Όταν σκεφτόμαστε ένα μουσείο έρχεται στο μυαλό μας η εικόνα ενός όμορφου κτιρίου, με μια συλλογή αντικειμένων, προσεκτικά τοποθετημένων μέσα στο χώρο, με σκοπό να προβληθεί κάποια περίοδος της ιστορίας του ανθρώπου, του φυσικού περιβάλλοντος ή κάποια συλλογή. Ένα Οικομουσείο, παρόλο που διατηρεί όλα τα άλλα χαρακτηριστικά ενός μουσείου, ανατρέπει τα παραδοσιακά πλαίσια και με αφετηρία την ίδια την τοπική κοινωνία και το πώς ορίζει την ιδιαίτερη ταυτότητά της, εκθέτει επιλεγμένα στοιχεία στον ανοιχτό χώρο. Οικοτόποι, ιστορικά κτίρια, χώροι παραγωγής προϊόντων, μαρτυρίες κατοίκων κ.α. αποτελούν τα «εκθέματα» ενός οικομουσείου τα οποία, ακολουθώντας ένα θέμα και μια δομημένη αφήγηση, ξετυλίγουν πτυχές της ταυτότητας ενός τόπου.
Όταν σκεφτόμαστε ένα μουσείο έρχεται στο μυαλό μας η εικόνα ενός όμορφου κτιρίου, με μια συλλογή αντικειμένων, προσεκτικά τοποθετημένων μέσα στο χώρο, με σκοπό να προβληθεί κάποια περίοδος της ιστορίας του ανθρώπου, του φυσικού περιβάλλοντος ή κάποια συλλογή. Ένα Οικομουσείο, παρόλο που διατηρεί όλα τα άλλα χαρακτηριστικά ενός μουσείου, ανατρέπει τα παραδοσιακά πλαίσια και με αφετηρία την ίδια την τοπική κοινωνία και το πώς ορίζει την ιδιαίτερη ταυτότητά της, εκθέτει επιλεγμένα στοιχεία στον ανοιχτό χώρο. Οικοτόποι, ιστορικά κτίρια, χώροι παραγωγής προϊόντων, μαρτυρίες κατοίκων κ.α. αποτελούν τα «εκθέματα» ενός οικομουσείου τα οποία, ακολουθώντας ένα θέμα και μια δομημένη αφήγηση, ξετυλίγουν πτυχές της ταυτότητας ενός τόπου.
Αν και τα οικομουσεία, ως θεσμός, υπάρχουν ήδη από τη δεκαετία του 1970 παραμένουν ακόμη μια σχετικά νέα έννοια. Σήμερα, λειτουργούν σε όλο τον κόσμο εκατοντάδες οικομουσεία, οργανωμένα γύρω από κάθε λογής θέματα. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στο σχεδιασμό και τη διαχείρισή τους καθώς και ο ορισμός της πολιτιστικής κληρονομιάς όχι μόνο ως φορέα διατήρησης της μνήμης, της ταυτότητας και του περιβάλλοντος ενός τόπου αλλά και ως πόρου για την αειφόρο ανάπτυξη και την ευημερία. Συνδέοντας υπάρχουσες δομές και δημιουργώντας καινούργιες, τα Οικομουσεία έχουν ως στόχο την ερμηνεία και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω της στήριξης παραδοσιακών επαγγελμάτων, της καταγραφής και διατήρησης της ιστορικής μνήμης, της αναβίωσης τοπικών εκδηλώσεων και της προστασίας και ανάδειξης του φυσικού περιβάλλοντος.
Στην Ευρώπη υπάρχουν τουλάχιστον διακόσια Οικομουσεία, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν το Οικομουσείο Μπατάνα στην Κροατία και το Οικομουσείο του Κασεντίνο στην Ιταλία. Το πρώτο, βρίσκεται σε μια μικρή πόλη, το Ροβίνζ, και είναι αφιερωμένο σε μια τοπική, παραδοσιακή, ξύλινη βάρκα, την «Μπατάνα», επιλεγμένη από τους κατοίκους ως σύμβολο του τόπου τους. Με έναν συνδυασμό μόνιμων εκθέσεων, θεματικών διαδρομών και εκδηλώσεων, εξιστορεί το διαχρονικό δεσμό του τοπικού πληθυσμού με τη θάλασσα και τη ναυτιλία. Η ενεργός συμμετοχή των κατοίκων του Ροβίνζ, ως και 100 εθελοντές, κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, δίνουν στο Οικομουσείο Μπατάνα μια ζωντάνια και δυναμική που συνεισφέρει όχι μόνο στη διατήρηση και αναβίωση της πολιτιστικής τους παράδοσης αλλά και στην αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής μέσω του εναλλακτικού τουρισμού. Το Οικομουσείο του Κασεντίνο, είναι παλιότερο και μεγαλύτερο σε εμβέλεια, βρίσκεται στην αρχή της κοιλάδας του Κασεντίνο και ενώνει, δήμους και κοινότητες σε ένα ενιαίο δίκτυο μουσείων, συλλογών και θεματικών διαδρομών με θέματα την αρχαιολογία, τον πολιτισμό των κάστρων, το νερό, το δάσος, την αγροτική παραγωγή και τη βιομηχανία. Μέσω του Οικομουσείου αυτού έχουν αναζωογονηθεί εγκαταλελειμμένες περιοχές και παραγωγικές δομές όπως νερόμυλοι και κάστρα. Επίσης έχουν καταγραφεί παλαιότερα επαγγέλματα και έχει γίνει προσπάθεια να διασωθεί η τέχνη και γνώση αυτών. Συνδυάζοντας, λοιπόν, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και ενισχύοντας την επαφή της κοινότητας με το περιβάλλον και τον πολιτισμό της, τα οικομουσεία μπορούν να αποτελέσουν εργαλείο για στοχευμένες πρωτοβουλίες και δράσεις αειφορικής ανάπτυξης μιας περιοχής. Στην Ελλάδα υπάρχουν τέσσερα Οικομουσεία σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης, στην Ρόδο, στ
Γιατί όμως να δημιουργηθεί ένα οικομουσείο στον ποταμό Αώο? Ο ποταμός Αώος είναι ένα από τα πιο μαγευτικά ποτάμια της Ευρώπης, διασχίζει και σμιλεύει μεγαλόπρεπα βουνά, εντυπωσιακές χαράδρες και πολύχρωμες κοιλάδες. Πηγάζει στα οροπέδια του Μετσόβου, διασχίζει τη γραφική Βωβούσα και βρίσκει διέξοδο στο στόμιο της χαράδρας που σχηματίζουν οι οροσειρές του Σμόλικα και της Τύμφης. Στη συνέχεια σμίγει με τον ποταμό Βοϊδομάτη, και λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα, με τον ποταμό Σαραντάπορο. Περνά στην Αλβανία ρέοντας μέσα σε μια πλούσια κοιλάδα έως την Κλεισούρα, διασχίζει στη συνέχεια τα «Στενά του Αώου», όπου στην έξοδό τους ανταμώνει με τον ποταμό Δρίνο, και εκβάλλει στην Αδριατική, στα νότια της Αρχαίας Απολλωνίας. Ο ρους και η στάθμη του, εδώ και αιώνες, έχουν επηρεάσει καθοριστικά το φυσικό περιβάλλον αλλά και τη ζωή και τις παραδόσεις των ανθρώπων που ζουν στην ευρύτερη περιοχή. Δεν είναι τυχαίο ότι γύρω από τον Αώο και τον Βίκο εκτείνεται το Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου, ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα εθνικά πάρκα της Ελλάδας.
Η ιδιαίτερη φυσική και πολιτισμική κληρονομιά του τόπου αυτού, αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία και ανάπτυξη του Οικομουσείου του ποταμού Αώου. Αυτή όμως την κληρονομιά το οικομουσείο προσπαθεί να την αποδώσει μέσα από την ιδιαίτερη ματιά των ίδιων των κατοίκων της περιοχής. Ο στόχος των δημιουργών του ήταν το να παροτρύνει τους ίδιους τους ντόπιους να μιλήσουν για τον τόπο τους, τις μνήμες, τις παραδόσεις τους και τις γνώσεις που χάνονται μέρα με τη μέρα. Η διαδικασία δεν ήταν απλή. Η έννοια του οικομουσείου φαινόταν στην αρχή δύσκολη, δυσνόητη σχεδόν και η επιφυλακτικότητα όλων μεγάλη. Με αργά βήματα χτίστηκε εμπιστοσύνη και σχέσεις που βοήθησαν στο να ξεδιπλωθεί ένας πλούτος πληροφοριών για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και στις δύο πλευρές των συνόρων.
Με βασικό άξονα μια ιστορία στηριγμένη στους μύθους και τα ιδιώματα της περιοχής ξεδιπλώνονται τέσσερις θεματικές διαδρομές που επιτρέπουν στον επισκέπτη να περιηγηθεί στο οικομουσείο και να ανακαλύψει τα ιδιαίτερα στοιχεία της φύσης, της ιστορίας, αλλά και της σύγχρονης ζωής της περιοχής γύρω από τον Αώο. Οι τέσσερις θεματικές διαδρομές χωρίζονται σε επιμέρους ενότητες και σε σημεία ενδιαφέροντος. Τα σημεία ενδιαφέροντος είναι διάσπαρτα στον χώρο και καθώς το Οικομουσείο δεν έχει παρόμοια φιλοσοφία με έναν πεζοπορικό οδηγό, ο επισκέπτης καλείται να επιλέξει πόσα σημεία θέλει να δει και να δημιουργήσει μόνος του τον τρόπο και τη σειρά με την οποία θα τα επισκεφτεί. Η επιλογή και ο σχεδιασμός των θεματικών διαδρομών βασίστηκε σε βιβλιογραφική έρευνα αλλά κυρίως σε επιτόπια έρευνα και στη στενή συνεργασία με τοπικούς φορείς όπως τον Δήμο Κόνιτσας και Ζαγορίου, με τοπικούς επιστήμονες και με απλούς κατοίκους της περιοχής.
«Το ποτάμι, ο άνθρωπος και η φύση» είναι η πρώτη θεματική διαδρομή στην Ελλάδα. Μέσα από την ιστορία του νεροπρίονου – ενός πολύπλοκου υδροκίνητου μηχανισμού, διαδεδομένου στην περιοχή – παρουσιάζεται η άμεση σχέση των ντόπιων πληθυσμών και των παραγωγικών τους δραστηριοτήτων με το ποτάμι και το φύσικό πλούτο της περιοχής. Τέτοιους μηχανισμούς μπορεί κανείς να βρει, σήμερα ακόμα, στα χωριά Άρματα και Βωβούσα όπου στεγάζεται και το Μουσείο Υδροκίνησης. Η μυθοποίηση του ποταμού σε θρύλους και παραδόσεις αναλύεται μέσα από τον «άυλο πολιτισμό του νερού» που παραπέμπει σε μεταφυσικές τοποθεσίες της περιοχής όπως η νεϊραδόβρυση και οι γνωστές σε όλους δρακόλιμνες της Τύμφης και του Σμόλικα. Το Αγριόγιδο της Πίνδου επιλέχθηκε ως σύμβολο της βιοποικιλότητας της περιοχής σε μια προσπάθεια ευαισθητοποίησης του κοινού σε αυτό το εμβληματικό αλλά και απειλούμενο είδος. Με λίγη τύχη μπορεί κανείς να τα συναντήσει στην οροσειρά της Τύμφης και στον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου, το «απόρθητο φρούριο» που εξασφαλίζει την επιβίωσή του στη χώρα μας.
Η δεύτερη θεματική διαδρομή στην Ελλάδα είναι «Οι δρόμοι και η μετακίνηση». Οι κοινότητες που αναπτύχθηκαν, ανά τους αιώνες, στην ορεινή αυτή περιοχή εξέλιξαν ένα περίτεχνο σύστημα διαδρομών που επέτρεπε την επικοινωνία μεταξύ των χωριών αλλά και με τα πλησιέστερα αστικά κέντρα. Στα μονοπάτια της περιοχής, από τις πιο ψηλές κορφές μέχρι τα παραποτάμια περάσματα, κατά μήκος των πεδιάδων κι ανάμεσα από δάση, διασταυρώνονταν μπουλούκια μαστόρων, αγωγιάτες, πραματευτάδες και βοσκοί. «Οι δρόμοι των Μαστόρων και των Τεχνών» οδηγούν τον επισκέπτη στα χωριά των χιονάδιτών ζωγράφων, των μαστόρων της πέτρας και των ξυλογλυπτών. Κατά μήκος του ποταμού Σαραντάπορου, τα Μαστοροχώρια όπως η Πυρσόγιαννη, η Καστάνιανη, η Μόλιστα κ.α. καθώς και διάφορα έργα τους σε άλλα σημεία, μαρτυρούν τη βαθιά γνώση των τεχνιτών αυτών, στη χρήση των υλικών και στον συνδυασμό πρακτικής και αισθητικής λειτουργίας. Οι «δρόμοι των κτηνοτρόφων και των κοπαδιών» μεταφέρουν τον επισκέπτη σε ορεινά μονοπάτια και στα αλπικά λιβάδια της Πίνδου, όπου κάποτε εκατοντάδες κοπάδια με τους τσελιγκάδες, τους βοσκούς, τα άλογα και τα γαϊδούρια χάρασσαν το φθινόπωρο και την άνοιξη την πορεία τους από το βουνό στον κάμπο και αντίστροφα. Είναι αυτοί που για αιώνες ενίσχυσαν με τη σοφή διαχείρισή τους το ίδιο το περιβάλλον και έπαιξαν σημαντικό ρόλο σε μια σειρά οικονομικών δραστηριοτήτων όπως η τυροκομία και η υφαντική. Τα θερινά βοσκοτόπια βρίσκονται στα τριγύρω βουνά σε υψόμετρο πάνω από 2.000 μέτρα και οι στάνες και τα μαντριά τους είναι εμφανή παντού στην περιοχή. Σαρακατσάνικη στάνη μπορεί κανείς να επισκεφθεί στον Γυφτόκαμπο ενώ υφαντά μπορεί να δει και να αγοράσει στη Ριζάρειο Χειροτεχνική Σχολή στο Μονοδένδρι. Οι παλιοί και οι νέοι δρόμοι οδηγούν τον επισκέπτη να ανακαλύψει τις καινούργιες χρήσεις των παλιών υποδομών. Σήμερα, οι παλιοί καρόδρομοι και τα μονοπάτια που είναι χαραγμένα στις πλαγιές των βουνών, τα καλντερίμια, οι αναβαθμίδες, τα γεφύρια και οι πέτρινες σκάλες, χρησιμοποιούνται από πεζοπόρους και ορειβάτες στα πλαίσια του εναλλακτικού τουρισμού.
Όπως εισέρχεται στην Αλβανία, ο ποταμός Αώος, σχηματίζει μια γραφική κοιλάδα και έπειτα το τοπίο εναλλάσσεται μεταξύ καλλιεργειών και δασωμένων λόφων, κατά μήκος της όχθης του ποταμού. Η πρώτη θεματική διαδρομή στην Αλβανία είναι «Οι καρποί της Γης». Η πρώτη ενότητα, τα «δώρα του δάσους» οδηγούν τον επισκέπτη στο Εθνικό Πάρκο «Έλατο της Χοτόβας», μια προστατευόμενη έκταση όπου ευδοκιμεί η μακεδονική ελάτη (Abies borisii-regis), ένα ιδιαίτερα σπάνιο μεσογειακό είδος. Η «φύση ως πηγή έμπνευσης» εξερευνά τον τρόπο με τον οποίο ο φυσικός πλούτος επηρέασε τον πολιτισμό, τις τέχνες και τις παραγωγικές δραστηριότητες της περιοχής. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα ξυλόγλυπτα που διακοσμούν σπίτια και εκκλησίες και η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της πέτρας, παρόμοια με τις τεχνικές που χρησιμοποιούνταν στη Βόρεια Ελλάδα. Μερικά σημεία που μπορεί κανείς να δει τέτοια παραδείγματα είναι το χωριό Μπουάλη και η εκκλησία της Αγίας Ελεούσας. «Η μουσική: εκεί που η φύση συναντά τον πολιτσμό» αναφέρεται στα παραδοσιακά τραγούδια της Πρεμετής. Μέρος της Αλβανικής ισο-πολυφωνικής, ενός περίτεχνου μουσικού είδους που παίζεται από τους Toskeri, η μουσική αυτή αποτελεί αυθεντική έκφραση της μοναδικής πολιτισμικής ταυτότητας της ορεινής περιοχής της Πρεμετής, έχοντας τις ρίζες της στη Βυζαντινή εποχή. Οι διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται κάθε χρόνο στην περιοχή όπως το διεθνές πολυπολιτισμικό φεστιβάλ, η μέρα του κρασιού τον Μάιο και οι διεθνείς αγώνες κωπηλασίας, με αφετηρία την Ελλάδα και τερματισμό στην Πρεμετή, πλαισιώνονται άπο τη μουσική αυτή.
Η τελευταία θεματική διαδρομή στην Αλβανία είναι «Το Νερό και ο Τόπος». Ο Αώος είναι ο δεύτερος σε μήκος ποταμός της Αλβανίας και σε συνδυασμό με τους παραποτάμους του, ο υδατικός του πλούτος ήταν ανέκαθεν η βάση της αγροτικής παραγωγής της κοιλάδας, αλλά και τόπος αναψυχής. Οι «θερμές πηγές» οδηγούν τον επισκέπτη στα φημισμένα λουτρά της Μπένιας, που βρίσκονται στον ποταμό Λανγκαρίτσα, έξω από την πόλη της Πρεμετής. Γνωστά από την αρχαιότητα, αποτελούν αντικείμενο διαφόρων μύθων σχετικά με τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Η «εύφορη γη» ακολουθεί τα γόνιμα εδάφη της περιοχής όπου υπάρχουν κάθε λογής καλλιέργειες και ανεπτυγμένη κτηνοτροφία, κυρίως αιγοπροβάτων. Μεγάλο μέρος της επεξεργασίας γίνεται τοπικά, στα πολυάριθμα μικρά τυροκομεία, αποστακτήρια και εργαστήρια της περιοχής μερικά εκ των οποίων βρίσκονται στα περίχωρα της πόλης της Πρεμετής. Η «χρήση του νερού» δίνει μια εικόνα της σύγχρονης υποδομής που περιλαμβάνει ένα εκτεταμένο δίκτυο αρδευτικών και αποστραγγιστικών καναλιών καθώς και υπάρχοντα αλλά και σχεδιαζόμενα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Στόχος είναι η ευαισθητοποίηση σε σχέση με την υπερεκμετάλλευση υδατικών πόρων για παραγωγή ενέργειας σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος και άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Για μια πιο αναλυτική περιγραφή των διαδρομών αξίζει να διαβάσει κανείς τον οδηγό του Οικομουσείου, καθώς και να περιηγηθεί στην περιοχή διαδικτυακά μέσω της εικονικής περιήγησης – και τα δύο είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του Οικομουσείου www.ecomuseum.eu. Έντυποι οδηγοί διατίθενται στα περίπτερα ενημέρωσης του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου και στο πολυ-λειτουργικό κέντρο της Πρεμετής. Στην Βωβούσα, εκτός από έντυπο οδηγό, μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει την εικονική περιήγηση σε οθόνη αφής.
Το Οικομουσείο δημιουργήθηκε με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους στα πλαίσια του Διασυνοριακού Προγράμματος ΙΡΑ «Ελλάδα-Αλβανία 2007-2013» από τέσσερις συνεργαζόμενους φορείς. Οι φορείς αυτοί είναι το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (Med-INA) με έδρα την Αθήνα, η Πίνδος Περιβαλλοντική με έδρα τα Γιάννενα, το Institute of Nature Conservation in Albania (INCA) και το Δασαρχείο της Πρεμετής από τη μεριά της Αλβανίας. Με τη λήξη του έργου, η διαχείριση του Οικομουσείου πέρασε στα χέρια ενός διακρατικού δικτύου που αποτελείται από τοπικούς φορείς, εκπρόσωπους των τοπικών κοινοτήτων, οργανώσεις και μεμονωμένα πρόσωπα που διαθέτουν αποδεδειγμένο ενδιαφέρον και αγάπη για την περιοχή, τη φύση και τις παραδόσεις της. Τον Ιανουάριο του 2014, τα μέλη του Δικτύου, κατά τη διάρκεια του διεθνούς συνεδρίου του Οικομουσείου στην Κόνιτσα, υπέγραψαν το Σύμφωνο Καλής Συνεργασίας και έδωσαν τη μελλοντική του μορφή. Το Οικομουσείο του ποταμού Αώου σηματοδοτεί την αρχή ενός σημαντικού εγχειρήματος που μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της περιοχής,στην ανάδειξη της πολιτισμικής και περιβαλλοντικής κληρονομιάς και στην υποστήριξη των προσπαθειών των πολιτών και των φορέων της περιοχής, σε φλέγοντα ζητήματα όπως η σχεδιαζόμενη εκτροπή του Αώου. Η ελπίδα είναι πως με πρωτοβουλία του δικτύου και με τη συμμετοχή και τις ιδέες των κατοίκων της περιοχής, το Οικομουσείο θα μπορέσει να εξελιχθεί και να προσαρμοστεί στις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνθήκες της περιοχής.
Οικομουσείο Μπατάνα http://www.batana.org/en/home/
Οικομουσείο Κασεντίνο http://www.ecomuseo.casentino.toscana.it/
Οικομουσείο Ρόδου http://www.ecomuseum.gr/ Η Ρόδος είναι το πιο κοντινό στο concept το δικό μας.
ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΚΡΗΤΗΣ. http://www.kouritonhouse.gr/frameset.htm
Οικομουσείο Δισπηλιό http://www.kastoria.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=133&Itemid=639&limit=1&limitstart=3
Οικομουσείο Γρεβενών http://geraki-grevena.blogspot.gr/2010/01/blog-post_1865.html