Το κάστρο του Πλαταμώνα ένα από τα ωραιότερα μεσαιωνικά κάστρα στην Ελλάδα κυκλώνεται από πυκνή βλάστηση που διανθίζεται με πλήθος θαμνώδεις και δενδρώδεις παραστάσεις. Ένα κρυφό μονοπάτι κατηφορίζει πίσω από το κάστρο και βγάζει στην πηγή τού Ορφέα. Από κει στρίβοντας δεξιά κι ακολουθώντας την παράκτια ζώνη του Αιγαίου φτάνει στην πολύ προσεγμένη καφετέρια που έχει τίτλο Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΓΑΛΑΡΙΑΣ.
Περνώντας το Καφέ φτάνει κανείς στην είσοδο της σιδηροδρομικής γαλαρίας, την οποία μπορεί να διασχίσει περπατώντας πάνω στις ράγες και να βγει από αυτή καταλήγοντας σε έναν πύργο ή να συνεχίσει ως τον σιδηροδρομικό σταθμό του Πλαταμώνα.
Το κάστρο του Πλαταμώνα ένα από τα ωραιότερα μεσαιωνικά κάστρα στην Ελλάδα κυκλώνεται από πυκνή βλάστηση που διανθίζεται με πλήθος θαμνώδεις και δενδρώδεις παραστάσεις. Ένα κρυφό μονοπάτι κατηφορίζει πίσω από το κάστρο και βγάζει στην πηγή τού Ορφέα. Από κει στρίβοντας δεξιά κι ακολουθώντας την παράκτια ζώνη του Αιγαίου φτάνει στην πολύ προσεγμένη καφετέρια που έχει τίτλο Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΓΑΛΑΡΙΑΣ.
Περνώντας το Καφέ φτάνει κανείς στην είσοδο της σιδηροδρομικής γαλαρίας, την οποία μπορεί να διασχίσει περπατώντας πάνω στις ράγες και να βγει από αυτή καταλήγοντας σε έναν πύργο ή να συνεχίσει ως τον σιδηροδρομικό σταθμό του Πλαταμώνα.
Πόσοι περνάνε από το κάστρο του Πλαταμώνα; Πολλοί. Πόσοι κάνουνε μια στάση, έτσι για να δουν τον εσωτερικό περίβολο του κάστρου; Αρκετοί, πιστεύω. Και πόσοι μπαίνουν μέσα στο κάστρο; Ελάχιστοι, νομίζω. Αλλά το κύριο και βασικό ερώτημα είναι: Πόσοι κάνουν τον περίπατο γύρω από το κάστρο; Κι ακόμη περισσότερο, πόσοι γνωρίζουν ότι από ένα σημείο του περιπάτου αυτού ξεκινάει ένα πανέμορφο μυστικό μονοπάτι που οδηγεί στη θρυλική πηγή του Ορφέα;
Όποιοι λοιπόν δεν υπολογίζουν τον τόπο αυτόν και περνάν αδιάφοροι, ξεχνούν πως τα μνημεία και οι τόποι στην Ελλάδα είναι το βαρύ πυροβολικό της παγκόσμιας ιστορίας. Είναι οι μνήμες και η άλλη φύση της χώρας που τρέχουν μπροστά από τα μάτια μας αδιάφορα.
Το κάστρο του Πλαταμώνα προσφέρει πλήθος ευκαιρίες για εναλλακτικές διαδρομές που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά.
Τρεις είναι οι μικρές διαδρομές που μπορεί να επιχειρήσει ο ευκαιριακός επισκέπτης. Η πρώτη είναι μια όμορφη βόλτα που γίνεται από την είσοδο μέχρι την άκρη του τείχους, στη νότια πλευρά του κάστρου, από όπου απλώνεται μαγευτική η θέα του παράκτιου Πλαταμώνα και του Αιγαίου. Η δεύτερη είναι η ωραία παράσταση της εξοχής με τα αγριολούλουδα, τη χλόη, τα βότανα και τα αγριόχορτα που σωρεύονται γύρω από τις άνετες περιπατητικές διαδρομές. Κι η τρίτη η ωραία βόλτα στον εσωτερικό περίβολο με τις μαξιμαλιστικές εικόνες ενός μεσαιωνικού φρουρίου.
Εμείς λοιπόν εδώ προτείνουμε να αφιερώσετε μια επιπλέον ωρίτσα από τον χρόνο σας για να χαλαρώσετε, να περπατήσετε σε μιαν απρόσμενη φύση και να ευλογηθείτε από τα ανακεκλιμένα μυστικά της περιοχής τα οποία περιλαμβάνουν, εκτός από το καταπληκτικό μονοπάτι μέσα σε ένα πυκνό άλσος και μια εντυπωσιακή πηγή, μια παραθαλάσσια βόλτα, αλλά κυρίως μια στάση απροσδόκητη σε μια από τις πιο συναρπαστικές καφετέριες στην Ελλάδα. Και αυτό το τελευταίο έχει να κάνει όχι με την πολυτέλεια και τη θέση της, αλλά κυρίως με τη διαχείριση του ιστορικού περιβαλλοντικού χώρου.
Εδώ θα πρέπει να δώσουμε συγχαρητήρια στον Οργανισμό Φεστιβάλ Ολύμπου που θέσπισε τα τελευταία χρόνια τους «Αρχαιολογικούς Περίπατους», δίδοντας την ευκαιρία μέσω αυτής της εκδήλωσης να γνωρίσει ενδελεχώς το κοινό τους αρχαιολογικούς και ιστορικούς τόπους της Πιερίας.
Η φετινή επιλογή του 50ου Φεστιβάλ Ολύμπου ήταν το Κάστρο του Πλαταμώνα, το οποίο χτίστηκε την περίοδο της Φραγκοκρατίας στη θέση του αρχαίου Ηρακλείου ή Ηράκλειας. Ξεναγός, σε αυτόν τον ωραίο περίπατο της γνώσης και της γνωριμίας με το ιστορικό χθες, η αρχαιολόγος Ευπραξία Γ. Δουλγκέρη, προϊσταμένη του τμήματος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων της Εφορίας Αρχαιοτήτων Πιερίας. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021 και την παρακολούθησε μεγάλος αριθμός πολιτών. Αποτιμώντας τον «Αρχαιολογικό Περίπατο η κ Δουλγκέρη, επισημαίνει: «Ανεβαίνοντας τα λιθόστρωτα μονοπάτια του λόφου του Κάστρου εισήλθαμε της δίδυμης Πύλης στη σκιά του ισχυρού Πύργου Γ΄ εφοδιασμένου με καταχύστρα, στο μέσον περίπου της Νότιας Πλευράς, η οποία και αντικατέστησε την αρχική, υποδηλώνοντας τις ανακτήσεις των χρόνων της Ενετοκρατίας. Κάνοντας πρώτη στάση στη αρχική λοιπόν Πύλη της Παλαιοχριστιανικής περιόδου ακριβώς ανατολικά της εισόδου, αναφερθήκαμε στην πρωϊμότητα της Οχύρωσης της Μεσαιωνικής Καστροπολιτείας. Στη συνέχεια περιδιαβήκαμε τα οικιστικά κατάλοιπα της Βυζαντινής και Υστεροβυζαντινής περιόδου εν μέσω των τριών αποκαλυφθέντων Ναών Α’ Β’ Γ΄ οι οποίοι φέροντες τοιχογράφηση και μετατροπές στη αρχιτεκτονική τους δομή μέσα στον 17ο αιώνα αποτελούν μάρτυρες του Χριστιανισμού και της συνεχούς κατοίκησης, γεγονός που δηλούται και από τις οικίες. Διερχόμενοι του διατειχίσματος εισήλθαμε της Ακροπόλεως με τον Οκτάγωνο Πύργο και μνεία του ενεπίγραφου υπερθύρου της εισόδου της, στον Καστροφύλακα του 14ου αιώνα, αναφερόμενοι στα επίπεδα του εσωτερικού του, αποτελούμενα από χώρους που σχηματίζονται από διασταυρούμενους τοίχους και υπόγεια κινστέρνα ενώ ταυτόχρονα θαυμάσαμε τον έναντι Πύργο Ε’, στου οποίου τα θεμέλια διεσώθησαν ίχνη της ελληνιστικής οχύρωσης και η αποχωμάτωση του εσωτερικού του, απεκάλυψε ένα από τα εκτιθέμενα κανόνια του μεταβυζαντινής περιόδου. Αποχαιρετήσαμε τον χώρο, αναφερόμενοι στην είσοδο του διατειχίσματος με την διπλής όψης πύλη, με το ισλαμίζον οξυκόρυφο τόξο, και το ημικυκλικό αντίστοιχα βυζαντινής περιόδου, της έξω και έσω πλευράς της. Η παρουσία και το ενδιαφέρον του εξαίρετου κοινού υπήρξαν συγκινητικά.»
Αφήνουμε το αμάξι μας στο πάρκινγκ του αρχαιολογικού χώρου και ανηφορίζουμε το πέτρινο καλντερίμι που μας οδηγεί στην είσοδο του κάστρου από εκεί παίρνουμε πορεία κατά μήκος του νότιου πρανούς του λόφου όπου είναι κτισμένο το κάστρο. Άμεσα θα ανοίξει ο ορίζοντας και θ’ αποκαλυφθεί ο ατρύγετος πόντος.
To μάτι θα περιπλανηθεί για λίγο στο πέλαγος της ιστορίας πριν απορροφηθεί από το δασύ λαγκάδι που θα προκύψει μπροστά στα έκπληκτα βήματα, σύρριζα στον τοίχο του κάστρου. Ένα πανέμορφο μονοπάτι θ’ αποκαλυφθεί. Σιγά – σιγά η βλάστηση θα θρασέψει όλο και περισσότερο. Θα κινηθούμε δίχως επιστροφή σε ένα στεναδάκι πατωσιάς που θα κολλάει στο πανύψηλο τείχος ενώ θα γυροφέρνει τις επάλξεις και τους προμαχώνες. Όταν πια θα έχουμε κάμει τον μισό περίγυρο του κάστρινου τείχους, θα διακρίνουμε στα δεξιά μας ένα κατηφορικό μονοπατάκι ανεπαίσθητο αρχικά, που εγκαταλείπει τον περίβολο του κάστρου και χώνεται μέσα σ’ έναν ολόπυκνο λόγκο.
Αν το ακολουθήσουμε για δέκα – δώδεκα περίπου μέτρα, θα μας αποδείξει τη μυθική του καταγωγή. Μέσα σε αυτό το φυσικό τοπίο ανδρώθηκε ο λυράρης Ορφέας. Εδώ μέσα θ’ αποκαλυφθεί η ταυτότητά του που οδηγεί στην πηγή, σε δέκα με δεκαπέντε λεπτά περίπου (οκτώ αναγράφει η μικρή χαριτωμένη και ζωγραφιστή πινακίδα). Αφήνουμε λοιπόν το κάστρο να κυκλώνεται από μυστηριώδεις αράχνες, και χωνόμαστε στο πρωθύστερο της φυσικής του ιστορίας. Μια ολοκληρωτική πανδαισία του φυτικού μεγαλείου που διανθίζεται από πλήθος θαμνώδεις και δενδρώδεις παραστάσεις. Κι όμως, εδώ μέσα ανακατώνονται, για να μην πω αλληλοϋποστηρίζονται οι εποχές, παρότι βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα.
Το μονοπάτι βρίσκει την καλύτερη ώρα του εδώ μέσα κι ας είναι έντονα κατηφορικό. Οι κουμαριές, τα σχίνα, οι δάφνες κυρίως αυτές, αφού συνάπτονται με την καταγωγή και τη φύση του θεϊκού Ορφέα, τα πεύκα, οι αριές, τα πουρνάρια, τα φυλίκια κι οι μάγισσες βελανιδιές θα μας αποσαλέψουν με το σκοτεινό τους χρώμα, την πυκνότητα και τη δομή τους. Βοτάνια και μαγικά ραβδιά θα μας παρενοχλούν αγγίζοντάς μας σε όλο το κορμί που θα μαγεύεται αλλά δε θα μεταμορφώνεται, επειδή τάχα το θέλει ο Οβίδιος και οι συν αυτώ μάντεις, αλχημιστές και ραβδοσκόποι.
Θα βγούμε σε αιθρία ή ξάγναντο, αλλά θα ξανά βυθιστούμε στην ευδία του μαγεμένου δάσους, ευχόμενοι να μην τελειώσει ο δρόμος της ζωής που χάραξε για πάρτη μας ο μυθικός Ορφέας.
Όλα όμως έχουν τέλος και οπωσδήποτε μιαν άλλη αρχή. Αρχή που βασίζεται στο αξίωμα της περιπέτειας που έρχεται και παρέρχεται.
Αφουγκράζομαι πια ένα άλλο στίγμα ζωής, πλημμυρισμένης από ακούσματα του Οδυσσέα που περιπλανιέται στη θάλασσα και δεν ακούει παρά μονάχα τις σειρήνες των κυμάτων και τους ρόχθους των παφλασμών.
Έτσι κι εδώ, όταν πια θ’ αφανιστεί ο κόσμος της λόχμης και του λόγγου, θα δώσει ο υπέρτατος λόγος της ζωής το λόγο στη θαλασσινή αύρα, για να μας παρασύρει στο δικό της αραξοβόλι έστω και αν τα θεριά κύματα θα σπάνε πάνω στα βότσαλα και τις χαλικωσιές της ομαλής ακτής.
Στον πάτο του απέριττου δρυμού, θα διακρίνουμε μια τριπλή πέτρινη κρήνη που ανήκει στον θεό της μουσικής και των ύμνων που ως φαίνεται θα ‘χε κάποια στιγμή της κυνηγημένης ζωής του μετακομίσει από τα Λείβηθρα, ως τούτη τη γωνιά που σμίγει ο πόντος με τα δάση, για να ξεκουραστεί, λίγο πριν τον κατασπαράξουν οι μαινόμενες Πιερίδες.
To τρεχούμενο νεράκι παρασέρνει τις σκέψεις και τους αισθητικούς λογισμούς, τους οποίους έρχεται να διακόψει η υπόμνηση του τραγικού τέλους του ορφικού ποιητή που άφησε κάπου εδώ τα κοκαλάκια του, κατασπαραγμένος από τις μαινάδες, την ώρα που έπαιζε τη λύρα του.
Η λέξη Ορφέας σημασιολογικά προέρχεται από το «γοάω», δηλαδή θρηνώ, τραγουδώ άγρια, μαγεύω, παραπέμποντας σε έναν υπερβατικό μουσικό και ιερέα μυστηρίων. Άλλωστε η λέξη ορφικός ορίζεται ως μυστικός, μαγευτικός αλλά και εκστατικός, εξ αιτίας του μαντείου του Ορφέα. Κατά μία άλλη άποψη προέρχεται από τη λέξη «ορφνή» που σημαίνει σκοτάδι.
Συνεχίζω ωστόσο την πορεία μου κατά μήκος της ακτής που έχει μεταποιηθεί σε θέρετρο και για το λόγο αυτό είναι βέβαια κατειλημμένη από τουριστικά καταλύματα, τα οποία ωστόσο τελειώνουν στην άκρη του γιαλού.
Εκεί αχνοφέγγει ένας πύργος, στο σχήμα των παλιών μεσαιωνικών κτισμάτων που σφραγίζει το τέρμα της οδοιπορικής μας περιδιάβασης. Αλλά όχι! Κάπου εκεί στενεύει το δρομάκι, γίνεται πλακόστρωτο μονοπάτι που οδηγεί στο πίσω μέρος του πύργου, όπου αποκαλύπτεται ένα καινούργιο φροντισμένο και καλόβολο κτήριο, χωμένο κυριολεκτικά στο βράχο στεγάζοντας μιαν απλωτή ολογυάλινη καφετέρια, στη βάση ενός βραχώδους κατωφερούς γκρεμού. Και το όνομα της καφετέριας « ΓΑΛΑΡΙΑ».
Αφήνω το απλωτό αυτό παράξενο στοιχειό που βλέπει το ανοιχτό μαινόμενο πέλαγο και συνεχίζω ως εκεί που η τουριστική επιχείρηση έχει καθαρίσει την ακτή ώστε να σχηματίζεται μια μικρή βοτσαλιά, η τελευταία κοντά στα πανύψηλα βράχια.
Στο τέρμα της ακτής μετά την καφετέρια αρχίζει το σιδηροδρομικό τούνελ που βγάζει στο σταθμό του Πλαταμώνα.
Ο Πλαταμώνας όνομα ομηρικό, σημαίνει πέτρα λιασμένη στη θάλασσα. Είναι χτισμένος στη θέση παλιότερης αρχαίας πόλης με το όνομα Ηράκλειο.
Πρώτη πόλις της Μακεδονίας ήταν αυτό το «Ηράκλειον» όπως αναφέρει ο Σκύλαξ ο Καρναδεύς.
Κατά τη Φραγκοκρατία το κάστρο του Πλαταμώνα αναδομούν οι Βενετοί μεταξύ 1204-1217 υπό την εντολή του ευγενούς Πολάντο Πίτσε στον οποίο παραδίδεται ως φέουδο. Αργότερα ανακτάται από τους Κομνηνούς βυζαντινούς αυτοκράτορες της Ηπείρου.
Στα χρόνια της οθωμανικής κατοχής (τέλη του 14ου αι.) οι Τούρκοι κατέλαβαν τον Πλαταμώνα (τωρινό Παλιό Πλαταμώνα) μαζί με το κάστρο. Για ένα διάστημα το πήραν ξανά οι Βενετοί, αφού το βομβάρδισαν και του προκάλεσαν αρκετές ζημιές. Στη συνέχεια αποκατέστησαν τις ζημιές που οι ίδιοι προκάλεσαν. Οι Τούρκοι με τη σειρά τους το κατέλαβαν κρατώντας το σε καλή κατάσταση και ενισχύοντάς το με αναστηλώσεις και προσθήκες λόγω της καίριας στρατηγικής του θέσης.
Το κάστρο παραμένει στους Τούρκους καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Το 1912 ο ελληνικός στρατός ξεκινάει την απελευθερωτική του εκστρατεία και το 1916 αρχίζει η κατασκευή της γαλαρίας και μαζί με την απελευθέρωση της Μακεδονίας και τη συνένωσή της με τη υπόλοιπη Ελλάδα αρχίζει η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής που ουσιαστικά ανήκε στην ενωτική γραμμή Παπαπούλι – Λάρισα – Πλατύ Ημαθίας.
Η γραμμή συνέδεε τον Λαρισαϊκό σιδηρόδρομο με τη Θεσ/νίκη και την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου την εποχή που ο σιδηρόδρομος ήταν το μοναδικό μέσο μεταφοράς.
Το Orient Experss περνούσε μέσω της γαλαρίας κατά τη δεκαετία του ‘20. Το τελευταίο δε δρομολόγιο του Orient Express έγινε στις 20 Μαΐου 1977.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ο Πλαταμώνας υπήρξε το θέατρο της δεύτερης οχυρωματικής γραμμής. Οι συμμαχικές δυνάμεις φεύγοντας ανατίναξαν τη γαλαρία.
Από το 2004 εγκαταλείπεται η παλιά σιδηροδρομική γραμμή που διέρχεται μέσα από απαράμιλλης ομορφιάς τοπία και χαρακτηρίζεται ιστορικός τόπος. Ως αξιόλογο δείγμα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, η διέλευση της οποίας γίνεται πια με τα πόδια.
Το έργο της αποκατάστασης ενέκρινε η Εφορία Νεοτέρων μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας (Εφορία αρχαιοτήτων Πιερίας). Η επιχείρηση είναι αλήθεια πως σεβάστηκε τον ιστορικό τόπο και πάντρεψε αρμονικά την ιστορία ενός αιώνα με το σήμερα.
Ο χώρος της Γαλαρίας θεωρείται μνημείο, αλλά και χαρακτηριστικό δείγμα νεότερης βιομηχανικής αρχιτεκτονικής. Βγαίνοντας από το αναψυκτήριο της Γαλαρίας διασχίζω τον εξωτερικό χώρο μέχρι που φτάνω στην είσοδο της αληθινής γαλαρίας, απ’ όπου αρχίζει η σήραγγα της σιδηροδρομικής γραμμής. Με το που μπαίνω περπατώντας πάνω στις ράγες μέσα στο σκοτάδι αστράφτει μεμιάς όλη η γαλαρία από αυτόματους λαμπτήρες που φωτίζουν τη διάβαση της γραμμής για τετρακόσια περίπου μέτρα διαγράφοντας μια καμπύλη τροχιά πάνω στις επισανιδωμένες ράγες. Ξαναβγαίνω στο φως από την ανατολική έξοδο της σήραγγας, όπου με υποδέχεται ένας θαυμάσιος ολοπέτρινος πύργος, δυο βήματα πάνω από τη θάλασσα. Η σιδηροδρομική γραμμή συνεχίζει τη μαγευτική της πορεία προς νότο μέχρι που συναντάει το δρόμο, ο οποίος κατηφορίζει από το κάστρο του Πλαταμώνα, με προορισμό τον σιδηροδρομικό σταθμό. Ακολουθώ τις ράγες του τρένου για άλλα 1.800 μέτρα, ώσπου φτάνω πηγαίνοντας παράλληλα με την παράκτια λωρίδα της θάλασσας στο σιδηροδρομικό σταθμό του Πλαταμώνα. Εκεί τερματίζει το οδοιπορικό μου έτσι όπως το είχα σχεδιάσει, από την είσοδο του κάστρου του Πλαταμώνα μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό με ενδιάμεσους σταθμούς το αλσύλλιο του Παντελεήμονα, την πηγή του Ορφέα, την τουριστική Γαλαρία, τη σήραγγα και το σταθμό.
Ε Π Ι Μ Ε Τ Ρ Ο
Για να επιστρέψει κανείς στην είσοδο του κάστρου, όπου θα έχει αφήσει το αμάξι του μπορεί να πάρει τον ασφαλτοστρωμένο ανήφορο, ο οποίος σε τετρακόσια μέτρα φτάνει στην είσοδο του Κάστρου του Πλαταμώνα και να κλείσει μια θαυμάσια κυκλική διαδρομή (γύρο) από το κάστρο μέχρι τη θάλασσα, τη Γαλαρία και το Σταθμό.
Η Γαλαρία η Γραμμή και ο Πύργος χαρακτηρίζονται ως μνημεία (ΦΕΚ 358/Β’/21-3-2005) και προστατεύονται από την Εφορεία Νεοτέρων Μνημείων της Κεντρικής Μακεδονίας, καθώς και από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πιερίας.
Η όλη κατασκευή της Γαλαρίας στηρίζεται σε υπερυψωμένο δάπεδο για την προστασία των γραμμών, ενώ στον πέτρινο τοίχο της σήραγγας υπάρχει μόνιμη έκθεση με ιστορικό υλικό και φωτογραφίες από την ιστορία του μνημείου, με συνέπεια ο χώρος να μεταμορφώνεται σε κέντρο πολιτισμού και αναψυχής.