Πού αρχίζει το τεχνητό και πού τελειώνει; Αυτό θα αναρωτηθεί ο επισκέπτης όταν αντικρίσει τα φιορδ του πρώην κάμπου, τόσο φυσικά σαν να ήταν πάντοτε εκεί, ακόμη και πριν από το γιγαντιαίο τεχνικό επίτευγμα, το φράγμα, που σταμάτησε τα νερά του Ταυρωπού, τα τιθάσευσε, και σε μια νέα κοσμογονία δημιούργησε τη λίμνη. Εκατό τοις εκατό τεχνικό επίτευγμα, μα χίλια τοις εκατό φυσική η ομορφιά της.

Πού αρχίζει το τεχνητό και πού τελειώνει; Αυτό θα αναρωτηθεί ο επισκέπτης όταν αντικρίσει τα φιορδ του πρώην κάμπου, τόσο φυσικά σαν να ήταν πάντοτε εκεί, ακόμη και πριν από το γιγαντιαίο τεχνικό επίτευγμα, το φράγμα, που σταμάτησε τα νερά του Ταυρωπού, τα τιθάσευσε, και σε μια νέα κοσμογονία δημιούργησε τη λίμνη. Εκατό τοις εκατό τεχνικό επίτευγμα, μα χίλια τοις εκατό φυσική η ομορφιά της.
Όταν γράφω ένα ταξιδιωτικό άρθρο, ακολουθώ την εξής τακτική: στην προσυγγραφική φάση δεν επισκέπτομαι τον χώρο in situ, αλλά κατά κάποιον τρόπο in vitro μέσα από τις σχετικές ιστοσελίδες, τα αφιερώματα και τα βιβλία που αναφέρονται στο θέμα μου. Γράφω το άρθρο μου σαν να είχα πάει στο τάδε συγκεκριμένο μέρος, μέσα από τα μάτια άλλων. Και μετά κάνω το ταξίδι. Επιστρέφοντας σκίζω το αρχικό άρθρο. Γιατί τώρα η ματιά είναι διαφορετική και η εστίαση ποικίλλει. Αλλιώς βλέπει ένας νησιώτης το βουνό –σκιαχτικό του φαίνεται, απειλητικό και πιο γκρεμνώδες από τα γκρέμια που έβλεπε στους εφιάλτες του– κι αλλιώς το βλέπει ο γέννημα θρέμμα βουνίσιος – γι’ αυτόν η ανάβαση ισοδυναμεί με λυτρωτικό πέταγμα, σαν με γυμνό μάτι αντίκρισμα του ήλιου. Έτσι έγινε και με το συγκεκριμένο άρθρο. Και πάλι η Άννα στον φακό, εγώ στο μολύβι και το χαρτί να γράψω για τα Άγραφα. Μα γράφονται τα Άγραφα; Οξύμωρο το σχήμα, οξύμωρη κι η ζωή μας.
«Άπαντα τα χωρία των Αγράφων αποτελούσιν αυτονομίαν, η οποία διοικείται υπό συμβουλίου, έχοντος έδραν την παρά το οροπέδιον Νεβροπόλεως ονομαστήν κωμόπολιν Νεοχώριον. Ουδεμία τουρκική οικογένεια επιτρέπεται να κατοικήση εις τα χωρία των Αγράφων, εκτός του Φαναρίου. Οι κάτοικοι των πεδινών και ορεινών μερών επικοινωνούν ελευθέρως».
Εγένετο εν Ταμασίω τη 10η Μαΐου 1525
Ίσως έτσι μπορεί να εξηγηθεί ιστορικά το ανυπότακτο φρόνημα των κατοίκων, καθώς με την υπογραφή της Συνθήκης του Ταμασίου του 1525, αναγνωρίζεται η αυτονομία των χωριών των Αγράφων. Παρά την υποχρεωτική καταβολή ετήσιας φορολογίας, εγκαινιάζεται μια εποχή μεγάλης οικονομικής και πνευματικής ανάπτυξης στην περιοχή. Η ελευθερία που κυριαρχεί συγκεντρώνει πολλούς φυγάδες από την τουρκική κυριαρχία που μαζί με τους ντόπιους οπλαρχηγούς συγκροτούν σώματα κλεφτών. Εκεί δρα ο Κατσαντώνης, εκεί και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης αναλαμβάνοντας τα αρματολίκια των Αγράφων έως το 1824.
Σαν ένα μικρό μάθημα πατριδογνωσίας αξίζει να αναφέρουμε ότι τα Άγραφα συγκροτούνται από το βόρειο τμήμα του νομού Ευρυτανίας και το δυτικό τμήμα του νομού Καρδίτσας. Κι ενώ τα ευρυτανικά Άγραφα ελευθερώθηκαν το 1832, τα θεσσαλικά παρέμειναν στον τουρκικό ζυγό μέχρι την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1881, παίρνοντας μέρος σε τρία επαναστατικά κινήματα (1854, 1866-69 και 1878).
Εκείνο το τοπίο όμως που αγνάντευαν οι οπλαρχηγοί καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή εικόνα. Αποφασίζουμε να εστιάσουμε στο φράγμα, στο πριν και στο μετά, να στενέψουμε το εύρος και να σκάψουμε πιο βαθιά. Στόχος, λοιπόν, του αφιερώματος είναι το Φράγμα Ταυρωπού και το δημιούργημά του, η λίμνη.
Στη λίμνη πριν να γίνει λίμνη
Στην περιοχή που σήμερα απλώνονται τα ήρεμα νερά της λίμνης Πλαστήρα υπήρχε ο «μέγας κάμπος», το οροπέδιο της Νεβρόπολης. Από αυτόν τον κάμπο ξεκινούσε ο Ταυρωπός, ένας από τους παραποτάμους του Αχελώου, γνωστός στη σλαβική και ως Μέγδοβας. Αν σκεφτούμε ότι «νεβρός» στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει ελαφάκι, μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την πανίδα της περιοχής της Νεβρόπολης. Κι εδώ δεν αντιστάθηκα κι έψαξα τον στίχο της Ιλιάδας (Θ 247-248) να βρω του Δία τον οιωνό: αὐτίκα δ᾽ αἰετὸν ἧκε τελειότατον πετεηνῶν, νεβρὸν ἔχοντ’ ὀνύχεσσι, τέκος ἐλάφοιο ταχείης (έναν αετό που έσφιγγε με τα νύχια του ελαφάκι, γοργής λαφίνας γέννημα).
Πέρα από ελαφάκια, το οροπέδιο της Νεβρόπολης είχε σημαντική θέση στις ασχολίες των κατοίκων. Οι αρχειακές φωτογραφίες που διασώζονται στο Μουσείο Πλαστήρα αναπαριστούν την εποχή πριν τα νερά σκεπάσουν τον κάμπο. Το «παζαράκι στ’ Άσπρα Λιθάρια», ξακουστό υπαίθριο παζάρι και πανηγύρι μαζί, που γινόταν στη Νεβρόπολη 22 Αυγούστου με το παλιό ημερολόγιο, αποτελεί εικόνα του χθες. Ο χώρος του παζαριού είναι πλέον ο πάτος της λίμνης.
Μέχρι και αεροδρόμιο είχε η Νεβρόπολη πριν μετατραπεί σε λίμνη. Κι όχι απλό αεροδρόμιο, αλλά αεροδρόμιο-φάντασμα! Για άλλη μια φορά η ιστορία εμπλέκεται με τη γεωγραφία, κι οι δυο μαζί με την ανθρωπογεωγραφία και την πατριδογνωσία. Τα θεσσαλικά Άγραφα αποτελούν την καρδιά της Αντίστασης, αφού εδώ συγκροτούνται τα αντάρτικα σώματα του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Για τις ανάγκες του πολέμου και την επικοινωνία με το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, οι Άγγλοι κατασκεύασαν αεροδρόμιο στο οροπέδιο της Νεβρόπολης. Εκεί προσγειώθηκε στην κατεχόμενη Ελλάδα το πρώτο συμμαχικό αεροπλάνο –ένα στρατιωτικό Ντακότα– στις 9 Αυγούστου του 1943, ενώ την ίδια νύχτα, με το ίδιο αεροπλάνο, αναχώρησε για το Κάιρο αντιπροσωπεία του ΕΑΜ με τους Σαράφη, Σβώλο και Ρούσσο. Σύμφωνα με όσα μας εξιστόρησε γλαφυρότατα ο Ηλίας Νασιάκος, γέννημα θρέμμα της περιοχής, το καλοκαίρι του 1943 δούλεψαν στο έργο πολλοί από τη γύρω περιοχή. Μπάζωναν τα χαντάκια, έξυναν τα υψώματα για να γίνει ίσιωμα, ακόμη και βουβάλια επιστρατεύτηκαν για να μεταφέρουν χαλίκια. Για τρία μεροκάματα η αμοιβή ήταν μία λίρα. Στην Κορώνα υπήρχε φυλάκιο του ΕΛΑΣ για να δίνει σήμα, μη γίνουν αντιληπτοί από τους Γερμανούς. Τη νύχτα τα αεροπλάνα καθοδηγούνταν από φωτιές και λάμπες θυέλλης, έριχναν δέματα κι έφευγαν. Την ημέρα το αεροδρόμιο εξαφανιζόταν, καθώς ο αεροδιάδρομος καμουφλαριζόταν και γινόταν «δάσος». Κάτοικοι και αντάρτες «φύτευαν» κομμένα δέντρα, τα σκέπαζαν με φυλλώματα, φόρτωναν κάρα με χορτάρι ώστε από ψηλά να φαίνονται σαν θημωνιές ή θάμνοι. Αόρατο το αεροδρόμιο, δεν εντοπίστηκε ποτέ από τους Γερμανούς. Ως αντίποινα για την αντιστασιακή δράση, Γερμανοί και Ιταλοί έκαψαν πολλά χωριά της περιοχής.
Τώρα όλα αυτά βρίσκονται στον πάτο της λίμνης. Ακόμη κι αν θέλει κάποιος να εντοπίσει το παρελθόν κάτω από τα νερά της, αυτό είναι πρακτικά αδύνατο. Η λίμνη δεν έχει διαύγεια. Κάτω από τα 15 μέτρα όλα είναι θολά. Το παρελθόν πλέον διασώζεται μόνο από τις αφηγήσεις.
Ο Μαύρος Καβαλάρης και η σύλληψη της ιδέας
Ο Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε στο Μορφοβούνι το 1883. Λαμπρή προσωπικότητα της σύγχρονης ιστορίας, ήρωας στα πεδία των μαχών, πατριώτης, αγωνιστής, οραματιστής. Υποδειγματικά αμερόληπτος, σεμνός, λιτοδίαιτος, ανιδιοτελής. Οξυδερκής και τολμηρός στρατιωτικός, με πατρική αγάπη προς τους οπλίτες του. Χαρακτηριστικό του ήθους του είναι ότι ερχόμενος από το μικρασιατικό μέτωπο υιοθέτησε και στήριξε τέσσερα προσφυγάκια. Δεν είναι τυχαίο πως οι πρόσφυγες είχαν φωτογραφία του στα εικονίσματα –«άη Νικόλα της προσφυγιάς» τον έλεγαν– ούτε πως δίναν στα παιδιά τους ως βαπτιστικό το όνομα Πλαστήρας. «Εδώ μια μέρα θα γίνει λίμνη», λέγεται ότι είπε το 1925, όταν επισκέφθηκε τη γενέτειρά του μετά από καταστροφικές πλημμύρες και συνεχείς βροχοπτώσεις. Το Πάσχα του 1927 ο Πλαστήρας οργανώνει την πρώτη επίσκεψη ειδικών στο σημείο όπου σήμερα είναι το φράγμα, καταθέτοντας την ιδέα του σε μια εποχή που οι τεχνικές δυνατότητες της Ελλάδας ήταν περιορισμένες. Έκτοτε, και μέχρι τον θάνατό του, υποστήριζε με πάθος το έργο, προβάλλοντας την πολλαπλή εθνική ωφέλεια που θα προέκυπτε.
Ψάξαμε στο Μορφοβούνι για το σπίτι του Πλαστήρα και μάθαμε για την ανιδιοτέλειά του: δεν είχε ούτε περιουσία ούτε σπίτι˙ η προσωπικότητά του αποτελούσε μια μορφή αγιοσύνης. «Ό,τι είμαι το χρωστάω στην καταγωγή μου, στο ταπεινό μου το χωριό. Εκείνο μ΄ έστειλε στους αγώνες. Δεν το πρόδωσα ποτέ». Πεθαίνει το 1953 με μόνα περιουσιακά στοιχεία ελάχιστα κέρματα σε ένα φθαρμένο παντελόνι, και είκοσι τρεις σπαθιές και εννιά σημάδια από βλήματα στο ταλαιπωρημένο κορμί του. Αυτονόητο είναι πως θα έπρεπε να αποτελεί διαχρονικό πρότυπο για πολιτικούς και πολίτες. Δυστυχώς όμως, το αυτονόητο δεν είναι πάντα αυτονόητο…
Οι υποδομές και το παλιό μαγειρείο
Όσο συγκλονιστικό είναι το ίδιο το φράγμα, άλλο τόσο είναι και το έργο των υποδομών. Πρόκειται για ένα τεχνικό θαύμα, καθώς οι υποδομές ήταν κυριολεκτικά ανύπαρκτες. Σήμερα διασώζονται τα σιλό όπου ρίχναν το τσιμέντο. Παραποτάμια στον Ταυρωπό, ο δασικός δρόμος περνά μέσα από τη Γαλαρία και άλλα εργοταξιακά απομεινάρια –αδιάψευστους μάρτυρες του ανθρώπινου κάματου– και καταλήγει στο Ανθηρό, σε περίπου 5 χιλιόμετρα.
Τρεις βάρδιες εργάζονταν στο φράγμα καθημερινά, 500 άτομα η κάθε μία. Δύσκολα μπορεί κανείς σήμερα, στην απόλυτη ηρεμία του λιμναίου τοπίου, να αντιληφθεί την κινητικότητα που επικρατούσε στην περιοχή κατά τη εποχή του μεγάλου έργου. Διασώζονται κάποια οικήματα της ΔΕΗ, ωστόσο τα περισσότερα γκρεμίστηκαν μετά την ολοκλήρωση των εργασιών. Η ταβέρνα «Το Φράγμα», της οικογένειας Δεληγεώργη, το μαγειρείο όπου τρώγαν τα συνεργεία, κάτι θυμίζει από τα παλιά. Το προδίδει η ταμπέλα: «1955, Χαρίλαος Δεληγιώργης». Καθόμαστε, με το τραγούδι του Νίκου Ξυδάκη να ζωντανεύει τις εικόνες του χθες: Στο εστιατόριο που τρων τα συνεργεία μπήκε το θέμα σου, έτσι, στ’ αστεία. Εφτά βοηθοί και τρεις μαστόροι μαζί τους και οι σερβιτόροι. Ο Μάρκος, ένας από τους γιους της οικογένειας, μας δείχνει με περηφάνεια ένα παλιό χρεωστικό βιβλίο. Είναι κειμήλιο όχι μόνο του παλιού μαγειρείου αλλά και του φράγματος. Ξεφυλλίζεις τις κιτρινισμένες και ταλαιπωρημένες σελίδες του και σου έρχονται στον νου οι λιπόσαρκοι άντρες, όλοι άνθρωποι του μόχθου, με σκαμμένα τα χέρια και σκληρά τα δάκτυλα, άνθρωποι της γης, χωρίς τεχνικές γνώσεις, που υπηρέτησαν ένα γιγάντιο έργο και το έφεραν εις πέρας σε μία μόλις τετραετία. Γάλλοι, Ιταλοί και Γερμανοί ήταν στο γενικό πρόσταγμα, ωστόσο κατάφεραν να συνεννοηθούν με τους ντόπιους χωρίς να προκύψει ένας σύγχρονος Πύργος της Βαβέλ.
Η ΔΕΗ και το φράγμα
Με την έντονη πολιτική ρευστότητα και την αναζωπύρωση του Εθνικού Διχασμού μετά το 1932 ακυρώνεται οποιαδήποτε προοπτική κατασκευής φράγματος. Τελικά, επί κυβερνήσεως Πλαστήρα, το 1952, ανατίθεται η μελέτη κατασκευής Υδροηλεκτρικού Έργου στην εταιρεία KNAPPEN PRRETTS ABBET ENGINEERING Co. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, από το 1955 ως το 1959, έξι χρόνια μετά τον θάνατο του Πλαστήρα, ολοκληρώνεται το τιτάνιο έργο του εξηλεκτρισμού. Και ιδού το τεχνικό θαύμα! Μια εντυπωσιακή τσιμεντένια κατασκευή, ένα κομψό τόξο που μοιάζει να αγκαλιάζει τον τεράστιο όγκο του νερού της λίμνης, το Φράγμα, μήκους 220 μέτρων, ένας σύγχρονος Άτλας που συγκρατεί με τα μπράτσα του τα νερά τού Ταυρωπού συνδέοντας τις δύο απότομες πλαγιές του φαραγγιού. Ο Υδροηλεκτρικός Σταθμός Ν. Πλαστήρα, εγκατεστημένης ισχύος 120 MW, τέθηκε σε λειτουργία στις 10 Οκτωβρίου του 1962. Σήμερα τη διαχείριση του φράγματος έχει αναλάβει η ΔΕΗ. Είναι έργο πολλαπλού σκοπού, αφού εξυπηρετεί τις ανάγκες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ύδρευσης και άρδευσης.
Οι αντιδράσεις και το τίμημα
Πολλές υπήρξαν οι ενστάσεις στο μεγαλεπίβολο όραμα του Πλαστήρα. Ο παπάς του χωριού Καστανιά πρωτοστάτησε στις αντιδράσεις. Οι Ακαρνάνες πρώτοι από όλους φοβήθηκαν μήπως δεν επαρκέσει το νερό για την ύδρευσή τους. Στην Πεζούλα μάταια η μάνα του Πλαστήρα προσπαθεί να τον μεταπείσει, για να μη χάσουν οι χωριανοί τη γη τους. Σωματεία «μεγδοβοπληττόμενων», με πανομοιότυπα καταστατικά, διεκδίκησαν και τελικά πέτυχαν μεγάλες αποζημιώσεις κατά την απαλλοτρίωση. Παρά τις αντιδράσεις, τα νερά του Ταυρωπού τιθασεύτηκαν, η λίμνη άρχισε να φορτώνει νερό, πέσαν κι οι πρώτες βροχές. Και τότε προέκυψε το πρόβλημα της επικοινωνίας των χωριών που έχασαν τη δυνατότητα χερσαίας πρόσβασης. Η ανάγκη και το επιχειρηματικό δαιμόνιο γεννούν τη λύση. Χωρίς ιδιαίτερη γνώση, χωρίς μέτρα ασφαλείας, με το σύνθημα «Ο Μητσογιάννης έρχεται» γινόταν με βάρκα η λιμναία μεταφορά στο δρομολόγιο Τσαρδάκι-Νεοχώρι. Κι έτσι τον Δεκέμβριο του 1959, στα πρώτα γενέθλια της λίμνης, πληρώθηκε το τίμημα. Σαν τη γυναίκα του πρωτομάστορα, θυσία στο μεγάλο δημόσιο έργο, και σαν τις αδελφές της, που η μια έχτισε τον Δούναβη κι άλλη τον Ευφράτη, έτσι κι εδώ 20 άτομα, εργάτες από το Νεοχώρι κυρίως, πνίγηκαν στη λίμνη διαιωνίζοντας τον θρύλο.
Μια νέα κοσμογονία: η λίμνη Πλαστήρα
Λίμνη Ταυρωπού είναι το επίσημο όνομά της, αλλά μην την αναζητήσετε έτσι. Λίμνη Πλαστήρα αποκαλέστε τη για σιγουριά. Αποτελεί το πλέον επιτυχημένο παράδειγμα παρέμβασης του ανθρώπου στη φύση, καθώς είναι εκατό τοις εκατό τεχνικό επίτευγμα, μα χίλια τοις εκατό φυσική η ομορφιά της. Χιονισμένη ή καταπράσινη, φθινοπωρινή ή ανοιξιάτικη, η λίμνη Πλαστήρα χαρίζει εικόνες σπάνιας ομορφιάς μέσα σε ένα πανδαιμόνιο χρωμάτων, τοπίων και αισθήσεων. Η ταυτότητα της λίμνης σήμερα δίνεται μέσα από νούμερα και στοιχεία, χρήσιμα ίσως στους αριθμολάγνους: μέγιστο μήκος 12 χλμ., μέγιστο πλάτος 4 χλμ., συνολική επιφάνεια 24 τ.χλμ., περιέχει 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού, ενώ το μέγιστο βάθος της είναι 60 μ. και το ανώτατο υψόμετρο 750 μ. Όμως όλα αυτά είναι παντελώς άχρηστα αν ανεβείς στο Παρατηρητήριο. Τα ξεχνάς αμέσως όταν αγναντεύεις όχι μόνο τη λίμνη αλλά και την πίσω πλευρά του φράγματος, που βουτά σε βάθος 83 μ., κάθετα ανάμεσα στα βράχια. Από τη θέση Μούχα, τον τελευταίο οικισμό πριν από το φράγμα, μπορείς να θαυμάσεις τα φιόρδ της λίμνης και το κατάφυτο νησάκι Νιάγκα, που εξελίσσεται σε σημαντικό εκτροφείο θηραμάτων. Ανεβαίνεις και παρατηρείς την κοιλάδα του Ταυρωπού, το φράγμα, τις εγκαταστάσεις, το μεγαλείο της λίμνης, έρχεσαι πιο κοντά στις κορυφές των Αγράφων. Από εδώ μπορείς να φανταστείς το αεροδρόμιο-φάντασμα, να συναισθανθείς το όραμα του Πλαστήρα. Κι αν αγναντεύεις μασουλώντας τη μπατζίνα ή τον περίφημο πλαστό, τότε το αγνάντι θα σου μείνει αξέχαστο.
Μέχρι και το κεφάλι της Κοιμωμένης των Αγράφων μπορείς να διακρίνεις. Κάθε τόπος που σέβεται τον εαυτό του διασώζει και διατηρεί τον θρύλο του. Η Μαρούλα Κλιάφα καταγράφει τον θρύλο της Κοιμωμένης των Αγράφων, του μοναδικού αυτού φυσικού μνημείου, ορατού από ολόκληρο σχεδόν τον κάμπο: Στα χρóνια της Τουρκοκρατίας ζούσε σε ένα χωριó των Αγράφων μια μάνα που είχε πέντε παιδιά. Οι Τούρκοι άρπαξαν τα δυο αγόρια της και τα έκαναν γενίτσαρους, δίνοντάς τους τούρκικα ονόματα: Μπορλέρ και Ασμάν. Τα αγόρια μεγάλωσαν, έγιναν πασάδες και πολέμησαν ενάντια στους επαναστάτες πρώην συντοπίτες τους. Στις συγκρούσεις πάνω στις βουνοκορφές σκοτώθηκαν κι οι δύο. Από τότε η χαροκαμένη μάνα εξαφανίστηκε. Όμως αν κοιτάξεις την κορυφογραμμή, θα δεις μια ξαπλωμένη γυναίκα. Ο θρύλος λέει ότι η μάνα ξάπλωσε εκεί και τη βρήκε ο θάνατος.
Η κορυφογραμμή που σχηματίζει τη φιγούρα της Κοιμωμένης αποτελείται από τις κορυφές Πέντε Πύργοι, Φλυντζάνι, Πλάκα, και Μπορλέρο.
Στις όχθες της λίμνης διαγράφονται εικόνες σπάνιας ομορφιάς με καταπράσινα λιβάδια, «λευκά βουνάκια πρόβατα» και περήφανα άλογα. Αν είσαι τυχερός και τα συναντήσεις το ηλιοβασίλεμα, την ώρα που πέφτει το χρυσό πέπλο της πλάσης, θα νιώσεις πραγματικά «φυσικός άνθρωπος», με την έννοια που έδινε ο Παπαδιαμάντης, ένα με τη φύση, σπλάχνο της.
Τα χωριά
Όταν επισκέπτεσαι χωριά το μεσημέρι του καλοκαιριού εντυπωσιάζεσαι από την απουσία και την αδράνεια. Τα μεσημέρια του καλοκαιριού τα χωριά νεκρώνονται. Οι άντρες γλαρώνουν από τα τσίπουρα στην πλατεία, οι γυναίκες ζαλίζονται απ’ τις δουλειές και τις τσιρίδες των παιδιών, τα ζώα «ζαβλακώνονται» από τον ήλιο κι οι πάντες βρίσκουν καταφύγιο στα κρεβάτια τους ή στη σκιά. Στα καλντερίμια δεν κυκλοφορεί ψυχή ζώσα. Όλοι υποτάσσονται στη μεσημβρινή σιέστα. Όλοι εκτός από τα τζιτζίκια. Το τερέτισμά τους μας υποδέχτηκε στις όμορφες πλατείες των τεσσάρων χωριών που επισκεφθήκαμε. Τα δυο είναι μεγάλα και γνωστά: Το Μορφοβούνι και ο Μεσενικόλας. Και τ’ άλλα δυο, μικρά και λιγότερο γνωστά: η Πορτίτσα και το Μοσχάτο. Όλα τους διέθεσαν τη μυϊκή δύναμη και το πείσμα των κατοίκων τους για να επιτευχθεί το μεγάλο τεχνικό έργο σε χρόνο που αποτελεί ρεκόρ όχι μόνο για εκείνη την εποχή των πενιχρών υλικών μέσων αλλά και για σήμερα.
Παρηκμασμένη η Πορτίτσα, όπως και τα περισσότερα χωριά της λίμνης, χωρίς σχολείο και παιδιά, αμφιθεατρική, με απεριόριστη θέα στον κάμπο. Το ίδιο μοτίβο αντιγράφει και το Μοσχάτο. Μόνο που έχει πάνω του κορώνα τη Μονή της Κορώνας, που έπαιξε σπουδαίο ρόλο κατά την Τουρκοκρατία ως πνευματικός και θρησκευτικός φάρος των Αγράφων.
Μορφοβούνι ή Βουνέσι
Το Μορφοβούνι είναι ένα αμφιθεατρικό, γραφικότατο χωριό με ανοιχτή θέα σ’ όλο τον θεσσαλικό κάμπο. Στην είσοδο του χωριού ως σήμα κατατεθέν βλέπεις το πολεμικό αεροπλάνο, αφιέρωμα στη μνήμη του σμηναγού Γεώργιου Μπαλταδώρου. Ψηλά, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, στα καραούλια του Καραϊσκάκη, ανεμίζει η προεπαναστατική σημαία των Αγράφων. Κόκκινος σταυρός σε λευκό φόντο, χωρίς να χωρίζει τη σημαία σε τεταρτημόρια, σαφής επιρροή των Σταυροφόρων. Σ’ αυτήν ορκίζονταν οι κλέφτες των Αγράφων από τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα μέχρι την Επανάσταση του 1821. Τη σημαία τη βλέπεις και στο Μουσείο Πλαστήρα, όπου μας ξενάγησε γλαφυρότατα ο δήμαρχος, Παναγιώτης Νάνος. Ο επισκέπτης μπορεί να δει σπάνια ντοκουμέντα και φωτογραφίες από τη ζωή και το έργο του Πλαστήρα και από τη ζωή πριν και μετά τη δημιουργία της λίμνης. Διαθέτει επίσης αξιόλογη βιβλιοθήκη και έντυπο αρχειακό υλικό. Ένα από τα σημαντικότερα εκθέματα είναι ο χάρτης με τα σύνορα του νέου ελληνικού κράτους, που περνάνε από τα χωριά Καστανιά και Νεοχώρι. Οι κάτοικοι, ανυπότακτοι Αγραφιώτες, τον Δεκέμβριο του 1832 παραμέρισαν τα πασαλάκια οριοθέτησης, αρνούμενοι να βρίσκονται οι μισοί εντός των συνόρων και οι μισοί εκτός. Στον χάρτη διαγράφεται η μετατοπισθείσα οριογραμμή.
Το Μορφοβούνι είναι επίσης πατρίδα του Αντώνη Σαμαράκη. Υπάρχει η προτομή του στην πλατεία, ενώ το Πολιτιστικό Κέντρο που φέρει το όνομά του διαθέτει βιβλιοθήκη και αίθουσα 300 τ.μ., όπου φιλοξενούνται διάφορες εκδηλώσεις. Με πρωτοβουλία του δήμου προκηρύσσεται ο Λογοτεχνικός Διαγωνισμός «Αντώνης Σαμαράκης», ένας θεσμός που δίνει την ευκαιρία σε νέους λογοτέχνες να αναμετρηθούν μεταξύ τους και να διακριθούν. Ως γενέτειρα του Πλαστήρα, το Μορφοβούνι διοργανώνει κάθε χρόνο τον Αύγουστο στη μνήμη του τα «Πλαστήρεια», με ποικίλες πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις.
Ο Μεσενικόλας
Ο θρύλος λέει πως ο Μεσιέ Νικολά (Monsieur Nicolas) την περίοδο της Ενετοκρατίας, γύρω στα 1455, βρέθηκε στα Άγραφα μετά τη διάλυση του τάγματός του. Σε αυτό το χωριό έστησε τη νέα του ζωή, φέρνοντας μαζί του τη γαλλική οινική κουλτούρα και την αγάπη του για την καλλιέργεια της αμπέλου. Κι έδωσε το όνομά του στο χωριό, που μάλλον μόνο μικρό δεν ήταν, αφού ονομαζόταν Πολίχνη. Κι αυτό αμφιθεατρικό, με δρόμο που το κόβει στη μέση, και απεριόριστη θέα στον κάμπο. Εδώ υπάρχει Μουσείο Οίνου και Αμπέλου που αξίζει να το επισκεφτεί κανείς. Σκιερή η διπλή πλατεία κάτω από την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ζωντανεύει μόνο τον Αύγουστο, αν και τόσο κοντά και με εύκολη πρόσβαση στο αστικό κέντρο. Αναζητείστε εκεί την ιδανική σκιά για τη μεσημεριανή ραστώνη.
Σήμερα ο Μεσενικόλας και τα άλλα χωριά παρακμάζουν. Δεν ανακαλύπτουν τη δυναμική που μπορούν να ανακτήσουν. Οι νέοι θέλουν να φύγουν. Εξαίρεση φωτεινή αποτελεί ο Γιώργος Καραμήτρος. Στον Μεσενικόλα οφείλει την ονομασία του το βραβευμένο κόκκινο κρασί της οικογένειας Καραμήτρου, με το εντυπωσιακό τετράγωνο μπουκάλι-κόσμημα. Τέσσερις γενιές οινοποιών και τίποτα δεν είναι τυχαίο. Καλαισθησία και μεράκι που αναδύονται σαν από το άνοιγμα παλαιωμένου κρασιού. Καλλιτεχνική διάθεση, από τη συσκευασία των κρασιών ως την επιλογή των ονομάτων τους: «Δευκαλίων», από το όνομα του Θεσσαλού βασιλιά που διασώζεται από τον κατακλυσμό και δίνει πάλι ζωή στο ανθρώπινο γένος. Συμβολίζει τον Θεσσαλό που χαράζει μια νέα αρχή, για να ξορκίσει τον πανταχού παρόντα Ιανό. Ο Γιώργος Καραμήτρος δεν επιτρέπει ούτε καν το ξεσκόνισμα στα βαρέλια του που παλαιώνουν στο υπόγειο. «Όταν λέμε παλαίωση, το εννοούμε», λέει γελώντας. Έπιπλα, αντίκες, ζωγραφισμένα βαρέλια, κρυστάλλινα ψιλόλιγνα ποτήρια, φωτογραφίες προγόνων, κι ένας χώρος γευσιγνωσίας στα σκαριά. Ντόπιες ποικιλίες, όπως ο Λημνιώνας, το Μπατίκι, ο Ροδίτης, το Μαύρο Μεσενικόλα. Είναι ωραίο να γνωρίζεις ανθρώπους που αγαπούν τόσο πολύ αυτό που κάνουν.
Τα μονοπάτια και οι πεζοπορικές διαδρομές
Τα πανέμορφα βουνά της περιοχής προσφέρονται για πορείες διάφορων βαθμών δυσκολίας. Για την εξυπηρέτηση των ορειβατών υπάρχουν καταφύγια. Τα μονοπάτια διαθέτουν την αναγκαία σήμανση για ασφαλείς διαδρομές, μέσα σ’ ένα εκπληκτικό περιβάλλον από πυκνά, πλούσια δάση, με είδη που εναλλάσσονται ανάλογα με το υψόμετρο, πλούσια πανίδα και μοναδική θέα.
Η διαδρομή που ακολουθήσαμε: Μικρή Λίμνη – Πορτίτσα – Μοσχάτο – ΔΕΗ.
Ξεκινήσαμε από τη Μικρή Λίμνη. Είναι η αναρρυθμιστική λίμνη, ο ορθογώνιος ταμιευτήρας, από μακριά σαν πισίνα ολυμπιακών διαστάσεων, που υδροδοτεί όλο τον κάμπο, την Καρδίτσα και τα χωριά της. Επισκεφτήκαμε τον αρχαιολογικό χώρο κάτω από το πράσινο στέγαστρο, δίπλα στον ταμιευτήρα. Πρόκειται για ναό του Απόλλωνα, ο οποίος κάηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. Καφετείς οι κίονες, διαφόρων ρυθμών, διαφόρων εποχών. Κακή η ποιότητα του μαρμάρου, αποδυναμώνει το μεγαλείο του κτίσματος. Ωστόσο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Καρδίτσας διασώζονται εντυπωσιακά ευρήματα από το εσωτερικό του ναού, όπως χάλκινο άγαλμα οπλίτη και πήλινη κεφαλή ίππου.
Ακολουθήσαμε τη διαδρομή Β30, μέσα από αμπέλια κι ελιές. Φαρδύς χωματόδρομος, με ανακλαστικά σήματα που δείχνουν τον δρόμο. Στα 8 λεπτά συναντάμε διασταύρωση με δύο επιλογές, ευτυχώς όχι σαν αυτές του Ηρακλή: δεξιά Μοσχάτο, αριστερά Πορτίτσα. Αποφασίζουμε να πάμε αριστερά. Διανύσαμε 2,2 χιλιόμετρα ανάμεσα σε εξοχικά, υπό το γάβγισμα των άγρυπνων φρουρών, που φάνταζαν άγριοι, αλλά κουνούσαν την ουρά. Περνάμε τον οικισμό Πανόραμα και μια φάρμα με ζαρκαδάκια. Στα 7 λεπτά στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας τις πινακίδες και διασχίζουμε δασικό δρόμο 100 μέτρων μέχρι να συναντήσουμε τα απομεινάρια παλιού καλντεριμιού, αυτού που ένωνε την Πορτίτσα με την Καρδίτσα. Μας καλωσόρισε μια τριάδα χελωνών, σαν για να μας αποζημιώσει για την παρουσία του Ιανού: γκρεμισμένο από κατολίσθηση σημείο μονοπατιού λίγο πριν το ανέβασμα στο χωριό, ανάμεσα σε κρανιές, βελανιδιές, μαύρη πεύκη. Δοκιμάσαμε βατόμουρα και σαμπούκο, μας δοκίμασαν κάποια έντομα, τα «νταβανάκια», και βγήκαμε να ξεδιψάσουμε στη βρύση κάτω από το εκκλησάκι του Αγίου Προκοπίου στην πλατεία της Πορτίτσας.
Πορτίτσα – πεζογέφυρα
Από το πάνω μέρος της πλατείας διαλέξαμε τον μεσαίο δρόμο και προχωρώντας μέσα από το χωριό ανηφορίσαμε αριστερά με προορισμό την πεζογέφυρα. Δεξιά μας ο κάμπος και ο ταμιευτήρας, δεξιά κι αριστερά λαδανιές. Σε 12 λεπτά φτάσαμε στην πεζογέφυρα, με την πανοραμική θέα στον θεσσαλικό κάμπο. Ανάμεσα στα δυο χωριά ο αγωγός υδροληψίας. Φαιό το χρώμα του, αλλαγμένο σε σχέση με το χθες, καθώς δεν έχει συντηρηθεί. Καθίσαμε πάνω στην πεζογέφυρα και ξαπλώσαμε στα ζεστά τσιμέντα πέριξ του αγωγού. Όταν σκοτείνιασε, τα φώτα της ΔΕΗ έμειναν σβηστά λόγω οικονομίας. «Μα σβηστά φώτα της ΔΕΗ έξω από το εργοστάσιο της ΔΕΗ;» γελάσαμε και για να κατανοήσουμε το μεγαλείο του έργου αρχίσαμε να βαδίζουμε δίπλα του.
Πεζογέφυρα – Μοσχάτο
Ακολουθώντας τη διαδρομή Β30 μέσα στην ντάλα του καλοκαιριού, Αύγουστο μήνα, βρεθήκαμε αίφνης μπρος σε φυσικό κλιματιστικό. Σκεπαστό, σκιερό το μονοπάτι, στρωμένο με κριτσανιστά, εύθραυστα φύλλα, γύρω μας ρίγανη, βελανιδιές, μυρτιές, κουφοξυλιές. Περάσαμε μια ρεματιά με ελάχιστο νερό, πλαισιωμένη από πλατάνια και καστανιές, προσβάσιμη το φθινόπωρο, και πήραμε τη μεγάλη ανηφοριά που οδηγεί στο Μοσχάτο. Αμφιθεατρικό το χωριό, με τους αμπελώνες στα πόδια του, εξού και «Μοσχάτο», και με εντυπωσιακό νεκροταφείο στην είσοδό του. Τι μας εντυπωσίασε; Οι ξύλινοι σταυροί στους τάφους. Τους είδαμε και στο νεκροταφείο στο Μορφοβούνι, όπως και την πινακίδα με τη συλλογική απόφαση του 2013 για κατασκευή μνημείων επί των τάφων με ξύλινα υλικά αποκλειστικά. Κήδομαι σημαίνει φροντίζω. Τελευταία φροντίδα η κηδεία. Χους εις χουν. Το ξύλο είναι πιο φιλικό για τη συνάντησή μας με το χώμα.
Μοσχάτο – ΔΕΗ
Κατηφορίσαμε προς τον Υδροηλεκτρικό Σταθμό της ΔΕΗ. Μας υποδέχθηκε η διευθύντρια, Αμαλία Σταφυλά, σε έναν όμορφο υπαίθριο χώρο, στον περίγυρο του εργοστασίου, ένα καλαίσθητο πάρκο με το άγαλμα του Νικολάου Πλαστήρα να δεσπόζει. Ο Υδροηλεκτρικός Σταθμός, καλούμενος μέσα στο κατακαλόκαιρο να εξυπηρετήσει τις αυξημένες ανάγκες για τα τελικά ποτίσματα του κάμπου, λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση από τα τέλη Ιουλίου ως τα τέλη Αυγούστου. Το κτίριο, εντυπωσιακής αισθητικής, είναι επισκέψιμο, αλλά σε ώρες λειτουργίας του ο θόρυβος είναι πολύς, σχεδόν αφόρητος. Είδαμε ανάμεσα στις εγκαταστάσεις εργαζομένους με ωτοασπίδες εργασίας. Εδώ θα πρέπει να είσαι εξασκημένος στη χειλεανάγνωση για να αντιληφθείς τα λεγόμενα.
Η εικαστική πλευρά του φράγματος. Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας
Εστιάζοντας το θέμα μας στο φράγμα επισκεφθήκαμε τη Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας. Με μεγάλο ενδιαφέρον περιηγηθήκαμε στην ομαδική έκθεση «ΜΕΤΑΙΧΜΙΑ», με έργα ζωγραφικής, χαρακτικής, σχεδίου, φωτογραφίας και κατασκευών, που πραγματεύεται το φυσικό περιβάλλον, τον άνθρωπο και τις μεταξύ τους σχέσεις. Μια αλληλουχία μεταβλητών όπου το νέο συναντά το παλιό, συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν και αλληλοκαθορίζονται. Η επιμελήτρια της Πινακοθήκης, Μαρία Γιαννέλου, μας ξενάγησε στον χώρο και μας κατηύθυνε αμέσως στην πηγή του ενδιαφέροντός μας: το φράγμα και το γέννημά του, τη λίμνη. Οι τρεις πίνακες του Κώστα Παύλου (1914-1962) και οι τρεις του Δημήτρη Γιολδάση (1897-1993), όλοι ελαιογραφίες σε κόντρα πλακέ, καταγράφουν εικαστικά τις εργασίες στο φράγμα και το εργοτάξιο. Πέρα από την τεράστια ιστορική μαρτυρία, η εικαστική αναπαράσταση του έργου αποτίει τιμή στον μόχθο και στην εργασία των απλών πολιτών. Πρόκειται για μια εποποιία της καθημερινότητας. Παρά την κοινή θεματική, οι δυο ζωγράφοι διαφοροποιούνται ως προς την οπτική και έτσι το θέμα φωτίζεται σφαιρικά. Ο Κώστας Παύλου, αυτοαποκαλούμενος Paul, παρουσιάζει εικαστικά το μεγαλείο του τεχνικού έργου αποτυπώνοντας ως συνεργασία μυαλού και μόχθου το τεχνικό επίτευγμα που υλοποιήθηκε από τους απλούς κατοίκους της περιοχής σε χρόνο ρεκόρ. Ο Δημήτρης Γιολδάσης, ταξιδεύοντας διαρκώς από το Μορφοβούνι μέχρι τις μεγάλες πόλεις του κόσμου, ανταποκρινόμενος ίσως στο επώνυμό του (yoldaş στην τουρκική σημαίνει συνοδοιπόρος), απεικονίζει το ίδιο θέμα προβάλλοντας και από τη φυσιολατρική σκοπιά το αποτέλεσμα του τεχνικού επιτεύγματος, που δεν είναι άλλο από την απίστευτης φυσικής ομορφιάς λίμνη. Το τεχνικό έργο και στους δυο ζωγράφους παρουσιάζεται ως έργο τέχνης.
Αρχαιολογικό Μουσείο
Κλείνοντας το αφιέρωμα στην περιοχή θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε, έστω και φευγαλέα, το Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας. Πρόκειται για ένα μουσείο-κόσμημα, με ωραία διάταξη των εκθεμάτων κατά χρονολογική σειρά, με μοντέρνα ατμόσφαιρα, με μεράκι και αγάπη του προσωπικού. Πλούσιο σε ευρήματα, καθώς η περιοχή της θεωρείται ένας από τους αρχικούς πυρήνες του νεολιθικού πολιτισμού, με κυριότερο αναγνωρίσιμο στοιχείο τις «μαγούλες». Στην προθήκη της μαγούλας, με παράθυρα που ανοίγουν με φωτοκύτταρο μόλις πλησιάσει ο επισκέπτης, το ερώτημα «Τι βρίσκουμε μέσα σε μια μαγούλα;» βρίσκει απάντηση στο κείμενο του Γ. Χουρμουζιάδη: Μέσα από το ταραγμένο χώμα βγαίνουν εργαλεία, αγγεία σπασμένα, ειδώλια, κόκκαλα, ερείπια σπιτιών, τάφοι ανθρώπων … Γι’ αυτά τα ευρήματα μπορεί ο αρχαιολόγος να πει ιστορίες ολόκληρες … Αυτές τις ιστορίες τις πλάθουμε εμείς. Τις πλάθουμε με χώμα.
Τα πρόσωπα
Πάντα όταν επισκέπτεσαι έναν τόπο, αλλιώς είναι να τα ανακαλύπτεις όλα μόνος σου κι αλλιώς να σε συνοδεύει και να σου ανοίγει τα μάτια ένας ντόπιος, ένας μυημένος ή ένας γνώστης. Οδηγός μας σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού υπήρξε ο Αντώνης Παπαδάκος, μέλος του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καρδίτσας και εκ των ιδρυτικών μελών της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης (Κοιν.Σ.Επ.) «Οξυγόνο Αγράφων». Στόχος όσων συμμετέχουν σε αυτήν τη σύμπαξη είναι η διάνοιξη και συντήρηση μονοπατιών, η διάσωση και ο εμπλουτισμός όχι μόνο του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και των πολιτιστικών αποθεμάτων της περιοχής, οι φυσιολατρικές εξερευνήσεις και δράσεις, ακόμη και η ανάδειξη αγροτοδιατροφικών προϊόντων. Αντιτίθενται σε ό,τι διαταράσσει την ισορροπία της ορεινής διαβίωσης ανθρώπων, ζώων, φυτών, είτε πρόκειται για ανεμογεννήτριες είτε για μοτοκρός. Η προώθηση της ορεινής ποδηλασίας είναι στα άμεσα σχέδιά τους. Μαζί με τον Νικηφόρο Μπακαρό περπατήσαμε στα μονοπάτια. Ο Χρήστος Κοημάς, διευθυντής του ξενοδοχείου «Thessalikon Grand», συντοπίτης μου, εξυπηρετικότατος κι ευγενικός, τόνισε την αξία της ιστορικής γνώσης και της γεωγραφίας ως εργαλείων κατανόησης του σήμερα. Ο Ευριπίδης, της οικογένειας Γιοβάνη, κρατά το οικογενειακό ζαχαροπλαστείο και του δίνει νέα πνοή με γεύσεις σπάνιων χαρμανιών καφέ. Στο εργαστήριο της οικογένειας Χαντζόπουλου, άνοιξαν φύλλο μπροστά στη βιτρίνα η Βαγγελιώ και η Κωνσταντίνα. Δώδεκα φύλλα λεπτοδουλεμένα θέλει η χορτόπιτα. Τα δύο κάτω, τρία πάνω και τα υπόλοιπα στη μέση. Έξι φύλλα η γαλατόπιτα. Κι όσο για την πίτα του τεμπέλη, χωρίς κανένα φύλλο, αυτή είναι η μπατζίνα.
Ο Ιανός
Στις συζητήσεις που κάναμε παντού και με όλους ακουγόταν η γνώριμη επωδός: Ο Ιανός τα ρήμαξε, πριν από τον Ιανό ήταν έτσι, μετά τον Ιανό είναι αλλιώς. Και πράγματι, ο Ιανός, ο διπρόσωπος θεός, άλλαξε τη ζωή των κατοίκων άρδην, ριζικά και για κάποιους μοιραία, τον Σεπτέμβριο του 2020. Τα υπόγεια και ισόγεια της Πινακοθήκης, του Αρχαιολογικού Μουσείου, η κάβα και το οινοποιείο του Καραμήτρου, τα μονοπάτια που άνοιξαν τα μέλη του ορειβατικού, και τόσα άλλα αφέθηκαν στο έλεος της διπλής προσωπικότητας αυτού του θεού. Άλλαξε μέχρι και η μικρογεωγραφία του τόπου. Ο μεσογειακός κυκλώνας Ιανός αποτέλεσε μια μεγάλη δοκιμασία που άφησε το στίγμα της σε ολόκληρη την πόλη, μια μεγάλη πληγή που ακόμη δεν επουλώθηκε.
Ωστόσο, το φράγμα, αλώβητο στην αναμέτρηση με τον Ιανό, άντεξε κι αντέχει σθεναρό, προσφέροντας ήπια ενέργεια και διαρκή ευεργεσία στην περιοχή. Ίσως το υλοποιημένο όραμα του Πλαστήρα αποτελέσει ευκαιρία για αναστοχασμό και ενδοσκόπηση, για αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων και συνειδητοποίηση των περιβαλλοντικών κινδύνων, ειδικά στις μέρες μας, όταν η αίσθηση του μέτρου χάνεται κι όταν η αναζήτηση πηγών ενέργειας είναι πιο επίκαιρη από ποτέ