-Το φετινό Δεκαπενταύγουστο, το Καταφύγιο του Γιώσου Αποστολίδη γιορτάζει τα 50 χρόνια, μας ανακοίνωσε ο Ανέστης Γιαννικόπουλος, Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών Θεσσαλονίκης (Σ.Ε.Ο.) Μήπως θα σας ενδιέφερε ναρθείτε;
Η πρόσκλησή του ήταν δελεαστική κι έγινε δεκτή στη στιγμή. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που το καταφύγιο αυτό υπήρξε άρρηκτα συνδεδεμένο με τις πρώτες αναβάσεις μου στον Όλυμπο. Με τη συντροφιά, πάντα του αείμνηστου πατέρα μου από το μακρινό 1970 και μετά. Τότε που το καταφύγιο ήταν ακόμη στα πρώτα στάδια λειτουργίας του, με τις παροχές και ανέσεις να είναι οι στοιχειώδεις και βασικές.
Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012
Ξεκίνησα μόνος πρωί-πρωί από την θέση «Γκορτσιά» στα 1060 μ. μετά την Διασταύρωση και πριν τα Πριόνια για το οροπέδιο των Μουσών. Τις προηγούμενες μέρες όλα τα δελτία πρόγνωσης καιρού προέβλεπαν ακραία καιρικά φαινόμενα με καταρρακτώδεις βροχές, δρόλαπες και πυκνές ριπές κεραυνών που θα σαρώσουν από σήμερα και για τις επόμενες τρεις ημέρες τον Όλυμπο. Αποθαρρυμένοι οι περισσότεροι φίλοι και συνοδοιπόροι ακύρωσαν την προγραμματισμένη για σήμερα κοινή ανάβασή μας στο καταφύγιο «Γιώσος Αποστολίδης».
Αντίθετα με όλες τις προβλέψεις η μέρα ήταν ιδανική για πεζοπορία. Οι ακτίνες του ήλιου τρύπαγαν τις φυλλωσιές των δένδρων και ένα ελαφρύ αεράκι δρόσιζε το γνώριμό μου μονοπάτι. Το ίδιο μονοπάτι που πριν από 50 χρόνια δρασκέλιζαν οι ορειβάτες του νεοσύστατου τότε Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών Θεσσαλονίκης (Σ.Ε.Ο.) για να εγκαινιάσουν στον Όλυμπο το πρώτο τους καταφύγιο.
Οι σκέψεις μου πέταξαν στο παρελθόν, όταν δύο μόλις χρόνια μετά την ίδρυσή του ο Σ.Ε.Ο., το καλοκαίρι του 1959 με πρωτεργάτες τα μέλη του Γιώσος Αποστολίδης και Καραμπέτ Αρζουμανιάν, κατασκεύασε στο οροπέδιο των Μουσών μια λιτή πέτρινη καλύβα χωρητικότητας 15 ατόμων για τις ανάγκες του ορειβατικού κόσμου, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη το πλησιέστερο καταφύγιο ήταν αυτό του «Σπήλιου Αγαπητού», δύο ώρες χαμηλότερα. Η «ορειβατική καλύβα» όπως αυτή αμέσως ονομάστηκε, τέθηκε σε ελεύθερη χρήση όλων των ορειβατών. Παρότι απαραίτητη για τις χειμερινές αναβάσεις στον Όλυμπο, η ανέγερσή της προκάλεσε την αντίδραση «κάποιων» που κατήγγειλαν το γεγονός στην Νομαρχία Πιερίας και πίεσαν για την κατεδάφισή της ως αυθαίρετο κτίσμα. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς αναπάντεχα νέα, που άφησαν όλο τον ορειβατικό κόσμο της πόλης άφωνο, έφθασαν στη Θεσσαλονίκη. Η Νομαρχία, μετά από συνοπτικές διαδικασίες, ανατίναξε την ορειβατική καλύβα που με τόσο κόπο και για το καλό όλων των ορειβατών έφτιαξε ο Σ.Ε.Ο.
Οι σκέψεις μου διακόπηκαν από ομιλίες. Είχα φθάσει στην θέση «Κόκα» στα 1670 μ. την αγαπημένη στάση όλων των ορειβατών με τα δύο παγκάκια και την όμορφη θέα προς τις κορυφές «Καλόγερος», «Κακάβρακας» και «Αγ. Αντώνιος». Σταμάτησα για λίγο και κάθησα στο παγκάκι ανάμεσα σε μια ομάδα νεαρών, που αψηφώντας τις προβλέψεις κατακλυσμού των δελτίων καιρού, ανέβαιναν στο καταφύγιο. Απόλαυσα ένα φρούτο ενώ μας προσπέρασαν οκτώ μουλάρια φορτωμένα με τρόφιμα για το καταφύγιο. Ο αγωγιάτης καβάλα στο δεύτερο μουλάρι τα παρότρυνε και τα καθοδηγούσε με φωνές και φοβέρες.
Σηκώθηκα, αποχαιρέτησα την νεαρή ομάδα που απολάμβανε ακόμη την θέα και συνέχισα το ανηφορικό μονοπάτι πίσω από τα μουλάρια. Η σκέψη μου ξαναγύρισε στα γεγονότα που πριν από 52 χρόνια συντάραξαν και δίχασαν τον ορειβατικό κόσμο της Ελλάδας. Η ανατίναξη της ορειβατικής καλύβας του Σ.Ε.Ο. στο οροπέδιο των Μουσών, οργανωμένη από την τοπική χωροφυλακή και με την συνδρομή ορειβατών που θεωρούσαν τον Όλυμπο κτήμα τους, οδήγησε στη συσπείρωση του κόσμου του Σ.Ε.Ο. Η ανάγκη ύπαρξης ενός ορεινού καταφυγίου στο αφιλόξενο περιβάλλον του οροπεδίου για την προστασία των ορειβατών στις χειμερινές τους αναβάσεις στην ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου τον Μύτικα ήταν επιτακτική. Οι άνθρωποι του Σ.Ε.Ο. δέχθηκαν την πρόκληση των Αρχών και αποφάσισαν να αντιδράσουν δυναμικά. Τον χειμώνα του ’59 πάρθηκε η απόφαση της ανέγερσης ενός μεγάλου και σύγχρονου καταφυγίου σε αντικατάσταση της ανατιναγμένης ορειβατικής καλύβας. Το 1960 βρέθηκε οικόπεδο στο διάσελο μεταξύ των κορυφών προφ. Ηλίας και Τούμπα σε υψόμετρο 2700 μ., πάνω από το οροπέδιο των Μουσών και αντίκρυ στο Στεφάνι. Τα χρήματα για την αγορά μαζεύτηκαν γρήγορα από προσφορές των θεσσαλονικέων ορειβατών και την στήριξη της ομοσπονδίας φυσιολατρικών και ορειβατικών σωματείων (σημερινής Ο.Φ.Ο.Ε.Σ.Ε.). Εκπονήθηκαν οι μελέτες και εκδόθηκε άδεια ανέγερσης διώροφου καταφυγίου από την αρμόδια υπηρεσία του Ε.Ο.Τ. Ο δρόμος για την πραγματοποίηση του ονείρου των ορειβατών του συλλόγου μας είχε ανοίξει και η ολοκλήρωσή του εξαρτιόταν πλέον από τους ίδιους.
Τον συντονισμό του μεγαλόπνοου και δύσκολου εγχειρήματος της κατασκευής του καταφυγίου ανέλαβε ο εμπνευστής του και καρδιά του Συλλόγου Γιώσος Αποστολίδης. Με δεξί χέρι τον σύντροφο των βουνών Καραμπέτ Αρζουμανιάν οργάνωσε την χρηματοδότηση, την αγορά και την μεταφορά με μουλάρια των απαιτούμενων οικοδομικών υλικών καθώς και τα συνεργεία που θα εργάζονταν στην κατασκευή του πρώτου καταφυγίου του Σ.Ε.Ο. Την άνοιξη του 1961, πριν καλά-καλά λιώσουν τα χιόνια, οι Γιώσος και Καραμπέτ έκλεισαν τα καταστήματά τους και εγκαταστάθηκαν στον Όλυμπο. Σύντομα άρχισαν να ανεβαίνουν και τα μουλάρια φορτωμένα με τα απαραίτητα οικοδομικά υλικά. Μαζί τους ανέβηκε και ομάδα ασβεστάδων από το Ασβεστοχώρι. Κατασκευάστηκε το καμίνι και άρχισε το λιώσιμο της πέτρας που αφθονεί στον περίγυρο για την παρασκευή ασβέστη. Ο βράχος αντιστάθηκε στις αξίνες, αλλά τελικά υπέκυψε στην ορμή των εθελοντών σκαπανέων. Τα θεμέλια είχαν διανοιχθεί και το έργο ξεκίνησε. Όλο το καλοκαίρι οι Γιώσος και Καραμπέτ δεν άφησαν το γιαπί. Οι εθελοντές αντικαθιστούσαν ο ένας τον άλλο και μέρα με τη μέρα πλήθαιναν δίνοντας την απαραίτητη δυναμική και ταχύτητα στις εργασίες. Το καλοκαίρι τέλειωσε γρήγορα και με τα πρώτα χιόνια του Οκτώβρη η ανοικοδόμηση έπρεπε να σταματήσει.. Το ραντεβού ανανεώθηκε για την επόμενη άνοιξη, καιρός να δουν ξανά τις δουλειές και τα σπίτια τους. Ανήσυχοι χαρακτήρες οι δύο πρωτομάστορες του εγχειρήματος δεν άφησαν τον χειμώνα να φύγει ανεκμετάλλευτος. Με την εμπειρία που είχαν αποκτήσει από τις δυσκολίες στο κτίσιμο το προηγούμενο καλοκαίρι, προγραμμάτισαν με τον καλύτερο τρόπο τις εργασίες της επόμενης χρονιάς και έθεσαν σαν στόχο τουλάχιστον το ισόγειο να είναι έτοιμο της Παναγιάς.
Τον Ιούνιο του 1962, μόλις έλιωσαν τα χιόνια και ελευθερώθηκε το μονοπάτι για τα μουλάρια, συνεχίστηκαν πυρετωδώς οι εργασίες κατασκευής του καταφυγίου. Οι προσκλήσεις που καλούσαν όλους τους ορειβατικούς συλλόγους στα εγκαίνια του καταφυγίου είχαν ήδη τυπωθεί. Πλήθος απλών ορειβατών και εκπροσώπων ορειβατικών συλλόγων μαζεύτηκε στο οροπέδιο τον Δεκαπενταύγουστο για να γιορτάσουν με τον Σ.Ε.Ο. μαζί με την Κοίμηση της Θεοτόκου και τα εγκαίνια του ισογείου του πρώτου καταφυγίου του. Στο μυαλό μου ήρθαν οι παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του αρχείου του συλλόγου, που απεικονίζουν χαμογελαστά πρόσωπα, σκαμμένα από την παρατεταμένη εργασία και υπερπροσπάθεια στο βουνό, πρόσωπα γεμάτα ικανοποίηση και περηφάνια για την επίτευξη του στόχου της ολοκλήρωσης του ισογείου του καταφυγίου. Ο ορειβατικός κόσμος είχε πλέον το πρώτο του «σπίτι» στη σκιά του Μύτικα. Εκεί μπήκε και ο νέος στόχος. Του χρόνου τέτοια μέρα να είναι έτοιμος και ο πάνω όροφος, ώστε να έχει ολοκληρωθεί το καταφύγιο.
Ξαναγύρισα στο μονοπάτι καθώς δυσκόλεψε απ’ τα διάσπαρτα βράχια που κυριάρχησαν στο τοπίο. Έφθασα στην Πετρόστρουγκα στα 1830 μ.. Εδώ τα έλατα είναι αραιά και ταλαιπωρημένα από τους πολλούς κεραυνούς που σε καιρό καταιγίδας βομβαρδίζουν το πλάτωμα. Μπήκα στο καινούργιο πέτρινο διώροφο καταφύγιο δυναμικότητας 60 κλινών που μετά από πολλές περιπέτειες ξεκίνησε επιτέλους φέτος να λειτουργεί. Το καταφύγιο της Πετρόστρουγκας άρχισε να κατασκευάζεται το 2003 από το Δασαρχείο Πιερίας. Το 2006 είχε σχεδόν ολοκληρωθεί αλλά η λειτουργία του ανεστάλη λόγω ασυμφωνίας Δασαρχείου και εργολάβου κατά την παράδοση- παραλαβή του έργου. Τέλος αυτό παραχωρήθηκε στον Δήμο Λιτοχώρου, που το μίσθωσε στην Ομάδα Διάσωσης. Προμηθεύτηκα νερό, τους ευχήθηκα να’ ναι πάντα γεμάτοι και συνέχισα στο μονοπάτι. Λίγο πιο πέρα είδα καπνό να ανεβαίνει από το μαντρί του Γιώργου. Ο Γιώργος Λαφατζής είναι εγκατεστημένος στην Πετρόστρουγκα εδώ και 43 χρόνια, από το 1969 όπως λέει. Περήφανος Σαρακατσάνος, δεν παύει να μου διηγείται κάθε φορά που συναντιόμαστε για τους Σαρακατσάνους ήρωες του ’21. Σήμερα σειρά είχε ο Κατσαντώνης. Μου πρόσφερε χορτοτυρόπιτα που μόλις έβγαλε η νύφη του από τον αυτοσχέδιο υπαίθριο ξυλόφουρνο και ξεδίψασα με το δροσερό αριάνι παραγωγής του. Οι δύο γιοί του ήσαν με τα πρόβατα που φέτος έφθασαν τα 700. Τον ρώτησα για τον καιρό και αντίθετα με τις προγνώσεις των ειδικών με διαβεβαίωσε ότι ο καιρός θα «κρατήσει» τις επόμενες μέρες. Λες; Τον αποχαιρέτησα και συνέχισα την μοναχική μου πορεία προς την Σκούρτα.
Γρήγορα ο νους μου γύρισε 50 χρόνια πίσω, όταν τα μουλάρια ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι ανέβαζαν τα οικοδομικά υλικά για την ολοκλήρωση του καταφυγίου. Το καμίνι δίπλα στο καταφύγιο έφτιαχνε ασβέστη και οι τεχνίτες με τους εθελοντές ορειβάτες μοχθούσαν από το χάραμα ως τη δύση. Πανταχού παρόντες οι Γιώσος και Καραμπέτ επέβλεπαν και συντόνιζαν το έργο. Και πράγματι τον Αύγουστο του 1963 παραδόθηκε και ο δεύτερος όροφος. Το καταφύγιο στην αρχική του μορφή είχε ολοκληρωθεί. Με δυναμικότητα 90 κλινών ήταν από τα μεγαλύτερα της εποχής και παραμένει ακόμη και σήμερα το σε μεγαλύτερο υψόμετρο κτίσμα στα Βαλκάνια. Βέβαια υπήρχε το επιτακτικό πρόβλημα της έλλειψης νερού στο άνυδρο οροπέδιο, αλλά ο Γιώσος είχε λύσεις για όλα. Η συλλογή των νερών από το λιώσιμο του χιονιού στα ριζά του Στεφανιού έδωσε το αναγκαίο νερό στο νέο καταφύγιο.
Όμως η ψυχή του καταφυγίου, ο Γιώσος Αποστολίδης, δεν πρόλαβε να χαρεί το έργο του. Την επόμενη χρονιά ο χειμώνας ήταν βαρύς και το Πάσχα του 1964 τα χιόνια δεν είχαν λιώσει ακόμη. Ο Γιώσος μαζί με δύο νεαρούς ορειβάτες επιχείρησε ανάβαση στο Μύτικα. Η προσπάθειά τους είχε τραγικό τέλος. Παρασυρμένος στο Λούκι από τα χιόνια που έπεσαν ο Γιώσος άφησε την τελευταία του πνοή στο αγαπημένο του βουνό και πέρασε στον κόσμο του θρύλου. Όλος ο ορειβατικός κόσμος θρήνησε τον πρόωρο χαμό του Γιώσου και ο Σ.Ε.Ο. σαν ελάχιστη ένδειξη τιμής και αναγνώρισης, έδωσε στο καταφύγιο το όνομά του και έκτοτε αυτό ονομάζεται καταφύγιο ¨Γιώσος Αποστολίδης¨.
Δίχως να το καταλάβω πέρασα την Σκούρτα (που σημαίνει στερνή κόρη), κατηφόρισα στον Λαιμό και ανέβηκα τα Καγκέλια. Φθάνοντας στο πέρασμα του Γιώσου παρατήρησα για άλλη μια φορά το σταθερό πετρόκτιστο μονοπάτι που σε περνά απέναντι πάνω από μια επικίνδυνη σάρα. Το έφτιαξε κι’ αυτό ο Γιώσος για να περνούν οι ορειβάτες και τα μουλάρια στο δρόμο τους προς το καταφύγιο. Ανηφόρισα στο οροπέδιο των Μουσών με κατεύθυνση το καταφύγιο που από τότε δέχθηκε πολλές προσθήκες και βελτιώσεις. Μεγάλωσε η κουζίνα, κτίστηκε πτέρυγα λουτρών και χώρων υγιεινής, προστέθηκε χώρος εστίασης που το χειμώνα παραμένει ανοικτός σαν καταφύγιο ανάγκης για την επιβίωση των ορειβατών τις παγωμένες νύχτες, δημιουργήθηκαν δεξαμενές συλλογής νερού για τις αυξημένες ανάγκες του καταφυγίου, τοποθετήθηκε συστοιχία φωτοβολταϊκών και ανεμογεννήτριας για την παραγωγή φιλικού στο περιβάλλον (πράσινου) ηλεκτρισμού και συνδέθηκε τηλεφωνικά με το δίκτυο του Ο.Τ.Ε.
Έφθασα στο καταφύγιο κοντά στο μεσημέρι. Έξω από την τζαμαρία με υποδέχθηκε η ομάδα των αναρριχητών που ήρθε από χθες. Κάθισα έξω μαζί τους απολαμβάνοντας την λιακάδα με ένα ποτηράκι τσίπουρο στο χέρι. Ως το απόγευμα είχαμε συγκεντρωθεί κάμποσοι. Το βράδυ έβρεξε για μισή ώρα, αλλά τίποτε παραπάνω.
Σάββατο 11 Αυγούστου 2012
Πώς να μην είσαι ευδιάθετος όταν σε ξυπνά ένας ζεστός ήλιος που προμηνύει μια λαμπρή μέρα; Στο πρόγευμα συζητήσαμε για το σημερινό πρόγραμμα. Ο Πάρης Σκουτέλης με την σχοινοσυντροφιά του αρματώθηκαν και έφυγαν για το Λούκι Τριβάδας με το δρόμο του Νάτση που βγάζει στην κορυφή του Μύτικα. Εμείς προμηθευτήκαμε κράνη από το καταφύγιο και ξεκινήσαμε για το Λούκι του Μύτικα. Τα βράχια ήταν στεγνά και ανεβήκαμε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία στην κορυφή. Από εκεί διασχίσαμε τη Σκάλα και ανηφορίσαμε το μονοπάτι ως το Σκολιό από όπου απολαύσαμε την μοναδική θέα στα Μεγάλα Καζάνια που ¨κόχλαζαν¨ εγκλωβίζοντας τα σύννεφα στον κόρφο τους. Εδώ κατά τον μύθο βρίσκονταν τα εργαστήρια του Ήφαιστου. Συνεχίσαμε στο Ε4 και στα Ζωνάρια μας τύλιξε πυκνή ομίχλη που μας βοήθησε να πλησιάσουμε στα 10 μέτρα δύο αγριοκάτσικα. Η μάνα με το μικρό της μας αντιλήφθηκαν την τελευταία στιγμή και μετά από λίγα δευτερόλεπτα δισταγμού και με τον πρώτο ανεπαίσθητο ήχο της φωτογραφικής μηχανής, χάθηκαν στην ομίχλη. Επιστρέψαμε στο καταφύγιο μετά από 5 ώρες πορείας.
Το βραδάκι ανάψαμε φωτιά μπροστά από το καταφύγιο για να γιορτάσουμε γύρω της τα 50 χρόνια από την λειτουργία του, αλλά μια ξαφνική βροχή μας τα χάλασε. Δύο κεραυνοί έπεσαν στο καταφύγιο που ευτυχώς προστατεύεται από αλεξικέραυνο. Προς στιγμήν σκοτάδι, αλλά μόλις σηκώνουμε τον γενικό διακόπτη εγένετο φως. Τέσσερα καλαίσθητα panel αναρτημένα στους τοίχους της τραπεζαρίας απεικόνιζαν με φωτογραφίες και κείμενα της εποχής το ιστορικό της ανέγερσης του καταφυγίου. Διηγήθηκα την επική προσπάθεια του νεοϊδρυθέντος τότε Συλλόγου μας στην ανέγερση του καταφυγίου επεξηγώντας τις ασπρόμαυρες μεγεθυσμένες φωτογραφίες. Όταν έφθασα στην φωτογραφία των εγκαινίων του καταφυγίου, ο παρευρισκόμενος Κώστας Τριανταφυλλίδης αναγνώρισε στο πρόσωπο ενός νεαρού τον εαυτό του 50 χρόνια πριν. Με την ευκαιρία μας μίλησε για τις προσωπικές του αναμνήσεις από τον Γιώσο. Ακολούθησε προσφορά πίτας και γλυκού συνοδευόμενα με λίγο κόκκινο κρασί ενώ έξω η καταιγίδα μαινόταν.
Κυριακή 12 Αυγούστου 2012
Ξημέρωσε η τελευταία μέρα και έξω είναι χαρά θεού. Πίνω τον καφέ μου αγναντεύοντας το Στεφάνι με τα βράχια του να κοκκινίζουν στον πρωινό ήλιο και το ανάγλυφο ¨πορτραίτο¨ του Δία να μου κλείνει το μάτι. Οι προγνώσεις των ειδικών της Ε.Μ.Υ. έπεσαν τελείως έξω. Από εδώ και πέρα για τον καιρό στον Όλυμπο θα συμβουλεύομαι τον τσέλιγκα της Πετρόστρουγκας Γιώργο Λαφατζή.