Νοέμβριος 2008
Τεύχος 66
Κείμενο: Θεόφιλος Μπασγιουράκης
3,00 € – 3,50 €
Αγαπητοί μου φίλοι,
Κάθε μέρα που περνάει αναπολώ, όλο και περισσότερο, τις καλές εποχές. Με την ανέχεια αλλά και την λιτότητά τους. με τις πολλές και ποικίλες ελλείψεις αλλά και τις ελάχιστες απαιτήσεις. Που δεν εξωθούσαν τους ανθρώπους σε υπέρμετρες εκταμιεύσεις. Γι’ αυτό και οι υποχρεώσεις προς τρίτους ήταν ελεγχόμενες, περιορισμένες. Συνοψίζονταν κυρίως στο τόσο γνώριμο τεφτέρι του μπακάλη. Ένα τεφτέρι, όπου τα χρωστούμενα ποσά αφορούσαν μόνον τα απολύτως απαραίτητα έξοδα της οικογενειακής διαβίωσης. Γι’ αυτό και δεν ήταν ποτέ υπερβολικά. Άλλωστε η μη έγκαιρη ή μη πλήρη εξόφλησή τους δεν επέσυρε τις δραματικές επιπτώσεις μιας σφραγισμένης επιταγής ή ενός απλήρωτου ληξιπρόθεσμου τραπεζικού χρέους, που μπορεί να οδηγήσει σε κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και αγαθών.
Η καταναλωτική φιλοσοφία στις εποχές εκείνες – που τώρα μοιάζουν τόσο μακρινές – ήταν εξαιρετικά απλή: κατανάλωνε κανείς μόνον ως εκεί που του επέτρεπαν τα πραγματικά του εισοδήματα. Δεν είχε, δεν αγόραζε.
Στην προ τηλεόρασης εποχή οι άνθρωποι στην ουσία ζούσαν στη γειτονιά τους. Ελάχιστη γνώση είχαν τι πραγματικά συνέβαινε γύρω τους, πως ζούσαν καθημερινά και πως συμπεριφέρονταν εκατομμύρια άνθρωποι, ακόμα και στις πιο απόμακρες ή εξωτικές χώρες της γης. Δεν τους άγγιζε η πολυτελής διαβίωση των πλούσιων Αμερικανών ή Ευρωπαίων πολιτών, γιατί απλούστατα δεν τους έβλεπαν. Όσο κι αν ήταν γλαφυρή η μετάδοση μιας είδησης με το ραδιόφωνο ή τον τύπο, αδυνατούσε να έχει την αμεσότητα και ρεαλιστικότητα που παρέχει σήμερα, μέσω τηλεόρασης, η εικόνα. Αυτή η καθημερινή εικόνα, που μεταδίδεται αστραπιαία παντού, ευθύνεται για τις διαρκείς οδυνηρές συγκρίσεις που κάνει ο θεατής με τους προνομιούχους του κόσμου και, μοιραία, έχει ως αποτέλεσμα την αναθεώρηση πολύχρονων φιλοσοφιών και συνηθειών.
Τι έχει συμβεί λοιπόν; Σήμερα, σε ελάχιστα μόλις χρόνια, έχουν μεταβληθεί ολοκληρωτικά οι συμπεριφορές: καταναλώνει κανείς όχι σύμφωνα με τις πραγματικές του ανάγκες και δυνατότητες αλλά σύμφωνα με τα όρια της δανειοληπτικής του δυνατότητας. Που, πολύ πρόθυμα υπερτιμούν οι τράπεζες, προκειμένου να πουλήσουν περισσότερα και μεγαλύτερα δάνεια. Παρακολουθώ τα απίστευτα εφευρήματα που επινοούν οι εγκέφαλοι των διαφημιστικών εταιρειών των τραπεζών, για να πείσουν τους πιθανούς δανειολήπτες να επιλέξουν την τράπεζα που προτείνουν.
Πώς να μην τρέξει στις τράπεζες ο κόσμος; Όταν καταιγιστικά – και απ’ όλα τα κανάλια – παρελαύνουν εικόνες ονειρεμένων αυτοκινήτων, ελκυστικών μονοκατοικιών με γρασίδι και πισίνα και τόσα άλλα αγαθά; Και, πολύ περισσότερο μάλιστα, που όλη αυτή η «συνταγή της ευτυχίας» μπορεί να γίνει κτήμα του καθενός, μόνον με ελάχιστα ευρώ το μήνα. Τόσο λίγο στοιχίζει το όνειρο! Δεν είναι άπιαστο όπως παλιά!
Δυστυχώς, αυτό το ποθητό όνειρο, το «Αμερικάνικο Όνειρο» κατέρρευσε. Και συμπαρέσυρε μαζί του και εκατομμύρια όνειρα ανθρώπων όλου του κόσμου.
Αγαπητοί μου φίλοι,
Αναπολώ τις παλιές εκείνες εποχές. Τότε που τα όνειρα πραγματοποιούνταν δύσκολα. Αλλά και πολύ δυσκολότερα μεταμορφώνονταν σε εφιάλτες!
Σας εύχομαι μακρυά από κακοτοπιές