σπουδαίος λόγος για επίσκεψη στο χωριό: η διάνοιξη, σήμανση και, εν τέλει, αξιοποίηση του μονοπατιού, κατά μήκος του πανέμορφου φαραγγιού-ρέματος της Περιστεράς.
Ονομασία-Τοποθεσία.
Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας του χωριού. Τρεις είναι οι επικρατέστερες:
1η εκδοχή: Ύπαρξη πολλών περιστεριών σε πύργο της περιοχής.
2η εκδοχή: Τα κάτασπρα σπίτια θύμιζαν κουρνιασμένα περιστέρια.. 3η Εκδοχή: Σε verso πωλητήριου εγγράφου του 941 μ.Χ. υπάρχει η λέξη «στηρών», από την οποία απουσιάζουν -εικάζεται- τα 4 πρώτα γράμματα. Οι εκδότες του εγγράφου, το 1800 μ.Χ., εικάζουν πως η πλήρης λέξη είναι «πεστερών» ή «πεστηρών» και έχει σλαβική προέλευση ( «PECTERA» στα σλάβικά σημαίνει σπήλαιο). Η τελευταία εκδοχή αναφέρεται από τον -προσφάτως εκλιπών- πρώην καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ., Νικόλαο Μουτσόπουλο (1927-2019). Να σημειωθεί πως οι δύο πρώτες εκδοχές αφορούν απόψεις παλαιών κατοίκων, ιστορικά και ερευνητικά αναπόδεικτες. Ο Όσιος Ευθύμιος ο Νέος, όταν κατέφθασε στο χωριό, αναφέρει πως ο τόπος ονομαζόταν ήδη «Περιστεραί». Η Περιστερά έχει υψόμετρο 560 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας και πληθυσμό 1071 κατοίκους με γεωγραφικό πλάτος 40,5458776752 και γεωγραφικό μήκος 23,16387218.
Ιστορικά στοιχεία.
Κατά τα αρχαία χρόνια, δεν υπάρχουν αναφορές. Είναι πιθανόν να υπήρχε οικισμός που ανήκε στην ευρύτερη κοιλάδα του Ανθεμούντα. Επίσης, ο τόπος γνώρισε μακεδονική κατοχή ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Στη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου, το χωριό υπάγεται στην Macedonia Secunda (περιοχές μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμόνος, καθώς και οι περιοχές της Χαλκιδικής και της Θεσσαλονίκης). Δεν πραγματοποιήθηκαν ανασκαφές στον χώρο της Περιστεράς και του Χορτιάτη για εύρεση περισσότερων στοιχείων για τα αρχαία και ρωμαϊκά χρόνια του χωριού. Υπάρχουν, όμως, αποδείξεις ότι υπήρχε νεκροταφείο, ενώ τα θεμέλια του ναού του Αγίου Ανδρέα είναι ένα τετράκογχο ταφικό σχήμα, δείγμα της παλαιοχριστιανικής εποχής και της Ύστερης Αρχαιότητας. Ακόμη, στον χώρο γύρω από τον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα, έχουν βρεθεί επιτύμβια ανάγλυφα, τα οποία είναι τα εξής: 1.Στήλη που εικονίζει γυναικεία μορφή που αποχαιρετά άνδρα, μαζί με παιδικές μορφές (ελληνική επιγραφή και αετώδη μορφή) 2.Επιτύμβια στήλη, όπου γυναικεία μορφή αποχαιρετά ανδρική μορφή καθιστή, μαζί με το παιδί της 3.Επιτύμβια στήλη με ανθέμιο (σχηματοποιημένο άνθος που χρησιμεύει ως διακοσμητικό), το οποίο εκβάλλει από δύο ανδρικές φιγούρες 4.Επιτύμβια στήλη με αντίγραφο από ανθέμιο που πηγάζει από δύο έλικες 5.Επιτύμβια στήλη, όπου παριστάνονται τα πρόσωπα μιας οικογένειας 6.Επιτύμβια στήλη με τρεις μορφές 7.Επιγραφή με έξι σειρές γραμμάτων 8. Επιγραφή εντοιχισμένη ανάποδα εντός του Ι.Ν. Αγίου Ανδρέα. Τέλος, οι κάτοικοι μιλούν για ευρήματα αρχαίων που πωλήθηκαν (π.χ. κεφάλι αγάλματος). Το χωριό συνδέει την ακμή του με την ύπαρξη και παγίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συγκεκριμένα, τότε αποπερατώνεται το Μοναστήρι (σημερινός Ιερός Ναός) που είναι αφιερωμένο στον Απόστολο Ανδρέα, από τον Όσιο Ευθύμιο (871 μ.Χ.). Επίσης, το χωριό παραχωρήθηκε στην Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, το 964 μ.Χ. Κατά τον 9ο-10ο αιώνα, η περιοχή της Χαλκιδικής και της Θεσσαλονίκης αναφέρεται ως τοπωνύμιο σλαβικών πληθυσμών, άρα το χωριό κατοικούνταν από Σλάβους και Βλάχους (σημερινή Ρουμανία και Μολδαβία) ποιμένες. Τους ποιμένες αυτούς (αποκαλούνται «νεοπαγείς») θέλησε να μυήσει περαιτέρω στον Χριστιανισμό ο Όσιος Ευθύμιος, μέσω της λειτουργίας του ανδρικού μοναστηρίου στο χωριό. Η Περιστερά, κατά τον 9ο αιώνα, ήταν «κατούνα» (=καταυλισμός. Οι κάτοικοι διαβιούσαν εντός κυκλικών κλαδόπλεχτων καλυβών. Στα υψώματα, γύρω από την πηγή ύδατος, στο κέντρο του χωριού, ήταν χτισμένες οι στρούγκες των ζώων. Σιγά-σιγά, οι κατοικίες χτίζονται με δίρριχτη στέγη, έχοντας ως υλικό τον πλίνθο. Γενικότερα, συναντούμε τέτοιου είδους οικίες σε βλάχικους και σαρακατσάνικους οικισμούς σε όλα τα Βαλκάνια. Κύριες ασχολίες των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Πληροφορούμαστε, ακόμη, για ύπαρξη βυζαντινού ορυχείου, όπου πραγματοποιείται ο εμπλουτισμός ενός μετάλλου που λέγεται προσχωματικός χρυσός (Τα προσχωματικά κοιτάσματα έχουν χαμηλότερες περιεκτικότητες σε άργυρο -κάτω από 10%- και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο χρυσός, μέσα στα ποτάμια, μεταφέρεται και με τον τρόπο αυτό έχουμε έναν φυσικό εμπλουτισμό των κόκκων σε χρυσό και μία φυσική απομάκρυνση του αργύρου τους). Έχουν ανακαλυφθεί κεραμικά ευρήματα, όπου αποδεικνύεται ότι η δραστηριότητα του ορυχείου ξεκίνησε από τον 5ο ή 6ο αιώνα μ.Χ. και συνεχίστηκε τον 9ο και 10ο αιώνα, για να σταματήσει κατά τα τέλη του 15ου αιώνα ή στις αρχές του 16ου αιώνα. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι Οθωμανοί λεηλάτησαν την Καλαμαριά και πιθανόν την Περιστερά (1422). Η Περιστερά αναφέρεται σε τουρκικά έγγραφα ως «Πιστηρά». Γενικά, δεν εγκαθίστανται Οθωμανοί στο χωριό, λόγω της δύσβατης τοποθεσίας και των αφιλόξενων κατοίκων του. Προτιμούν να κατοικήσουν ανατολικά της Περιστεράς και στην Κάτω Περιστερά. Η Περιστερά ανήκει, βάσει αναφορών σε ιεροδικαστικά τεφτέρια, στον κατάλογο των χωριών των καρβουνιάρηδων. Φαίνεται ότι το χωριό εφοδίαζε με κάρβουνο Οθωμανούς εμπόρους. Η Περιστερά υπαγόταν διοικητικά στο ναχιγιέ του Παζαργκιάχ (σημερινή Απολλωνία Θεσσαλονίκης) και ήταν ένα από τα χωριά που παρήγαγαν ξυλοκάρβουνο για τα μεταλλεία των Σιδηροκαυσίων. Κατά τον 18ο αιώνα αναφέρεται ως «Pestriye». Υπήρχε, επίσης, αναφορά του ονόματος του χωριού και του Μοναστηρίου κατά τον 17ο αιώνα από περιηγητές (Εβλιγιά Τσελεμπή, Χατζή Κάλφα, R. De Dreux, Brown, Covel κ.α.). Τέλος, η βαριά φορολογία ωθούσε τους ανθρώπους να κατευθύνονται ακόμη πιο ορεινά. Πάντως δεν εξέλειπε ο εξισλαμισμός ορισμένων χριστιανών κατοίκων.
Κατά την Επανάσταση του 1821, μετά τις επαναστατικές εστίες της Μακεδονίας που έσβησαν (πρωτοβουλίες Καπετάν Χάψα και Εμμανουήλ Παππά), οι Τούρκοι κατέκαυσαν χωριά και γύρω περιοχές. Η Περιστερά αναφέρεται σε κατάλογο χωριών που δεν πλήρωναν φόρους το 1822, διότι οι κάτοικοι αποδήμησαν, καθώς το χωριό τυλίχτηκε στις φλόγες. Στο χωριό υπήρχαν, βάσει του καταλόγου, 29 ζευγάρια ζώων. Οι εξισλαμισμοί συνεχίστηκαν μετά το σβήσιμο επαναστατικών εστιών. Ενδεικτικά, ο κάτοικος Γεώργιος Γεωργάκης μετονομάζεται σε Αλή και ο Τραγιάν Αγγελέ σε Χουσεΐν. Πάντως, κατά την διάρκεια της Επανάστασης του 1821, δύναμη ανδρών της Περιστεράς συμμετείχε στην επανάσταση της Χαλκιδικής. Σημαντικοί αγωνιστές του 1821 από την Περιστερά ήταν ο Τριαντάφυλλος Αγοραστού, ο Αναστάσιος Παναγιώτου, ο Κυπαρίσσης Αθανασίου και ο Ιωάννης Γεωργίου, οι οποίοι έλαβαν μέρος σε πολλές μάχες στη νότια Ελλάδα.
Μετά την Επανάσταση του 1821 και ειδικότερα το 1876, υπάρχει αναφορά από τον Επίσκοπο Αρδαμερίου Κωνστάντιο ότι καταπιέζονται οι κάτοικοι της Περιστεράς από τους Οθωμανούς. Στην απογραφή του 1890 οι κάτοικοι ήταν, μόλις, 100. Οι Οθωμανοί εξακολουθούσαν να μην κατοικούν στην Περιστερά, εκτός από τους έχοντες εξουσία. Η Περιστερά παρέμεινε στα χέρια των Οθωμανών και τον 20ο αιώνα. Η απελευθέρωση του χωριού συνέπεσε με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912. Τέλος, μετά την Μικρασιατική καταστροφή, το 1922, δεν καταφθάνουν πρόσφυγες. Το 1936 η Περιστερά δεν ανήκει, πλέον, διοικητικά, στην μητρόπολη Αρδαμερίου (με απόφαση Ιεράς Συνόδου) και εισέρχεται στην δικαιοδοσία της μητρόπολης Ιερισσού.
Ο Όσιος Ευθύμιος ο Νέος (842-898 μ.Χ.).
Γεννήθηκε στην Οψώ, κωμόπολη κοντά στην Άγκυρα. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικήτας. Ο Άγιος Ευθύμιος γεννήθηκε στις μέρες του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντα Ε’ του Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.). Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και ευσεβείς, και ονομάζονταν Επιφάνιος και Άννα. Είχαν και δύο κόρες, την Μαρία, που ήταν πρεσβυτέρα και την Επιφάνια. Όταν ο Άγιος ήλθε σε κατάλληλη ηλικία, παντρεύτηκε και απόκτησε μία κόρη την Αναστασώ (τη γυναίκα του την έλεγαν Ευφροσύνη). Επειδή όμως επιθυμούσε την μοναχική πολιτεία, αφού τακτοποίησε τις οικογενειακές του υποθέσεις, πήγε σε μοναστήρι, κοντά στον Όσιο Ιωαννίκιο, στον Όλυμπο της Βιθυνίας. Εκεί, μετά από δοκιμασία, γίνεται μοναχός, το 842 μ.Χ., με το όνομα Ευθύμιος, από Νικήτας που ονομαζόταν πρώτα. Μετά από αρκετά χρόνια ασκήσεως στο κοινόβιο αυτό, ο Ευθύμιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος. Από εκεί επέστρεψε στον Όλυμπο και μετά από πολλές περιπέτειες και ταξίδια, ίδρυσε κοντά στη Θεσσαλονίκη τη Μονή Περιστερών το 871 μ.Χ., όπου εγκαταστάθηκε και την ανέδειξε με την άριστη πνευματική ζωή του, σε άριστο πνευματικό κέντρο. Η παράδοση αναφέρεται σε όραμα που είδε ο Όσιος Ευθύμιος ο Νέος να χτίσει ναό σε μάνδρα προβάτων για τον Απόστολο Ανδρέα, τον Πρωτόκλητο. Έτσι λοιπόν, ασκητικά και θεάρεστα αφού έζησε, απεβίωσε ειρηνικά την 15η Οκτωβρίου 894 μ.Χ. Τη βιογραφία του συνέγραψε ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Βασίλειος, που υπήρξε και μαθητής του Αγίου. Πρόκειται για ένα πολύ παλιό χωριό γνωστό για τον ναό του Αγίου Ανδρέα, κτίσμα του οσίου Ευθυμίου του Νέου (9ος αιώνας μ.Χ.). 13 Ιανουαρίου του 899, πραγματοποιήθηκε, με πομπή, η ταφή του στο καθολικό της Μονής Περιστερών.
Ιερός Ναός Αγίου Ανδρέα.
Είναι σταυροειδής πεντάτρουλος Βυζαντινός Ναός. Έχει ένα κεντρικό μεγάλο τρούλο και τέσσερις μικρότερους τρούλους στις τέσσερις κεραίες του Σταυρού. Πρόκειται για ναό που ακολουθεί τον ρυθμό του εγγεγραμμένου σταυρού. Έχει αρχιτεκτονικά στοιχεία της Μ. Ασίας και είναι πρόδρομος του Αγιορείτικου ρυθμού. Ὁ Αρχιτεκτονικός ρυθμός του είναι μοναδικός. Δεν συναντάται σε κανένα άλλο μνημείο, παλαιότερο ή νεότερο. Το 1982, ανακαλύφθηκαν, κατόπιν επισκευών του καθολικού τοιχογραφίες (όπως παράσταση ζυγοστασίας στην κόγχη) ενώ, ο ανατολικός και ο δυτικός τρούλος διακοσμούνται με έναν σταυρό που έχει κεραμιδί επίχρισμα. Στον κεντρικό τρούλο εικονίζεται ο Παντοκράτορας και στο τύμπανο του τρούλου οι Απόστολοι. Δεν παρουσιάζονται ευαγγελικές σκηνές, αλλά πρόσωπα (αρχαία αντίληψη). Επιπλέον, υπάρχουν απλοί σταυροί και απεικονίσεις ψαριών και πτηνών. Ιστορικά, διάφοροι αυτοκράτορες (αναφορές έως και τον 14ο αιώνα μ.Χ.), χορήγησαν χρήματα και εκτάσεις στη Μονή Περιστερών (Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, Ρωμανός ο Β΄, Νικηφόρος Φωκάς, Βασίλειος ο Β΄και Ιωάννης Τζιμισκής). Μετά το πέρας του 14ου αιώνα δεν υπάρχουν αναφορές και έγγραφα για τον ναό. Μάλλον το χωριό ερημώθηκε, λόγω των επιδρομών των Τούρκων. Κατά τον σεισμό του 1978, προκλήθηκαν φθορές στον ναό. Η διαδικασία της αποκατάστασης των φθορών έφερε στο φως τα λείψανα του Οσίου Ευθυμίου, τα οποία, πλέον φυλάσσονται εντός του Ιερού Ναού. Τέλος, πρόκειται για ένα από τα λίγα Βυζαντινά μνημεία που είναι σε χρήση στην Ελλάδα.
Βιβλιογραφία
1) Νικόλαος Μουτσόπουλος, Περιστερά, ο ορεινός οικισμός του Χιορτάτη και ο ναός του Αγίου Ανδρέα, Θεσσαλονίκη 1986,
2) Χρυσάνθη Μαυροπούλου, Ο ναός του Αγίου Ανδρέα στην Περιστερά (παλαιοχριστιανικό κτίσμα μετασκευασμένο τον 9ο αιώνα),