Σεπτέμβριος 2004
Τεύχος 41
Κείμενο: Θεόφιλος Μπασγιουράκης
3,00 € – 3,50 €
ΣΤΟΝ ΑΠΟΗΧΟ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ
Αγαπητοί μου φίλοι,
“Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς βαρβάρους” ;
Αναρωτιόταν στα 1904 ο Καβάφης. Και κατέληγε, στο πασίγνωστο ποίημά του : “Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις”.
Όμοια αναρωτιέμαι κι εγώ , 100 ακριβώς χρόνια μετά: “Και τώρα, που τελείωσαν, πως θα ζήσουμε χωρίς Ολυμπιακούς ; Πώς θα συνηθίσουμε χωρίς αυτές τις καθημερινές επιτυχίες κα συγκινήσεις ;”
Νομίζω, πως μόλις σβήσει η Φλόγα και πέσει οριστικά η αυλαία, μόλις χαθεί απ΄τα μάτια και το τελευταίο αεροπλάνο με τους ξένους μας, θα λείψει κάτι απ΄τη ζωή μας. Θα μας λείψει όλη αυτή η καθημερινή και υπέρλαμπρη παρέλαση, αυτή η μοναδική και πολύχρωμη συνάθροιση με την πανσπερμία εθνών, φυλών, γλωσσών, θρησκειών και πολιτισμών, στολών και σημαιών, εθνικών ύμνων, συναισθημάτων και συμπεριφορών. Θα μας λείψουν τα δάκρυα χαράς και λύπης, η ευτυχία και η απόγνωση, ο ιδρώτας και η υπέρτατη προσπάθεια, οι συσπάσεις των μυών στο σώμα και στο πρόσωπο, οι έξαλλοι πανηγυρισμοί με τη σημαία σαν τήβεννο γύρω από τα κορμιά. Θα μας λείψει αυτή η συνολική υπέρβαση των σωματικών και ψυχικών δυνατοτήτων τόσων χιλιάδων διαφορετικών ανθρώπων με μοναδικό στόχο τη νίκη, τη διάκριση, την ανάδειξη και δόξα της πατρώας τους γης.
Μα πάνω απ΄όλα θα μας λείψουν οι φυσιογνωμίες των Ελλήνων αθλητών, απογοητευμένες ή τρισευτυχισμένες, μικρή σημασία έχει. Είναι όλες αυτές οι εικόνες των νέων ανθρώπων, που για χρόνια πολλά μόχθησαν, στερήθηκαν, ταλαιπωρήθηκαν σωματικά και ψυχικά. Ανταμείφθηκαν όμως με τη συμμετοχή τους σ΄αυτό το κορυφαίο αθλητικό γεγονός της υδρογείου και μάλιστα στην Ελλάδα, την προαιώνια κοιτίδα των αγώνων, μπροστά στα μάτια εκατομμύριων ενθουσιωδών συμπατριωτών τους. Μάτια που ήταν αδύνατον να μείνουν ασυγκίνητα, που δάκρυσαν πολλές φορές αυτές τις μέρες, είτε από χαρά είτε από λύπη, πάντα όμως με βαθειά ευγνωμοσύνη απέναντι σ΄αυτούς που σήκωσαν στους ώμους τους τις προσδοκίες όλων μας. Και τα λαμπρά αυτά παιδιά, οι ωραίοι αυτοί άνθρωποι, δεν μας απογοήτευσαν. Ξεπέρασαν τους εαυτούς τους. Και κάποιοι απ’ αυτούς, και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις μας. Έκαναν τους Έλληνες, όπου γης, να παραληρούν από εθνική υπερηφάνεια, έκαναν τη Σημαία μας να υψωθεί στον υψηλότερο ιστό και τον Εθνικό μας Ύμνο ν’ ακουστεί από δισεκατομμύρια ανθρώπους, σε κάθε σημείο του πλανήτη.
Αναρωτιέμαι με πόσα εκατομμύρια Ευρώ μπορεί να αποτιμηθεί όλη αυτή η παγκόσμια προβολή και δημοσιότητα, όλη αυτή η ατομική και εθνική έξαρση, όλο αυτό το μεγαλειώδες αίσθημα ευτυχίας και αισιοδοξίας που μας κυρίευσε και μας απομάκρυνε – έστω και προσωρινά – από τη μίζερη πραγματικότητα που ζούμε γύρω μας. Και δεν μπορώ να μην θυμηθώ – με κάποια διάθεση ρεβανσιστική θα τολμούσα να πω – όλους εκείνους τους αρνητές και επικριτές της ανάληψης των Ολυμπιακών Αγώνων από τη χώρα που τους γέννησε. Κι αν κάποια έργα – πολλά ίσως – στην περιφέρεια καθυστέρησαν, όλα θα γίνουν. Ολυμπιακούς όμως Αγώνες στην Ελλάδα και μάλιστα με τέτοια επιτυχημένη έκβαση, πολύ αμφιβάλλω αν κάποιος από μας, θα έχει την ευτυχία να ξαναζήσει.