home Άρθρα Ιερά Μονή Σαγματά στη Βοιωτία
Ιερά Μονή Σαγματά στη Βοιωτία

Στις εκτεταμένες πεδιάδες της Βοιωτίας, στην πολυσύχναστη Εθνική Οδό, διαδοχικές πινακίδες μας δείχνουν την κατεύθυνση προς τη Μονή Σαγματά. Από τους χιλιάδες ταξιδιώτες ελάχιστοι ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της Μονής. Όσοι έχουν την περιέργεια ή είναι προϊδεασμένοι γι αυτό που θα συναντήσουν, επιχειρούν αυτή την παράκαμψη των λίγων χιλιομέτρων. Στα αθέατα υψίπεδα του Σαγμάτιου όρους θα ανταμειφθούν για την απόφασή τους. Εκεί, σ’ ένα πανέμορφο φυσικό περιβάλλον, με ανεμπόδιστη θέα σ’ όλο τον πεδινό και ορεινό ορίζοντα, βρίσκεται η περίφημη Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος Σαγματά, οικοδομημένη το 1106 από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό.

Κείμενο: Κυριάκος Παπαγεωργίου
Φωτογραφίες: Άννα Καλαϊτζή ,Κυριάκος Παπαγεωργίου
Ιερά Μονή Σαγματά στη Βοιωτία
Κατηγορίες: Μνημεία
Προορισμοί: ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ, Βοιωτία

Χιλιάδες άνθρωποι περνούν διασχίζοντας κάθε μέρα το βοιωτικό κάμπο, από το πιο πολυσύχναστο Εθνικό οδικό δίκτυο της χώρας.

Χιλιάδες μάτια είναι καρφωμένα μπροστά στο ασφάλτινο ρεύμα ή το πολύ στα παραπέτα και στα αυτοκίνητα που συγκοινωνούν με το δικό τους όχημα.

Πολύ λιγότερα μάτια παίζουν διακινούμενα στα χωράφια και στα απρόσωπα νεοελληνικά κτίσματα που κυκλοφέρνουν στον κάμπο και κατέχουν καίριες θέσεις στο παρόδιο κομμάτι του δρόμου.

Ακόμη λιγότερα μάτια ανηφορίζουν το βλέμμα ως τα χαμηλοβούνια που ορθώνονται δεξιά κι αριστερά.

Τέλος όλα τα μάτια αδιαφορούν ή δεν έχουν τις μαντικές ιδιότητες, αλλά και κείνo το διαισθητικό προσόν  για να ιδούν πέρα από τα φαινόμενα ή, αν θέλετε, πίσω από τα φαινόμενα, δηλαδή πίσω από τα χαμηλοβούνια, για το τι μπορεί να κρύβεται και ποια είναι τα φερέγγυα ενός φυσικού κλύδωνα που περιβάλλει το βοιωτικό κάμπο. Eίναι μερικές λεπτομέρειες που έχουν σκορπίσει παντού οι μικρές φωλιές, τα νερά, οι κοιλάδες, τα κελαηδήματα κι όλοι εκείνοι οι μικροί χαριτωμένοι ναοί της φύσης με τα ζωηρά τους κατάλοιπα.

Πόσοι έκαναν τον κόπο ή πήραν τη γενναία απόφαση ή τέλος πάντων μυρίστηκαν αυτό το “κάτι” από τα εξέχοντα αυτά μνημεία της βοιωτικής φύσης, για να εκτραπούν από τον προορισμό τους ή να εκτροχιαστούν από το “δρόμο” τους. που δεν είναι άλλος βέβαια από αυτόν που οδηγεί μια ώρα αρχύτερα στο σπίτι τους ή στη δουλειά τους. Ισως και στην ψυχαγωγία τους…

 

Μπορεί κάποιοι να έχουν μυριστεί τα ωραία μυστικά που κρύβονται πίσω από τις επιφάνειες ή να έχουν αντιληφθεί τέλος πάντων εκείνη την επίμονη πινακίδα που μιλάει για την Ιερή Μονή Σαγματά. Δεν ξέρω πόσοι έχουν πάρει την απόφαση να την αναζητήσουν, αλλά αν δεν το έχουν κάνει, σίγουρα έχουν χάσει μια μοναδική ευκαιρία να ταξιδέψουν σε μιαν άλλη εποχή και σε έναν διαφορετικό κόσμο από αυτόν που ζούμε και βλέπουμε καθημερινά δίπλα μας και ιδιαίτερα πλάϊ από το πολύπαθο αγροτικό τοπίο του εθνικού δρόμου.

Η θέση της Μονής Σαγματά είναι πράγματι εντυπωσιακή και δεν την προδίνει καμιά υποψία ούτε την προδικάζει όλη η διαδρομή που διανύει κανείς, ίσως κουραστικά έως πληκτικά, μέχρι να φτάσει στα προπύλαιά της. Η ομορφιά και το επιβλητικό τοπίο που αποκαλύπτονται στην κορυφή του βουνού είναι εντυπωσιακά. Σε μια κόχη της κορυφής  του βουνού αυτού είναι κρυμμένη αυτή η εξέχουσα βυζαντινή Μονή που θεμελίωσε με χρήματά του ο Αλέξιος ο Α΄ ο Κομνηνός, το 11Ο6 μ.Χ.

Όταν λοιπόν ταξιδεύουμε προς Αθήνα και περνάμε την αερογέφυρα της Θήβας, σε κείνη την άχρωμη ευθεία του εθνικού δρόμου, λοξά αριστερά μας διακρίνεται ο βουνοειδής λόφος του Σαγμάτειου όρους, ενός γυμνού λοφοειδούς εξάρματος που δεν υπερβαίνει τα 746 μέτρα, σε υψόμετρο.

Δεν φαίνεται τίποτε από την ευθεία του εθνικού δρόμου, ούτε καν υποψιάζεται κανείς τι μπορεί να υπάρχει πάνω ή πίσω από το άχρωμο βουνό, αν δηλαδή είναι κατοικημένη η περιοχή ή αν υπάρχει στίγμα ή πιθανότητα βλάστησης και ζωής.

 

Οι χάρτες – ας πούμε οι πιο αναλυτικοί – δείχνουν μια τεράστια απλωτή ευθεία (εθνικός δρόμος) με πράσινη απόχρωση που διασχίζει τον βοιωτικό κάμπο των Θηβών, ανατολικά της πόλης, (με κατεύθυνση την Αθήνα), ιχνογραφώντας αριστερά τη λίμνη Υλίκη που περιβάλλεται από πλήθος μικρά γκρίζα βουναλάκια. Η Θήβα φαίνεται δεξιά στο βάθος, ενώ από αριστερά μας, όταν διασχίσουμε την αερογέφυρα που οδηγεί σε Θήβα, Λειβαδιά, Δελφούς, ατενίζουμε μιαν άλλη γκρίζα, ψηλότερη από τις άλλες, βουνοκορφή που στα πόδια της αχνοφαίνεται ένα χωριουδάκι, το Ύπατο.

Αν παρακάμψουμε τον εθνικό δρόμο  βγαίνοντας για Θήβα, πριν από την αερογέφυρα, θα βρεθούμε μπροστά σε ένα τετράσταυρο. Δεξιά ο δρόμος πάει για Θήβα, Λειβαδιά, αριστερά για Μουρίκι και ευθεία για Μονή Σαγματά. Ακολουθώντας τον επαρχιακό αυτό δρόμο, ο οποίος κινείται παράλληλα με το εθνικό δίκτυο, σε ευθεία πορεία, θα βρεθούμε στο τέλος μιας νέας αερογέφυρας που την καβατζάρουμε για να πάρουμε κατεύθυνση προς το χωριό Υπατο.

Σε 1,7 χιλιόμετρα φτάνουμε στα πρόθυρα του χωριού που πήρε το όνομά του από την προσωνυμία του Υπατου (ανώτατου) Δία.

Διασχίζουμε το χωριό που δεν έχει και κάτι το ιδιαίτερο να μας δείξει, εκτός από το ότι βρίσκεται στις παρυφές του Σαγμάτειου Ορους, ένα βουνό που ξεδιπλώνεται με πολύπτυχες μολυβένιες ράχες, πάνω από αυτό.

Στην έξοδο του χωριού προς τη Μονή Σαγματά παρατηρούμε μία πινακίδα που δείχνει την κατεύθυνση αυτή, σε 5,5 χιλιόμετρα από εκεί.

 

Πώς ανακαλύπτονται τα μυστικά; Τη Μονή Σαγματά την ανακάλυψα τυχαία, πριν από αρκετά χρόνια, όταν ανηφόρισα για πρώτη φορά στο βουνό, μόνο και μόνο για να ιδώ την Υλίκη από ψηλά. Τη δεύτερη φορά, πρόσφατα, στη διάρκεια του φετινού φθινόπωρου, μες στην αντάρα μιας μεγάλης νεροποντής και μιας χαμηλής νέφωσης, η οποία μάλιστα κυριαρχούσε σε ολόκληρη τη βοιωτική πεδιάδα. Κι η δεύτερη επίσκεψη είχε περίεργα αν όχι παράλογα κίνητρα, μια και η δυνατή ομίχλη, που επικρατούσε, με πειθανάγκασε να ανηφορίσω ως εκεί, για να φωτογραφίσω το ωραίο πέτρινο μοναστήρι κάτω από τις περιρρέουσες υποβλητικές συνθήκες.

Αυτή τη δεύτερη επίσκεψη η οποία έγινε κάτω από πραγματικά δύσκολες και σχεδόν αποτρεπτικές καιρικές συνθήκες και ανασφαλείς ορατότητες θα αφηγηθώ.

Η νέφωση λοιπόν αυτή, κρεμασμένη από ένα ειδικό βαρομετρικό, έφτανε ως κάτω το εθνικό δίκτυο, πράγμα σπάνιο για την περιοχή.  Μικρά παράθυρα από κενά  ομίχλης φώτιζαν με ένα τρύπιο φως τις πλαγιές του Σαγματά που σχεδόν ήταν αόρατος.

Πήρα το χωματόδρομο που ανηφόριζε από το Υπατο για το βουνό. Ισα που έβλεπα μπροστά μου, το χαλικόστρωτο δρόμο που είχε αρκετές λακκούβες και νεροφαγώματα. Κάποιες φορές η ομίχλη τρυπιόταν από το φως κι αποκάλυπτε στρώματα – στρώματα το παράξενο λερό δέρμα του βουνού και τις μικρές ρεματιές που κατέβαζαν όλες αναπάντεχο νεράκι.

Ανηφόριζα με προσοχή αποφεύγοντας τις νεροφαγιές και τις κρυφές λιμνούλες που τις αποσκέπαζαν. Η ορατότητα δεν ξεπερνούσε τα τρία μέτρα. Συνεπώς είχα απολέσει την πιθανότητα να διακρίνει ο φακός μου, το έξω τοπίο, θέλω να πω τις διαστάσεις του μοναστηριού και τα ανάγλυφα παραστατικά της ιδιόμορφης αρχιτεκτονικής του. Εβλεπα μόνο το μέσα τοπίο της ομίχλης και της καρδιάς μου.

Πλησιάζοντας στην κορυφή του βουνού η ορατότητα περιορίστηκε ακόμη περισσότερο. Πού να βρω το μοναστήρι;

Κινούμενος στα τυφλά και σχεδόν με πρώτη ταχύτητα διέκρινα στο χλιαρό φάσμα του γκρίζου κενού μια μαυριδερή σκιά που κάλυπτε την οροφή του βλέμματος.

Με τα φώτα της ομίχλης να τρυπάνε το μολυβένιο υφαντό της, μόλις στα δύο έως τρία μέτρα, η μαύρη σκιά μεγάλωνε και  αποκάλυπτε ένα …τέρας με πελώρια δάκτυλα που με απειλούσε από ψηλά

Κατέβηκα από το αμάξι για να αναμετρηθώ με την παράξενη πολύκλαδη σκιά. Η βροχή είχε λιπάνει τα χόρτα που πατούσα και μούσκευαν τα πόδια μου ως απάνω.

Με πήρε ένα αίσθημα μαγικού τρόμου κι ένιωσα, όπως λέει κι ο Γιάννης Ρίτσος, “σα να βρέθηκα μπροστά σε όλη την παρακμή και τη γοητεία ενός πανάρχαιου πολιτισμού”. Προσπαθούσα να ξεδιαλύνω, πίσω από τη μαγεία και το θαμβος, τη μαύρη σκιά κι αυτό τον παράξενο λόγο των χεριών που χώνονταν στην αιωρούμενη ομίχλη και οικοδομούσαν την υπέροχη μελανή αοριστία της μέρας.

Η παράξενη σκιά έγινε σιγά – σιγά ένα πελώριο δέντρο που αποσαφήνιζε τα δακτυλικά του αποτυπώματα με τα νοτισμένα κλαδιά του.

Κάτω από τα κλαδικά αποτυπώματα της τεράστιας βελανιδιάς ένας χλομός παράδεισος, με κηπάρια, παγκάκια και ωραίο γρασίσι ξεδιπλώθηκε σιγά – σιγά μεσ’ από τα συναρπαστικά και πολυεπίπεδα στρώματα της καταχνιάς.

Εκεί ακριβώς άφησα το αμάξι και ντύθηκα με τα αδιάβροχα. Βγήκα σε ένα μαγικό τόπο και περπάτησα αλαφιασμένος και χαρούμενος να προϋπαντήσω όλες τις διαστάσεις της αοριστίας που υπέθαλπε η ομίχλη.

Ως εκείνες τις στιγμές δεν ήξερα – δεν μπορούσα να υποθέσω – κι ούτε ψυχανεμιζόμουνα τη θέση της μονής, αλλά δεν μπορούσα και να δομήσω τη στερεότητα και τη θέση του βουνού. Πήρα ένα τυχαίο μονοπάτι που αχνογράφτηκε μπροστά μου.

Οι θάμνοι, η λάσπη, η ομίχλη, τα ανεπαίσθητα χρώματα και η πλούσια διάθεση να εξερευνήσω το θαμπό σύμπαν με οδήγησαν σε ένα οδοιπορικό ανεξήγητα εντυπωσιακό και αδιάβλητο. Όλα ντύθηκαν με τις χρυσές διαστάσεις του εσωτερικού συναισθήματος, κάτω από το μανδύα  του ονείρου.

Οι πτυχές της ομίχλης άρχισαν να διαλύονται. Το μονοπάτι που είχα πάρει, με μια σοφή, κυκλική κίνηση, με έφερε στην πίσω μεριά του μοναστηριού, όπου διέκρινα μέσα από τη φανταιζί ατμόσφαιρα τη σκιά ενός παρεκκλησιού. Ανέβηκα ένα μαρμάρινο σκαλοπάτι. Αγγιξα την πετούγια και την πίεσα. Η παλιά ξύλινη πόρτα άνοιξε με τριγμούς αιώνων και μια στυφή κι οξεία μυρωδιά, ανάμικτη από μούχλα και αγιοσύνη, αποκαλύφθηκε μπροστά μου.

Ήταν το κοιμητήριο των άγιων ψυχών, που η μικρή του θόλος μού αποκάλυψε μερικά από τα ωραιότερα ψήγματα αγιογραφίας σε όλο το πλάτος της οροφής και των τοιχωμάτων.

Διάσπαρτες χρονολογίες που κυμαίνονταν γύρω στον 19ο αιώνα, έδειχναν διάφορους όσιους, μάρτυρες και απόστολους, με πολύ ιδιότροπη εμφάνιση και στολή. Η υγρή και διαπεραστική ατμόσφαιρα του παρεκκλησιού με ανάγκασε να βγω στο λιγοστό φως της μέρας. Κάτω από το παρεκκλήσι και στο πλάϊ μιας γέρικης βελανιδιάς ένα λιτό ταφικό πέτρινο μνημείο είχε στηθεί με τα λείψανα αρχαίου ναού. Σα νάταν εδώ εκείνο το ίδιο αρχαίο μνημείο που ο θρύλος έχει ονομάσει Ναός του Υπατου Δία και που δε βρέθηκε ποτέ… Κι όμως! Στον κορμό  της βελανιδιάς ένα διπλό κυρτό υπόλειμμα μαρμάρου παρέπεμπε με σαφήνεια σε κείνη τη μυστήρια αρχαία εποχή.

Συνέχισα το μονοπάτι προς τα εκεί όπου με πήγαινε εκείνο, δίχως να γνωρίζω πού κατευθύνομαι.

Σε λίγο βγήκα σε μια πέτρινη στράτα, πολύ περιποιημένη που με οδήγησε σε λίγα λεπτά στο προαύλειο ενός ανεξιχνίαστου ναού, άγνωστης εποχής και κατασκευής. Φαινόταν δα πως είχε γίνει αντικείμενο ιδιαίτερης μεταχείρισης ετούτος ο ναός που τα οικοδομικά του λείψανα αποτελούνταν από πωρόλιθους, λευκά μάρμαρα και γκρίζους ασβεστόλιθους. Διάχυτα σφηνοειδή κεραμεικά κοσμούσαν τους εξωτερικούς τοίχους του ναού.

Εμφανίστηκε ως διά μαγείας, μέσ’ από τα σφηνωτά λευκά σουσούμια της ομίχλης σαν ένας ξαφνικός γίγαντας που δείχνει το πελώριο και στέρεο ανάστημά του σε όλα τα μικρά και λιγόψυχα ανθρωπάκια της εποχής.

Μέσα στο ναό που η θύρα του ήταν ανοιχτή, διέκρινα μια καταπακτή που έβγαζε σε κρύπτη κάποιου ασκητή. Ολόγυρα μύριζε η αγιοσύνη, με μια περίεργη απόπνοια, όψιμης λατρείας και μοντερνισμού.

Ύστερα βγήκα στο προαύλειο προσπαθώντας να εντοπίσω το φαρδύ μέτωπο της εθνικής οδού που πρέπει να απλώνονταν στο βάθος, καθώς δεν το άφηνε να διακριθεί το πηχτό σώμα της ομίχλης. Αυτό που φανταζόμουνα δεν ήταν παρά μια παρατεταμένη υπόνοια που τη σκέπαζε η γκρίζα μονήρης αοριστία της ομίχλης, πίσω απ’ τα φουγάρα των βράχων και τους ανεμοδείχτες των σκιών.

Ετσι λοιπόν καθηλωμένος σε τούτη την άκρια του αρχαίου βουνού άκουγα τις μακρινές ριπές των αυτοκινήτων, όπως διέσχιζαν, αδιάφορα έως βιαστικά, την άσφαλτο της ανάγκης, προκειμένου να φτάσουν γρήγορα κι ανυπόμονα στη δουλειά τους και δεν έβλεπαν – οι αθεόφοβοι – ετούτο δω το μαγικό απόσπασμα της ζωής, το διαχρονικό ποίημα της ομίχλης, με τις λευκές προσωδίες και τις άφωνες παύσεις που μουδιάζουν τα αισθήματα, σβήνοντας μία – μία τις διαστάσεις του χωροχρόνου.

Εδώ πάνω λοιπόν, ψηλά από την εθνική οδό, μέσα στο τυφλό τοπίο του Σαγματά, κυκλωμένος από τ’ αναπόφευκτα δώρα του νοέμβρη, κυκλωμένος από τις μικρές ανταύγειες μιας ακαταμάχητης ευωχίας, κυκλωμένος από μυριάδες σωματοφύλακες – πυλωρούς της ευδαιμονίας και της αχαλίνωτης μοναξιάς που χάνεται και σβήνει μέσα στο θαμπό σύμπαν της αοριστίας, εξόριστος και ανυποψίαστος, περιφέρομαι δίχως προοπτική, γνώση και στόχο.

Ωστόσο! Μια μικρή πέτρινη σκάλα, στη νότια άκρη της πλατείας, κατηφορίζει μεσ’ από τα κατάκρημνα βράχια μιας φοβερής πλαγιάς.

Tην ακολουθώ μέσα στο κλίμα αυτής της αντάρας.  Η πέτρινη σκάλα είναι ολισθηρή από την υγρασία, αλλά διαθέτει ξύλινο παραπέτο και μελετημένες κλίσεις. Τα στροφάδια της σκάλας επάνω στα βράχια είναι σφηνωτά και απότομα. Το χάος που μετεωρίζεται δεν φαίνεται εξ αιτίας της ομίχλης. Μετρώ συνολικά 210 σκαλιά και κεφαλόσκαλα, αλλού φαρδιά κι αλλού πολύ στενά, ριχτά  κι απότομα.

Η κάθοδος αυτή γίνεται ο πυρήνας μιας άκρως ενδιαφέρουσας κι αισθαντικής πορείας, κάτω από άνισες συνθήκες και γι αυτό είναι επιβλητική η βουτιά αυτή στον κόρφο της βραχοπλαγιάς και στον γκρεμό. Ξαφνικά ξεκολλάει μια πέτρα και πέφτει στη χαράδρα. Μα κανείς δεν περπατάει εδώ, πώς τάχα να ξεκόλλησε; Υστερα πάλι ένα κλαδί που σπάει από τ’ ανάλαφρο βάρος τα’ ουρανού.

Το τελείωμα της πορείας ύστερα από ένα τέταρτο περίπου καταλήγει στη σπηλιά που έχει βέβαια καλλωπισθεί κι αποτελεί θεαματική απόληξη μιας εξαγιασμένης μορφής που κατέβαινε – άγνωστο πώς, τα χρόνια εκείνα – για να ζήσει ασκητικά μες στην ερημιά σε τούτη την άγια τρύπα.

Σημασία έχει που η ριψοκίνδυνη αυτή κάθοδος είναι πέρα για πέρα εντυπωσιακή και συνιστά μια πορεία ενδιαφέρουσα, από την κορυφή του βουνού, ή αν θέλετε από τη θέση της μονής που ωστόσο ακόμη δεν την είχα εντοπίσει.

Επιστρέφοντας από τη σκάλα συναντώ το φαρδύ καλντερίμι προς την αφετηρία του. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την άκρη του μοναστηριού που χαράζει με τον τρόπο αυτό την άκρη του νήματος που συνέχει τους δύο πόλους.

Η ώρα είναι τέσσερις – ώρα ν’ ανοίξουνε την πύλη της Μονής. Γύρω μου καλπάζει η ομίχλη, η οποία έχει καθίσει επάνω στα μπεντένια του μοναστηριού και τις πανέμορφες αντηρίδες και σαν γαλάζιος καπνός μετατοπίζει το κωδωνοστάσιο και τους τρούλους της μονής από επίπεδο σε επίπεδο. Μοιάζει με αχνό γαλάζιο φόρεμα που καλύπτει με μια νοτισμένη ευωδιά και λεπτότατη πάχνη τις προτομές των κτητόρων και των ηγουμένων που κοιμήθηκαν πρόσφατα.

Η ομίχλη εξαϋλώνει τα πάντα μέσα στο σεπτό περιβάλλον του αύλειου χώρου της μονής, καθώς τα κίτρινα φύλλα των σφενδαμιών δυναμιτίζουν το λευκό και γκρίζο παραπέτασμα κι ορθώνονται οι πύλες της αβύσσου από τις τέσσερις άκριες του περίβολου.

 

Στο κέντρο της Μονής υψώνεται το καθολικό  που είναι αφιερωμένο στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος και κτίστηκε τον 12ο αιώνα. Ο ρυθμός του είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος μετά τρούλου. Χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: Στο Ιερό, στον κυρίως Ναό, στη Λιτή (εσωνάρθηκα) και στον Εξωνάρθηκα, ο οποίος μαζί με το καμπαναριό είναι κτίσματα του 15ου ή 16ου αιώνα.

Το πιο ενδιαφέρον τμήμα του καθολικού είναι το ψηφιδωτό δάπεδό του. Είναι ωραιότατο, από τα σπάνια δείγματα, φτιαγμένο με λεπτές πολύχρωμες ψηφίδες, με θαυμάσιες παραστάσεις από το ζωϊκό και φυτικό βασίλειο, καθώς και γεωμετρικά σχήματα.

Γύρω από το καθολικό είναι κτισμένα το πρώτο κελί, η Τράπεζα κι οι υπόλοιποι βοηθητικοί χώροι. Τα περισσότερα είναι κτίσματα του 12ου αιώνα και μόνο το αρχονταρίκι και τα υπόλοιπα κελιά είναι κτίσματα από την εποχή της Τουρκοκρατίας.

Κτήτορας της Μονής είναι ο Οσιος Κλήμης (1050 – 1140 μ. Χ.). Υπήρξε ένας θορυβώδης νεαρός Αθηναίος που εγκατέλειψε την αστική ζωή κι εκάρη μοναχός από τον Οσιο Μελέτιο, κτήτορα της Μονής του Κιθαιρώνα. Ηρθε στο βουνό του Σαγματά κι ασκήτεψε μόνος, σε μια σπηλιά, στην άκρη του απόκρημνου βράχου. Είναι η σπηλιά που κατέβηκα λίγο πριν, στη μέση του φοβερού γκρεμού. Στις μέρες του άρχισε να κτίζεται το μοναστήρι.

Το παρεκκλήσι του Κοιμητηρίου είναι αφιερωμένο στον Αγιο Νικόλαο (με τις τοιχογραφίες) και βρίσκεται σε απόσταση 150 μέτρων από τη Μονή. Ηταν το πρώτο κτίσμα που βρήκα μέσα στην αντάρα της ομίχλης. Το καινούργιο κτίσμα στην άκρη του γκρεμού είναι το παρεκκλήσι του Οσίου Κλήμεντος και μέσα του κλείνει την κρύπτη με τον τάφο του. Η θέα από εκεί φέρεται να είναι μαγευτική, όπως μου είπε κι ο ηγούμενος της Μονής, στη συζήτηση που είχαμε έπειτα.

Ηγούμενος και μοναχοί μου μίλησαν με θερμά λόγια για ένα Ρώσο γιατρό, τον περίφημο Λουκά, αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως  και Κριμαίας (1877 – 1961). Μες στη μονή υπάρχει ειδική αίθουσα με βιβλία του και διάφορα άλλα έργα του, καθώς και η αρχιερατική του μίτρα. τα συγγράματά του οι πίνακες ζωγραφικής του, οι επιστολές και οι φωτογραφίες από τη ζωή του.

Φαίνεται πως εδώ, ο άγιος Λουκάς ο ιατρός, κατέχει σημαίνουσα αν όχι κορυφαία θέση, αφού όλοι οι μοναχοί μονάχα γι αυτόν μού μιλούσαν και εκθείαζαν το έργο και τη ζωή του.

 

Σύμφωνα, με τον Παυσανία το βουνό στα αρχαία χρόνια ονομαζόταν Υπάτιον Ορος και στην κορυφή του υπήρχε μεγαλοπρεπής αρχαιοελληνικός ναός και άγαλμα του Υπατου Δία.

Όσο και αν έψαξα δεν βρήκα τίποτα που να παραπέμπει στις γραφές του μεγάλου έλληνα περιηγητή του 2ου αιώνα.

Δεν ήταν η ομίχλη που με παρενοχλούσε, μα η γενική εντύπωση πως στη διάρκεια των δέκα αιώνων, από την κτίση της Μονής μέχρι σήμερα, και αν ακόμη υπήρχαν υπολείμματα του αρχαίου ναού, θα είχαν εγκιβωτισθεί στις μεταγενέστερες ναϊκές κατασκευές, αλλά το χειρότερο δεν είναι αυτό, μα η άγνοια των αρχαιολόγων και των ανθρώπων του  Πολιτισμού που έχουν αφήσει ανεκμετάλλευτο και άσκαφτο το Υπάτιον Ορος.

Κανένας Παυσανίας δεν τους έχει ακόμη συγκινήσει…

 

*

Έκλεισα την πόρτα πίσω μου με θλίψη. Πήρα το αμάξι μου και κατηφόρισα για τον μεγάλο κάμπο.

Τότε θυμήθηκα  την ομορφιά του τοπίου (που είχα επισκεφθεί πριν από χρόνια), όταν ένας λαμπερός και χυμώδης ήλιος σκορπούσε τα βέλη του σε όλες τις κατευθύνσεις. Τρυπούσε (τότε) με τις ακτίνες του και αποκάλυπτε κάθε γωνιά του βοιωτικού κάμπου και κυρίως φώτιζε με απαστράπτουσα λάμψη τις δύο υπέροχες λίμνες που διαγράφονταν βόρεια και δυτικά από το Σαγμάτιον Ορος.. Την Υλίκη και την Παραλίμνη.

Κατέβηκα με βιάση να εντοπίσω την Παραλίμνη, αυτή την άγνωστη κι υπέροχη λαμπρή πινελιά του βοιωτικού κάμπου.

Πήρα το δρόμο για το Μουρίκι. Yστερα από έξη χιλιόμετρα, περνώντας το χωριό έπαιρνα την κατεύθυνση για την ΕΥΔΑΠ και το χωριό της Υλίκης. Από τις Αποθήκες της ΕΥΔΑΠ έστριβα δεξιά και από χωματόδρομο μέτριας βατότητας έφτανα στις όχθες της Παραλίμνης.

Άφησα το αμάξι και πήρα την παραλίμνια διαδρομή από το δυτικό της όριο. Κάπου εκεί, ανάμεσα στις δύο λίμνες, της Υλίκης και της Παραλίμνης, βρίσκεται και το ομώνυμο χωριουδάκι. Ενας δρόμος κατευθύνεται για την Υλίκη κι ένας άλλος για την Παραλίμνη.

Παίρνω τον τελευταίο. Διασχίζω ωραία λιβάδια, με πλήθος αγριολούλουδα. Να, που ένα τοπίο, εντελώς άγνωστο και χαμένο στη δαιδαλώδη χώρα μας αποκαλύπτει μια περιοχή όχι μόνο ενδιαφέρουσα αλλά και ελκυστική. Οι διαδρομές που μπορεί να γίνουν εδώ  προσφέρουν εναλλακτικό πλούτο, από λιβάδια, φυτικό βασίλειο και υγρές παραλλαγές ενός σημαντικού βιότοπου, με μια αξιόλογη ποικιλία πανίδας και χλωρίδας.

Στο βορεινό μέτωπο της Παραλίμνης διακρίνω ένα απότομο τείχος από μια βουνοσειρά. Είναι το επίσης πολύ ενδιαφέρον Πτώον, με τις δυό όμορφες κορυφές του, τον Ανεμόμυλο (741 μέτρα) και τον Πεταλά (781 μέτρα) που προσεγγίζονται από την πίσω μεριά του βουνού. Από την κορυφοσειρά αυτή έχουμε γίνει μύστες μιας πανέμορφης θέας τόσο προς τον Ευβοϊκό κόλπο, όσο και προς τις λίμνες του βοιωτικού κάμπου.

Ασφαλώς την περιοχή αυτή δεν θα τη συναντήσει κανείς από αλλού, εκτός αν πάρει την κατεύθυνση από Μουρίκι για Σκροπονέρι, όπου βρίσκεται κι ένας πολύ σημαντικός όρμος στις παρυφές του Ευβοϊκού κόλπου.

Εκείνο πάντως που έχει σημασία είναι ότι η Παραλίμνη έχει μια δική της ανεξάρτητη ομορφιά που δεν θα τη μυριζόμουνα, αν δεν ανέβαινα τις στροφές για τη Μονή του Σαγματά.

Σαγματάς και Παραλίμνη λοιπόν, να που συνιστούν ένα ωραίο και εναλλακτικό δίπολο διαδρομών και εξόδου από την κρίση του εθνικού δικτύου…

 

Υστερόγραφο

Η ιστορική Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος  Σαγματά, ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια, είναι κτισμένη σε υψόμετρο 747 μέτρα, στην κορυφή του Σαγμάτιου Ορους. Μισή ώρα μακριά από τη Θήβα και οκτώ χιλιόμετρα από την εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας (80ο Χιλιόμετρο).

back-button
next-button
iera-moni-sagmata iera-moni-sagmata_1 iera-moni-sagmata_2 iera-moni-sagmata_4 iera-moni-sagmata_5 iera-moni-sagmata_6 iera-moni-sagmata_7 iera-moni-sagmata_8 iera-moni-sagmata_9 iera-moni-sagmata_10 iera-moni-sagmata_11 iera-moni-sagmata_12 iera-moni-sagmata_13 iera-moni-sagmata_14 iera-moni-sagmata_15 iera-moni-sagmata_16
Οι Εκδρομές μας
back-button
next-button
Λίμνη Κάρλα, ένας σημαντικός υγροβιότοπος
09/02/2025-09/02/2025
Στα ανατολικά της Θεσσαλίας, η λίμνη Κάρλα, άγνωστη στους περισσότερους, τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε έναν αληθινό τόπο συνάντησης και συνύπαρξης εκατοντάδων πουλιών, πολλά από τα οποία κι...
Το Δελφικό Τοπίο και το Στοιχειό της Χάρμαινας
01/03/2025-03/03/2025
Ο Δίας άφησε δύο αετούς, έναν προς την Ανατολή και έναν προς τη Δύση κι αυτοί συναντήθηκαν στους Δελφούς, κάνοντάς τους το κέντρο του κόσμου. Στο μνημείο αυτό της παγκόσμιας κληρονομιάς θα βρεθούμε...
Πάσχα στη Νάξο
17/04/2025-21/04/2025
«Αν ο παράδεισος ήταν στη γη, τότε θα ήταν εδώ» όπως χαρακτήρισε το νησί ο Νίκος Καζαντζάκης στο βιβλίο του Αναφορά στον Γκρέκο.   Όλος ο κόσμος σ’ ένα νησί... Η Νάξος η πανέμορφη, με το...
Σαλπάρουμε για ένα ονειρικό ταξίδι στις Σποράδες με τον «IOLKO»
14/06/2025-21/06/2025
Το καλοκαίρι θέλει ανεμελιά, χαλάρωση, ελευθερία, βουτιές σε ερημικές παραλίες, αεράκι και αλμύρα, ξάπλες κάτω από τον έναστρο ουρανό, και καλή παρέα.   Για όλους εμάς που λατρεύουμε τη ...
Αστυπάλαια, η πεταλούδα του Αιγαίου
08/07/2025-15/07/2025
Η πεταλούδα του Αιγαίου, η Αστυπάλαια, ένα από τα πιο όμορφα νησιά των Δωδεκανήσων, θα μας ενθουσιάσει με την εντυπωσιακή Χώρα της, τις μαγικές παραλίες, αλλά και τον ιδιαίτερο γαστρονομικό πλούτο ...
Ρόδος & Καστελλόριζο
12/09/2025-19/09/2025
Ένα ταξίδι μοναδικό στο ανατολικότερο άκρο της Ελλάδας.   Στη Ρόδο, το νησί των ιπποτών, θα βρεθούμε και θα ταξιδέψουμε σε άλλες εποχές όταν, περνώντας τη μεσαιωνική πύλη της Παλιάς Πόλη...
Close Καλάθι Αγορών
Close
Close
Categories
Newsletter

Newsletter

Κάνε εγγραφή για να λαμβάνεις τα προγράμματα των εκδρομών μας και δωρεάν τα άρθρα μας για νέους προορισμούς.

Please wait...

Σας ευχαριστούμε για την εγγραφή!