Ο Φθιωτικός ποταμός Ίναχος πηγάζει στα ορεινά Βαρδουσίων και Οίτης κι αφού διασχίσει ένα τραχύ ανάγλυφο από δασοβούνια και βαθιές κοιλάδες συγκεντρώνοντας πλήθος ασίγαστες νερομάνες θα εκβάλει στον Σπερχειό, για να τερματίσει την πορεία του στον βαλτωμένο κόλπο του Μαλιακού.
Η παρακολούθηση της πορείας του φυσικού αυτού υδροκρίτη καθώς τραβερσάρει τις πτυχές τριών βουνών (Οίτη, Γραμμένη Οξιά και Βαρδούσια) προσφέρει μια σπάνια φυσιοδιφική απόλαυση αλλά και μια ανακάλυψη του άγνωστου ρουμελιώτικου τοπίου.
Παράμετρο της μεγάλης μορφολογικής αξίας του Ίναχου αποτελεί η γεωφυσική του προέλευση που θεωρείται γενεσιουργός αιτία των ρηγμάτων της κοιλάδας του Σπερχειού.

Διάσχιση του πανέμορφου τόξου που διαρρέει ο φθιωτικός ποταμός Ίναχος1 από τις παρυφές του βαρδουσιώτικου συγκροτήματος μέχρι τη Σπερχειάδα, διασχίζοντας με φιδίσια απορροή μια λεκάνη υπέροχου φυσικού περιβάλλοντος πλάι σε άγνωστα χωριουδάκια της μέσα Ρούμελης.
Μέσα του περασμένου Οκτώβρη βαλθήκαμε να τρυπώσουμε στα έγκατα του ορεινού τριγώνου που σηματοδοτεί η τριάδα της Ρούμελης: Γραμμένη Οξιά, Οίτη και Βαρδούσια, με κοινό συντελεστή την πορεία του ποταμού Ίναχου, που πηγάζει από τα ορεινά της ζώνης μεταξύ Οίτης και Βαρδουσίων, κι αφού διασχίσει δόλιχους διαδρόμους και περάσει κάτω από άσημα και ξεχασμένα χωριά της ρουμελιώτικης ενδοχώρας, τρέχει ολοταχώς να ενωθεί με το ομόσταβλο ποτάμι του Σπερχειού και ήσυχα ήσυχα πια να οδηγηθούν από κοινού στην πλατιά λεκάνη του Μαλιακού, όπου θα σβήσουν με άδοξο τρόπο.
Ίναχος ένα ποτάμι με γεωμορφολογική βαρύτητα. Το υδρογραφικό δίκτυο του ποταμού Ίναχου, έχει μιαν ιδιαίτερη φύση και ταυτότητα, την οποία έχει αξιολογήσει το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο Ίναχος παραπόταμος του Σπερχειού, διαμορφώνει την υδρολογική του λεκάνη σε ένα πλάτος 338 τ.χλμ. και αποστραγγίζει το νότιο τμήμα των Βαρδουσίων Όρεων και το ανατολικό τμήμα της Οίτης. Από γεωλογικής άποψης, η λεκάνη του Ίναχου αποτελείται κατά 78% από φλύσχη, ενώ υπάρχει μικρή εμφάνιση ασβεστόλιθων. Η τεκτονική τού χώρου είναι αρκετά έντονη τόσο με μορφή αποθέσεων όσο και με την παρουσία ιδιόμορφων ρηγμάτων.
Στην περιοχή που διασχίσαμε, αποκαλύφθηκε ότι η υδρολογική λεκάνη του Ίναχου ποταμού επηρεάζεται από τη δράση τής ρηξιγενούς τεκτονικής ζώνης, η οποία στη συνέχεια επηρεάζει την ταυτότητα της κοιλάδας του Σπερχειού και του ρήγματος που τη διαμορφώνει. Όλα αυτά οδήγησαν τους επιστήμονες στον εντοπισμό του τρόπου διάβρωσης σε συγκεκριμένες θέσεις μέσα στη λεκάνη. Από την ανάλυση της μορφολογίας και της στρωματογραφίας της περιοχής, προκύπτει η έντονη δράση της τεκτονικής ζώνης, όπως αντανακλάται από το πάχος των ποτάμιων αποθέσεων. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των λειτουργιών του Ίναχου ποταμού είναι η επίδραση που ασκεί στην κοιλάδα τού Σπερχειού με τη συνεχή βύθιση του ρήγματός του.
Διασχίζοντας μια λεκάνη ατελείωτων δασικών περιοχών στην καρδιά της Στερεάς, θα ανακαλύψουμε πλήθος αρχαία, φυσικά και αναποτίμητα μυστικά, που θα μας οδηγήσουν στη μεγάλη πηγή της ζωής.
Η διαδρομή που θ’ ακολουθήσουμε δεν φαίνεται να είναι καταχωρημένη στα κιτάπια της χωροταξικής γεωγραφίας, ούτε σε κανέναν χάρτη με προορισμούς, καθώς δεν έχει σημανθεί ο σκηνικός χώρος, παρότι αποτελεί συμπύκνωμα υπεραξίας τού ρουμελιώτικου δασικού πλούτου, αλλά και της γεωμορφολογίας, όπως την έχει αναλύσει ειδικά το Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Περπατώντας την Ελλάδα δεν είναι απλό κι εύκολο να βρει κανείς και να μεταδώσει τη φυσική και τη μυθική ταυτότητα που κουβαλά η μικρή σε μέγεθος μόνο, αλλά ανυπολόγιστα τεράστια αυτή χώρα. Τούτη η ζώνη που θα περιηγηθούμε είναι όλο πτυχές, στροφές και σκαμπανεβάσματα, μοιάζει με χαλί που το τίναξε ο Θεός κι έμεινε τσαλακωμένο, όλο κορφές και λόφους, κοιλάδες, ποτάμια και χαράδρες που φέρνουνε ζάλη.
Γινόμαστε κουραστικοί, αλλά θα επαναλαμβάνουμε συνεχώς το αξίωμα, ότι αυτή η χώρα διαθέτει αναρίθμητους κρυφούς παράδεισους, φυλαγμένους ωστόσο, από τα βλέμματα των βιαστικών που σαρώνουν το επιβλητικό τοπίο υποβαθμίζοντας την ομορφιά και την αυθεντικότητάς της.
Κι όμως, μέσα στα μύχια της ρουμελιώτικης ενδοχώρας, πέρα και μακριά από τις χαραγμένες και προβαλλόμενες διαδρομές, υπάρχει μια χώρα –μέσα στη Χώρα– που αναβλύζει μυστήριο και φυσική ομορφιά. Τεμαχίζεται από τη ροή του Ίναχου ποταμού κι αποκαλύπτει πλήθος από αρχέτυπα κι αυθεντικά στοιχεία, τα οποία αν συνδυαστούν με το συγκοινωνό δοχείο της φαντασίας, επαληθεύουν τον επίγειο πλούτο της ελληνικής φύσης.
Ουσιαστικά οδηγούμε πάνω σε ένα ορεινό διάγραμμα που το γεφυρώνει η τριγωνική πυραμίδα των βουνών Γραμμένης Οξιάς, Βαρδουσιών και Οίτης, και η πρώτη στάση μας γίνεται στο Γαρδίκι, αυτό της Φθιώτιδας. Από εκεί ακολουθούμε τον δρόμο μέχρι τη διασταύρωση του Πλάτανου (παλιό όνομα Στάγια). Παίρνουμε να ανεβαίνουμε το υπέροχο δάσος της οξιάς μέσα σε ομίχλη που ανεβάζει τους τόνους της εικονικής πανδαισίας. Μέσα σε ένα εξαιρετικά ονειρικό τοπίο πρωινής καταχνιάς και τραχιάς δασικής αψάδας, ανηφορίζουμε πεζή ως το Καταφύγιο του ΕΟΣ (Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου) Λαμίας κι από κει στρίβουμε με δυτική κατεύθυνση, περπατώντας πάνω σε γυμνά καμπυλωτά μαξιλάρια (όπως τα λένε οι γεωλόγοι), για να προσεγγίσουμε την κορυφή της Σαράνταινας. Το κολωνάκι τής κορυφής στα 1923 μέτρα δεν σου δίνει όμως καθόλου την αίσθηση κορυφής με τέτοιο υψόμετρο.
Επιστρέφοντας στη διασταύρωση του δρόμου για το χωριό Πλάτανος, ακολουθούμε την πορεία του Ίναχου ποταμού. Κατεβαίνουμε ως τον βυθό της κοίτης του, τον διασχίζουμε από την περίφημη σιδερένια γέφυρα, και από τις όχθες του ακολουθούμε τοπία μαγικής (και μαγνητικής) έλξης περνώντας από ερημικά χωριά. Έτσι, μπαίνουμε μέσα σε μια φυσική ζώνη νωπής ομορφιάς, για να καταλήξουμε στα μεθοριακά εξωχώρια των Μαρμάρων, της Ανατολής και της Δάφνης και να βγούμε, αργά το απόγεμα, στο Μαυρολιθάρι.
Μας πήρε μιαν ολόκληρη μέρα φθινοπωρινής πανδαισίας μέσα στον άγνωστο αυτόν πλανήτη που διασχίζεται τρεις φορές από τη ροή του ποταμού Ίναχου. Το τοπίο αποτυπώνεται σε μιαν εύδρομη, καλλίχωρη κι ευρύστερνη λεκάνη οροθετικών αποφύσεων και ποτάμιων αποθέσεων μέσου υψομέτρου με βαθιά ρήγματα, ποτάμιους κλάδους και κοιλαδωτές προσχώσεις.
Αναλυτική περιγραφή της διαδρομής
Ακολουθώντας την παράλληλη ροή του Σπερχειού από Λαμία προς Καρπενήσι, εγκαταλείπουμε τον καινούργιο δρόμο, λίγο μετά τη Μακρακώμη, στρίβοντας αριστερά για Κανάλια, Λευκάδα και Γαρδίκι. Διασχίζοντας τοπία κλασικής μεσογειακής βλάστησης (με ποώδη και βελανιδιές) ανηφορίζουμε προς τα μεσοβούνια της κορυφογραμμής Κοκάλια. Πρωί ακόμα κι είμαστε κιόλας μετά το Γαρδίκι. Περνάμε μέσα από σπονδυλωτή ομίχλη η οποία αποσυντονίζει το φυσικό οραματικό πλαίσιο, αλλά υπερχειλίζει από διάθεση κατάνυξης και αγαλλίασης. Η μέρα γίνεται σούρουπο ενοφθαλμίζοντας μαγικά ακρωτήρια δέους και συγκινήσεων.
Κι εκεί που βαδίζαμε ήσυχα ήσυχα στον τορό του φυλλοβόλου δάσους, ένα δέντρο παράξενο, ογκώδες κι επιβλητικό, ξεκόρμισε από τον στίβο των ανάδελφων σκιών και ύψωσε ανάστημα που άγγιζε τα θεμέλια του νεφόπληκτου ουρανού. Σταθήκαμε από κάτω του. Αναμετρηθήκαμε με το ύψος, το εύρος και τις πλατιές του θεωρίες. Δεν ήταν παρά μια εξάστηλη οξιά μέσα στην καλοβαλμένη βιβλιοθήκη του δάσους.
Κι ενώ τηρούμε σα μαγεμένοι τα μουσκεμένα σκηνικά της εποχής που τηνε στολίζουν θριαμβευτικά, από το παραπλάι ακούγονται θόρυβοι από κορμό άλλης οξιάς. Η προσοχή μας εστιάζεται στα φύλλα και στην οξυκόρυφη στήλη της, για να καταλάβουμε πως η ατμόσφαιρα έχει έντεχνα διαχύσει πλήθος υγρών κρυστάλλων συγχρονίζοντας συνάμα τα όργανα ενός κουαρτέτου παιγμένου από φαύνους, σαλαμάντρες και δρυοκολάπτες που την ορχήστρα τους διευθύνει το ξεμαλλιασμένο φθινόπωρο.
Επιστρέφουμε στη διασταύρωση Γαρδικίου – Πλατάνου. Από εκεί αρχίζει μια δραματική περιπέτεια (ως δράση εννοούμενη) για την αναγνώριση του αυθεντικού τοπίου και την αποκάλυψη της ωραίας πορείας του Ίναχου ποταμού. Μας συνοδεύει η αγάπη για το άγνωστο και η ροπή στην παράσταση του κινδύνου. Μια παράσταση καθαρτική του τοπίου.
Κατηφορίζοντας με αρκετά εσάκια πατώνουμε σε έναν υδροκρίτη. Είναι το ρέμα του Βιστρίτσα, παλιό ντόπιο όνομα του Ίναχου ποταμού, που θα το περάσουμε άλλες δύο φορές διασχίζοντας την κοίτη του από επόμενα σημεία. Αλλά πρώτα περνάμε από τον Πλάτανο. Πανέμορφο χωριουδάκι που σχεδόν έχει εγκαταλειφθεί, γι’ αυτό και «ΦΥΛΑΣΣΕΤΑΙ», όπως μας ενημερώνει σχετική πινακίδα. Δεν υπάρχει άνθρωπος.
Αποχαιρετούμε τον Πλάτανο και μας αποχαιρετά κι η άσφαλτος. Αυτό θέλουμε. Να μείνουμε «άσφαλτοι» μέσα στη γαλήνη του μοναχικού παράδεισου, για να βυθιστούμε σε εκπληκτικές ρεματιές, όπου βασιλεύουν τα μαστοφόρα των πηγών και τα κανάλια των ασίγαστων βλυσμών.
Όλο ανηφορίζοντας φτάνουμε πια στο Κυριακοχώρι, μεγάλο απλωμένο κι ευήλιο χωριό, και με τον Ίναχο πάντα από δεξιά μας διανύουμε μιαν απόσταση έξι περίπου χιλιομέτρων μέχρι να μπούμε στο Περιβόλι. Από κει φεύγουν τρεις δρόμοι με διαφορετικές κατευθύνσεις, Ο πρώτος οδηγεί στη Σπερχειάδα, ο δεύτερος στα Αργύρια και ο τρίτος στα Μάρμαρα. Ακολουθούμε τον τρίτο δρόμο, όπως μας τον υποδεικνύουν οι ντόπιοι, καθώς δεν είναι εύκολα ορατός. Θα διασχίσουμε τον Ίναχο σε μια από τις ωραιότερες φάσεις του και θα κινηθούμε ανηφορικά και παράλληλα με την κοίτη του, προς τις πηγές του. Ο δρόμος από το Περιβόλι για τα Μάρμαρα ξαναγίνεται άσφαλτος. Θα σηκωθούμε αρκετά ψηλά, για να προσεγγίσουμε αυτόν τον θεσπέσιο οικισμό των Μαρμάρων με τους πολλούς μαχαλάδες και τις ψηλές θεωρίες, που η έκταση, η θέση και τα διαδοχικά του μπαλκόνια θα μας απογειώσουν.
Από τα Μάρμαρα (τη φημισμένη Σέλιανη) αρχίζει μια εντελώς διαφορετική οπτική θεωρία των βουνών και της ορεινής βλάστησης. Έχουμε αφήσει πια την κοίτη του Ίναχου, αφού κάπου εδώ μέσα στις βαθιές πτυχώσεις της δυτικής Οίτης ορίζονται οι πρώτες από τις διακλαδωμένες πηγές του. Ανηφορίζουμε έντονα προς μια νέα γη. Ο δρόμος από τα Μάρμαρα και πάνω φαρδαίνει αλλά είναι σκυροστρωμένος και με χαλίκι πυκνό. Ύστερα από μια στροφή, βλέπουμε στο αριστερό του δρόμου διάζωμα μια πράσινη πινακίδα που δείχνει μέσα στο δάσος ένα ανηφορικό μονοπάτι προς το Αρχαίο Φρούριο.
Η ανάβαση ως εκεί δεν παίρνει παραπάνω από ένα τέταρτο, καθώς όλη η απόσταση δεν ξεπερνά τα διακόσια μέτρα. Στην κορυφή του λόφου, αριστερά από τη μεγαλύτερη κορύφωση του Ξεροβουνιού, στέκει ένας επίπεδος οχυρωματικός περίβολος με κυκλώπειες πέτρες που ακροβολίζεται σε δυο διαδοχικούς γκρεμούς. Δείχνει πως επρόκειτο για αρχαίο οικισμό που είχε χτισθεί για την προστασία των ανοχύρωτων θέσεων της περιοχής.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή μας με στόχο την Ανατολή, δεν κάνουμε παραπάνω από πεντακόσια μέτρα και βρίσκουμε πινακίδα, δεξιά του οδοστρώματος, που μιλάει για έναν οικογενειακό μυκηναϊκό τύμβο. Ο τύμβος βρίσκεται σε βάθος εκατό περίπου μέτρων και είναι περιφραγμένος. Έχει ανασκαφεί κι αποδώσει τρεις ταφικούς πλακούντες. Πινακίδα αναφέρει πως πρόκειται για ταφικό τύμβο υπομυκηναϊκής εποχής (μέσα του 11ου π.Χ. αιώνα) που περικλείει ατομικούς κιβωτιόσχημους τάφους μελών μιας οικογένειας. Λίγα μέτρα παρακάτω και αριστερά του δρόμου υπάρχει και δεύτερος τύμβος, της ίδιας εποχής, παρόμοιος με τον προηγούμενο.
Φτάνουμε δειλινό πια στην Ανατολή (Παλιά Χωμήριανη) που είναι κτισμένη σε υψόμετρο 1.300 μέτρων. Δεξιά από την είσοδο του χωριού φεύγει πετρώδης δασικός δρόμος που διασχίζει ένα μήκος 2.600 μέτρων, για να αναρριχηθεί σε δασωμένη πλαγιά, η οποία ξαφνικά αποψιλώνεται, για να αποκαλυφθούν δυο θεσπέσιες λιμνούλες στο σχήμα των ορεινών δρακόλιμνων. Είναι οι λίμνες Ζηρέλια. Για να τις προσεγγίσουμε περπατούμε χίλια πεντακόσια μέτρα. Από το σημείο αυτό κάνει εντυπωσιακή εμφάνιση ο ορεινός όγκος των Βαρδουσιών, με το βουνό της Χωμήριανης αριστερά και τις διαδοχικές δαντέλες τής Πυραμίδας, της Πλάκας και του Πάνω Ψηλού από τη δεξιά πλευρά της μεγάλης οροσειράς.
Επιστρέφοντας στον οικισμό της Ανατολής, μετά τον περίπατο στα Ζηρέλια, αρχίζει το τελευταίο και πιο δραματικό μέρος της διάσχισης του τριγώνου. Επόμενος στόχος είναι η Δάφνη. Τα εφτά εκείνα χιλιόμετρα θα αποκαλύψουν με τον δικό τους ιδιαίτερο λόγο –λόγο δασοπονικό– την εποποιία του ρουμελιώτικου πλούτου που απότομα θεριεύει κι εκπονεί μιαν ασύγκριτη πραγματεία δυναμικής χλωρίδας.
Είναι απίθανη αυτή η χωμάτινη (ευτυχώς ακόμη) διαδρομή και δε γίνεται παρά να ενσωματωθεί στις κορυφαίες διασχίσεις του πιο γνήσιου κι ανόθευτου ημιορεινού τοπίου. Η ποικιλία των ειδών, η ομορφιά του δάσους κι η επιχώρια γαλήνη θα υπερθεματίζουν την όποια γνώση και κατάρτιση είχαμε μέχρι τώρα για τον πλανήτη μας. Ο «πλανήτης Ρούμελη» θα είναι για πάντα στην καρδιά μας.
Σούρουπο πια φτάνουμε στα πρώτα σπίτια της Δάφνης. Από εδώ και έως την Καστριώτισα μετρούμε σκοτεινά διαζώματα μιας διαδρομής που ξεπέρασε τα όρια του ανυπέρθετου και του ονειρεμένου. Η νύχτα δούλεψε τα επόμενα χιλιόμετρα με τον λόγο της, για να μας παραδώσει ονειροπαρμένους στο μικρό ταβερνάκι της Άνω Παύλιανης, μετά το πέρασμα από το ερημικό Μαυρολιθάρι, όπου επιθυμούσαμε να κλείσουμε τον κύκλο της μαραθώνιας πορείας μας.
Επιλογίζοντας
Ήταν ένας αγλαός «περίπατος» στο μεταίχμιο τριών βουνών (Γραμμένης Οξιάς, Βαρδουσιών και Οίτης) με μια αναπάντεχη συναυλία χρωμάτων, ευωδιών και ήχων της γης μες στην καρδιά του ωραιότερου μήνα του χρόνου. Με την πλούσια παλέτα των αποχρώσεών της, η μυστήρια γη, τις ώρες τούτες, φιλτράρει τον σπόρο των χρωμάτων, για να καταυγάσει το δάσος μες στην ομορφιά της ζωής και της φύσης. Συναυλία φθινοπώρου λοιπόν, στο ανοιχτό θέατρο του δάσους (Οίτης και Βαρδουσίων) με ενδιάμεσους σταθμούς στον Ίναχο ποταμό και τερματικό την Παύλιανη.
1 Με το ίδιο όνομα (Ίναχος) εμφανίζονται άλλα δύο ποτάμια στην ελλαδική περιφέρεια: Ο Ίναχος της Αργολίδας και ο Ίναχος της Αιτωλίας, παραπόταμος του Αχελώου.
Χιλιομετρικές αποστάσεις:
Σπερχειός – Γαρδίκι, 16 χλμ.
Γαρδίκι – Καταφύγιο Γραμμένης Οξιάς, 17 χμ.
Γαρδίκι – Πλάτανος, 6,4 χλμ.
Πλάτανος – Κυριακοχώρι, 5,5 χλμ.
Κυριακοχώρι – Νικολίτσι, 8 χλμ.
Νικολίτσι – Περιβόλι, 6 χλμ.
Περιβόλι – Μάρμαρα (Σέλιανη), 5,5 χλμ.
Μάρμαρα – Ανατολή (Πέρα Χωμήριανη), 12 χλμ.
Ανατολή – Δάφνη (Χωμήριανη), 7 χλμ.
Βιβλιογραφία: Θεόδωρος Παράσχου, Η γεωμορφολογική εξέλιξη της κοιλάδας του Ίναχου ποταμού, Θεσσαλονίκη 2005