Εκτός από την κλασσική διαδρομή προς την Πετρόστρουγκα, με αφετηρία την “Γκορτσιά”, ή “Διασταύρωση”, υπάρχει και άλλη μία εξαιρετική, κυκλική διαδρομή. Η αφετηρία της βρίσκεται Β – ΒΔ της Πετρόστρουγκας, 4 περίπου χιλιόμετρα πάνω από την Πηγή Μαστορούλη, σε υψ. 1.100 μ.
Το καλοσηματοδοτημένο μονοπάτι διασχίζει υπέροχα δάση μαυρόπευκων και οξυάς, προικισμένο με άφθονες αγριοφράουλες και διακοσμημένο με αγριολούλουδα και πανέμορφες ορχιδέες, με παγωμένο νερό από την Κλεφτόβρυση αλλά και με την σπηλιά, λημέρι του διαβόητου λήσταρχου Γιαγκούλα.
Η κυκλική επιστροφή, εξίσου συναρπαστική, καταλήγει στο καταφύγιο της Κορομηλιάς.
Μήνας Ιούλης, καρδιά του καλοκαιριού. Η φύση της Σιθωνίας υπήρξε γενναιόδωρη. Προίκισε την ακτή με λευκή αμμουδιά και τυρκουάζ νερά. Μερικά μέτρα πιο πάνω πανύψηλες κουκουναριές δημιουργούν φυσικές ομπρέλλες με ευεργετική σκιά.
Βουτάω στα κρυστάλλινα νερά. Ύστερα βγαίνω στη σκιά των πεύκων και ρεμβάζω. Χωρίς να κοιτάζω το ρολόϊ, χωρίς να με κυνηγάει ο χρόνος. Και χωρίς μπλοκάκι για σημειώσεις. Είναι μια απ’ τις σπάνιες φορές, που ζω συνθήκες αληθινών διακοπών. Που, βέβαια, όπως όλα τα ωραία πράγματα, εξανεμίζονται με την ταχύτητα αστραπής. Συνειδητοποιώ ότι πλησιάζει το τέλος τους με τα λόγια της Άννας.
-Πότε λες να ξεκινήσουμε για τον «Όλυμπο»;
Πετάγομαι αλαφιασμένος. –Για τον Όλυμπο είπες;
-Ναι, το ξέχασες; 18 του Ιούλη σήμερα. Μεθαύριο το πρωί ο Κώστας και ο Νίκος μας περιμένουν για την Πετρόστρουγκα.
Όλυμπος! Είναι στην καρδιά μου από την δεκαετία του ’60, όταν τον πρωτογνώρισα με τον αξέχαστο πατέρα μου. Που για μια 20ετία ήταν ο αναντικατάστατος σύντροφός μου στις αναβάσεις του Ολύμπου. Ξαφνικά γεμίζω με νοσταλγία. Μου έχει λείψει τα τελευταία χρόνια το θεϊκό βουνό.
–Νομίζω πως 7 το πρωί είναι μια λογική ώρα αναχώρησης, λέω στην Άννα.
ΜΕΡΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΛΥΜΠΟ
Δεν είναι εύκολο από τις σαγιονάρες, τις ξαπλώστρες και τις βουτιές να φοράς βαριά ορειβατικά άρβυλα, να ζαλώνεσαι το σακίδιο και να ξεκινάς τις ανηφοριές. Την παραμονή λοιπόν της αναχώρησής μας, σε μια προσπάθεια θεωρητικού «εγκλιματισμού» στις συνθήκες του βουνού, περιδιαβαίνω για μερικές ώρες τις σελίδες του Νίκου Νέζη. Η β’ έκδοση του βιβλίου του για τον Όλυμπο αποτελεί το «ευαγγέλιο» για κάθε ερευνητή, φυσιολάτρη και ορειβάτη του Ολύμπου. Με μεθοδικότητα και πληρότητα που καταπλήσσουν, ο επί 40 χρόνια λάτρης των Ελληνικών βουνών μας χαρίζει στο βιβλίο του μια συνολική και απόλυτα τεκμηριωμένη γνώση για τον Όλυμπο.
Σταχυολογούμε μερικά πολύ συνοπτικά στοιχεία, χρήσιμα πιστεύουμε, όχι μόνον για ορειβάτες αλλά για κάθε Έλληνα φίλο των βουνών.
Γεωγραφία. Ο Όλυμπος βρίσκεται στην ΒΑ πλευρά της Θεσσαλίας και στο ΝΔ άκρο της Κεντρικής Μακεδονίας, στα σύνορα των νομών Λαρίσης και Πιερίας. Η ψηλότερη κορυφή του, ο Μύτικας, απέχει σε ευθεία γραμμή 263χλμ. ΒΔ της Αθήνας, 78χλμ. ΝΔ της Θεσ/νίκης και μόνον 18χλμ. από την παραλία του Λιτοχώρου.
Έκταση. Οι διαστάσεις του Ολύμπου από τα σημεία που αρχίζουν να υψώνονται οι πλαγιές του είναι: Μέγιστο μήκος από Α προς Δ (Λιτόχωρο-Πύθιο) 25χλμ. και μέγιστο πλάτος από Β προς Ν (Στενά Πέτρας-Στενά Διάβας) 30χλμ. Η περίμετρος είναι περίπου 150χλμ. ενώ το εμβαδόν ανέρχεται στα 600 τετρ. χλμ. (600.000 στρέμματα).
Κορυφές. Σε σχέση με το μέγεθός του ο Όλυμπος είναι το πιο πολυκόρυφο βουνό της Ελλάδας, με 132 συνολικά μεγάλου, μεσαίου και χαμηλού ύψους κορυφές. Έτσι οι ψηλές κορυφές (πάνω από τα 2.000 μέτρα) ανέρχονται σε 55 με ψηλότερη τον Μύτικα, το ύψος του οποίου, με νεότερες μετρήσεις, ανέρχεται στα 2.918,8 μέτρα. Οι μέσες κορυφές (μεταξύ 2.000 και 1.000 μέτρων) είναι 58, ενώ οι χαμηλές (κάτω από τα 1.000 μέτρα) είναι μόνον 18.
Γεωλογία-Υδρολογία. Από γεωλογική άποψη ο Όλυμπος ανήκει στα νεώτερα βουνά του κόσμου. Υπολογίζεται ότι άρχισε να σχηματίζεται πριν από 180 εκατ. χρόνια (στη διάρκεια της Τριαδικής Περιόδου) ενώ η κύρια γένεσή του τοποθετείται στην Ηώκαινο Υποπερίοδο (56-38 εκατ. χρόνια). Συγκριτικά αναφέρουμε, ότι η ηλικία της Πάρνηθας υπολογίζεται στα 360 εκατ. χρόνια.
Κατά την Πλειστόκαινο Εποχή (περίπου 500.000 χρόνια πριν) ο Όλυμπος καλύφθηκε από παγετώνες (Πρώτη παγετωνική περίοδος). Τότε ολοκληρώθηκε η κύρια διάβρωση και αποσάθρωση των πετρωμάτων του, σχηματίσθηκαν οι βαραθρώδεις κοιλότητες και οι πολύ απόκρημνες ψηλές κορυφές. Η τήξη των τελευταίων παγετώνων (Τρίτη παγετωνική περίοδος) έγινε μόλις πριν από 10.000-12.000 χρόνια. Ο σκληρός πάγος που βρίσκεται μόνιμα στα «Μεγάλα Καζάνια» ή στις μεγάλες χιονότρυπες, σώζεται πιθανότατα από εκείνη την εποχή.
Τα πετρώματα των δολομιτικών και κρυσταλλικών ασβεστόλιθων που κυριαρχούν στα υψηλότερα τμήματα του Ολύμπου είναι πορώδη και δεν συγκρατούν τα νερά του χιονιού και της βροχής. Έτσι, δεν υπάρχουν πάνω από τα 2.000 μέτρα πηγές. Χαμηλότερα όμως, όπου διεισδύουν και συμπαγή πετρώματα, υπάρχουν αρκετές πηγές. Ο Νέζης αναφέρει 40 πηγές από υψόμετρο 120 έως υψόμετρο 1880 μέτρων (Στράγγος ή Βρύση Αποστολίδη). Αξιοσημείωτο επίσης είναι, ότι ο ποταμός Ενιππέας και τα ρέματα Ορλιά, Αράπη, Αγίας Κόρης και Παπά είναι διαρκούς ροής με λιμνούλες και καταρράκτες.
Χλωρίδα. Οι ποικίλες κλιματικές συνθήκες και οι μεγάλες υψομετρικές διαφορές ευνοούν την ύπαρξη άνω των 1700 ειδών φυτών, που αντιστοιχούν στο 25% περίπου της συνολικής Ελληνικής χλωρίδας. 25 φυτά είναι ενδημικά του Ολύμπου, φυτρώνουν δηλαδή μόνον στον Όλυμπο.
Πανίδα. Αν και δεν έχει γίνει καμιά συστηματική μελέτη, έχουν καταγραφεί 182 είδη. Τα θηλαστικά είναι 34, τα Πτηνά 129, τα Ερπετά 14 και τα Αμφίβια 5.
Εθνικός Δρυμός Ολύμπου. Στις 9.6.1938 θεσμοθετήθηκε ο Όλυμπος ως ο πρώτος στην Ελλάδα Εθνικός Δρυμός με σκοπό την προστασία της γεωμορφολογίας, της πανίδας και χλωρίδας του βουνού. Ο πυρήνας του Δρυμού έχει έκταση 39.880 στρέμματα και περίμετρο 32 περίπου χιλιομέτρων.
Δεν θα επεκταθούμε στην μυθολογία και ιστορία, στις αρχαιολογικές θέσεις, τα χριστιανικά μνημεία και τα τόσα άλλα ενδιαφέροντα του Ολύμπου. Θα περιοριστούμε σε μια επιγραμματική αναφορά των πρώτων αναβάσεων και αναρριχήσεων του βουνού.
Πρώτος σύγχρονος εξερευνητής του Ολύμπου πρέπει να θεωρείται ο Όσιος Διονύσιος, που γύρω στα 1550 έφτασε μέχρι την κορυφή του Προφητηλία στα 2.803μ., όπου έχτισε με ξερολιθιά το ομώνυμο ξωκκλήσι, το ψηλότερο στην Ελλάδα. Η τιμή, ωστόσο, της κατάκτησης του Μύτικα ανήκει στον κυνηγό αγριοκάτσικων Χρήστο Κάκαλο (1882-1976), στον διάσημο Ελβετό φωτογράφο Frederic Boissonas (1858-1946) και στον επίσης Ελβετό συγγραφέα Daniel Baud-Bovy (1870-1958). Μετά από κακές καιρικές συνθήκες και περιπέτειες οι τρεις τολμηροί άνδρες κατακτούν την κορυφή στις 10:25’ το πρωί, στις 2 Αυγούστου του 1913. Ο Χρήστος Κάκαλος ανεβαίνει για τελευταία φορά στον Μύτικα στις 14.9.1972, σε ηλικία 90 ετών!, μαζί με τον Κώστα Ζολώτα. Η ιστορική φωτογραφία περιέχεται στο βιβλίο του Νέζη.
Μετά την πρώτη κατάκτηση ακολουθεί μια ατελείωτη σειρά αναβάσεων στον Μύτικα και στο εξίσου δύσκολο Στεφάνι (2.912μ.), από αμέτρητους ορειβάτες απ’ όλες τις χώρες της υφηλίου.
Τις πρώτες αναρριχητικές διαδρομές στον Όλυμπο αλλά και στην Ελλάδα χαράζει ο Ιταλός δάσκαλος της αναρρίχησης Emilio Comici τον Ιούνιο του 1934. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 80 αναρριχητικές διαδρομές ποικίλων βαθμών δυσκολίας σε ορθοπλαγιές διάφορων κορυφών.
ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ: ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ
Ο περασμένος Μάης εμπλούτισε τις εμπειρίες μας με μια πεζοπορική διαδρομή εκπληκτική. Ήταν η διάσχιση του φαραγγιού με τα 8 πέτρινα γεφύρια στην Άνω Βροντού Σερρών. Εξίσου σημαντική ήταν η γνωριμία μας με τον Νίκο Πετρούδη και τον Κώστα Κουκουρή, ιδεολόγους φυσιολάτρες και ορειβάτες αλλά και υπέροχους ανθρώπους. Η συντροφική πορεία μαζί τους στις απαιτητικές συνθήκες της εξάωρης διαδρομής ήταν μια από τις ωραιότερες εμπειρίες (τεύχος 76, Ιούλ.-Αύγ. 2010).
-Άντε, να περπατήσουμε και στον Όλυμπο μαζί, ήταν τα τελευταία λόγια του Νίκου. Θα πάμε σε μονοπάτια φανταστικά, που δεν είναι ευρύτερα γνωστά.
Πολλές φορές στη ζωή μας, ενθουσιασμένοι από κάποια καινούργια γνωριμία, ανταλλάσσουμε τηλέφωνα και δίνουμε υποσχέσεις που αργότερα μένουν ανενεργές. Εμείς, ευτυχώς, δεν μείναμε στις υποσχέσεις.
Ορίσαμε ως μέρα συνάντησης την 20η Ιουλίου. Και στις 7 το πρωί, αναχωρούσαμε με δυο αυτοκίνητα 4×4 από τη Θεσσαλονίκη για το Δίον.
Αλλεπάλληλες πινακίδες μας οδηγούν στην Δ-ΝΔ έξοδο του Δίου, με κατεύθυνση προς τον Όλυμπο και το Καταφύγιο της Κορομηλιάς. Ένας ασφαλτόδρομος καταλήγει στο εκκλησάκι του Αγ. Κωνσταντίνου, στην αρχή του μονοπατιού προς το Ρέμα του Ορλιά. (Είναι μια καταπληκτική πεζοπορική διαδρομή 2.5-3 περίπου ωρών που οδηγεί στο Καταφύγιο της Κορομηλιάς). Εμείς συνεχίζουμε τον χωματόδρομο, που μετά από 9, όχι πάντα εύκολα χιλιόμετρα, τερματίζει στο Ορειβατικό Καταφύγιο της Κορομηλιάς, σε υψόμετρο 990 μέτρων. Μεγάλο κτίριο, με θέα εκπληκτική στον κάμπο, στη θάλασσα, στις πυκνοδασωμένες Ολύμπιες πλαγιές. Εγκαινιάστηκε το 2008. Ωστόσο, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί χτίστηκε, αφού ποτέ δεν είναι ανοιχτό.
Αφήνουμε εδώ το ένα αυτοκίνητο, επιβιβαζόμαστε στο δεύτερο και επιστρέφουμε στο Δίον. Ύστερα συνεχίζουμε, αρχικά Β προς Καρίτσα και στη συνέχεια Δ προς Βροντού. Ένας ασφαλτόδρομος με κατεύθυνση ΝΔ, μας οδηγεί μετά από 5 περίπου χλμ. σε μια διακλάδωση κομβική. Δεξιά (Δ) ο δρόμος οδηγεί προς Καταφύγιο Κρεβάτια, Αγία Τριάδα και Παλιά Βροντού. Αριστερά (Α) προς Αγία Κόρη, Κλεφτόβρυση και Μαστορούλη. Κατευθυνόμαστε αριστερά, πριν όμως από την άσφαλτο για Αγ. Κόρη, παίρνουμε προς τα δεξιά (Ν) τον χωματόδρομο για Κλεφτόβρυση και Μαστορούλη. Στενός δρόμος με οδόστρωμα καλό αρχικά αλλά αρκετά ανώμαλο στη συνέχεια.
7 περίπου χιλιόμετρα μετά σταματάμε.
–Προτείνω ν’ ανεφοδιαστούμε από τη βρύση Μαστορούλη με βουνίσιο νερό, λέει ο Νίκος.
Μ’ ένα ανηφορικό μονοπάτι φτάνουμε σ’ ένα 5λεπτο στην πηγή. Σε υψόμετρο 960μ. η πηγή Μαστορούλη περιβάλλεται από κέδρα, πυξάρια, μαυρόπευκα και οξυές. Ο τόπος ευωδιάζει από ρίγανη, ενώ το έδαφος είναι διακοσμημένο από κατακόκκινα lilium και πανέμορφες ορχιδέες. Υπέροχο φυσικό περιβάλλον και νερό εκπληκτικό. Πίνουμε όσο μπορούμε και γεμίζουμε κάθε διαθέσιμο παγούρι.
Ο χωματόδρομος συνεχίζει, πολύ δύσβατος πια, ακατάλληλος για συμβατικά αυτοκίνητα. Στα 10.7 χλμ., στο υψηλότερο σημείο της διαδρομής, σταματάμε. Ειν’ ένας αυχένας με μικρό πλάτωμα και στην άκρη εικονοστάσι. Πολύ κοντά μας προς τα ΝΔ διακρίνουμε το μονοπάτι.
11:30’. Ξεκινάμε από υψόμετρο 1100 μέτρων, μπροστά από την κακοποιημένη πινακίδα προς Πετρόστρουγκα. Το μονοπάτι εισχωρεί βαθειά μέσα σε αμιγές δάσος μαυρόπευκων. Χάνεται ο ήλιος. Τον κρύβουν τα πυκνά κλαδιά, τα σύννεφα που έχουν αναπτυχθεί στον ουρανό. Η θερμοκρασία πέφτει αισθητά. Είναι το καλύτερο δώρο της φύσης σ’ αυτό το ζεστό μεσημεράκι του Ιούλη. Ο Νίκος κι ο Κώστας προπορεύονται. Ξαφνικά τους βλέπουμε να σκύβουν στο έδαφος, να ψαχουλεύουν ανάμεσα στα χόρτα. Δεν αργούμε να καταλάβουμε πού οφείλονται τα σκυψίματα και ψαξίματα. Ένα εξασκημένο μάτι μπορεί να ξεχωρίσει ανάμεσα στα χόρτα μικροσκοπικές, κόκκινες πινελιές. Είναι αγριοφράουλες. Αυτό κι αν είναι αναπάντεχο δώρο της φύσης στους πεζοπόρους! Δεν γνωρίζω κανένα άγριο φρούτο με τόσο λεπτό, τόσο ευγενικό άρωμα και γεύση. Ο ρυθμός της πορείας επιβραδύνεται. Δύσκολα μπορεί κανείς ν’ αντισταθεί σε φρουτάκι τόσο υπέροχο, τόσο αγνό.
12:10’. Φτάνουμε σε μεγάλο βράχο που γράφει στην επιφάνειά του με μπογιά «Έλατος-Πετρόστρουγκα». Εδώ το υψόμετρο είναι 1.275μ. Συνεχίζει πάντα το μονοπάτι σε έδαφος χορταριασμένο, μαλακό, ευκολοδιάβατο. Τα μαυρόπευκα ολόγυρά μας ορθώνονται με κορμούς ευθυτενείς.
12:40’. Είμαστε στην διασταύρωση των μονοπατιών της Αγ. Κόρης (το δικό μας) με το μονοπάτι που έρχεται από την πηγή Μαστορούλη. Τόσα μονοπάτια, τόσες διαδρομές! Πανέμορφες και ελάχιστα γνωστές. Χαρίζουμε μια στάση στους εαυτούς μας. Σε υψόμετρο 1400 μέτρων οι αγριοφράουλες εξακολουθούν να μας κρατούν γευστική συντροφιά.
12:55’. Εγκαταλείπουμε τη μακαριότητα, τις αγριοφράουλες και τη χαλάρωση και ξαναπαίρνουμε τις ανηφόρες. Διχάζεται για λίγο η ομάδα. Ο Νίκος με την Άννα ανηφορίζουν Ν προς Κλεφτόβρυση. Εμείς με τον Κώστα φεύγουμε Ν-ΝΔ προς Πετρόστρουγκα. Θα συναντηθούμε αργότερα κάπου ενδιάμεσα. Εμφανίζονται τα πρώτα ρόμπολα με πελώριους κορμούς. Η «Λευκόδερμη Πεύκη», γνωστότερη ως «Ρόμπολο» (Pinus heldreichii ή Pinus leucodermis) είναι το πιο χαρακτηριστικό όσο και εντυπωσιακό δέντρο των μεγάλων υψομέτρων. Το έχουμε συναντήσει σε διάφορα βουνά της Β. Ελλάδας (Όλυμπος, Βασιλίτσα, Σμόλικας, Βάλια Κάλντα) σε υψόμετρα πάνω από τα 1350 μέτρα. Ο Νέζης στο βιβλίο του αναφέρει, ότι η διάπλαση του Ρόμπολου στον Όλυμπο αρχίζει από τα 1.100 και φθάνει μέχρι τα 2.400μ., ενώ από τα 1.700 μέτρα και πάνω είναι το κυρίαρχο δέντρο. Κάποια μεμονωμένα ρόμπολα μπορεί να συναντήσει κανείς και στην αλπική ζώνη του Ολύμπου, μέχρι τα 2.600μ., είναι όμως σε θαμνώδη μορφή.
13:20’. Το μονοπάτι ξαφνικά αλλάζει κατεύθυνση, στρέφει Ν-ΝΑ (αριστερά). Η σήμανση είναι εμφανής, ο Κώστας όμως την συμπληρώνει. Όπως δυο μήνες πριν στο Φαράγγι της Βροντούς, έτσι και τώρα ο Κώστας και ο Νίκος εξακολουθούν να έχουν μαζί τους διάφορα υλικά για να συμπληρώνουν τη σήμανση όπου απαιτείται. 5’ αργότερα φτάνουμε σε αυχένα με υψόμετρο 1.530 μέτρων. Αμέσως μετά αρχίζουμε να κατηφορίζουμε για πρώτη φορά από την αρχή της διαδρομής. Πολύ γρήγορα οι κλίσεις ομαλοποιούνται, βαδίζουμε σ’ ένα θαυμάσιο μονοπάτι, ανάμεσα σε ρόμπολα και μαυρόπευκα. Το ωραιότερο θέαμα αποτελούν τα πάμπολλα νεαρά ρόμπολα, υγιέστατα και πανέμορφα.
13:50’. Το επίπεδο σχεδόν μονοπάτι τερματίζει, στρέφει απότομα ανηφορικά προς τα ΝΔ. Αυτό είναι το σημείο συνάντησής μας με το Νίκο και την Άννα. Λίγα λεπτά μετά ακούμε τις φωνές τους από τα βάθη της ρεματιάς. Καθώς περνάνε τα λεπτά οι φωνές γίνονται δυνατότερες, οι σύντροφοί μας πλησιάζουν.
14:15’. Ο Νίκος και η Άννα, κάθιδροι και ασθμαίνοντες αλλά έκδηλα ικανοποιημένοι φτάνουν στο σκιερό σημείο, όπου εδώ και 25’ τους περιμένουμε με τον Κώστα. Δικαιούνται κι αυτοί μια γενναία στάση.
–Αυτό ειν’ ένα μικρό δώρο απ’ την Κλεφτόβρυση, μου λέει ο Νίκος και μου δίνει ένα παγούρι με νερό απ’ την πηγή.
Είναι πολύ κρύο, έξοχο νερό.
–Απ’ αυτό το νερό έπινε ο διάσημος αρχιληστής Γιαγκούλας, συμπληρώνει ο Νίκος.
Σε υψόμετρο 1.380 μέτρων, μέσα στη χαράδρα η Κλεφτόβρυση, ήταν κοντά σε μια σπηλιά, όπου είχε το λημέρι του ο Φώτης Γιαγκούλας με τους συντρόφους του. Η βρύση έγινε διάσημη, όταν στις 20 Σεπτέμβρη του 1925 σκοτώθηκε εκεί ο Γιαγκούλας με τον Πάντο Μπαμπάνη και τον Τσαμήτρα, σε μάχη με πολυάριθμους χωροφύλακες της περιοχής.
14:30’. Ξεκινάμε και πάλι από υψόμ. 1.500μ. Τα πόδια, μετά τη μεγάλη στάση, έχουν βαρύνει. Το αισθανόμαστε αμέσως στον ανελέητο ανήφορο, που για μισή ώρα δοκιμάζει τις αντοχές μας.
15:00’. Παίρνουμε βαθειές ανάσες σε αυχένα, σε υψόμετρο 1.650μ. Θαυμάζουμε τα ρόμπολα με τους πελώριους κορμούς. Ένα τέταρτο αργότερα συναντάμε επίπεδες πλάκες, όπου οι βοσκοί τοποθετούν αλάτι, απαραίτητο για τα ζώα. Ο ανήφορος εξακολουθεί, συνεχής και κουραστικός. Μεγαλύτερο, ωστόσο, πρόβλημα είναι τα μυγάκια μόνιμα, ενοχλητικά και ατελείωτα, μέσα στα αυτιά, στα ρουθούνια και στα μάτια.
15:50’. Φτάνουμε στον αυχένα «Κόκκαλα», στα 1.825μ. Ο τόπος είναι κεραυνόπληκτος, αρχίζει να θυμίζει έντονα Πετρόστρουγκα. Η ράχη της, άλλωστε, διαγράφεται χαρακτηριστικά στα ΝΑ. Δεξιότερα, στα Ν-ΝΔ, ορθώνεται ο φοβερός, γυμνός όγκος της Σκούρτας, του τελευταίου προμαχώνα πριν από την κατάκτηση του Ολύμπου. Κατηφορίζουμε ελαφρά και συνεχίζουμε στην αντικρινή πλαγιά. Αιωνόβια ρόμπολα, πλούσιο χορτάρι ανασκαμμένο από αγριόχοιρους.
16:30’. Πέντε ώρες μετά την αναχώρησή μας φτάνουμε στην Πετρόστρουγκα. Το αλτίμετρό μου δείχνει 1.900 μέτρα.
ΣΤΗ ΡΑΧΗ ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑΣ
Για όσους, όπως εγώ, έχουν συνηθίσει ν’ ανεβαίνουν στον Όλυμπο από τη διαδρομή «Διασταύρωση – Μπάρμπα – Σπηλιά Ιθακίσιου», η Πετρόστρουγκα είναι σημείο αναφοράς. Μια ράχη επίπεδη σχεδόν, με εξαίρετη θέα στον κάμπο και στο Αιγαίο, κατάσπαρτη με λευκόγκριζους ασβεστόλιθους και διακοσμημένη από τη φύση με ρόμπολα αιωνόβια. Για τους ορειβάτες η Πετρόστρουγκα είναι μια από τις καθιερωμένες στάσεις, μια γερή αναπνοή πριν από την περίφημη Σκούρτα, αυτό τον εχθρικό λόφο, που για πρώτη φορά αποκαλύπτει από τα 2.483μ. της κορυφής του, το υπερθέαμα των ψηλών Ολύμπιων κορυφών.
Επανέρχονται στο νου σκόρπιες αναμνήσεις από τον πατέρα μου, τους τότε βοσκούς της Πετρόστρουγκας, τους παλιούς ορειβάτες του Σ.Ε.Ο. Ποιος ξέρει πόσοι από κείνους τους υπέροχους ανθρώπους ζουν ακόμα και συνεχίζουν ν’ ανηφορίζουν στο αγαπημένο τους βουνό.
–Ελάτε να σας δείξω κάτι παράξενο, λέει ο Νίκος.
Με έκπληξη βλέπουμε ένα μικρό τμήμα οβίδας, σφηνωμένης στον κορμό ενός ρόμπολου. Τόσες φορές στην Πετρόστρουγκα, ποτέ δεν είχε τύχει να την δω αυτή την οβίδα.
–Το καινούργιο καταφύγιο πού είναι; ρωτάω τους φίλους μας.
-Εκεί, λίγο πιο κάτω. Είσαι σίγουρος πως θέλεις να το δεις;
-Μα, βέβαια. Δεκαετίες τώρα είμαι πεπεισμένος για την αναγκαιότητα της ύπαρξής του, που μπορεί σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες, να σώσει και ζωές.
–Ας πάμε λοιπόν, λέει ο Κώστας. Απλά προετοιμάσου γι’ αυτό που θ’ αντικρύσεις.
200 περίπου μέτρα μετά τις στάνες, στο ΝΑ αντιπρανές και λίγο χαμηλότερα, προβάλλει ένα ογκώδες πέτρινο κτίριο, με ισόγειο και δυο ορόφους, πολύ φιλόδοξη κατασκευή. Η εικόνα του από μακρυά κρύβει τις λεπτομέρειες, μπάζα και άχρηστα οικοδομικά υλικά, σκουπίδια που ξεχειλίζουν απ’ το μεγάλο βαρέλι και είναι διάσπαρτα παντού. Ο χώρος του ισογείου, το «καθιστικό» του καταφυγίου δηλαδή, έχει την πόρτα του ανοιχτή. Τζάκι, μερικά σιδερένια κρεβάτια με άθλια στρώματα πεταμένα εδώ κι εκεί, δάπεδο με κάθε είδους σκουπίδια και τοίχοι κατάγραφοι με αναρίθμητες «αναμνηστικές αναφορές» -αρχικά ονομάτων, ημερομηνίες, σύμβολα ή φράσεις- όσων πέρασαν τα τελευταία χρόνια από δω. Που, βέβαια, κάθε άλλο παρά ορειβάτες μπορούν να θεωρηθούν. Αντίθετα, είναι βάνδαλοι, απολίτιστοι, άξεστοι και ανιστόρητοι, που τυχαία και από δυστυχή συγκυρία βρέθηκαν στον «Παρθενώνα της Ελληνικής Φύσης», στο βουνό των Ολύμπιων Θεών.
Εγκαινιάστηκε το 2004 το καταφύγιο. Ο μάστορας μάλιστα φρόντισε να εντοιχίσει -κατά το πρότυπο των παλιών μερακλήδων μαστόρων- τη σχετική χρονολογία με επιμελημένα κεραμιδάκια. Θα περίμενε κανείς, ότι το Καταφύγιο της Πετρόστρουγκας, όπως και το αντίστοιχο της Κορομηλιάς, θα λειτουργούσαν ανελλιπώς και μάλιστα με προδιαγραφές λιτότητας, ζεστασιάς και συντροφικότητας, όπως αρμόζει σε καταφύγια βουνού. Αντί γι’ αυτές τις ρομαντικές έννοιες, έχουμε μπροστά μας την απτή πραγματικότητα.
–Το δυστύχημα είναι, ότι από δω περνάνε και ξένοι ορειβάτες, χιλιάδες κάθε χρόνο, λέει ο Κώστας. Δεν τολμώ να σκεφτώ τι είδους εικόνες και τι εντυπώσεις μεταφέρουν στις πατρίδες τους.
Φεύγουμε σαν κυνηγημένοι. Δεν αντέχουμε να συναπαντηθούμε με την ομάδα των ξένων ορειβατών, που κατηφορίζουν προς το μέρος μας. Στις στάνες της Πετρόστρουγκας οι καλυβούλες των βοσκών δείχνουν αναλλοίωτες στο χρόνο, λιτές, καμωμένες με ταπεινά υλικά. Κάποια ακαταστασία υπάρχει, όχι όμως σκουπίδια.
Σαρακατσάνος αυθεντικός ο Γιώργης Λαφατζής, από πατέρα κι από μάνα. Κάθε χρόνο, με το λιώσιμο των χιονιών, ανηφορίζει με τα πρόβατά του από τον κάμπο. Γύρω στα τελειώματα του Σεπτέμβρη παίρνει την κατηφόρα για ξεχειμώνιασμα στο Δίον.
–40 χρόνια έρχομαι ‘δω πάνω, από το 1969, λέει ο Γιώργης. Έλειψα μόνον την 5ετία 2000-2005.
–Τα βράδια πρέπει να κάνει κρύο, λέει η Άννα.
–Κρύο να δεις! Δεν έχει μια βδομάδα που έβγαλα από πάνω μου τη φλοκάτη. Κράτησα όμως τις δυο κουβέρτες.
Δοκιμάζουμε το τυρί του Γιώργη, αποκλειστικά από πρόβειο γάλα. Πικάντικο και σκληρό, γεύση εξαιρετική. Πριν τον αποχαιρετήσουμε, δεν παραλείπουμε να πάρουμε μαζί μας.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΟΜΗΛΙΑ
17:45’. Ξεκινάμε από τα 1930μ. με κατεύθυνση ΒΑ προς Κορομηλιά.
–Καλή αντάμωση, Γιώργη. Μόλις πιάσουν τα κρύα θα σ’ αναζητήσουμε στο Δίον. Να μας έχεις φυλαγμένο και κατσικίσιο τυρί.
Δροσούλα τούτη την ώρα, ευχάριστο το βάδισμα. Πολύ γρήγορα μπαίνουμε σε δάσος οξυάς. Το μονοπάτι πετρώδες αλλά καλοσχηματισμένο και βατό. Σε πολλά σημεία είναι καλυμμένο από ξερόφυλλα οξυάς. Κερδίζουμε με μεγάλη ταχύτητα υψόμετρο, οι κλίσεις είναι πολύ έντονες στην κατάβαση. Η αντίστροφη πορεία θα είναι πραγματική δοκιμασία. Στα 1.640μ. μπαίνουμε σε μεικτό δάσος μαυρόπευκων, ρόμπολων και οξυάς.
18:20’. Φτάνουμε σε αυχένα, στα 1.600μ. Δυο παγκάκια κάτω από αιωνόβια οξυά, τοπίο ειδυλλιακό, θέες εκπληκτικές.
–Ελάτε να σας δείξω ένα άγνωστο μονοπάτι, λέει ο Νίκος.
Μερικές δεκάδες μέτρα ανηφορικά δεξιά, συναντάμε μεγάλο βράχο με κόκκινα σημάδια.
–Είναι παλιό μονοπάτι, που το σημάδεψα ως την Μπάρμπα. Λιγότερο από μιάμιση ώρα μέχρι εκεί.
Το μονοπάτι, πάντα βατό κι ελικοειδές, διασχίζει αμιγές δάσος οξυάς. Είναι μια απίστευτα ωραία διαδρομή, που λίγο αργότερα εισχωρεί σε δάσος με πανύψηλα μαυρόπευκα.
19:45’. Δυό ώρες μετά την αναχώρησή μας βρισκόμαστε μπροστά στο καταφύγιο της Κορομηλιάς. Έχουμε έτσι ολοκληρώσει μια κυκλική διαδρομή σε μερικά από τα ωραιότερα τοπία και μονοπάτια του Β-ΒΑ ορεινού όγκου του Ολύμπου.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΩΝ
ΑΝΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ
Αφετηρία: Ανώνυμος αυχένας 4 περίπου χλμ. πάνω από Πηγή Μαστορούλη. Υψ. 1.100μ.
Τερματισμός: Ράχη Πετρόστρουγκας. Υψ. 1.930μ.
Υψομετρική διαφορά: +830μ.
Μονοπάτι: Εμφανές και βατό, σήμανση επαρκής.
Πορεία: Πολύ ευχάριστη, με μεγάλα τμήματα στη σκιά. Κατά τόπους κουραστική εξαιτίας έντονων κλίσεων.
Χρόνος: Χωρίς στάσεις +-4 ώρες.
Αξιοθέατα: Θαυμάσιες διασχίσεις δασών, ιστορική Κλεφτόβρυση, σημεία θέας, πανέμορφη Ράχη Πετρόστρουγκας και γραφικές στάνες. Δυνατότητα συνέχισης για τα υψίπεδα του Ολύμπου.
Μειονεκτήματα: Απαράδεκτη κατάσταση Καταφυγίου Πετρόστρουγκας.
ΚΑΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΤΡΟΣΤΡΟΥΓΚΑ
Αφετηρία: Ράχη Πετρόστρουγκας. Υψ. 1.930μ.
Τερματισμός: Καταφύγιο Κορομηλιάς. Υψ. 990μ.
Υψομ. Διαφορά: 940μ.
Μονοπάτι: Εμφανές με σήμανση επαρκή.
Πορεία: Εύκολη γενικά και πολύ ευχάριστη. Μεγάλα διαστήματα στη σκιά. Υπάρχουν τμήματα με έντονες κλίσεις και ελαφρά κακοτράχαλο μονοπάτι.
Χρόνος: Χωρίς στάσεις +-2 ώρες.
Αξιοθέατα: Εκπληκτικά δάση ρόμπολου, μαυρόπευκων και οξυάς. Θέες Ολύμπου και μακρινού ορίζοντα.
Μειονεκτήματα: Έλλειψη πηγαίου νερού στη διαδρομή. Καταφύγιο Κορομηλιάς κλειστό
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η ανάβαση στην Πετρόστρουγκα από τα υψίπεδα της Βροντούς και η επιστροφή στα υψίπεδα του Δίου συνιστά μια εξαιρετική και όχι ιδιαίτερα γνωστή κυκλική διαδρομή, με συνεχείς αποκαλύψεις νέων τοπίων και εικόνων υψηλού φυσικού κάλλους του Ολύμπου. Με στάσεις ικανοποιητικής διάρκειας απαιτείται χρόνος τουλάχιστον 8 ωρών. Αυτονόητη η καλή φυσική κατάσταση και η πρόβλεψη επαρκούς ποσότητας νερού. Μειονέκτημα οι αρκετά δύσβατοι χωματόδρομοι των 20 συνολικά χιλιομέτρων ως τα σημεία αφετηρίας και τερματισμού και η αναγκαιότητα ύπαρξης και δεύτερου αυτοκινήτου.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Οφείλουμε πολλές ευχαριστίες στον Νίκο Πετρούδη και Κώστα Κουκουρή, που για άλλη μια φορά έθεσαν στη διάθεσή μας το χρόνο και την ορειβατική τους εμπειρία για την πραγματοποίηση της υπέροχης πορείας στα μονοπάτια του Ολύμπου.
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙΣΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Νίκος Νέζης, «Όλυμπος», εκδ. ΑΝΑΒΑΣΗ, β’. εκδ. ΑΘΗΝΑ 2003
-Νίκος Χαρατσής, «ΟΔΗΓΟΣ ΟΛΥΜΠΟΥ ΓΙΑ ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΕΣ», Α! εκδ., Βόλος 1998
-Γ. Χατζής – Μ. Τερζόπουλος, «ΓΙΑΓΚΟΥΛΑΣ, λήσταρχοι του Ολύμπου», εκδ. ΜΑΤΙ, Κατερίνη 1991
Αποστάσεις Δίου:
Από Θεσσαλονίκη: 95χλμ.
Από Αθήνα: 420χλμ.