Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τη Θεσσαλονίκη, οι Αλυκές Κίτρους στην παραθαλάσσια ζώνη της Πιερίας, αποτελούσαν άγνωστο κόσμο μέχρι τώρα. Στην διάρκεια της ενασχόλησής μας με το αλάτι αποδείχτηκε, ότι ελάχιστα στοιχεία μας ήταν γνωστά, όχι μόνον για το εύρος των χρήσεών του σε ποικίλους τομείς της σύγχρονης ζωής αλλά και για τα πολλά και συναρπαστικά στάδια της παραγωγικής του διαδικασίας στον χώρο των αλυκών. Αποδείχτηκε ακόμη πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των αλυκών για την διατήρηση της ορνιθοπανίδας και της βιοποικιλότητας. Κάτι, άλλωστε, που είναι ορατό από τα 200 περίπου είδη πουλιών, που κάθε χρόνο παρατηρούνται κατά χιλιάδες στις ελληνικές αλυκές.

Το αλάτι, όπως ονομάζεται το προϊόν της ένωσης του χλωρίου (Cl–) με το νάτριο (Na+), είναι η πρώτη ουσία μετά το νερό, που τράβηξε την προσοχή του ανθρώπου, κατά την πορεία του από την αγριότητα στον πολιτισμό [1]. Η σημασία του τόσο για την δημιουργία της ίδιας της ζωής στον πλανήτη, όσο και ως οικονομικού αγαθού, είναι αναμφισβήτητα πολύ σημαντική. Το αλάτι μαζί με το νερό, τα σιτηρά (ψωμί) και το κρέας των κατοικίδιων ζώων, απετέλεσαν την υλική βάση της ανθρώπινης κοινωνίας στα πρώτα της βήματα [2].
Ο άνθρωπος άρχισε να αναζητά αυτό το τόσο άφθονο στη φύση αγαθό, την χρονική περίοδο που εγκαταστάθηκε σε μόνιμους οικισμούς και άρχισε η γεωργική ενασχόλησής του και κυρίως όταν άρχισε να βράζει ή να ψήνει τις τροφές του [1]. Πρέπει αρχικά να βρήκε το αλάτι εκεί όπου μέχρι σήμερα παράγεται από την φύση. σε κοιλότητες βράχων παράκτιων περιοχών, καθώς και σε σχηματιζόμενες λίμνες δίπλα στη θάλασσα, όπου το θαλασσινό νερό εγκλωβίζεται και στη συνέχεια με την επίδραση της ηλιακής ενέργειας εξατμίζεται και αποθέτει αλάτι.
Αρχικά χρησιμοποίησε το αλάτι για να καλύψει τις διατροφικές του ανάγκες και στη συνέχεια ανακάλυψε την πολύ σημαντική ιδιότητα αυτού του προϊόντος, να συντηρεί τα τρόφιμά του. Αυτή ακριβώς η ιδιότητα ανέδειξε το αλάτι σε ένα από τα πιο σημαντικά οικονομικά αγαθά για πολλούς αιώνες, που μπορεί να συγκριθεί μόνον με αυτήν του πετρελαίου στην σημερινή εποχή.
Μετά την βιομηχανική επανάσταση, άρχισε σταδιακά να μειώνεται η χρήση του αλατιού ως συντηρητικού τροφίμων. Όμως η χρησιμοποίησή του ως πρώτη ύλη στη χημική βιομηχανία, αύξησε ραγδαία το ύψος της παγκόσμιας κατανάλωσης, που σήμερα ξεπερνά τους διακόσιους εκατομμύρια τόνους ετησίως. Το ένα τρίτο αυτής της παραγωγής είναι θαλασσινό αλάτι. Σήμερα μόνο το 20% περίπου της παγκόσμιας παραγωγής αλατιού χρησιμοποιείται για την ανθρώπινη διατροφή, ενώ οι υπόλοιπες κύριες χρήσεις είναι στην χημική βιομηχανία (55%) και στον αποχιονισμό των δρόμων την χειμερινή περίοδο (15%).
Το αλάτι αποτελεί σημαντικό κρίκο της αλυσίδας διατροφής και εκτός της πλέον γνωστής χρήσης του ως ένα από τα βασικότερα αρτύματα στο φαγητό μας, είναι το μοναδικό προϊόν με τόσες πολλές χρήσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι χρησιμοποιείται:
- Σαν πρόσθετο σε πολλά βιομηχανικά επεξεργασμένα προϊόντα διατροφής
- Σαν πρόσθετο στις ζωοτροφές
- Στην παραγωγή αλίπαστων τροφών που συντηρούνται στο αλάτι (ψάρια, κρέας)
- Στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων και αλλαντικών
- Για το αποχιονισμό των δρόμων κατά την χειμερινή περίοδο
- Για την αναγέννηση μονάδων αποσκλήρυνσης νερού
- Σαν βασικό συστατικό στην παρασκευή φυτοφαρμάκων και χρησιμοποιείται από τους γεωργούς για την λίπανση αγρών
- Σαν κύριο συστατικό στην αρωματοποιία και φαρμακευτική
- Στην Χημική Βιομηχανία:
- Παραγωγή Na+: βιομηχανία νατρίου (NaOH, καυστική σόδα)
- Παραγωγή Cl–: βιομηχανία χλωρίου (HCl, πλαστικά)
- Χρησιμοποιείται επίσης στην:
- Βυρσοδεψία (συντήρηση δερμάτων)
- Παραγωγή σαπουνιών
- Βαφή υφασμάτων, νημάτων (σταθεροποίηση χρώματος)
- Μεταλλουργία (καθαρισμός μετάλλων)
- Παραγωγή χρωμάτων και βερνικιών
- Κατεργασία μαλλιού
- Κεραμική
- Ταρίχευση
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ – ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ ΑΛΥΚΩΝ
Το αλάτι βρίσκεται σε μεγάλη αφθονία, τόσο διαλυμένο στις θάλασσες και τους ωκεανούς όσο και σαν ορυκτό σε πολλές περιοχές του πλανήτη. Στη χώρα μας παράγεται αποκλειστικά θαλασσινό αλάτι. Όπως είναι κατανοητό, το φυσικό θαλασσινό αλάτι περιέχει όλα τα πολύτιμα ιχνοστοιχεία του θαλασσινού νερού σε αντίθεση με το ορυκτό, που βρίσκεται αποθηκευμένο στη Γή για αιώνες και ως εκ τούτου είναι προϊόν “κονσέρβα”.
Πρώτη ύλη λοιπόν για την παραγωγή αλατιού στις Αλυκές (Solar Saltworks), όπως ονομάζονται οι μονάδες που παράγουν θαλασσινό αλάτι, είναι το θαλασσινό νερό. Μια ανεξάντλητη πρώτη ύλη, πού υπολογίζεται σε 5×1016 τόνους περίπου. Το χλωριούχο νάτριο είναι το αλάτι που κυριαρχεί στο θαλασσινό νερό, αφού αποτελεί το 78% περίπου τού συνόλου των περιεχομένων σ’ αυτό αλάτων.
Η συνεχής εξάτμιση – συμπύκνωση τού θαλασσινού νερού με χρήση της ηλιακής ενέργειας έχει σαν αποτέλεσμα την διαδοχική κρυστάλλωση, αρχικά των πιο δυσδιάλυτων αλάτων (CaCO3, CaSO4), στη συνέχεια τού NaCl και τέλος των αλάτων Mg. Στην συνήθως χρησιμοποιούμενη από τούς αλυκάριους εμπειρική κλίμακα Baume (oBe) γιά την μέτρηση της πυκνότητας, η τιμή πού αντιστοιχεί στο θαλασσινό νερό είναι περίπου 3,5 oBe. Στους 4,6 oBe αρχίζει η κρυστάλλωση τού CaCO3 καί στους 13,2 oBe τού CaSO4. Το NaCl κρυσταλλώνει στους 25,7 oBe και τέλος στους 30 oBe τα πλέον ευδιάλυτα άλατα τού Mg. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι τιμές αυτής της κλίμακας είναι περίπου ίδιες με την επί τοις εκατό περιεκτικότητα.
Για την παραγωγή λοιπόν του θαλασσινού αλατιού, απαιτείται συνεχής εξάτμιση-συμπύκνωση ικανής ποσότητας θαλασσινού νερού μέχρι του σημείου, που αρχίζει να κρυσταλλώνει και να αποτίθεται το περιεχόμενο σ’ αυτό αλάτι, όπως ονομάζουμε το NaCl. Η συμπύκνωση γίνεται με φυσικό τρόπο, δηλαδή με εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας αλλά και του μικροκλίματος που επικρατεί στην περιοχή, δηλαδή της ταχύτητας, της θερμοκρασίας και της σχετικής υγρασίας του αέρα. Όπως είναι κατανοητό αρνητικά επηρεάζουν το φαινόμενο οι βροχοπτώσεις.
Η μοναδικότητα των αλυκών, έγκειται στο γεγονός ότι χρησιμοποιούν σχεδόν 100% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για την παραγωγή του προϊόντος των. Επιπλέον οι σύγχρονες ιδιαίτερα αλυκές, έχουν μια πολύ σημαντική για την εποχή μας ιδιαιτερότητα, παντρεύουν αρμονικά την παραγωγή διαδικασία ενός προϊόντος με την διατήρηση τού περιβάλλοντος. Και αυτό γιατί η εξέλιξη της παραγωγικής των διαδικασίας, όπως αναλυτικά περιγράφεται στη συνέχεια, καθιστά ουσιαστικά, τις σύγχρονες ιδιαίτερα αλυκές, κατασκευασμένα παράκτια οικοσυστήματα (constructed coastal wetlands). [3]
ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ
Το πρόβλημα της παραγωγής αλατιού από το θαλασσινό νερό ανάγεται στην επιλεκτική ανάκτηση καθαρού NaCl, απαλλαγμένου από όλες τις διαλυτές και αδιάλυτες ουσίες του θαλασσινού νερού καθώς και πιθανές γαιώδεις προσμίξεις. Για τον σκοπό αυτό κατάλληλη ποσότητα θαλασσινού νερού συμπυκνώνεται με φυσική εξάτμιση, με συνέπεια την κλασματική κρυστάλλωση των περιεχομένων αλάτων, λόγω διαφορετικής διαλυτότητας.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο άνθρωπος αρχικά, πρέπει να βρήκε το αλάτι σε παράκτιες κοιλότητες βράχων ή λίμνες, στις οποίες το θαλασσινό νερό αρχικά εγκλωβίζεται και με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας εξατμίζεται και αποθέτει το αλάτι που περιέχει. Οι συνεχώς αυξανόμενες όμως προσωπικές και κοινωνικές του ανάγκες, θα πρέπει να του δημιούργησαν την ανάγκη να παράξει μόνος του αυτό το προϊόν. Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος, μετά από μια μακρά περίοδο παρατήρησης και συγκέντρωσης γνώσης, αντέγραψε τελικά την φύση και άρχισε να παράγει μόνος του αλάτι, με τον ίδιο τρόπο, σε ποσότητες που ικανοποιούσαν τις ανάγκες του, ξεφεύγοντας από τους ρυθμούς της φύσης.
Η παραγωγή αλατιού σε μια λεκάνη θεωρείται το πρώτο στάδιο της αλοπηγικής τεχνολογίας, το πρώτο βήμα της εξελικτικής πορείας, που οδηγεί στο τρόπο παραγωγής των σύγχρονων αλυκών [3]. Βασικό μειονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι όλα τα άλατα που περιέχει το θαλασσινό νερό κρυσταλλώνουν στην ίδια λεκάνη και επιπλέον η παραγωγή προϊόντος είναι ασυνεχής.
Το αμέσως επόμενο βήμα στην παραγωγική διαδικασία ανάκτησης αλατιού από το θαλασσινό νερό, έγινε με τον διαχωρισμό της μιας λεκάνης εξάτμισης σε δύο [3]. Η πρώτη λεκάνη (τροφός), χρησιμοποιείται για να τροφοδοτεί με κορεσμένη (ως προς το NaCl) άλμη τη δεύτερη λεκάνη, στην οποία κρυσταλλώνει το NaCl και ονομάζεται αλοπήγιο. Με αυτό το τρόπο έγινε δυνατή η συνεχής παραγωγή, σχετικά καθαρού αλατιού, αφού πλέον τα λιγότερο ευδιάλυτα άλατα του θαλασσινού νερού (κυρίως CaCO3, και CaSO4) κρυσταλλώνουν και παραμένουν στην πρώτη λεκάνη.
Το τρίτο και πλέον καθοριστικό βήμα έγινε με τον διαχωρισμό της τροφού λεκάνης σε περισσότερες λεκάνες [3]. Σύμφωνα με αυτόν τον σχεδιασμό, το θαλασσινό νερό εισέρχεται στην πρώτη λεκάνη και ρέει ελεγχόμενα στο σύστημα των λεκανών, με τέτοιο τρόπο ώστε να εξατμιστεί – συμπυκνωθεί σταδιακά και όταν φθάσει στην τελευταία να έχει πυκνότητα 25.7 οBe, που αντιστοιχεί σ’ αυτήν της κορεσμένης ως προς NaCl άλμης. Η τελευταία αυτή λεκάνη είναι τώρα η τροφός και χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία των αλοπηγίων. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται πολύ καλύτερος έλεγχος τόσο των πυκνοτήτων όσο και των ποσοτήτων των αλμών που διακινούνται στο σύστημα θερμαστρών ώστε να παράγεται απρόσκοπτα, περισσότερο και πολύ καλύτερης ποιότητας προϊόν στα αλοπήγια.
Τα τρία αυτά βήματα που περιγράψαμε, αποτελούν τα βασικά εξελικτικά στάδια της αλοπηγικής τεχνολογίας. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία, με τα οποία μπορούμε να πιστοποιήσουμε την χρονική περίοδο που εμφανίστηκαν οι προαναφερόμενοι τρόποι παραγωγής, αν και είναι σίγουρο ότι αυτό δεν έγινε ομοιόμορφα σε όλο τον κόσμο.
Ο τρόπος παραγωγής που περιγράφεται ως τρίτο στάδιο, είναι αυτός που ακολουθείται ακόμη και σήμερα για την ανάκτηση του αλατιού από το θαλασσινό νερό στις σύγχρονες αλυκές, με διάφορες βέβαια βελτιώσεις και παραλλαγές και δίνει τη δυνατότητα για παραγωγή από μερικές εκατοντάδες έως εκατομμύρια τόνους αλατιού ανάλογα με την χρησιμοποιούμενη έκταση.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι ακόμα και σήμερα στην Ελλάδα όλα τα εξελικτικά στάδια της αλοπηγικής τεχνολογίας είναι ζωντανά. Για παράδειγμα, στις αλυκές των Κυθήρων παράγεται αλάτι σε κοιλότητες βράχων δίπλα στη θάλασσα! Είναι ολοφάνερο ότι οι αλυκές αυτές αποτελούν τις παραδοσιακές αλυκές της χώρας μας και ότι ο τρόπος λειτουργίας των είναι ο παραδοσιακός τρόπος παραγωγής αλατιού στην Ελλάδα [3].
ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΛΥΚΕΣ
Οι σύγχρονες αλυκές είναι κατασκευασμένα παράλια οικοσυστήματα, μοναδικά όσον αφορά την αρχιτεκτονική τους, που έχουν μια πολύ σημαντική για την εποχή μας ιδιαιτερότητα, να παντρεύουν αρμονικά την παραγωγή διαδικασία ενός προϊόντος με την διατήρηση του περιβάλλοντος. Η αρχή λειτουργίας των, είναι αυτή που περιγράψαμε ως τρίτο στάδιο στην προηγούμενη παράγραφο. Οι μόνες διαφορές που παρουσιάζονται από την εποχή που πρωτοεμφανίστηκε η μέθοδος, αφορούν στην αριστοποίησή της, καθώς και στα μέσα με τα οποία γίνεται η διακίνηση αλμών και η συλλογή του αλατιού, λόγω της επελθούσης τεχνολογικής προόδου.
Οι σύγχρονες αλυκές αποτελούνται όχι από μία λεκάνη αλλά από ένα σύστημα αβαθών λεκανών συνδεδεμένων μεταξύ των κυρίως εν σειρά, των οποίων ο φυσικός πυθμένας αποτελείται κυρίως από άργιλο για να μην έχει υδατοπερατότητα. Οι λεκάνες αυτές διαχωρίζονται σε δύο βασικές ομάδες. Στην πρώτη ομάδα, που συνήθως ονομάζονται “θερμάστρες”, γίνεται συμπύκνωση του θαλασσινού νερού έως την πυκνότητα που αρχίζει να κρυσταλλώνει το αλάτι (NaCl). Στη δεύτερη ομάδα λεκανών που ονομάζεται “αλοπήγια”, γίνεται κρυστάλλωση και παραγωγή αλατιού. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι θερμάστρες αποτελούν το 90% της συνολικής έκτασης κάθε αλυκής και τα αλοπηγια το υπόλοιπο 10% και τούτο γιατί για να συμπυκνωθεί το θαλασσινό νερό μέχρι του σημείου να κρυσταλλώσει αλάτι, πρέπει να εξατμιστεί το 90% του περιεχόμενου νερού! Τα αλοπήγια είναι οι μόνες λεκάνες στις οποίες μια φορά το χρόνο μπαίνουν και λειτουργούν μηχανήματα για να συλλέξουν το παραγόμενο σ’ αυτές αλάτι και γι αυτό το λόγο έχουν διαμορφωμένο επίπεδο πυθμένα. Στις θερμάστρες, οι οποίες κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγικής έκτασης, δεν γίνεται καμία παρέμβαση πέραν των ρυθμίσεων διακίνησης αλμών (άνοιγμα – κλείσιμο υδροθυρίδων).
Το θαλασσινό νερό λοιπόν εισέρχεται στην πρώτη θερμάστρα συνήθως με άντληση, αλλά και με εκμετάλλευση της παλίρροιας και καθώς ρέει από θερμάστρα σε θερμάστρα συμπυκνώνεται συνεχώς μέχρι του σημείου κορεσμού (τελευταία θερμάστρα) με φυσική εξάτμιση. Στην συνέχεια η κορεσμένη άλμη οδηγείται στα αλοπήγια όπου παράγεται αλάτι καθόλη την διάρκεια της παραγωγικής περιόδου (Απρίλιος – Αύγουστος). Δημιουργείται λοιπόν σε όλη την έκταση των λεκανών της αλυκής ένα άνυσμα αλατότητας (πυκνότητας) με ταυτόχρονη συνεχή μείωση του αρχικού όγκου του θαλασσινού νερού, που εισήλθε στο σύστημα θερμαστρών. Αυτή είναι η φυσικοχημική διαδικασία της παραγωγής αλατιού.
Τέλος η συλλογή του παραχθέντος αλατιού, γίνεται τον Σεπτέμβριο κάθε χρόνου, πριν αρχίσουν οι ισχυρές βροχοπτώσεις. Το αλάτι στη συνέχεια πλένεται για την βελτίωση της ποιότητάς του με την απομάκρυνση των χημικών (κυρίως άλατα ασβεστίου και μαγνησίου) και γαιωδών (άργιλος) προσμείξεων. Στην συνέχεια το τελικό προϊόν αποτίθεται σε ανοικτούς στο περιβάλλον σωρούς, στους χώρους απόθεσης των αλυκών.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΑΛΥΚΗΣ
Όπως προαναφέραμε η αρχή λειτουργίας των αλυκών βασίζεται στην ταυτόχρονη χρήση τριών ανανεώσιμων πόρων: α) του θαλασσινού νερού, β) της ηλιακής ενέργειας και γ) της αιολικής ενέργειας. Oι βασικές εγκαταστάσεις των αλυκών συνίστανται στα ακόλουθα:
- Θερμάστρες εξάτμισης: ενα σύστημα αβαθών λεκανών συνδεδεμένων κυρίως εν σειρά, των οποίων ο φυσικός πυθμένας έχει την απαραίτητη αργιλώδη σύνθεση ώστε να εξασφαλίζεται πολύ χαμηλή διαπερατότητα του νερού. Η πρώτη θερμάστρα τροφοδοτείται από την θάλασσα και η τελευταία τροφοδοτεί τα αλοπήγια. Καταλαμβάνουν το 90% της παραγωγικής έκτασης.
- Αλοπήγια, ή κρυσταλλοπήγια, ή τηγάνια: είναι ορθογώνιες επίπεδες λεκάνες με οριζόντια επιφάνεια, που έχουν υποστεί επιμελή κυλινδρισμό με ελαφρό στρωτήρα. Τροφοδοτούνται με κορεσμένη άλμη και στον πυθμένα τους αποτίθεται το συνεχώς κρυσταλλούμενο αλάτι. Καταλαμβάνουν το 10% της παραγωγικής έκτασης.
- Ταμιευτήρες άλμης: είναι θερμάστρες σχετικά μεγαλύτερου βάθους, δηλαδή με ψηλότερα αναχώματα, στις οποίες αποθηκεύεται η περίσσεια αλμών υψηλής πυκνότητας κατά την χειμερινή περίοδο.
- Αντλιοστάσια, αντλίες άλμης, αλμαγωγοί, κανάλια, υδροθυρίδες, με τη βοήθεια των οποίων αντλείται και διακινείται η άλμη.
- Εξοπλισμός συγκομιδής, μονάδα πλύσης και μονάδα απόθεσης: με τον οποίο συλλέγεται το προϊόν στα αλοπήγια και στη συνέχεια πλένεται και αποτίθεται σε αλατοσωρούς, στους ανοιχτούς χώρους απόθεσης κάθε αλυκής.
- Μετεωρολογικός σταθμός: για την συλλογή μετεωρολογικών στοιχείων.
- Χημικό εργαστήριο για τον έλεγχο της ποιότητας του παραγόμενου αλατιού.
ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑ ΑΛΥΚΩΝ
Είναι εντυπωσιακό ότι παράλληλα με την διαδικασία συμπύκνωσης των αλμών στο σύστημα θερμαστρών και αλοπηγίων, δηλαδή την φυσικοχημική διαδικασία που μόλις περιγράψαμε, αναπτύσσεται και μια εξίσου σημαντική για την αλυκή βιολογική διαδικασία [4,5,6]. Παρά λοιπόν την συνεχή αύξηση της αλατότητας, η ζωή στις θερμάστρες και τα αλοπήγια της αλυκής δεν τελειώνει. Οι οργανισμοί βέβαια, που ζουν στο θαλασσινό νερό, αρχίζουν σταδιακά να εξαφανίζονται, αφού το περιβάλλον γίνεται εντελώς αφιλόξενο γι’ αυτούς. Στη θέση τους αναπτύσσονται άλλοι οργανισμοί και μάλιστα λόγω της έλλειψης ανταγωνισμού σε μεγάλους πληθυσμούς, οι οποίοι λόγω της διαφορετικής ευαισθησίας των στην ιοντική σύνθεση τού μέσου στο οποίο ζουν, επιβιώνουν σε διαφορετικές περιοχές πυκνοτήτων (ή θερμαστρών – αλοπηγίων) ο κάθε ένας. Έτσι δημιουργείται μια αλυσίδα μικροοργανισμών από την πρώτη θερμάστρα έως το τελευταίο αλοπήγιο που συνιστά την βιολογική διαδικασία κάθε αλυκής, και είναι όμοια με αυτήν που αναπτύσσεται σε φυσικά αλμυρά ή υπεραλμυρά υδάτινα οικοσυστήματα.
Αυτός είναι ο λόγος, που οι σύγχρονες ιδιαίτερα αλυκές, χαρακτηρίζονται ως κατασκευασμένα υδάτινα οικοσυστήματα (constructed wetlands) [3], μεγάλης σημασίας για την διατήρηση της ορνιθοπανίδας και της βιοποικιλότητας [4,5] στον πλανήτη! (www.alas–ecology.org).
Οι οργανισμοί πού αναπτύσσονται σε μια σωστά σχεδιασμένη και λειτουργούσα αλυκή, αλληλεπιδρούν αρμονικά με την φυσικοχημική διαδικασία της αλυκής με αποτέλεσμα [7,8]:
- Την δημιουργία και διατήρηση των κατάλληλων συνθηκών στις θερμάστρες και τα αλοπήγια, ώστε να παράγεται αλάτι βέλτιστης ποιότητας και στη μέγιστη δυνατή ποσότητα.
- Να παράγεται η κατάλληλη ποσότητα οργανικής ύλης, η οποία αφ’ ενός αποτελεί πηγή ενέργειας για μικροοργανισμούς ‘κλειδιά’ και αφ’ ετέρου μειώνει την υδατοπερατότητα τού πυθμένα των θερμαστρών με αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση των απωλειών άλμης, ιδιαίτερα στις χαμηλές πυκνότητες
- Να χρωματίζει τις πυκνές άλμες στα αλοπήγια, ώστε να μεγιστοποιείται το ποσοστό της απορροφούμενης ηλιακής ακτινοβολίας και η εξάτμιση των αλμών. Το ερυθρό χρώμα των αλμών στα αλοπήγια οφείλεται στο Halobacterium αλλά και στο μονοκύτταρο χλωροφύκος Dunaliella salina
Το μικρό ανόστρακο Artemia salina πού αποκαλείται και γαρίδα της άλμης (brine shrimp) είναι ο μικροοργανισμός κλειδί στη βιολογική αλυσίδα των αλυκών, ο συνδετικός κρίκος των οργανισμών των θερμαστρών χαμηλής πυκνότητας με αυτούς των θερμαστρών υψηλής πυκνότητας [7].
Διαταραχές στο βιολογικό σύστημα μιας αλυκής μπορούν να προέλθουν από τις ακόλουθες τρείς βασικές αιτίες [7,8]:
- τον πλημμελή σχεδιασμό μιας αλυκής
- την πλημμελή λειτουργία της καθώς και
- την επιβάρυνσή της με ρύπους μέσω του θαλασσινού νερού τροφοδοσίας
Όπως γίνεται κατανοητό η ποιότητα του θαλασσινού νερού με το οποίο τροφοδοτείται μια αλυκή είναι καθοριστικής σημασίας. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου μια αλυκή τροφοδοτείται από κλειστές θάλασσες που είναι αποδέκτες ανεπεξέργαστων ανθρώπινων και βιομηχανικών λυμάτων τότε το βιολογικό σύστημά της μπορεί να διαταραχθεί! Στην περίπτωση αυτή διακινείται υπερβολική ποσότητα οργανικής ύλης στις θερμάστρες, πού έχει σαν αποτέλεσμα την αλλοίωση της βιολογικής αλυσίδας, την αύξηση τού ιξώδους των αλμών και τελικά την παραγωγή μη εμπορεύσιμου προϊόντος. Παράπλευρες συνέπειες αυτής της διαταραχής είναι η συνεχής μείωση της λειτουργικής επιφάνειας των θερμαστρών και την σταδιακή υποβάθμιση της αλυκής. Είναι σημαντικό λοιπόν να επισημάνουμε ότι ή βέλτιστη λειτουργία μιας σύγχρονης αλυκής, είναι αδύνατη χωρίς την παράλληλη διατήρηση ενός υγιούς και σταθερού οικοσυστήματος, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί στις παραδοσιακές αλυκές, των οποίων η λειτουργία είναι αποσπασματική και ο έλεγχος της διακίνησης αλμών πλημμελής.
Η οικολογική σημασία όμως των αλυκών είναι κυρίως συνδεδεμένη και με το ορνιθολογικό τους ενδιαφέρον. Βασικοί οργανισμοί της βιολογικής διαδικασίας πού μόλις περιγράψαμε αποτελούν εξαιρετική τροφή για μεγάλο αριθμό πουλιών, πού για το λόγο αυτό διαβιούν στις αλυκές. Ορισμένα είδη πουλιών ιδιαίτερα, όπως η αβοκέτα, το μαυροβουτηχτάρι, ο θαλασσοσφυριχτής κ.λπ., εξαρτώνται άμεσα από την παραγωγικότητα της αλυκής, αφού η διατροφή τους βασίζεται αποκλειστικά στην Artemia salina. Η Artemia περιλαμβάνεται επίσης στην δίαιτα των πανέμορφων φοινικόπτερων (flamingos) και σ’ αυτήν οφείλεται το πορτοκαλί χρώμα των φτερών τους.
Έχουν παρατηρηθεί περισσότερα από 100 είδη πουλιών, κατά μέσο όρο, σε κάθε αλυκή της Εταιρίας (188 στην αλυκή Κίτρους το 1990), πολλά από τα οποία χαρακτηρίζονται ως απειλούμενα με εξαφάνιση ή προστατεύονται από Ελληνικές, Κοινοτικές και Διεθνείς συμβάσεις. Τέλος ένας επιπλέον λόγος πού οι αλυκές αποτελούν καταφύγιο για τα πουλιά είναι η πλήρης απουσία φυτοφαρμάκων ή άλλων χημικών ενώσεων πού χρησιμοποιούνται στις αγροτικές καλλιέργειες.
ΛΙΜΝΗ ‘ΑΛΥΚΗ’ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ
Η λίμνη ‘Αλυκή’ της Λήμνου έχει παραχωρηθεί στην ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΛΥΚΕΣ Α.Ε. για την κατασκευή σύγχρονης αλυκής. Η λίμνη ‘Αλυκή’ είναι μια φυσική παράκτια λίμνη στο ανατολικό τμήμα τού νησιού, έκτασης 6,300 στρεμμάτων, όπου παράγεται αλάτι από την φύση χωρίς καμία ανθρώπινη επέμβαση. Λόγω των ιδιαίτερων υδρογεωλογικών συνθηκών πού επικρατούν, η λίμνη κατακλύζεται με θαλασσινό νερό σε συνδυασμό με τις βροχοπτώσεις της χειμερινής περιόδου. Η ποσότητα τού θαλασσινού νερού πού εγκλωβίζεται, με την επίδραση τού μικροκλίματος της περιοχής, πού ευνοεί πολύ την εξάτμιση, συμπυκνώνεται συνεχώς, έως ότου τελικώς παραχθεί αλάτι. Η κρυστάλλωση τού αλατιού αρχίζει συνήθως το Ιούνιο και ολοκληρώνεται τον Ιούλιο μήνα. Κατά τις αρχές Αυγούστου η λίμνη συνήθως ‘στεγνώνει’ τελείως από άλμες και αναμένει την επόμενη χειμερινή περίοδο για την επανάληψη τού φαινομένου. Κατά την εξέλιξη αυτής της φυσικής διαδικασίας βέβαια, αναπτύσσεται μια παρόμοια με αυτήν πού περιγράψαμε, αλυσίδα οργανισμών, πού αποτελούν το βιολογικό σύστημα της λίμνης.
Η κατασκευή αλυκής στη λίμνη ‘Αλυκή’ σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, προϋποθέτει τον διαχωρισμό της διατιθέμενης έκτασης σε θερμάστρες και αλοπήγια. Για το σκοπό αυτό πρέπει να κατασκευαστούν αργιλικά αναχώματα ύψους 40-60 εκατοστών, χωρίς καμία επέμβαση στον πυθμένα της λίμνης. Τα αναχώματα αυτά συνήθως επενδύονται με χονδρόκοκκο (ποταμίσιο) υλικό για την προστασία τους, από τον κυματισμό της άλμης.
Συγκρίνοντας τον τρόπο λειτουργίας του υπάρχοντος σήμερα παράκτιου φυσικού οικοσυστήματος της λίμνης ‘Αλυκής’ στην Λήμνου, με αυτόν των σύγχρονων αλυκών, παρατηρούμε ότι η μόνη ουσιαστική διαφορά τους, έγκειται στο γεγονός, ότι η βαθμιαία αύξηση της αλατότητας των αλμών στην φυσική λίμνη γίνεται στη μονάδα του χρόνου, ενώ στις αλυκές δημιουργείται στη μονάδα επιφάνειας (της έκτασης), στο σύστημα των θερμαστρών, όπως ήδη ελέχθη. Αυτό σημαίνει, πως ότι γίνεται σήμερα στη λίμνη της Λήμνου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους από άποψη φυσικοχημικής και βιολογικής διαδικασίας, (δηλαδή συμπύκνωση αλμών, κρυστάλλωση αλατιού και ανάπτυξη αλυσίδας μικροοργανισμών), στην περίπτωση των αλυκών συμβαίνει ανά πάσα στιγμή και μάλιστα χωρίς περίοδο αποξήρανσης. Επιπλέον ο διαχωρισμός της λίμνης σε λεκάνες εξάτμισης με αναχώματα, δημιουργεί ευνοϊκότερες συνθήκες για τα πουλιά γιατί τους παρέχει περισσότερα ρηχά νερά για να βρουν τροφή (περισσότερη ‘παραλία’), καθώς και περισσότερο χώρο για αναπαραγωγή.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η κατασκευή σύγχρονης αλυκής στην Λήμνο, όχι μόνο δεν θα δημιουργήσει προβλήματα στο υπάρχον οικοσύστημα, αλλά αντίθετα θα το αναβαθμίσει. Μια επίσκεψη στην γειτονική Αλυκή Καλλονής στη Λέσβο, η οποία πρόσφατα επανασχεδιάστηκε και ανακατασκευάστηκε εξ’ αρχής από την εταιρία ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΛΥΚΕΣ Α.Ε., θα πείσει και τον πιο κακόπιστο συνομιλητή μας. Τα χρόνια που ακολούθησαν την ανακατασκευή της Αλυκής Καλλονής παρατηρήσαμε τα ακόλουθα:
- Αυξήθηκαν κατά σημαντικό ποσοστό τόσο τα είδη όσο και ο πληθυσμός των πουλιών που διαβιούν στην Αλυκή
- Κατά την άνοιξη του 1998 (αλλά και του 2002) τα φοινικόπτερα κατασκεύασαν φωλιές στις λεκάνες εξάτμισης της Αλυκής γεγονός που παρατηρείται για πρώτη φορά στην Ελλάδα . Επίσημη ανακοίνωση στο διεθνές συμπόσιο με θέμα: “SATLWORKS: Preserving Saline Coastal Ecosystems”
- Παρατηρήθηκε μετακίνηση σημαντικού αριθμού φοινικόπτερων από την φυσική λίμνη ‘Αλυκή’ της Λήμνου στην Αλυκή της Καλλονής. (Επίσημη Ανακοίνωση στο ίδιο συμπόσιο.) Θα είχε ενδιαφέρον, αλήθεια, να ακούσουμε την αιτιολόγηση του φαινομένου, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τα πορίσματα της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης (ΕΠΜ), που ουσιαστικά ανέστειλε την κατασκευή σύγχρονης αλυκής στη Λήμνο.
- Αναπτύχθηκε ταχύτατα ο οικοτουρισμός στην περιοχή, με αποτέλεσμα κατά τους μήνες Απρίλιο και Μάιο (νεκρούς τουριστικά μήνες) να είναι σχεδόν αδύνατο να βρει κανείς δωμάτιο στα ξενοδοχεία της Καλλονής!
Η επένδυση της αλυκής Λήμνου, παρά τα όσα προαναφέρθηκαν, έχει ανασταλεί για “περιβαλλοντικούς λόγους”, με αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα, το έλλειμμα στην παραγωγή αλατιού στην χώρα μας να καλύπτεται με εισαγωγές από τρίτες χώρες και κυρίως από την Αίγυπτο! Ένας από τους πρωταρχικούς σκοπούς ίδρυσης της Α.Ε. ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΛΥΚΕΣ, που είναι η χώρα να καταστεί τουλάχιστον αυτάρκης όσον αφορά τις ανάγκες της σε πρωτογενές αλάτι, δεν έχει εκπληρωθεί ακόμη.
ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΛΥΚΩΝ
Για την ανάδειξη της οικολογικής σημασίας των σύγχρονων αλυκών, αρχικά διοργανώσαμε μια διεθνή συνάντηση διακεκριμένων επιστημόνων (Post Conference Symposium) στα πλαίσια του 6ου Συνεδρίου Περιβαλλοντικής Επιστήμης & Τεχνολογίας (Σάμος,1999), με θέμα:
“SALTWORKS: Preserving Saline Coastal Ecosystems”.
Στη συνέχεια διοργανώσαμε με μεγάλη επιτυχία σειρά Διεθνών Συνεδρίων για την Οικολογική Σημασία των Αλυκών, (International Conference on the Ecological Importance of Solar Saltworks, CEISSA):
- 1st CEISSA, 2006, Σαντορίνη, Ελλάδα
- 2nd CEISSA, 2009, Μέριδα, Μεξικό
- 3rd CEISSA, προγραμματίστηκε να διεξαχθεί στο Πεκίνο, Κίνα, αρχές Νοεμβρίου, 2013
Τον Μάρτιο του 2012, συνδιοργανώσαμε με την EuSalt (Ένωση Ευρωπαίων Παραγωγών Αλατιού), διεθνές Συνέδριο με θέμα: “Biodiversity, Sustainability and Solar Salt”, 2012, Σεβίλλη Ισπανία.
Κύριο επιστημονικό πόρισμα, όλων των συνεδρίων και συναντήσεων που διοργανώσαμε, είναι ότι οι αλυκές θα πρέπει να αναγνωριστούν διεθνώς ως κατασκευασμένα οικοσυστήματα (constructed ecosystems) μεγάλης σημασίας, όπου η ανθρώπινη παρέμβαση βοηθά την άγρια ζωή καθώς και να συμπεριληφθούν στην λίστα των προστατευόμενων οικοσυστημάτων! (www.alas–ecology.org).
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Baas-Becking L.G.M. 1931. Historical Notes on Salt and Salt-Manufacture. Scientific Monthly, pp 434-446
[2] Young G. 1977. Salt, the Essence of Life. National Geographic, pp 381-401.
[3] Korovessis N.A., Lekkas T.D. (2009) Solar Saltworks’ Wetland Function. Proceedings 9th International Symposium on Salt, Editor Sha Zuoliang, Gold Wall Press, Beijing, Vol. B, 887-899
[4] Litchfield C.D., Buckham C. and Dalmet S. (2009). Microbial Diversity in Hypersaline Environments. Proceedings 2nd International Conference on the Ecological Importance of Solar Saltworks, Merida, Mexico, Editors Lekas T.D., Korovessis N.A., GNEST, pp 10-17
[5] Oren A. (2009). Saltern Evaporation Ponds as Model Systems for the Study of Microbial Processes under Hypersaline Conditions – An Interdisciplinary Study of the Salterns of Eilat, Israel. Proceedings, 2nd International Conference on the Ecological Importance of Solar Saltworks, Merida, Mexico, GNEST, pp 20-29
[6] Davis J.S. 1974. Importance of microorganisms in solar salt production. Proc. 4th int. Symp. Salt Vol. 2, pp. 369-372. Northern Ohio Geological Society, Inc., Cleveland, Ohio.
[7] Davis J.S. (2009). Solar Saltworks: Salt Manufacture from an Environmentally Friendly Industry. Proceedings, 2nd International Conference on the Ecological Importance of Solar Saltworks, Merida, Mexico, GNEST, pp 3-17
[8] Davis J.S. (2006). Biological & Physical Management Information for Commercial Solar Saltworks. Proceedings, 1st International Conference on the Ecological Importance of Solar Saltworks, Santorini, Greece, Editors Lekkas T.D., Korovessis N.A., GNEST, pp 5-14.