Πρόσφατα ένα τηλεφώνημα από τον εξαίρετο φίλο και εκδότη του περιοδικού “ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ”, Θεόφιλο Μπασγιουράκη, με ξεσήκωσε κυριολεκτικά. Επρόκειτο στην ουσία για το “κλείσιμο ενός λογαριασμού”, την εκπλήρωση μιας παλιάς υπόσχεσης: την παρουσίαση στο περιοδικό του “Σπηλαίου της Καστανιάς”. Θυμάμαι ακόμα με συγκίνηση εκείνες τις στιγμές της πρώτης μας γνωριμίας με το Θεόφιλο και την Άννα πριν από 5 χρόνια στη γενέτειρά μου, στους Μολάους Λακωνίας. Μ’ ένα ποτήρι κρασί δίπλα στο αναμμένο τζάκι είχαμε απολαύσει τις εικόνες του Σπηλαίου Καστανιάς, σε προβολή του σπηλαιοσυντρόφου μου Γιάννη Κυριακάκη. Τώρα πια είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Μετά και την πρόσφατη αξιοποίησή του, το έγκοιλο αυτό “διαμάντι” στα έγκατα της Λακωνικής γης θα κοσμούσε και τις σελίδες του πανέμορφου περιοδικού.
Πρόσφατα ένα τηλεφώνημα από τον εξαίρετο φίλο και εκδότη του περιοδικού «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ», Θεόφιλο Μπασγιουράκη, με ξεσήκωσε κυριολεκτικά. Επρόκειτο στην ουσία για το «κλείσιμο ενός λογαριασμού», την εκπλήρωση μιας παλιάς υπόσχεσης: την παρουσίαση στο περιοδικό του «Σπηλαίου της Καστανιάς». Θυμάμαι ακόμα με συγκίνηση εκείνες τις στιγμές της πρώτης μας γνωριμίας με το Θεόφιλο και την Άννα πριν από 5 χρόνια στη γενέτειρά μου, στους Μολάους Λακωνίας. Μ’ ένα ποτήρι κρασί δίπλα στο αναμμένο τζάκι είχαμε απολαύσει τις εικόνες του Σπηλαίου Καστανιάς, σε προβολή του σπηλαιοσυντρόφου μου Γιάννη Κυριακάκη. Τώρα πια είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Μετά και την πρόσφατη αξιοποίησή του, το έγκοιλο αυτό «διαμάντι» στα έγκατα της Λακωνικής γης θα κοσμούσε και τις σελίδες του πανέμορφου περιοδικού.
Η ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ
Στις 9 Οκτωβρίου του 1999 είχα την τιμή να μου ανατεθεί από τον Σπηλαιολογικό Ελληνικό Εξερευνητικό Όμιλο (ΣΠ.ΕΛ.Ε.Ο) η ευθύνη της διοργάνωσης στους Μολάους της 2ης Πανελλήνιας Σπηλαιολογικής Συνάντησης. Ο θεσμός αυτός με τον τόσο σημαντικό ρόλο στην Ελληνική Σπηλαιολογική Οικογένεια ξεκίνησε με πρωτοβουλία της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας (Ε.Σ.Ε) και με επιθυμία της ιδρύτριάς της και «Μητέρας» της Ελληνικής Σπηλαιολογίας της αείμνηστης Άννας Πετροχείλου. Η «Κυρία των Σπηλαίων», όπως συχνά την αποκαλούσαν, που ήταν και η εξερευνήτρια του Σπηλαίου Καστανιάς, συμμετείχε βέβαια στις εργασίες της συνάντησης, είχα μάλιστα την ευτυχία να την φιλοξενήσω στην κατοικία μου στους Μολάους.
Τότε κλιμάκια σπηλαιολόγων επισκέφθηκαν το Σπήλαιο Καστανιάς και εξέθεσαν στην Συνάντηση τις απόψεις τους σχετικά με την τουριστική αξιοποίηση του σπηλαίου, που εμελετάτο εκείνη την εποχή. Το κλιμάκιο αποτελείτο από τον Δρ. Κώστα Μερδενησιάνο, έμπειρο ιατρό-σπηλαιολόγο και ταυτόχρονα ιδρυτή και πρόεδρο της Ε.Π.Ε.Α.Ν, τον γενικό γραμματέα Απόστολο Τσεκλένη και τον πρόεδρο του Παιδικού Σπηλαιολογικού Όμιλου «ΑΕΤΟΣ» Γλυφάδας, Πέτρο Ρωμανά. Στην αποστολή συμμετείχε επίσης και ο Γιάννης Κυριακάκης από τον Ασωπό και έτσι προέκυψε η φωτογράφηση του σπηλαίου, που τόσο είχε εντυπωσιάσει τους εκδότες φίλους μου.
Οι απόψεις του κλιμακίου μετά την επίσκεψη στο σπήλαιο προκάλεσαν το παρακάτω ψήφισμα:
«Οι συμμετέχοντες στην 2η Σπηλαιολογική Συνάντηση που έγινε σήμερα 9/10/1999 στους Μολάους Λακωνίας και με αφορμή πληροφορίες για τουριστική αξιοποίηση του Σπηλαίου «Αγίου Ανδρέα» Καστανιάς Βοιών Λακωνίας και δεδομένης της κατ’ αρχήν πάγιας θέσης μας κατά των αξιοποιήσεων και ειδικά με πλημμελείς μελέτες και ερήμην των ειδικών σπηλαιολόγων,
ομόφωνα αποφασίσαμε,
τη συγκρότηση Διασυλλογικής Επιτροπής αποτελούμενης από εκπροσώπους όλων των Σπηλαιολογικών, μη κερδοσκοπικών Συλλόγων. Έργο της παραπάνω Επιτροπής είναι η σε τακτά διαστήματα αυτοψία στα υπό αξιοποίηση σπήλαια κατά τα στάδια της μελέτης και εκτέλεσης των έργων και στη συνέχει η υποβολή προς του αρμόδιους κρατικούς φορείς τεκμηριωμένων εκθέσεων με προτάσεις και υποδείξεις, που κρίνονται αναγκαίες για τις ελάχιστες δυνατές βλάβες των φυσικών μνημείων».
Στη συνάντηση συμμετείχε επίσης ο ιδρυτής και πρόεδρος της Σπηλαιολογίας Ναυπλίου (ΣΠΗ.ΝΑ) δρ. Γεωλογίας Βασίλης Γιαννόπουλος, εκπροσωπώντας την Διεύθυνση Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού. Η αγάπη και η εμπειρία του για τα σπήλαια σε συνεργασία με τους ειδικούς της Διεύθυνσης του ΥΠ.ΠΟ. υπήρξαν καθοριστικός παράγοντας για τις εξαίρετες εργασίες αξιοποίησης του Σπηλαίου Καστανιάς. Πέρασε αρκετό διάστημα από τότε. Κάποια μέρα ο παλιός μου φίλος Χρήστος Παναγιωτόπουλος, κάτοικος Μονεμβασιάς και μέλος του Δ.Σ. του Ε.Ο.Σ. Νοτιο-Ανατολικής Λακωνίας, με κάλεσε να μεταβώ στην Καστανιά. Σκοπός του ήταν να με ξεναγήσει στο σπήλαιο και να ακούσει τις παρατηρήσεις μου σχετικά με τις κατασκευές που είχε αναλάβει για την αξιοποίησή του. Έμεινα έκπληκτος τόσο από τον απίστευτο πλούτο του λιθοματικού διακόσμου όσο και από τις περίτεχνες πέτρινες κατασκευές στους διαδρόμους και στην είσοδο. Ήταν οι αρτιότερες κατασκευές που είχα δει μέχρι τότε σε τουριστικό σπήλαιο. Ήταν πολύ τυχερό το Σπήλαιο της Καστανιάς που είχε βρει τον … μάστορά του, πραγματικό καλλιτέχνη. Το συνεργείο του Χρήστου ήταν εξειδικευμένο προσωπικό για πλακόστρωση διαδρόμων, πέτρινες τοιχοποιίες, κατασκευές καλντεριμιών και ξύλινες σκεπές. Ο ίδιος ο Χρήστος ήταν Γορτύνιος στην καταγωγή, γνήσιος απόγονος των ξακουστών Λαγκαδιανών μαστόρων.
Θαύμαζα συνεχώς από τη μια την λεπτότητα και τελειότητα του δημιουργήματος της φύσης και από την άλλη της σημασία στη λεπτομέρεια και το μεράκι στο έργο των ανθρώπων. Πριν προλάβει να με ρωτήσει ο Χρήστος του έδωσα με μια σφιχτή χειραψία τα συγχαρητήριά μου.
Που του τα απένειμε άλλωστε και η Έκθεση αυτοψίας που πραγματοποιήθηκε στις 11/7/2002 από κλιμάκιο της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας του ΥΠ.ΠΟ. αναφέροντας τα εξής:
«Στον περιβάλλοντα χώρο του σπηλαίου έχει ολοκληρωθεί το μεγαλύτερο μέρος των εργασιών με τον καλύτερο τρόπο όπως:
-Η κατασκευή λιθόστρωτου διαδρόμου πλάτους 2.00 μ. από τον χώρο στάθμευσης προς το εκδοτήριο με την αίθουσα αναμονής και την είσοδο του σπηλαίου.
-Η κατασκευή του κτιρίου του εκδοτηρίου είναι πετρόχτιστη με κεραμοσκεπή, έτσι ώστε να εναρμονίζεται με τον περιβάλλοντα φυσικό χώρο και τη γενικότερη αρχιτεκτονική της περιοχής.
-Στο εσωτερικό του σπηλαίου έχει περατωθεί ο διάδρομος της τουριστικής διαδρομής με όσο γίνεται πιο λετουργικό τρόπο, ενώ έχει τοποθετηθεί και λειτουργεί τόσο ο φωτισμός ασφαλείας όσο και ο φωτισμός ανάδειξης του σπηλαίου.
Σε γενικές γραμμές διαπιστώθηκε, ότι τόσο τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν (άριστης ποιότητας ανοξείδωτη κουπαστή, λευκό τσιμέντο κλπ.) όσο και η εκτέλεση των εργασιών πραγματοποιήθηκε με άριστο τρόπο, δίνοντας προσοχή και στην παραμικρή λεπτομέρεια, πράγμα που δεν έχει διαπιστωθεί μέχρι σήμερα σε κανένα άλλο τουριστικά αξιοποιημένο σπήλαιο».
ΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
Σύμφωνα με τον Δρ. Γεωλογίας Βασίλη Γιαννόπουλο «το σπήλαιο έχει διανοιχτεί εντός ασβεστολίθων Ιουρασικής ηλικίας της ενότητας της «Τρίπολης» (195-140 εκατομ. χρόνια πριν). Τα επίπεδα στρώσεων του ασβεστολίθου, που στην περιοχή του σπηλαίου έχουν κλίση 20-25ο, καθώς επίσης και ο τεκτονισμός που άρχισε κατά το Πλειόκαινο έως αρχές Πλειστόκαινου (5-1,5 εκ. χρόνια πριν) έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη σπηλαιογέννεση. Σύμφωνα με τις μακροσκοπικές παρατηρήσεις το σπήλαιο πήρε την σημερινή του μορφή μετά από μια περίοδο αστάθειας και μεγάλων κατακρημνίσεων στο εσωτερικό του, πιθανότατα από σεισμό, που την διαδέχτηκε μια περίοδος έντονης σταγονορροής και δημιουργίας χημικών ιζημάτων (διακόσμου).
Ποια είναι όμως η πρόσφατη ιστορία του σπηλαίου;
Η ύπαρξη του σπηλαίου «Άγιος Ανδρέας» Καστανιάς είναι γνωστή από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ο Σπύρος Στιβακτάς, ο πριν από χρόνια ιδιοκτήτης του κτήματος, κάτω από την επιφάνεια του οποίου βρίσκεται το σπήλαιο, έμπαινε πολλές φορές τους καλοκαιρινούς μήνες σ’ αυτό για να ξεδιψάσει, με το λίγο νερό που μαζευόταν από τη σταγονορροή σε μια λακκούβα. Η ανακάλυψη όμως του σπηλαίου έγινε τυχαία από τον πατέρα του. Αυτός είχε διαπιστώσει, ότι αν και η περιοχή ήταν άνυδρη, το μελίσσι του εισχωρούσε σε μια σχισμή του βράχου και έβγαινε μετά από λίγοι ξεδιψασμένο. Μια μέρα του τελείωσε το νερό που είχε μαζί του και, καθώς τον βασάνιζε η δίψα, σκέφτηκε τη σχισμή. Την μεγάλωσε, μπήκε στο σπήλαιο, ανακάλυψε τη λακκούβα με το νερό, και από τότε το χρησιμοποιούσε πολλές φορές για ύδρευση.
Αφορμή ωστόσο για την εξερεύνηση και την διαπίστωση της τουριστικής του αξίας υπήρξε ένα άλλο τυχαίου γεγονός. Συγκεκριμένα, την Πρωτοχρονιά του 1959, ο τότε Νομάρχης Λακωνίας Χρήστος Κιτσίδης απέστειλε μια ευχετήρια κάρτα σε όλες τις κοινότητες του νομού. Η κάρτα αυτή απεικόνιζε τμήμα του εσωτερικού του σπηλαίου «Γλυφάδα Δυρού». Τότε ο Γιάννης Κοντός, που για 27 χρόνια υπήρξε γραμματέας της Κοινότητας Καστανιάς, έδειξε την κάρτα στον Σπύρο Στιβακτά.
-Το «δικό μας σπήλαιο» έχει πολύ πιο ωραίους σταλακτίτες και σταλαγμίτες, τον διαβεβαίωσε εκείνος. Αρχίζουν από τότε οι προσπάθειες για την εξερεύνηση και αξιοποίηση του σπηλαίου, μια πολύχρονη και πολυδαίδαλη διαδρομή ανάμεσα στα γραφειοκρατικά κανάλια των διαφόρων υπηρεσιών, που περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο Γιάννης Κοντός στο βιβλίο του «Ένας Καστανιώτης θυμάται».
Την ίδια χρονιά (1959) το ζεύγος των σπηλαιολόγων Ιωάννη και Άννας Πετροχείλου επισκέπτονται το Σπήλαιο του Δυρού. Ο Νομάρχης Λακωνίας τους προτρέπει να επισκεφθούν και το σπήλαιο «Άγιος Ανδρέας». Οι δύο σπηλαιολόγοι δέχονται και πραγματοποιούν την πρώτη εξερεύνηση του σπηλαίου.
Αξίζει να θυμηθούμε εδώ τη λιτή αλλά τόσο παραστατική περιγραφή της Άννας Πετροχείλου, όταν, μισό περίπου αιώνα πριν, αντίκρισαν τα μάτια της το θαύμα αυτό της γης της Λακωνίας.
«Κατεβαίνοντας ελικοειδή διάδρομο θα επισκεφθούμε τον «Πρώτο Θάλαμο», καταστόλιστο από μικρούς και μεγάλους σταλαγμίτες και κολώνες. Αριστερά του βρίσκεται ο «Κόκκινος Θάλαμος», αρκετά κατηφορικός. Δεξιά ωραιότατες κατά σειρά κολώνες μας χωρίζουν από τον επόμενο και τεράστιο «Θάλαμο του Νερού».
Πήρε το όνομά του από τη μικρή λεκάνη νερού που βρίσκεται σ’ αυτόν και που έγινε αφορμή να αποκαλυφθεί το σπήλαιο. Δεξιά μας, σειρά από τεράστιους σταλαγμίτες σε υψηλότερο επίπεδο, σαν εκτεταμένος εξώστης, μας χωρίζουν από τα «Διαμερίσματα των Θάμνων».
Τους σταλαγμίτες διαδέχονται πελώριες κολώνες, σωστοί «Γίγαντες». Από εδώ αρχίζει ο «Θάλαμος των Μανιταριών». Είναι μια απέραντη σάλα καταστόλιστη από σταλαγμίτες τύπου «μανιτάρι». Προχωρώντας ανάμεσά τους θα κατεβούμε τη «Βασιλική σκάλα», στολισμένη με σταλαγμίτες τύπου «κάκτος». Η κομψότητα και οι συνθέσεις τους παρουσιάζουν σωστό εξωτικό κήπο, που θα μας οδηγήσει στον «Θάλαμο των Ελάτων».
Εδώ προκαλούν δέος οι γιγάντιοι σταλαγμίτες σε τύπο «ελάτου». Ανεβαίνοντας άλλη σκάλα θα επισκεφθούμε τον «Θάλαμο των Λαμπάδων». Οι αλαβάστρινοι σταλαγμίτες τύπου «λαμπάδα» είναι ανεπτυγμένοι σε δύο συγκροτήματα.
Περνώντας ανάμεσά τους και περιστροφικά κατεβαίνουμε τη «Σκάλα με τα Νούφαρα», που θα μας οδηγήσει πάλι στον «Θάλαμο των Ελάτων». Από εκεί με άλλο διάδρομο θα βρεθούμε στον «Σοκολατένιο Θάλαμο». Μια θαυμάσια κολώνα, σαν από σοκολάτα, δεσπόζει στο κέντρο του. Στα αριστερά της από ένα άνοιγμα απολαμβάνουμε τον «Αλαβάστρινο Θάλαμο». Ο στολισμός του, κατάλευκος και διαφανής, έρχεται σε αντίθεση με τον προηγούμενο σε χρώμα και ποιότητα. Μετά θα επισκεφθούμε τον «Εκτεταμένο Εξώστη», που πάνω του είναι το «Διαμέρισμα των Θάμνων». Ελικοειδής διαδρομή θα μας οδηγήσει ανάμεσά τους για να απολαύσουμε από ψηλά, πανοραμικά, όλη την ομορφιά των θαλάμων που επισκεφθήκαμε».
Το 1963 η Άννα Πετροχείλου συντάσσει μια προκαταρκτική έκθεση για την τουριστική αξιοποίηση του σπηλαίου σε συνεργασία με τον σπηλαιολόγο Σ. Διακογιάννη.
Το 1983 (20 ολόκληρα χρόνια μετά!) η έκθεση συμπληρώνεται με τον προϋπολογισμό των υποδειχθέντων έργων.
Το 1989 μια ερευνητική-γεωλογική ομάδα του πανεπιστημίου Αθηνών, αποτελούμενη από τους Σ. Λέκκα, Α. Αλεξόπουλοφ και Γ. Δαναμό επισκέπτεται το σπήλαιο και υποβάλλει στην Νομαρχία Λακωνίας σύντομη περιληπτική έκθεση για τις «γεωτεχνικές συνθήκες στην περιοχή του σπηλαίου».
Το 1996 η Κοινότητα Καστανιάς απευθύνεται στο Γεωλογικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγκεκριμένα στον Επίκουρο Καθηγητή Ζ. Καροτσιέρη, προκειμένου να κατατοπισθεί για τις απαραίτητες ενέργειες και μελέτες που έπρεπε να γίνουν για την αξιοποίηση του σπηλαίου. Παράλληλα φροντίζει και εντάσσει την χρηματοδότηση της αξιοποίησης στο πρόγραμμα του 2ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και συγκεκριμένα στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Τουρισμός – Πολιτισμός».
Τον Μάιο του 1998 η Κοινότητα Καστανιάς αναθέτει την εκπόνηση της Α΄. Φάσης των μελετών στο Παν/μιο Αθηνών.
Τέλος, τον Αύγουστο του 2003, το Σπήλαιο «Αγ. Ανδρέα Καστανιάς ανοίγει επίσημα τις πύλες του και παραδίδεται στον θαυμασμό των Ελλήνων και ξένων επισκεπτών.
Χρειάστηκαν 45 σχεδόν χρόνια από την Πρωτοχρονιά του 1958 και τις πρώτες συζητήσεις, ώσπου να ολοκληρωθεί η αξιοποίηση του σπηλαίου. Δυστυχώς ο Γραμματέας της Κοινότητας Καστανιάς Γιάννης Κοντός, που τόσο μόχθησε για το σπήλαιο του τόπου του, δεν άντεξε την πολύχρονη αναμονή. Εγκατέλειψε τα εγκόσμιο δύο μόλις χρόνια πριν από την αξιοποίηση, απογοητευμένος που δεν αξιώθηκε να δει το όραμά του να ολοκληρώνεται.
Σήμερα το Σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα Καστανιάς έχει βγει οριστικά από την αφάνεια και, άριστα αξιοποιημένο, διαγράφει τη λαμπρή πορεία του στο μέλλον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της υπεύθυνης προβολής και διαφήμισης Ελένης Γιοβά από την Καστανιά, στο διάστημα Αύγουστος 2003 – Αύγουστος 2004, τουλάχιστον 12.000 Έλληνες και ξένοι το επισκέφθηκαν και το θαύμασαν.
ΜΕΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ.
Το Σπήλαιο του Αγ. Ανδρέα πήρε την ονομασία του από το ομώνυμο εξωκκλήσι. Βρίσκεται στο Α. τμήμα της Χερσονήσου του Μαλέα, στο ΝΑ άκρο της Πελοποννήσου. Είναι μια απόμακρη και ερημική τοποθεσία που απέχει ένα περίπου χιλιόμετρο από την γραφική παραλία με τον παραθαλάσσιο συνοικισμό της Παναγίτσας. Πλησιέστεροι οικισμοί είναι η Καστανιά και η Άνω Καστανιά, που απέχουν αντίστοιχα 10 και 13 χιλιόμετρα από την Νεάπολη, έδρα του Δήμου Βοιών.
Για να φτάσουμε ως το σπήλαιο έχουμε την δυνατότητα ν’ ακολουθήσουμε δύο διαδρομές από Νεάπολη. Στην πρώτη θα περάσουμε από το «Παραδείσι», θα κατευθυνθούμε στην Καστανιά και στη συνέχεια προχωρώντας σε αγροτικό δρόμο 4 περίπου χιλιομέτρων θα φτάσουμε στο σπήλαιο. Στην δεύτερη περίπτωση θα ακολουθήσουμε από την Νεάπολη το δρόμο προς τους οικισμούς Μεσοχωρίου, Φαρακλού και Άνω Καστανιάς, από όπου, με 2,5 χλμ. αγροτικού δρόμου θα βρεθούμε στο σπήλαιο. Και οι δυο διαδρομές είναι συναρπαστικές με μεγάλη ποικιλία τοπίου και εξαιρετική θέα προς κάθε σημείο του ορίζοντα.
Η Καστανιά είναι ένα μικρό χωριό που βρίσκεται στις απολήξεις της ανατολικής πλευράς του Πάρνωνα, που καταλήγει στον πασίγνωστο Κάβο Μαλιά. Είναι χτισμένη μέσα σε καταπράσινες πλαγιές πάνω από το ακρωτήριο «Καμήλι», το κατά τους Αρχαίους «ΕΠΙΔΗΛΕΙΟΝ», που σύμφωνα με το μύθο πήρε το όνομά του, επειδή εδώ έφτασε με τα κύματα το ακόντιο του «επί της Δήλου Απόλλωνα».
Το Σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα βρίσκεται σε μέσο υψόμετρο 110-120 μέτρων. Η υγρασία του είναι υψηλή, αφού η μέση σχετική τιμή πλησιάζει το 90%.
Η ταχύτητα ροής του αέρα που μετρήθηκε σε διάφορα στενώματα μεταξύ θαλάμων είναι μικρή. Έντονη ροή του αέρα στην σήραγγα εισόδου, και μάλιστα από το εσωτερικό του σπηλαίου προς τα έξω, παρατηρούμε όταν υπάρχει ισχυρός άνεμος έξω από το σπήλαιο. Φαίνεται σ’ αυτήν την περίπτωση, ότι ο εξωτερικός άνεμος δημιουργεί υποπίεση στο εσωτερικό του σπηλαίου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα έντονο ρεύμα αέρα με κατεύθυνση προς τα έξω.
Ως προς την παρουσία νερού στο εσωτερικό του σπηλαίου, από την υδρογεωλογική ανάλυση προκύπτει, ότι το μόνο νερό που εισέρχεται είναι αυτό της σταγονορροής. Αυτό προέρχεται από την κατείσδυση μέρους του νερού των βροχοπτώσεων. Η διαμόρφωση του δαπέδου του σπηλαίου είναι τέτοια, ώστε δεν επιτρέπει τη συγκέντρωση νερού σε μικρές ή μεγαλύτερες κοιλότητες. Εξαίρεση αποτελεί μια πολύ μικρή κοιλότητα που συγκεντρώνει μικρή ποσότητα νερού. Λόγω του μικρού πάχους του πετρώματος πάνω από την οροφή του σπηλαίου ο ρυθμός της σταγονορροής εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη των βροχοπτώσεων. Με την έναρξη των βροχοπτώσεων και σε μικρό χρονικό διάστημα αυξάνει σημαντικά η σταγονορροή, η οποία και διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια της υγρής περιόδου. Αντίθετα, προς το τέλος της ξηρής περιόδου, η σταγονορροή μειώνεται σημαντικά.
Ως προς την πανίδα του σπηλαίου έγινε δειγματοληψία από έξι διαφορετικά σημεία αυτού. Εντοπίστηκαν συνολικά έξι είδη οργανισμών, ένα θηλαστικό, τρία έντομα, ένα διπλόποδο και ένα μαλάκιο. Το θηλαστικό είναι ένα μικρό τρωκτικό, το Rattus rattus. Τα έντομα ήταν ένα ορθόπτερο της οικογένειας Phaphidophoridae, το Dolichopoda sp., μία αράχνη με χαρακτηριστικά μεγάλα άκρα, κατά πάσα πιθανότητα της οικογένειας Pholcidae και ένα πολύ μικρό (4-5 mm) δίπτερο. Εντοπίσθηκαν τέλος ένα διπλόποδο της οικογένειας Julidae και ένας γυμνοσάλιαγκας (Limax maculatus) ως τυχαίος επισκέπτης στη ζώνη της εισόδου.
ΣΤΑ ΑΔΥΤΑ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
Έρχεται η στιγμή να διεισδύσουμε στον μαγικό κόσμο του σπηλαίου Αγ. Αντρέα. Περνώντας πάνω από ένα πέτρινο γεφυράκι εισερχόμαστε στον προθάλαμο που είναι φτιαγμένος με παραδοσιακά υλικά, ντόπιες πέτρες και κεραμίδια παλιών σπιτιών της περιοχής.
Η ύπαρξη του προθαλάμου είναι απαραίτητη, τόσο για την προφύλαξη του σπηλαίου από τις επιδράσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος (θερμοκρασία, βροχή, άνεμο και σκόνη) όσο και για να έχει χρόνο να προσαρμοστεί ο οργανισμός των επισκεπτών, ιδιαίτερα σε περιόδους, που οι συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος είναι πολύ διαφορετικές από τις συνθήκες του σπηλαίου.
Ανοίγοντας την είσοδο και κοιτάζοντας ψηλά μπορούμε να δούμε το άνοιγμα από το οποίο εισέρχονταν οι επισκέπτες πριν από την αξιοποίηση. Το άνοιγμα – που υπήρχε πάντοτε εκεί – έχει παραμείνει ανοιχτό, για να μην διαταραχθεί το μικροκλίμα του σπηλαίου.
Κατεβαίνοντας μερικά σκαλιά βρισκόμαστε στον πρώτο θάλαμο και έχουμε κάθε λόγο να μείνουμε άναυδοι από θαυμασμό για τα δημιουργήματα της φύσης. Και σκεφτόμαστε, πως δίκαια το σπήλαιο του Αγίου Ανδρέα Καστανιάς θεωρείται ένα από τα δύο-τρία κορυφαία χερσαία σπήλαια της Ευρώπης σε πολυμορφία σχηματισμών και μορφών και ποικιλία χρωματισμών.
Το σπήλαιο χωρίζεται σε δύο επίπεδα. Η συνολική του επιφάνεια καλύπτει έκταση περίπου 1.500 τετραγωνικών μέτρων. Δεν βρέθηκαν ούτε ανοίχτηκαν επιπλέον αίθουσες. Τα τμήματα του σπηλαίου που συναντάμε κατά την ξενάγηση, είναι ακριβώς όσα βρέθηκαν στην αρχική εξερεύνηση. Ο διάδρομος ο οποίος κατασκευάστηκε καλύπτει διαδρομή 500 περίπου μέτρων. Είναι διάδρομος μικρού πλάτους, που χωράει με άνεση ένα μόνον άτομο. Η χρήση πέτρας, λευκού τσιμέντου στους αρμούς και ειδικής ρητίνης στο δάπεδο των διαδρόμων τους προσδίδει εμφάνιση εξαιρετική, που συνδυάζεται αρμονικά με τους χρωματισμούς και το περιβάλλον του σπηλαίου. Οι επεμβάσεις είναι ήπιες και μελετημένες, ο φωτισμός ασφαλείας διακριτικός, ο πλουσιότατος σταλαγμιτικός διάκοσμος έχει σχεδόν παραμείνει αναλλοίωτος, αφού οι διαδρομή στηρίζονται στα περισσότερα σημεία με κολώνες.
Με σταθερή θερμοκρασία, που κυμαίνεται ανάμεσα στους 17 έως 20 βαθμούς, αρχίζουμε την ονειρική μας περιπλάνηση σ’ έναν κόσμο που μοιάζει βγαλμένος από την φαντασία. Οι οροφές των διαφόρων θαλάμων, τα τοιχώματα και το δάπεδο του σπηλαίου είναι κυριολεκτικά καλυμμένα από απίστευτο αριθμό σταλακτιτών και σταλαγμιτών, διαφόρων σχημάτων, χρωμάτων και μεγεθών. Είναι μια ασταμάτητη «λιθοματική βροχή», που μας εντυπωσιάζει με την πυκνότητά της. Πέρα όμως απ’ αυτόν τον εκθαμβωτικό καταιγισμό που καλύπτει κάθε τετραγωνικό εκατοστό, ένα πολύ χαρακτηριστικό και σπουδαίο γνώρισμα του Σπηλαίου του Αγίου Αντρέα είναι η ποικιλία των χρωμάτων. Οι αποχρώσεις του κόκκινου, του πράσινου και του γκρι είναι αυτές που συνηθέστερα απαντώνται. Οφείλονται σε οξείδια μετάλλων που υπάρχουν στο υπέδαφος. Αναμειγνύονται με το ανθρακικό ασβέστιο και το νερό και κατέρχονται στην κοιλότητα του σπηλαίου επιχρωματίζοντας τον διάκοσμό του με διάφορες αποχρώσεις. Τα κόκκινα χρώματα οφείλονται στα οξείδια του σιδήρου, τα πράσινα στα οξείδια του χαλκού, ενώ τα γκρι σε οξείδια του μαγγανίου. Εκτός από τα προαναφερθέντα υπάρχουν και άλλα χρώματα, στο σύνολο επτά, τα παραπάνω όμως είναι αυτά που διακρίνονται περισσότερο και σε όλο το χώρο του σπηλαίου. Σε μερικά σημεία ωστόσο το νερό καταφέρνει να διέλθει από το υπέδαφος αμιγές και κατακάθαρο, χωρίς προσμίξεις. Είναι οι περιπτώσεις εκείνες που ο λιθοματικός διάκοσμος αποκτά μια υπέροχη, εκθαμβωτική λευκότητα.
Το ζεύγος Πετροχείλου εξερευνώντας το σπήλαιο είχε δώσει ονομασίες σε πολλούς χαρακτηριστικούς του σχηματισμούς. Εκτός βέβαια από την ποιητική έξαρση και το ακόνισμά της φαντασίας του «νονού», η ονοματοδοσία αυτή έχει και κάποιο πρακτικό αντίκρισμα, αφού βοηθάει στον προσδιορισμό της θέσης κάτω από το έδαφος.
Στην αρχή λοιπόν της καθόδου από την είσοδο παρατηρούνται αριστερά και κάτω από τη σκάλα, κάποιοι σταλακτίτες που μοιάζουν με «ελέφαντες». Το αρχικό τους τμήμα είναι κανονικά κάθετο και ευθύ, στη συνέχεια όμως παρεκκλίνει προς τα πλάγια και είναι διογκωμένο σε σχέση με το προηγούμενο. Αμέσως μετά συνεχίζει να κατέρχεται παράλληλα με το αρχικό, δημιουργώντας την εντύπωση κεφαλής ελέφαντα με την προβοσκίδα του. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι, ότι όλοι είναι στραμμένοι προς την έξοδο. Το σχήμα αυτό, που είναι τόσο παράξενο πιστοποιεί, ότι σε κάποια χρονική περίοδο οι σταλακτίτες αυτοί δέχθηκαν σημαντικά ανοδικά ρεύματα αέρα και οι σταγόνες παρεξέκλιναν προς την έξοδο. Μετέπειτα έπαψε η επίδραση του φαινομένου και η ανάπτυξη συνεχίστηκε από το σημείο αυτό και πάλι κανονικά.
Ένας άλλος σταλακτίτης μοιάζει με «αστό που τον έχει σκεπάσει το χιόνι». Και πράγματι, παρατηρώντας αυτή τη μορφή είναι σαν να βλέπουμε έναν περήφανο αετό σε φυσικό μέγεθος, με μεγάλα ανοιγμένα φτερά, ο οποίος προσπαθεί να πετάξει και να τινάξει από πάνω του το χιόνι!
Τα δημιουργήματα της φύσης και οι επινοήσεις της φαντασίας των ανθρώπων δεν σταματούν. Λίγο πιο πέρα η ξεναγός μας δείχνει την «Ρωμαϊκή κεφαλή». Απέναντι στην άκρη του τοιχώματος, σε χαμηλό σημείο της αίθουσας, μας περιμένει ο «Δίσκος». Αυτός ορθώνεται εντυπωσιακά γιατί ο σταλαγμίτης που προσφύεται, έχει από πολύ παλιά καταπέσει σε οριζόντια θέση.
Ανεβαίνοντας μερικά σκαλοπάτια βρισκόμαστε στο υψηλότερο επίπεδο του σπηλαίου, μόλις 5-7 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους. Αυτό αποδεικνύεται από τις ρίζες, που στο σημείο εκείνο έχουν κατακλύσει την οροφή. Προέρχονται βέβαια από τα δέντρα και τους θάμνους που φύονται στο έδαφος.
Εδώ ακριβώς υπάρχουν και τα κόκκινα «πέπλα ενός βασιλικού κρεβατιού», που μας αφήνουν άφωνους με την δημιουργικότητα της φύσης. Από το σημείο αυτό αρχίζει η κατάβαση. Όπως ατενίζουμε από ψηλά την επόμενη αίθουσα η εικόνα είναι μαγική. Αριστερά ορθώνεται μια τεράστια κόκκινη κολώνα με λευκές λεπτομέρειες που προκαλεί τον θαυμασμό μας. Δημιουργεί την αίσθηση, ότι πάνω στον κόκκινο βράχο ένα μικρό λευκό ρυάκι κυλάει τα νερά του. Στα πλευρικά τοιχώματα αναπτύσσονται πανέμορφοι παραπετασματοειδείς σχηματισμοί, στην οροφή και στο δάπεδο υπάρχουν σταλακτίτες, σταλαγμίτες και κολώνες κάθε μορφής, σχήματος και χρώματος που εξάπτουν τη φαντασία του κάθε επισκέπτη.
Φτάνουμε στο βαθύτερο σημείο του σπηλαίου, 25 έως 30 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης. Εδώ βρίσκεται η περίφημη «Αίθουσα των μανιταριών». Ονομάστηκε έτσι γιατί στο δάπεδο υπάρχουν σπάνιοι σταλαγμίτες, που αντί να είναι μυτεροί ή κυνικοί, είναι στο πάνω μέρος επίπεδοι, σαν μανιτάρια.
Σύμφωνα με τον Δρ. Γεωλογίας Βασίλη Γιαννόπουλο, «οι μελέτες που έγιναν έδειξαν ότι οι συνθήκες στο σημείο αυτό ήταν ίδιες με τα υπόλοιπα τμήματα του σπηλαίου, εκτός από το ύψος της οροφής, το οποίο ήταν μεγαλύτερο των 15 μέτρων. Οι συνεχιζόμενες παρατηρήσεις έδωσαν την απάντηση. Η σταγόνα – λόγω του μεγέθους της και του μεγάλου ύψους – πέφτοντας επάνω στους ήδη υπάρχοντες σταλαγμίτες, οι οποίοι είχαν χάσει την κρυσταλλικότητά τους και ήταν πιο ευάλωτη σε διάβρωση, τους διέβρωσε, δημιουργώντας στην επάνω επιφάνειά τους έναν κρατήρα. Στη συνέχεια, όταν για διάφορους λόγους η διαβρωτική δύναμη της σταγόνας σταμάτησε (αλλαγή μεγέθους της σταγόνας, μεγάλο βάθος της διάβρωσης κλπ.) η μικρή λεκάνη που είχε σχηματιστεί από τη διάβρωση περιοδικά γέμιζε με νερό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αρχίσει η γνωστή διαδικασία ιζηματογένεσης στις λεκάνες με εναπόθεση ανθρακικού ασβεστίου κυκλικά στο ανώτερο τμήμα, που τείνει να κλείσει τη λεκάνη και να την κάνει επίπεδη».
Η ίδια όμως αίθουσα είναι διακοσμημένη με «ακανθοειδείς» και «βοτρυοειδείς» σχηματισμούς που οφείλονται στην εξαγωγή πολύ μικρών σταγονιδίων αποθηκευμένου νερού από το πέτρωμα με μικρή και απαλή πίεση. Λόγω της ελάχιστης βαρύτητάς τους τα σταγονίδια αυτά δεν κατέρχονται με την γνωστή κάθετη πορεία του νερού αλλά μοιάζουν με μικρά σταγονίδια «ιδρώτα» στην επιφάνεια του σταλαγμίτη.
Απέναντι, πάνω σε μια όμορφη λευκή και μεγάλη κολώνα, παρατηρούνται οι σπάνιοι βελονοειδής σταλακτίτες, που, αντί να αναπτύσσονται καθέτως, αναπτύσσονται οριζοντίως. Επειδή κατά τον σχηματισμό τους δεν έχουν ακολουθήσει τον φυσικό νόμο της βαρύτητας, η ονομασία που τους έχει δοθεί είναι «εκκεντρίτες». Κάποιοι απ’ αυτούς που έχουν ελικοειδή μορφή, σαν να περιστρέφονταν κατά τον σχηματισμό τους, έχουν αποκτήσει την ειδική ονομασία «ελικτίτες».
Αυτός ο τρόπος ανάπτυξης προκαλείται από το νερό που πιέζει τα τοιχώματα της κολώνας ανοίγοντας μικρούς πόρους. Έτσι δημιουργούνται αυτοί οι σταλακτίτες που μοιάζουν με μικρές βελόνες.
Λίγα μέτρα πιο πέρα διεισδύουμε σ’ ένα πέρασμα ανάμεσα σε σταλαγμίτες που σχηματίζουν μια μικρή πύλη. Η είσοδος αυτή οδηγεί στον τελευταίο και μικρότερο θάλαμο. Του έχει δοθεί η ονομασία «Αίθουσα των Λαμπάδων», αφού όλος ο διάκοσμος μοιάζει να έχει δημιουργηθεί από λειωμένο κερί. Αυτός ο χώρος είναι μια σύνοψη όλων όσα έχουμε θαυμάσει «έως τώρα, τα «πέπλα», τα «κοράλλια», οι «κολώνες», οι επίπεδοι σταλαγμίτες, οι «εκκεντρίτες». Είναι σαν να έχουν συγκεντρωθεί όλα τα δημιουργήματα του σπηλαίου του Αγίου Ανδρέα, σ’ έναν εκθαμβωτικό τελευταίο αποχαιρετισμό.