Τα ερειπωμένα τμήματα του τείχους μοιάζουν σαν γαντζωμένα με κόπο, έτοιμα να καταρρεύσουν στην απότομη πλαγιά. Είναι ό,τι έχει απομείνει από το πάλαι ποτέ ακμαίο Βυζαντινό Κάστρο στο Καστρί της Αγιάς. Ωστόσο, αν ανηφορίσουμε με υπομονή το μονοπάτι, και αργότερα, την κακοτράχαλη πλαγιά, θ’ αποκαλυφθούν στα μάτια μας αρκετές εικόνες του παρελθόντος: πρώτα, το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, του 12ου -13ου αιώνα. Στη συνέχεια τα ισχυρά τείχη, οι πύργοι της οχύρωσης και μια μεγάλη ορθογώνια δεξαμενή. Σαν επιστέγασμα, από το ύψος της Ακρόπολης, αγναντεύουμε τον απέραντο Θεσσαλικό κάμπο, με ανεμπόδιστη θέα σε κοντινά και μακρινά βουνά.
Πολύ συχνά συμβαίνει να συναντάμε σε κάποιο χάρτη ή πινακίδα τα τοπωνύμια «κάστρο», «καστράκι», «παλαιόκαστρο», «καστρί», ή κάποιο παρεμφερές. Ξέρουμε τότε με βεβαιότητα, πως κάπου στη γύρω περιοχή, ορατό ή αθέατο, κοντινό ή μακρινό, υπάρχει ένα κάστρο. Στο «Καστρί» της Αγιάς στο ίσιωμα του Θεσσαλικού κάμπου και κοντά στην πάλαι ποτέ λίμνη Κάρλα, δεν χρειάστηκε να ψάξουμε πολύ. Το κάστρο δεσπόζει στον απότομο λόφο, απέναντι στο χωριό. Το παρατηρούσα πριν χρόνια, πίνοντας καφεδάκι στην πλατεία του οικισμού.
–Από πότε είναι το κάστρο;
-Ποιος ξέρει, πάντως είναι παλιό. Ο ντόπιος φίλος δεν με φώτισε ιδιαίτερα. Απλά μου επιβεβαίωσε την μεγάλη του ηλικία, που ήταν βέβαια προφανής.
–Κάποτε θα το επισκεφθώ και θα μάθω περισσότερα γι αυτό.
Πιο πολύ το είπα στον εαυτό μου. Δεν ήταν δέσμευση, ήταν μάλλον ευχή.
–Ποιος ο λόγος να τσακιστείς εκεί πάνω; Γκρέμια και χαλάσματα είναι, τίποτ’ άλλο. Εμείς πηγαίναμε παλιά. Μα τότε ήμασταν παιδιά, ψάχναμε για κρυμμένους θησαυρούς…
ΑΝΗΦΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡΙ
Στα χρόνια που ακολούθησαν, παραμελήθηκε το Καστρί. Το άσημο καστράκι, εκεί στη μέση του Θεσσαλικού κάμπου, παρέμενε στην αφάνεια, αν και τόσο φανερό. Βλέπετε, δεν είχε την αίγλη ή τη λαμπρή θωριά τόσων και τόσων φημισμένων φρουρίων και κάστρων της Ελλάδας. Που μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον μας και μαγνήτιζαν τα βήματα και τον φωτογραφικό μας φακό. Το καστράκι, ωστόσο, δεν ξεχάστηκε εντελώς. Στις αραιές-έστω- περασιές μας από τον τόπο τα βλέμματά μας δεν περνούσαν αδιάφορα. Και πάντα ανανεώναμε μυστικά την παλιά ευχή να γνωρίσουμε τα χαλάσματά του από κοντά.
Πρόσφατα επισκεφθήκαμε την περιοχή αρκετές φορές. Μαυροβούνι, Πολυδένδρι, Μεταξοχώρι, Αγιά…. Αλλά και η Άνω Αμυγδαλή, η παλιά παραδοσιακή Κουκουράβα, ακατοίκητη σχεδόν, δίπλα στο Καστρί. Είχε πια φτάσει η ώρα να γνωρίσουμε το κάστρο.
Είν’ ένα πρωινό στο ξεκίνημα του Απρίλη. Με βαρειά, απειλητική συννεφιά και αέρα δυνατό. Κάποιες αραιές σταγόνες, παρασυρμένες απ’ τον αέρα, φτάνουν ως εμάς.
–Είμαστε άτυχοι στην πρώτη μας φορά, λέω στην Άννα. Μήπως πρέπει ν’ αναβάλουμε τη γνωριμία μας με το κάστρο;
–Ας ξεκινήσουμε και αποφασίζουμε στην πορεία. Ίσως αργότερα αλλάξει ο καιρός.
Διασχίζουμε το Καστρί, τούτη την πρωινή ώρα έρημο σχεδόν. Στο ΒΑ του άκρο, μετά τις τελευταίες μονοκατοικίες και αυλές, βρίσκουμε την ανηφορική πρόσβαση προς τον λόφο. Είναι 102 φαρδειά και ξεκούραστα τσιμεντένια σκαλοπάτια, που στην συνέχεια δίνουν τη θέση τους σε λιθόστρωτο μονοπάτι. Πολύ γρήγορα φτάνουμε μπροστά στο εκκλησάκι του Αη Γιώργη. Είναι χτισμένο σ’ ένα πλάτωμα, στο δυτικό άκρο του λόφου, σε υψόμετρο 320 μέτρων (1). Τόσα χρόνια, παρατηρώντας το από μακρυά, με τους τοίχους ασβεστωμένους, είχαμε την βεβαιότητα ότι ήταν ένα σύγχρονο εκκλησάκι. Ασβεστωμένοι, ωστόσο, είναι μόνον δύο τοίχοι, ο νότιος και ο δυτικός, που φαίνονται απ’ το δρόμο (2). Οι άλλοι, ο βόρειος και ο ανατολικός με την κόγχη του ιερού, που δεν είναι ορατοί στους περαστικούς, έχουν διασωθεί από τα στρώματα του ασβέστη. Και αποκαλύπτουν στα ανυποψίαστα μάτια μας μια τοιχοποιΐα εξαίρετη με παλιές, καλοχτισμένες πέτρες και ενδιάμεσα κεραμίδια. Μήπως το εκκλησάκι δεν είναι τόσο σύγχρονο όσο υποθέτει κανείς από μακρυά;
ΑΥΡΑ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ
Η Αρχαιολόγος της 7ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Άννα Γιαλούρη είχε την καλοσύνη να μας εφοδιάσει με πολύτιμα στοιχεία για το κάστρο. Για το εκκλησάκι λοιπόν αναφέρει: «Στο πλάτωμα του λόφου βρίσκεται ο ναΐσκος του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος, με βάση τον τρόπο κατασκευής των τοίχων του, χρονολογείται στις τελευταίες δεκαετίες του 12ου ή τις πρώτες του 13ου αι. Η κόγχη του ιερού βήματος είναι τρίπλευρη και έφερε αρχικά δίλοβο τοξωτό παράθυρο. Στις γωνιές και στα κατώτερα μέρη των τοίχων χρησιμοποιήθηκαν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη από προγενέστερα κτίσματα, όπως τμήμα αμφικιονίσκου παραθύρου παλαιοχριστιανικών χρόνων».
Ανοίγουμε την πόρτα της εκκλησούλας. Δυστυχώς, τίποτε δεν θυμίζει το χιλιόχρονο παρελθόν, τα πάντα είναι σύγχρονα, ασβεστωμένα και λιτά. Ακολουθούμε το ευδιάκριτο μονοπάτι ανάμεσα στα χόρτα που ανηφορίζει με μέτριες κλίσεις και κατεύθυνση ανατολική. Πιο πάνω το μονοπάτι εξαφανίζεται, το έδαφος γίνεται ανηφορικό και κακοτράχαλο, κάθε μας βήμα χρειάζεται προσοχή. Έρχονται στο νου μου τα λόγια του ντόπιου, για τα χαλάσματα και τα γκρέμια. Που βέβαια, όχι μόνον δεν μας αποθαρρύνουν αλλά, αντίθετα, τα θεωρούμε πολύ γοητευτικά υπολείμματα της ιστορίας του τόπου. Γι αυτό το παρελθόν ας αφήσουμε να μας μιλήσει η Αρχαιολόγος Άννα Γιαλούρη:
Σε βραχώδη λόφο των δυτικών υπωρειών του Μαυροβουνίου όρους βρίσκεται το Καστρί, βυζαντινό κάστρο που δεσπόζει της άλλοτε λίμνης Βοιβηίδας ή Κάρλας. Η λίμνη αποξηράνθηκε το 1962 με αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και την οικονομία των παραλίμνιων οικισμών που οδήγησαν την τελευταία δεκαετία στην επαναδημιουργία μέρους αυτής (Ταμιευτήρας Κάρλας). Ο σύγχρονος οικισμός Καστρί εκτείνεται στα ριζά του λόφου του κάστρου.
Η ύπαρξη της λίμνης από τη μια και ο ορεινός όγκος του Μαυροβουνίου από την άλλη καθιστούσαν το λόφο οχυρό. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη φυσική προστασία που παρέχουν οι πλαγιές του λόφου, οι οποίες σε ορισμένα σημεία είναι ιδιαίτερα απόκρημνες, δικαιολογούν το χαρακτηρισμό της θέσης «μικραί Θερμοπύλαι παρά την λίμνη Βοιβηίδα». Η στρατηγική σημασία του κάστρου έγκειται στο ότι εξασφάλιζε τον έλεγχο της πεδιάδας της Λάρισας, ευρισκόμενο στην παραλίμνια οδό που οδηγούσε από την Λάρισα στο Βόλο αλλά και στην έξοδο της παράλιας οδού Κισσάβου-Μαυροβουνίου που κατέληγε στην περιοχή της λίμνης Βοιβηίδας.
Τα αρχαιότερα ίχνη κατοίκησης της περιοχής ανάγονται στην προϊστορία. Κατάλοιπα αρχαίας οχύρωσης στη βάση του τείχους καθώς και νομίσματα και κεραμική πρώιμης ελληνιστικής περιόδου υποδηλώνουν την ύπαρξη οχυρωμένης πόλης ήδη από την περίοδο αυτή. Επιπλέον, υπολείμματα ρωμαϊκών λουτρών μαρτυρούν την ύπαρξη οικισμού στην πεδινή έκταση κάτω και γύρω από το λόφο του κάστρου, την κορυφή του οποίου θα καταλάμβανε η ακρόπολη. Στις πλαγιές βορειοανατολικά του κάστρου λειτουργούσαν κατά τους ελληνιστικούς, ρωμαϊκούς και πιθανόν μέχρι και τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους λατομεία λευκού μαρμάρου.
Ελλείψει επιγραφών ή ανασκαφικών δεδομένων δεν είναι δυνατή με βεβαιότητα η ταύτιση της θέσης με κάποια από τις παραλίμνιες πόλεις που αναφέρονται στις πηγές. Ορισμένοι ερευνητές τοποθετούν εδώ την αρχαία πόλη Άμυρο, κάποιοι άλλοι το παλαιοχριστιανικό Κερκίνεον, η οχύρωση του οποίου επισκευάστηκε από τον Ιουστινιανό.
Το Καστρί αναφέρεται για πρώτη φορά στις γραπτές πηγές το 14ο αιώνα. Το 1325 βρισκόταν υπό την κατοχή της οικογένειας των Μαλιασηνών. Το 1333, με αφορμή την κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Θεσσαλία μετά από το θάνατο του «αυθέντη» Στέφανου Γαβριηλόπουλου, ο διοικητής της Θεσσαλονίκης Ιωάννης Μονομάχος, εισέβαλε με στρατό και στόλο στη Θεσσαλία και κατέλαβε το Καστρί και άλλα κάστρα, όπως το Βόλο, το Λυκόστομο, τους Σταγούς, τα Τρίκαλα, το Φανάρι και την Ελασσόνα. Το 1350, στο πλαίσιο της σερβικής παρουσίας στη Θεσσαλία υπό τον Στέφανο Δουσάν, το κάστρο κατελήφθη από τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Στα 1380 το Καστρί κατέχεται από τον Misili de Novelles senyor del castell den Estanyol, διάδοχο από το γάμο της αδερφής του Μαλιασηνού με τον Καταλανό στρατηγό Odon de Novelles.
Εικόνα του κάστρου κατά τους νεότερους χρόνους έχουμε από ξένους περιηγητές όπως τον Σουηδό J.J.Bjornstahl (1779) και κυρίως τον Άγγλο W.M. Leake (1809). Η σημερινή κατάσταση του κάστρου δεν διαφέρει ιδιαίτερα από αυτήν που δίνουν οι περιηγητές. Ο οχυρωματικός περίβολος έχει τριγωνικό σχήμα, το οποίο ακολουθεί το περίγραμμα του λόφου και τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους. Η περίμετρός του είναι περίπου 1.000μ., σε ορισμένα σημεία είναι τελείως κατεστραμμένος, ενώ σε άλλα διατηρείται σε μεγάλο ύψος. Η οχύρωση περιλαμβάνει την ακρόπολη και τον εξωτερικό περίβολο. Η ακρόπολη τέμνεται στο μέσον περίπου της έκτασής της από εγκάρσιο τείχος. Στο ψηλότερο σημείο της ακρόπολης διατηρούνται τα ερείπια του ακροπυργίου. Τα τείχη της ακρόπολης διατηρούνται σε καλύτερη κατάσταση, λόγω των επάλληλων επισκευών που δέχτηκαν.
Ο εξωτερικός περίβολος ενισχύεται από πύργους, από τους οποίους διατηρούνται ένας τριγωνικός στη δυτική πλευρά, τρεις κυκλικοί και ένας τριγωνικός στην ανατολική. Στα ριζά του λόφου διατηρείται ισχυρός ορθογώνιος πύργος, αποκομμένος σήμερα από την υπόλοιπη οχύρωση, τόσο λόγω υψομετρικής διαφοράς όσο και λόγω της διερχόμενης επαρχιακής οδού προς τα Κανάλια και το Βόλο, η κατασκευή της οποίας προκάλεσε εκβραχισμούς και ασφαλώς την καταστροφή της οχύρωσης στο συγκεκριμένο σημείο. Πύλη δεν διατηρείται. Η θέση της πιθανολογείται στο μέσον της ανατολικής πλευράς, όπου η πλαγιά είναι σχετικά ομαλότερη και επιτρέπει τη διαμόρφωση μονοπατιού κατά μήκος αυτής».
Στην κοπιώδη περιδιάβασή μας στο εσωτερικό του κάστρου αναγνωρίζουμε τα περισσότερα κατάλοιπα και τις λεπτομέρειες που περιγράφει η αρχαιολόγος: τις οχυρώσεις που σώζονται σε διάφορα σημεία του κάστρου, τους πύργους αλλά και την ερειπωμένη, μεγάλη ορθογώνια δεξαμενή στο εσωτερικό της ακρόπολης, που εφάπτεται στην ανατολική πλευρά.
Στην κορυφή της ακρόπολης, που δεσπόζει σε υψόμετρο 400 σχεδόν μέτρων, ο ανατολικός άνεμος είναι σφοδρός και η ψύχρα αισθητή. Αγναντεύουμε για λίγο τον απέραντο Θεσσαλικό κάμπο, τα κοντινά και μακρινά βουνά. Όπως θα έκαναν κάποτε οι μακρινοί κάτοικοι και υπερασπιστές αυτού του κάστρου. Που θ’ αγνάντευαν τον ορίζοντα όχι για τη θέα αλλά μήπως εντοπίσουν κάποιον ενδεχόμενο εχθρό.
ΚΑΣΤΡΙ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- Το υψόμετρο του οικισμού είναι 250 μέτρα
- Δυστυχώς, το ανελέητο ασβέστωμα της τοιχοποιΐας των ναών –ακόμα κι αν είναι παραδοσιακή και παλιά- θεωρείται δείγμα ευσέβειας και φροντίδας, ενώ το αντίθετο αδιαφορία προς τη θρησκεία.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στην Αρχαιολόγο της 7ης Ε.Β.Α Άννα Γιαλούρη για την πρόθυμη και άμεση αποστολή των στοιχείων για το κάστρο