Σας παρουσιάζουμε το μεγαλύτερο σε μήκος αλλά και ωραιότερο παραθαλάσσιο μονοπάτι, που διασχίζει αμιγές πευκοδάσος Χαλεπίου Πεύκης στην Ελλάδα. Είναι ένα μονοπάτι για όλες τις ηλικίες και όλες τις εποχές αφού, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, μπορεί να χαρίσει στον περιπατητή απίθανες βουτιές σε πεντακάθαρα νερά.
Η γοητεία της πεζοπορίας
Στις σελίδες που ακολουθούν, σας παρουσιάζουμε το μεγαλύτερο σε μήκος αλλά και ωραιότερο παραθαλάσσιο μονοπάτι, που διασχίζει αμιγές πευκοδάσος Χαλεπίου Πεύκης στην Ελλάδα. Είναι ένα μονοπάτι για όλες τις ηλικίες και όλες τις εποχές αφού ιδιαίτερα το καλοκαίρι μπορεί να χαρίσει απίθανες βουτιές σε πεντακάθαρα νερά.
Την Κυριακή, στις 27 Δεκεμβρίου 2015, δύο μέρες μετά τα Χριστούγεννα, διασχίσαμε ένα σπουδαίο μονοπάτι. Όχι σε κάποιο ορεινό προορισμό με χειμερινά χαρακτηριστικά αλλά παράλληλα με μια εκτεταμένη ακτογραμμή. Ίσως αναρωτηθεί κανείς, σε ποια γωνιά της χώρας μπορεί να βρίσκεται ένα μονοπάτι μ’ αυτά τα χαρακτηριστικά. Την ίδια απορία είχαμε κι εμείς. Ώσπου, έκπληκτοι διαπιστώσαμε, ότι ήταν δίπλα στην πόρτα μας, στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, έναν από τους πιο γνώριμους, κοντινούς και επιθυμητούς προορισμούς των Θεσσαλονικιών.
Τους προτρέπουμε, λοιπόν, ν’ ακολουθήσετε, αρχικά νοερά και αργότερα επί εδάφους τα βήματά τους, σ’ αυτή την μαγική πεζοπορική διαδρομή. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που τώρα το καλοκαίρι, υπάρχει ένα πρόσθετο δέλεαρ για τους περιπατητές του μονοπατιού: μια απέραντη ακτογραμμή με διάφανα, ελκυστικά νερά και κάθε είδους βυθούς: πετρώδεις, βοτσαλωτούς και αμμουδερούς.
Η πρώτη γνωριμία
Το χειμωνιάτικο πρωινό περιπλανιόμασταν με τις ώρες, αρκετές φορές σε λάσπες και νερά. Η εμπειρία, ωστόσο, ήταν μοναδική στον υγρότοπο της Σάνης με τα αναρίθμητα πουλιά, στις πανέμορφες λίμνες «Σταυρονικήτα» και «Γεράνι», στα υγιέστατα δάση της Χαλέπιας Πεύκης, με τα υπέροχα μονοπάτια.
Κι ενώ ετοιμαζόμασταν, περιχαρείς για την περιήγησή μας, να επιστρέψουμε στην Θεσσαλονίκη προέκυψε, άλλος ένας άγνωστος προορισμός, στην περιοχή. Ήταν το μονοπάτι των 10 χιλιομέτρων, ανάμεσα στο ξενοδοχειακό συγκρότημα της Σάνης και στον παραθαλάσσιο οικισμό της Σίβηρης.
– Τέτοιο μονοπάτι, μέσα στο πεύκο και στην άκρη της ακτής, δεν έχετε ξαναδεί, μας λέει ο ξεναγός μας από τη Σάνη. Και δεν χρειάζεστε ούτε συνοδό. Είναι τόσο καλά σηματοδοτημένο και διανοιγμένο, που και να θέλετε δεν το χάνετε. Οι ξένοι επισκέπτες του ξενοδοχείου το διασχίζουν κατά δεκάδες.
– Κι οι δικοί μας;
– Ελάχιστοι Έλληνες το γνωρίζουν. Κι απ’ αυτούς, ακόμα πιο λίγοι το διασχίζουν.
Βρίσκουμε την αφετηρία του μονοπατιού μέσα από τις εγκαταστάσεις του Sani Club, μερικές δεκάδες μέτρα πάνω απ’ την ακτή. Μετά το δομημένο περιβάλλον στενεύει το μονοπάτι και ανηφορίζει ελαφρά. Εισχωρούμε ήδη σε συνεχές πευκόδασος από υψίκορμα δέντρα Χαλεπίου πεύκης. Η ιδιαιτερότητα αυτού του είδους πεύκου είναι, ότι εδώ στην Χαλκιδική βρίσκεται το βορειοανατολικότερο όριο της εξάπλωσής του στον Μεσογειακό αλλά και στον Ελλαδικό χώρο. Αξίζει να σημειώσουμε, ότι το 11% των συνολικών δασών στην Ελλάδα – με έκταση 3.700.000 στρεμμάτων περίπου – αποτελούνται από δάση Χαλεπίου Πεύκης. Η έκταση αυτή, βέβαια, δεν είναι σταθερή αφού υπόκειται σε διαρκή μείωση εξαιτίας των δασικών πυρκαγιών.
Σε λιγότερο από 10 λεπτά συναντάμε φαρδύ δασικό δρόμο που κατηφορίζει ως την ακτή. Διασχίζουμε κάθετα τον δρόμο και, απέναντι, συναντάμε και πάλι το μονοπάτι. Μέχρι στιγμής , σ’ όλη αυτή την μικρή απόσταση των 600 περίπου μέτρων, έχουμε εκτιμήσει την εξαιρετική σήμανση, το καλοστρωμένο χωμάτινο έδαφος την εκπληκτική ποικιλία και ομορφιά της ακτογραμμής αλλά και τον ήχο των κυμάτων που συντροφεύουν τα βήματά μας. Είναι κύματα πλατειά, που αφρίζουν θεαματικά καθώς κυλούν πάνω απ’ τον ρηχό βυθό.
Εκεί που ο δυτικός πελαγίσιος ορίζοντας τερματίζει, αρχίζουν οι στεριές της Πιερίας και Θεσσαλίας. Μια σειρά από χιονισμένους ορεινούς όγκους ορθώνονται διαδοχικά από Β προς Ν. Είναι τα γνώριμα περιγράμματα των κορυφών του Ολύμπου, της Όσσας, του Μαυροβουνίου και του Πηλίου. Καθώς το φως του χειμωνιάτικου απομεσήμερου λιγοστεύει παίρνουμε – απρόθυμα – τη διαδρομή της επιστροφής. Είμαστε βέβαιοι, πως αυτή η πρώτη μας γνωριμία θ’ αποτελέσει την απαρχή πολλών μελλοντικών σπισκέψεών μας στο μονοπάτι της Σάνης και σε άλλες, πολύ πιο ευνοϊκές – από τον χειμώνα – εποχές.
Άνοιξη στην Σάνη
Δεν πέρασαν πάνω από 5 μήνες και στα τέλη του Μάη, τα βήματά μας μάς φέρνουν και πάλι στο μονοπάτι της Σάνης. Η διαφορά των εποχών είναι ορατή παντού. Τον χειμώνα αναζητούσαμε επίμονα κάποια ηλιαχτίδα να μας ζεστάνει. Τώρα, κάνουμε ότι μπορούμε για ν΄αποφύγουμε τα φλογερά βλέμματα του ήλιου. Σύμμαχός μας το πυκνό πευκόδασος που μετριάζει την ζέστη με ευεργετική σκιά. Η ζωντάνια της φύσης είναι εκρηκτική. Λουλούδια και πεταλούδες, μέλισσες και κελαηδίσματα πουλιών, ρείκια, ανθισμένες λαδανιές και τρυφερά άγρια σπαράγγια. Πού και πού κάνει την εμφάνισή της κάποια νωχελική, βραδυπορούσα χελώνα ή μια σαυρίτσα που λιάζεται στις πέτρες.
Μα και τα νερά της θάλασσας διαφέρουν από τον χειμώνα. Γαλαζοπράσινα και ακύμαντα αποτυπώνουν με απίστευτη διαύγεια τις λεπτομέρειες του βυθού. Είναι μια σαγηνευτική πρόσκληση για απίθανες βουτιές. Ένα παγκάκι, τοποθετημένο σε στρατηγική θέση θέας, μας χαρίζει έναν λιγόλεπτο ρεμβασμό στην απεραντοσύνη του πελάγους. Το μονοπάτι, ωστόσο, ανηφορίζει και περνάει δίπλα από απότομο πρανές που καταλήγει κατακόρυφα στην ακτή. Η διαδρομή δεν εγκυμονεί κανένα πρόβλημα στους περιπατητές. Η ΣΑΝΗ έχει φροντίσει να εγκαταστήσει καλοφτιαγμένα καγκελάκια από ξύλο καστανιάς, που καθιστούν ασφαλέστατη τη διαδρομή ακόμη και για μικρά παιδιά. Αυτό, όπως θα διαπιστώσουμε στην συνέχεια, ισχύει για το σύνολο της διαδρομής. Το μονοπάτι είναι πάντα φιλικό, τα ανεβοκατεβάσματά του ήπια και ξεκούραστα, οι υψομετρικές διαφορές δεν υπερβαίνουν τις μερικές δεκάδες μέτρα.
40 περίπου λεπτά μετά την αναχώρησή μας συναντάμε χωμάτινο δρόμο με την χαρακτηριστική σήμανση της τρίαινας (Ψ). Πινακίδες μας ενημερώνουν ότι μέχρι στιγμής έχουμε διανύσει από την αφετηρία της διαδρομής – στο Sani Club – 1.8 χλμ, ενώ μέχρι το Camping Sani υπολείπονται 2,7 χλμ. Ένα υπέροχο ομαλό κατηφοράκι μας οδηγεί σε κατάφυτη ρεματιά. Μερικά λεπτά μετά ένας νέος δασικός δρόμος καταλήγει στην ακτή. Ξαναβρίσκουμε απέναντι το μονοπάτι, που μας βγάζει σε ξερή κοίτη ρυακιού με αγριελιές, δάφνες και κουμαριές. Πραγματική ζούγκλα. Βαδίζουμε σ΄ένα φυσικό τούνελ με αδιαπέραστη.
Περνάμε ρυάκι με ελάχιστο νερό. Μας συντροφεύουν και πάλι οι γνώριμες ενημερωτικές πινακιδούλες για την διανυθείσα και την υπολειπόμενη απόσταση: αντίστοιχα 2,6 και 1,9 χλμ. Μικροπούλια. Ανηφοράκι ως υψόμετρο 60 μέτρων και αμέσως μετά ευχάριστο ίσιωμα με πανύψηλα πεύκα. Μαλακό, χωμάτινο έδαφος και σήμανση συνεχής. Συναντάμε φαρδύ χωματόδρομο και περνάμε απέναντι. Μας υποδέχονται μελωδικά κοτσύφια και μικρή συστάδα με λεπτεπίλεπτες καλαμιές.
Μετά από αρκετή πορεία στα ενδότερα της διαδρομής, ξαναβλέπουμε την θάλασσα. Λίγο πιο πάνω, ο χωματόδρομος κινείται παράλληλα με το μονοπάτι. Ένα παγκάκι μας προσκαλεί σε μια λιγόλεπτη διακοπή της διαδρομής. Δεν το μετανιώνουμε. Χαμηλά αγναντεύουμε μια εκπληκτική κάτοψη του διάφανου βυθού. Στο βάθος του πελαγίσιου ορίζοντα αχνοφαίνεται η λογχοειδής μύτη του ακρωτηρίου του Ποσειδιού. Τρεις βαρκούλες ψαρεύουν στ΄ανοιχτά.
Λίγα λεπτά μετά εμφανίζεται χαμηλά η ευρύτατη παραλία της Κύψας. Κατηφορίζουμε για λίγο και, μιάμιση ώρα μετά την αναχώρησή μας – με μικροστάσεις και χαλαρό ρυθμό – φτάνουμε στην αμμουδερή ακροθαλασσιά. Εδώ καταλήγει κι ένας δευτερεύων ασφαλτόδρομος από τις εσωτερικές διαδρομές της περιοχής. Το φυσικό περιβάλλον, με τα πανέμορφα πευκοδάση, είναι εκπληκτικό. Πιο εκπληκτική ακόμη είναι η απρόσμενη εμφάνιση ενός εκτεταμένου χώρου με ερείπια αρχαίας εγκατάστασης, μερικές μόλις δεκάδες μέτρα από την αμμουδερή ακτή.
Ρωμαϊκή Αγροικία Κύψας
Μια σκουριασμένη – και πεσμένη στο έδαφος – συρμάτινη περίφραξη υποδηλώνει ότι κάποτε κάποιοι ασχολήθηκαν με τον χώρο. Στη συνέχεια, βέβαια, τον εγκατέλειψαν στη μοίρα του, όπως δείχνουν τα αγριόχορτα και τ΄αγκάθια που έχουν πνίξει δεκάδες κατακείμενους μαρμάρινους κίονες και ερειπωμένες τοιχοποιίες, μερικές από τις οποίες είναι εξαιρετικής κατασκευής. Δεν υπάρχει καμιά ενημερωτική πινακίδα, που να μας φωτίζει για την ταυτότητα αυτών των ερειπίων. Τα οποία, ωστόσο, ανήκουν σε μια Ρωμαϊκή Αγροικία , πολύ σημαντική για τον χώρο της Μακεδονίας. (1)
Ευτυχώς το διαδίκτυο μας παρέχει πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον αρχαιολογικό τούτο χώρο. Που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1972. Η ανασκαφή διακόπηκε το 1975 λόγω έλλειψης χρημάτων και ξεκίνησε και πάλι το 2007 με χρηματοδότηση του ξενοδοχείου SANI.
Η Ρωμαϊκή Αγροικία είχε κτισθεί σχεδόν πάνω στο κύμα από τον γαιοκτήμονα της Ρωμαϊκής εποχής. Αποκαλύπτει για πρώτη φορά την αρχιτεκτονική σχέση των ρωμαϊκών κτιρίων με τους επαρχιακούς παλαιοχριστιανικούς ναούς. Κατά τον αρχαιολόγο Ιωακείμ Παπάγγελο, στην τραπεζαρία της κυρίως κατοικίας, η οποία χρονολογείται στα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα, δημιουργήθηκε αργότερα Παλαιοχριστιανικός Ναός που λειτούργησε ως τον 8ο αιώνα.
Η αγροικία της Κύψας είναι μια αυτοτελής γεωργική οικονομική μονάδα της Ύστερης Ρωμαιοκρατίας. Τέτοιες μονάδες χορηγούντο ως περιουσία σε υψηλούς Ρωμαίους αξιωματούχους. Αποτελείται από 7 κτίσματα, ένα εκ των οποίων είναι η κατοικία του ιδιοκτήτη ή του επιστάτη της αγροικίας.
Ωστόσο, δεν είναι σίγουρο αν ο ίδιος ο ιδιοκτήτης έζησε ή επισκέφθηκε ποτέ την αγροικία ή, απλώς, έπαιρνε τα εισοδήματα. Τα υπόλοιπα κτίρια ήταν αποθήκες, εργαστήρια και καταλύματα του προσωπικού. Η κυρίως κατοικία έχει μεγάλες ομοιότητες με παλαιοχριστιανική βασιλική. Μάλιστα, οι κολώνες ήταν τοποθετημένες, η μια πάνω στην άλλη, καθώς το κτίριο ήταν διώροφο. Συνολικά έχουν εντοπισθεί 48 μαρμάρινοι κίονες.
Βασικός χώρος της οικίας ήταν το τρικλίνιο, ο χώρος των επίσημων εστιάσεων. Στα μέσα του 6ου μ.Χ. αιώνα φαίνεται πως το συγκρότημα της κυρίως κατοικίας άλλαξε χρήση και, μέσα στο μεσαίο κλίτος του τρικλινίου, οικοδομήθηκε χριστιανικός ναός, που λειτούργησε ως τον 8ο αι.
Ενδιαφέρον στοιχείο του συγκροτήματος είναι ότι αποκαλύπτει τα οικονομικά ενδιαφέροντα του ιδιοκτήτη σε θέματα γεωργικής και βιοτεχνικής παραγωγής (κρασί, λάδι, σιτηρά, αγγειοπλαστική). Στον χώρο έχουν εντοπισθεί θραύσματα κεραμικής, αγγεία για αποθήκευση λαδιού και σιτηρών, καθώς και ο λίθινος μύλος για την εξαγωγή του λαδιού. Οι αρχαίοι κάτοικοι της Χαλκιδικής γνώριζαν ότι το καλό ελαιόλαδο έβγαινε από την έκθλιψη μόνον του καρπού της ελιάς, χωρίς το κουκούτσι. Αν έσπαζε το κουκούτσι η ποιότητα γινόταν κατώτερη. Αυτό αποδεικνύεται από τους ελαιόμυλους που έχουν βρεθεί στην περιοχή της Ολύνθου, της Σιθωνίας και της Κασσάνδρας και χρονολογούνται από τον 3ο μέχρι και τον 6ο αι. μ. Χ.
- Σχετικά σχόλια στο Σημείωμα του εκδότη, τεύχος 111, Άνοιξη 2017.
Από την Κύψα στην Σίβηρη
Η παραλία της Κύψας είναι πολύ φιλική, με πεντακάθαρα νερά και ρηχό αμμουδερό βυθό, ιδανικό για οικογενειακές βουτιές. Εξίσου εντυπωσιακό είναι το «Σήμαντρο», ένα συγκρότημα 5*, ελάχιστα πάνω από την Ρωμαϊκή Αγροικία.
Μετά το σκιερό πευκοδάσος διασχίζουμε την εκτυφλωτική λευκή, λεπτή αμμουδιά. Έχουμε ήδη διανύσει 4,5 χλμ και υπολείπονται 5,5 χλμ. ακόμη ως την Σίβηρη. Σ΄ένα 10λεπτο συναντάμε και πάλι το μονοπάτι. Ανηφοράκι. Σχοίνα, πουρνάρια και πανύψηλα πεύκα. Οι ρίζες τους εξέχουν από το χώμα, δημιουργώντας φυσικά, ιδιόμορφα σκαλοπάτια. Είναι μια υπέροχη διαδρομή, που μας χαρίζει μια εκπληκτική κάτοψη της αμμουδιάς. Σε υψόμετρο 50 μέτρων συναντάμε παγκάκι, αφήνουμε αριστερά μας τον δασικό δρόμο και συνεχίζουμε στην ευθεία το μονοπάτι.
Ακούγονται ήχοι μουσικής. Κατηφορίζει για λίγο το μονοπάτι, η ένταση της μουσικής δυναμώνει και, εντελώς απρόσμενα προβάλλει μπροστά μας μια λυόμενη εγκατάσταση μ΄ένα πρόχειρο καλυβάκι κι ένα υπαίθριο καφέ. Ένας άνθρωπος βγαίνει απ’ το καλύβι.
-Για πού το βάλατε βρε παιδιά;
– Για τη Σίβηρη, ξεκινήσαμε απ΄το Sani.
-Α, τότε σας χρειάζεται λίγη ξεκούραση, μια στάση. Κοπιάστε στο φτωχικό μου.
Κοσμογυρισμένος με τα καράβια στις θάλασσες του πλανήτη, ο Βαγγέλης, αποσύρθηκε από χρόνια σ΄αυτή την ιδιόκτητη έκταση κι έστησε το μικρό, ταπεινό του κονάκι . Κυρίως για την προσωπική του γαλήνη και ηρεμία και επικουρικά μόνον για κανέναν περιπατητή του μονοπατιού. Καθόμαστε στην βεραντούλα, απέναντι στην αύρα του πελάγου, πάνω από την ονειρεμένη, αμμουδερή ακτή. Φέρνει ο φίλος μας τσιπουράκια.
-Δε σας περίμενα, μας λέει, κι ούτε έβγαλα με την βάρκα τίποτα σπουδαίο σήμερα το πρωί. Κάτι θα βρούμε, όμως.
Δυο, τρία ολόφρεσκα σαβριδάκια, ένα μπαρμπουνάκι, κάποια μικρόψαρα ακόμη τηγανίζονται στη στιγμή και συνοδεύουν το τσιπουράκι μας. Όταν, κάποια στιγμή, αποχαιρετάμε τον Βαγγέλη και ξαναβγαίνουμε στο μονοπάτι, δεν βαδίζουμε με την ίδια ευκολία, τα κέφια μας όμως είναι σε επίπεδα υψηλά.
Παραλία «Χελώνα» με άμμο και βοτσαλάκι, παραθαλάσσιο μπαράκι και ξαναρχίζει το δασικό μονοπάτι, που ανεβαίνει ως τα 80 μέτρα. Πυροσβεστική δεξαμενή νερού, δασικός δρόμος και απέναντι το συγκρότημα της «Ελάνης».
Ωραία λιβαδοτόπια, ανάμεσα στα πεύκα, παγκάκι, εξαιρετική θέα θάλασσας και βουνού. Κλασσική Χαλκιδική.
Βγαίνουμε έξω από τα όρια της Ελάνης σε υψόμετρο 110 μέτρων. Αφήνουμε αριστερά την άσφαλτο και κατηφορίζουμε έναν φαρδύ και πολύ απότομο χωματόδρομο, που σ΄ένα 10λεπτο μας βγάζει στο επίπεδο της θάλασσας. Εδώ στην αμμουδιά υπάρχουν οι εγκαταστάσεις του Elani Beach. Ξαναμπαίνουμε στο δάσος , απομακρυνόμαστε από την θάλασσα και μπαίνουμε σε δάσος πυκνό. Το ανηφοράκι μας βγάζει σε υψόμετρο 80 μέτρων, σ’ ένα μικρό συγκρότημα με σκαλοπάτια αλλά και υπαίθριο ανελκυστήρα που καταλήγει στην ακτή.
1 ώρα και 10’ μετά την αναχώρησή μας από το κονάκι του Βαγγέλη αντικρίζουμε για πρώτη φορά τον προορισμό μας, τον μεγάλο οικισμό της Σίβηρης. Ανεβοκατεβάσματα, πυκνό δάσος, φραγκοσυκιές, μερικοί σωροί από μπάζα και μπαίνουμε στα πρώτα σπίτια του χωριού. Το διασχίζουμε και καταλήγουμε στην παραλία, στα τραπεζάκια της ψαροταβέρνας του Διαμαντή, πάνω απ΄ το νερό. Με καθαρό χρόνο πορείας σχεδόν 3 ώρες έχουμε διανύσει με ξεκούραστο ρυθμό – τα 10 χιλιόμετρα αυτού του μοναδικού, παραθαλάσσιου και μέσα σε πευκοδάσος Χαλεπίου Πεύκης, μονοπατιού. Είναι μια εμπειρία που οφείλει στον εαυτό του κάθε πεζοπόρος φυσιολάτρης.
Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που την καλοκαιρινή περίοδο είναι δεδομένη η απόλαυση των εκπληκτικών αμμουδερών παραλιών της περιοχής. Η μοναδική μέριμνα είναι να υπάρχει προγραμματισμένος τρόπος επιστροφής, με ένα δεύτερο αυτοκίνητο που θα περιμένει στην Σίβηρη. Διαφορετικά, θα πρέπει κανείς να οπλισθεί με υπομονή για τα 10 επιπλέον χιλιόμετρα της επιστροφής.