Στις θάλασσες του κόσμου αλλά και στα ελληνικά νερά ζουν διάφορα πλάσματα με ποικίλα σχήματα, χρώματα και μεγέθη. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν κάποια, που δεν είναι εύκολο να τα δει ο άνθρωπος. Μιλάμε για τους γυμνοσαλίγκαρους της θάλασσας, τα επιστημονικώς αποκαλούμενα «οπισθοβράγχια». Οργανισμοί που είναι, με βεβαιότητα, από τους πιο όμορφους, αλλά όχι τόσο γνωστούς στο ευρύ κοινό.

Στις θάλασσες του κόσμου αλλά και στα ελληνικά νερά ζουν διάφορα πλάσματα με ποικίλα σχήματα, χρώματα και μεγέθη. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν κάποια που δεν είναι εύκολο να τα δει ο άνθρωπος. Μιλάμε για τους γυμνοσαλίγκαρους της θάλασσας, τα επιστημονικώς αποκαλούμενα οπισθοβράγχια. Οργανισμοί που είναι, με βεβαιότητα, από τους πιο όμορφους, αλλά όχι τόσο γνωστούς στον πιο πολύ κόσμο. Αυτά τα μαλάκια έχουν ένα υποτυπώδες ή καθόλου όστρακο. Συχνά χαρακτηρίζονται και ελκύουν τους ανθρώπους απο τα φανταστικά χρωματικά σχέδια που έχουν και θεωρούνται, για την μοναδική ομορφιά τους, ως οι «Πεταλούδες της Θάλασσας». Άσπρα, κίτρινα, κόκκινα, πορτοκαλιά, μπλε, μωβ, καφέ. Σχεδόν όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου υπάρχουν εκεί.
Έχουν μέγεθος και βάρος που ποικίλει, από λίγα χιλιοστά μέχρι 40 εκατοστά σε μήκος και μπορεί να φτάσουν το 1,5 κιλό σε βάρος. Ζουν σε όλες τις θάλασσες του κόσμου, απο τα ζεστά τροπικά νερά εως τα παγωμένα νερά της Ανταρκτικής, απο τους ανοιχτούς ωκεανούς μέχρι και τις λιμνοθάλασσες με τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν εκεί.
Συχνά ξεφεύγουν απο τα μάτια ενός μη παρατηρητικού δύτη, αλλά μόλις μάθει κάτι για αυτά τα πανέμορφα ζώα, κάνει τα πάντα για να τα αντικρίσει στην θάλασσα και να τα θαυμάσει στον δικό τους κόσμο.
Τα οπισθοβράγχια (πίσω + βράγχια, ο έχων τα βράγχια πίσω) ανήκουν στο φύλο των Μαλάκιων. Εκεί που ανήκουν τα Δίθυρα, δηλαδή τα μύδια, στρείδια, γυαλιστερές, τα κυδώνια και ότι άλλο έχει 2 θυρίδες, τα Γαστερόποδα, αυτά που με μία λέξη τα λέμε «κοχύλια», δηλαδή τις μπουρούδες, τις πορφύρες, τα κάθε λογής χοχλιδάκια της θάλασσας αλλά και τα άλλα πολύ γνωστά για την γευστική τους αξία, τα Κεφαλόποδα, δηλαδή τα χταπόδια, τα καλαμάρια και οι σουπιές.
Τα ζώα αυτά πήραν αυτό το όνομα λόγω του ότι η «κατασκευή» που έχουν για να αναπνέουν, τα βράγχια τους δηλαδή, είναι γυμνά – εκτεθειμένα στην κοινή θέα. Δεν είναι άλλα απο την «ουρίτσα» που πολλά έχουν ευδιάκριτή ή σε άλλες περιπτώσεις μοιάζουν με μικρές κεραίες που προεξέχουν απο το σώμα τους, τα λεγόμενα «κέρατα». Σε κάποια άλλα βρίσκονται πάλι κάτω απο την κάλυψη μία κατασκευής που μοιάζει με κινεζικό καπελάκι και προεξέχουν σαν κρόσσια απο κουρτίνα. Σε όλες τις περιπτώσεις δύσκολα θα τα καταλάβεις και απλά θα τα θεωρήσεις ως ουρίτσα ή ότι άλλο η φαντασία του κάθε ανθρώπου βάλει.
Ο αριθμός των ειδών, σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πολύ μεγάλος, τα περισσότερα απο αυτά ζουν στον πυθμένα της θάλασσας, είτε μέσα είτε πάνω σε αυτό, είτε στην άμμο είτε στα βράχια. Αρκετά σπάνια είδη δεν ακολουθούν τους παραπάνω κανόνες της φύσης και είτε θάβονται μέσα στην άμμο ψάχνοντας για την λεία τους είτε κολυμπούν σαν χαριτωμένοι χορευτές στα επιφανειακά νερά των θαλασσών ή ακόμα προσκολλώνται πάνω σε αντικείμενα – προϊόντα του ανθρώπου – και να ταξιδεύουν με αυτά παρασυρόμενα απο τα ρεύματα της θάλασσας.
Αρκετά οπισθοβράγχια έχουν τα δικά τους μικροενδιαιτήματα, τα οποία έχουν δημιουργήσει λόγω συμβιωτικών – τροφικών σχέσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το είδος Discodoris atromaculata, που έχει το χαρακτηριστικό όνομα «Αγελαδίτσα της θάλασσας», λόγω του χαρακτηριστικού ασπρόμαυρου χρώματος που έχει, όπως οι αγελάδες. Το όνομα του το χρωστά στην Δωρίδα (Disco: απο το δισκοειδές σχήμα του ζώου + Δωρίς = Discodoris), κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος που γέννησαν τις 50 νύμφες της θάλασσας, τις Νηρηίδες. Όσο για το atromaculata, αυτό βγαίνει απο τις λατινικές λέξεις ater = μαύρος + maculata = στικτός. Αυτό ζει πάνω στο σφουγγάρι Petrosia ficiformis, το οποίο και αποτελεί κατά πολύ μεγάλο ποσοστό την πηγή της τροφής του. Μετακινείται συνήθως όταν τελειώσει η τροφή του και αρχίσει να αναζητεί άλλο σφουγγάρι.
Ένα άλλο είδος, η Tylodina perversa, η οποία έχει ένα πολύ έντονο κίτρινο χρώμα και μοιάζει πολύ με πεταλίδα, ζει πάνω στο σφουγγάρι του είδους Aplysina aerophoba, το οποίο επίσης έχει ένα έντονο κίτρινο χρώμα. Με τον τρόπο αυτό καταφέρνει απο την μία να εξασφαλίζει τόσο την τροφή που του είναι απαραίτητη για την επιβίωση του όσο και την σιγουριά της κάλυψης που παρέχει το κοινό χρώμα γυμνοβραγχίου – σφουγγαριού απο πιθανούς θηρευτές.
Κάποια άλλα είδη όπως η Flabellina affinis και η Cratena peregrina, δύο πολύ κοινά είδη των ελληνικών βυθών, κυρίως των βραχωδών, περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους πάνω σε αποικίες των υδρόζωων του γένους Eudendrium, που μοιάζουν με μικρά δενδράκια στον βυθό της θάλασσας.
Γενικότερα, τα γυμνοβράγχια είναι ζώα σαρκοφάγα, τρέφονται δηλαδή με είδη από το βασίλειο των ζώων ή με τα προϊόντα τους. Μπορούν να ξεχωρίσουν την λεία τους απο τα χημικά ερεθίσματα που λαμβάνουν μέσω κάποιων κατασκευών που μοιάζουν με κεραίες, τα λεγόμενα «ρινοφόρα» και συχνά η δίαιτά τους είναι πολύ συγκεκριμένη, μπορεί να αποτελείται αποκλειστικά απο ένα είδος. Μπορούμε να χωρίσουμε τα γυμνοβράγχια σε τρεις γενικές κατηγορίες. Αυτά που τρέφονται αποκλειστικά στις επιφάνειες των σφουγγαριών, αυτά που τρέφονται με ασκίδια και βρυόζωα και αυτά που έχουν επιλέξει ως τροφή τους τα κνιδόζωα (π.χ. θαλάσσιες ανεμώνες) ή άλλα είδη ως ενεργοί θηρευτές.
Ως ενεργοί θηρευτές, τα γυμνοβράγχια βρίσκονται στην κορυφή αρκετών τροφικών αλυσίδων και καθώς είναι και μετακινούμενοι οργανισμοί συνδέονται με πολύ στενές τροφικές σχέσεις με αρκετά μεγάλο αριθμό ειδών. Η παρουσία τους μας επιτρέπει να κατανοήσουμε την σταθερότητα και την εξέλιξη μία ειδικής κοινότητας αλλά η εξαφάνιση τους μπορεί να σημάνει και κάποια περιβαλλοντική αλλαγή. Για παράδειγμα, τα γυμνοβράγχια είναι «καλοί δείκτες» για την οικολογική εξέλιξη των «τεχνητών υφάλων», διότι η τροφική αλυσίδα περιλαμβάνει αποικίες από υδρόζωα και βρυόζωα, τα οποία είναι πολύ σημαντικά και ευαίσθητα σε κοινότητες «υποστρωμάτων».
Ένα απο τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά σε αυτή την ομάδα των οπισθοβραγχίων είναι η πλούσια ποικιλότητα σε πανέμορφα και φανταχτερά χρώματα αλλά και χρωματικά μοντέλα που έχουν. Όμως, αυτή η χρωματική «ποικιλότητα» που έχουν έρχεται σε αντίθεση με έναν βασικό κανόνα της φύσης, ο οποίος λεει πως όλοι οι οργανισμοί έχουν την ανάγκη να κρύβουν, να καμουφλάρουν εαυτούς τόσο για να μπορούν να ξεφύγουν απο τους πιθανούς θηρευτές τους όσο και πετύχουν να περάσουν απαρατήρητοι απο την δικιά τους υποψήφια λεία. Τα χρώματα που έχουν είναι αρκετά για να δηλώσουν το πόσο επικίνδυνα είναι για τον πιθανό θηρευτή, πόσο άσχημη γεύση έχουν αν κάποιος τολμήσει να τα δοκιμάσει. Απο την άλλη πλευρά, μόνο απο τον άνθρωπο τελικά, δεν έχουν καταφέρει να περάσουν απαρατήρητα τόσο για αυτά τα φανταστικά χρώματα όσο και για τα μεγέθη – σχήματα που έχουν. Έτσι, σε κάθε βουτιά που πραγματοποιεί ένας δύτης, όταν καταφέρει να δει – εντοπίσει ένα, κάθεται αρκετές στιγμές να τα θαυμάσει.
Σε πολλές περιπτώσεις, τα οπισθοβράγχια χρησιμοποιούν την τροφή τους ως άμυνα. Αυτά που τρέφονται πάνω σε σφουγγάρια, μεταβολίζουν τις ουσίες που λαμβάνουν και δημιουργούν κάποιες νέες δύσγευστες ή δηλητηριώδεις χημικές ουσίες, τις οποίες αποθηκεύουν σε συγκεκριμένα σημεία πάνω στην πλάτη τους. Μόλις ο υποψήφιος θηρευτής πάει να δοκιμάσει, αμέσως γεύεται αυτές τις ουσίες με αποτέλεσμα να εγκαταλείπει άμεσα την προσπάθεια του να φαει το γυμνοβράγχια.
Κάποια άλλα πάλι, τρεφόμενα πάνω σε κνιδόζωα ή σε υδρόζωα, χρησιμοποιούν τις αμυντικές κατασκευές που έχουν τα θηράματα τους, ως δικά τους όπλα. Παράδειγμα, το γυμνοβράγχιο Flabellina affinis, τρέφεται με αποικίες απο υδρόζωα, τα οποία έχουν μηχανισμούς άμυνας (κνιδοκύστες). Με διάφορούς μηχανισμούς καταφέρνει και αποθηκεύει τις κνιδοκύστες απο τα υδρόζωα σε συγκεκριμένα όργανα (στις άκρες των κεράτων και στην επιδερμίδα). Όταν δεχθούν επίθεση, απελευθερώνουν τα κέρατα που έχουν αυτές τις δηλητηριώδεις κύστες και έτσι αποτρέπουν τον επίδοξο θηρευτή. Αλλά είδη πάλι, έχουν στην επιδερμίδα τους μικροσκοπικά αγκαθάκια και έτσι μετατρέπουν εαυτούς μερικώς άγευστα και δύσκολα να φαγωθούν. Βέβαια, κάποια είδη καταλήγουν να γίνου τροφή για κάποια άλλα ζώα διότι είτε δεν έχουν καταφέρει να αναπτύξουν καλά τους μηχανισμούς άμυνας είτε ή κάλυψη που έχουν δεν επαρκεί για να μην γίνουν αντιληπτά απο τους πιθανούς θηρευτές είτε τέλος διότι οι θηρευτές τους έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν τα εμπόδια των αμυντικών μηχανισμών που έχουν τα γυμνοβράγχια και καταφέρνουν να τα φάνε.
Πάνω απο 6000 είδη έχουν καταγραφεί έως σήμερα στον κόσμο, ενώ στην Μεσόγειο έχουν καταγραφεί περίπου 600 είδη οπισθοβραγχίων. Στις Ελληνικές θάλασσες έχουν καταγραφεί πάνω απο 180 είδη εως σήμερα και συνέχεια οι επιστήμονες βρίσκουν νέα είδη για τα ελληνικά νερά. Θα τα βρούμε να έρπουν πάνω σε βραχώδεις βυθούς, πάνω σε διάφορα φύκια, σε σφουγγάρια αλλά και πάνω στην άμμο καθώς θα μετακινούνται. Πολλά είδη (πάνω απο 25%) είναι ενδημικά της Μεσογείου, δηλαδή ζουν μόνο στην Μεσόγειο ενώ υπάρχει και ένας σημαντικός αριθμός ειδών τα οποία έχουν εισέλθει στην Μεσόγειο μέσω της διώρυγας του Σουέζ, μετά την διάνοιξή της το 1869. Είναι οι λεγόμενοι «λεσσεψιανοί» μετανάστες, που με την πάροδο των ετών και με τις ερχόμενες κλιματικές αλλαγές θα αυξάνονται σε αριθμό και σε συχνότητα εισόδου στην Μεσόγειο.
Καθώς το καλοκαίρι πέρασε, είναι ευκαιρία να ετοιμαστούμε για το επόμενο! Ψάξτε στο διαδίκτυο για να μάθετε περισσότερα για αυτά τα φανταστικά ζώα, που ζουν, τι τρώνε, που μπορείτε να τα αναζητήσετε και μόλις έρθει το επόμενο καλοκαίρι, πάρτε μια μάσκα και ένα ζευγάρι πέδιλα και αρχίστε την αναζήτηση αυτών των πανέμορφων ζώων. Θα χρειαστεί να ψάξετε καλά αλλά μόλις τα βρείτε θα έχετε μπροστά σας μερικές απο τις πιο περίεργες αλλά και συνάμα πιο όμορφες υπάρξεις των θαλασσών.
Οι θάλασσες περιέχουν πολλές εκπλήξεις για όσους ψάχνουν. Μην διστάζετε και μην φοβάστε. Αφεθείτε σε αυτή, πάντα όμως με σεβασμό, και αυτή θα σας ανταμείψει για τον κόπο που θα κάμετε.