Έξι χρόνια πριν, είχαμε την ευτυχία να εισχωρήσουμε για πρώτη φορά στα άδυτα του Σπηλαίου της Αλιστράτης. Από την μοναδική εκείνη εμπειρία είχε προκύψει ένα άρθρο σημαντικό. (ΕΛΛ. ΠΑΝΟΡΑΜΑ, ΤΕΥΧΟΣ 12, ΑΝΟΙΞΗ 1999). Απορροφημένοι σχεδόν αποκλειστικά με την εκθαμβωτική ομορφιά του σπηλαίου, είχαμε αποχωρήσει από την πόλη της Αλιστράτης σαν τουρίστες διαβατικοί.
Ούτε μια (!) φορά δεν είχαμε περιπλανηθεί στο εσωτερικό της, στις μικρές πλατείες και τα στενά δρομάκια, σε γειτονιές με σπίτια πετρόχτιστα, κομψά, μνημεία αρχιτεκτονικής παράδοσης του τόπου.
Έξι χρόνια πριν, την Άνοιξη του 1999, είχαμε την ευτυχία να εισχωρήσουμε για πρώτη φορά στα άδυτα του Σπηλαίου της Αλιστράτης. Ακολούθησαν και άλλες. Πάντα κάποιο νέο στοιχείο ανακαλύπταμε, θαυμαστές λεπτομέρειες του συγκλονιστικού έργου της Φύσης, που είχαν διαλάθει την προσοχή μας τις προηγούμενες φορές. Από την μοναδική εκείνη εμπειρία είχε προκύψει ένα άρθρο σημαντικό, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό και άφθονες πληροφορίες για το σπήλαιο. (ΕΛΛ. ΠΑΝΟΡΑΜΑ, ΤΕΥΧΟΣ 12, ΑΝΟΙΞΗ 1999).
Απορροφημένοι λοιπόν σχεδόν αποκλειστικά με την εκθαμβωτική ομορφιά του σπηλαίου, είχαμε αποχωρήσει από τον τόπο της Αλιστράτης σαν τουρίστες διαβατικοί, χωρίς ν’ αφιερώσουμε καθόλου χρόνο στο φυσικό δομημένο περιβάλλον. Την πόλη ωστόσο της Αλιστράτης την γνωρίζαμε εδώ και δεκαετίες, αφού ανέκαθεν αποτελούσε σημείο κομβικό στον οδικό άξονα Δράμας και Σερρών. Η γνωριμία βέβαια αυτή περιοριζόταν σε μια απλή διάσχιση, σε μια φευγαλέα ματιά και τίποτε περισσότερο. Ούτε μια (!) φορά δεν είχαμε περιπλανηθεί στο εσωτερικό της, στις μικρές πλατείες και τα στενά δρομάκια, στις ανηφοριές και κατηφόρες, σε γειτονιές με σπίτια πετρόχτιστα, κομψά, μνημεία αρχιτεκτονικής παράδοσης του τόπου.
Είχαμε κι εμείς, όπως τόσοι άλλοι, ταυτίσει σχεδόν αποκλειστικά την Αλιστράτη με το Σπήλαιο. Ποτέ δεν είχαμε την εμπειρία του πρωινού ξυπνήματος, του δίσκου του ήλιου να προβάλλει απ’ το Παγγαίο και αμέσως μετά να χαϊδεύει αντικριστά τις κορυφές του Φαλακρού και του Μενοίκιου. Μα, αν κάποιος δεν δοκιμάσει τις γεύσεις ενός τόπου, δεν τσουγκρίσει το ποτήρι του και δεν ανταλλάξει κουβέντες με τους ντόπιους και, πολύ περισσότερο δεν γείρει μετά, κάπου εκεί κοντά, το κεφάλι του απαλά, χωρίς να παρεμβαίνει άχαρο ταξίδι, τότε, μόνον λειψή εμπειρία μπορεί να έχει από τον τόπο.
-Τώρα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για όλα αυτά, μου λέει στο τηλέφωνο ο καλός μας φίλος, Διευθυντής της Εταιρείας Σπηλαίου, Νίκος Καρτάλης.
Σας περιμένουμε λοιπόν.
ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ «ΒΟΖΙΚΗ»
Όπως κατευθυνόμαστε από τις Σέρρες προς την Αλιστράτη, συναντάμε στην είσοδο της κωμόπολης μια πινακίδα, που μας δείχνει δεξιά στην κατεύθυνση προς το σπήλαιο. Αν, από το σημείο αυτό, ακολουθήσουμε τις διαδοχικές πινακίδες προς το εσωτερικό της πόλης, θα φτάσουμε μετά από μερικές εκατοντάδες μέτρα, μπροστά στο Αρχοντικό Βοζίκη.
Το αρχοντικό κτίστηκε το 1924 από τον Γεώργιο Βοζίκη (1890-1965), έμπορο καπνού. Οι δυο πρώτοι όροφοι χρησιμοποιήθηκαν ως το 1940 σαν καπνομάγαζο, όπου γινόταν η επεξεργασία καπνού πριν την εξαγωγή του. Στον τρίτο όροφο έζησε με τη σύζυγό του Βασιλική ως το θάνατό τους. Το 1956 έκανε εδώ την οικογένειά του ο μεγαλύτερος γιος τους Ιωάννης, που απέκτησε την Αφροδίτη και το Γιώργο. Το 1999 ο Γιώργος Βοζίκης και ο σύζυγος της Αφροδίτης Νίκος Γ. Καρτάλης αποφάσισαν την μετατροπή του κτιρίου σε παραδοσιακό ξενώνα. Η επένδυση εντάχθηκε στο Leader ΙΙ της Ε.Ε. Οι εργασίες ανακαίνισης και μετατροπής του κτιρίου σε ξενώνα ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1999 και ολοκληρώθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2000, οπότε και άρχισε η λειτουργία του. Η ανακαίνιση έγινε από τους ιδιοκτήτες με σεβασμό στην αρχιτεκτονική του κτιρίου και την παράδοση της περιοχής.
Όλα τα δωμάτια είναι ψηλοτάβανα, παραδοσιακά επιπλωμένα και διαθέτουν κεντρική θέρμανση, τηλεόραση και τηλέφωνο. Όλα είναι φωτεινότατα και αποπνέουν την αύρα του παρελθόντος.
Το ισόγειο είναι μια πολύ καλόγουστη αίθουσα υποδοχής με μεγάλο τζάκι και ωραία επίπλωση. Τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας χρησιμοποιείται από τους ενοίκους του ξενώνα ή επισκέπτες, ως ήρεμος χώρος για καφέ ή ποτό. Το σαλόνι του β΄ ορόφου έχει παραμείνει παραδοσιακό με αυθεντική επίπλωση εποχής. Από το μεγάλο μπαλκόνι με τα σιδερένια κάγκελα η θέα προς το Φαλακρό, το Μενοίκιο και τον κάμπο είναι θαυμάσια.
Μεγάλο πλεονέκτημα του ξενώνα, που τον κάνει ιδιαίτερα δημοφιλή κατά την θερινή περίοδο, είναι η ύπαρξη της μεγάλης πισίνας και του άριστα διαμορφωμένου αύλειου χώρου.
Στο κέντρο της Αλιστράτης αλλά μέσα σε δέντρα και λουλούδια και μακρυά από τους θορύβους και την κίνηση των δρόμων, είναι αληθινό προνόμιο να δοκιμάζει κανείς τις παραδοσιακές γεύσεις του εστιατορίου του ξενώνα, κρασί και ντόπιο τσίπουρο, να χαίρεται τη δροσιά του υγρού στοιχείου ή τη γαλήνη της νύχτας ως αργά.
Τον μήνα Φεβρουάριο, βέβαια, καμιά απ’ αυτές τις απολαύσεις δεν είναι δυνατή. Ο Γιώργος μας υποδέχεται με ζεστό καφέ και αναμμένο τζάκι. Έξω τα πάντα είναι παγωμένα, το χιόνι παραμένει ανεπηρέαστο απ’ τον ήλιο, αφού η θερμοκρασία μετά βίας υπερβαίνει το μηδέν.
ΣΠΗΛΑΙΟ ΑΛΙΣΤΡΑΤΗΣ
6 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
Πριν ξεκινήσουμε τη γνωριμία μας με την Αλιστράτη, θεωρούμε απαραίτητη μια αναμνηστική επίσκεψη στο σπήλαιο. Το τοπίο της διαδρομής δεν έχει αλλάξει: χαμηλές λοφοπλαγιές με ήπιες καμπυλώσεις, αραιή θαμνώδης βλάστηση και ποικίλες καλλιέργειες. Άλλωστε η περιοχή της Αλιστράτης ήταν πάντοτε κατ’ εξοχήν αγροτική με καλλιέργειες βαμβακιού, σιτηρών, καλαμποκιού και τεύτλων, χωρίς να απουσιάζει η κτηνοτροφία βοοειδών και αιγοπροβάτων. Τη μεγαλύτερη όμως ακμή της γνώρισε η κωμόπολη στα χρόνια του μεσοπολέμου, όταν τα ξακουστά για την ποιότητα καπνά της, έγιναν περιζήτητα στις αγορές του εξωτερικού. Μεγάλες εκτάσεις καλλιεργούντο και με αμπέλια. Κάθε σχεδόν σπιτικό είχε τότε το δικό του πατητήρι. Το φθινόπωρο και το χειμώνα μοσχοβολούσε ο τόπος από τα βαρέλια του κρασιού και τα καζαναριά που απόσταζαν το τσίπουρο. Ήταν μια εποχή ευημερίας, που ανακόπηκε από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, τη γερμανική εισβολή και την βουλγαρική κατοχή που επακολούθησε.
Καθώς κατηφορίζουμε απαλά τη στενή άσφαλτο από την πόλη προς το σπήλαιο επανέρχονται οι μνήμες και οι εντυπώσεις από την πρώτη μας προσέγγιση. «Πρώτα μεταβάλλεται η υφή του εδάφους, απρόσμενα, δραματικά. Το παχύ, καφεκόκκινο χώμα των χωραφιών εξαφανίζεται, μετατρέπεται σε μια απέραντη ασβεστολιθική επιφάνεια, με αναρίθμητες πέτρες, γκρίζες και τραχειές, η μια δίπλα στην άλλη, σαν φυτεμένες από χέρι ανθρώπου. Μόνον μερικοί αγκαθωτοί θάμνοι μπορούν να επιβιώσουν ανάμεσά τους».
Βρισκόμαστε στο περίφημο «Πετρωτό», το «Τασλίκι», που σημαίνει πετρώδης τόπος στη ντόπια ονομασία. Εδώ, στα έγκατα αυτής της αφιλόξενης γης των 14.000 στρεμμάτων, σμίλεψε η φύση στους αιώνες τα αξεπέραστα σε ομορφιά λιθωματικά δημιουργήματα του Σπηλαίου της Αλιστράτης. Ολόγυρα το τοπίο είναι λιτότητας δωρικής, απαλές, καθάριες γραμμές, χωρίς πολύπλοκο ανάγλυφο. Σ’ ένα σημείο διακόπτεται από το βαθύ και απρόσμενο χάσμα του Φαραγγιού του Αγγίτη, ύστερα γαληνεύει και πάλι στα επίπεδα εδάφη των πεδιάδων της Δράμας και Σερρών. Λίγο μακρύτερα όμως, στις άκρες του ορίζοντα, συναντούν τους βίαιους όγκους του Φαλακρού και του Παγγαίου, που, μαζί με το ηπιότερο Μενοίκιο, μοιάζουν με πύργους, που έχουν μοιράσει ανάμεσά τους την κυριαρχία στην πεδιάδα.
Ο Νίκος Καρτάλης μας υποδέχεται μετά από τόσα χρόνια στον γνώριμο χώρο του γραφείου του. Οι αλλαγές και η πρόοδος είναι εμφανείς. Η «Εταιρεία του Σπηλαίου» δεν περιορίστηκε στην αρχική του αξιοποίηση. Σαν ζωντανός και ευέλικτος οργανισμός, που αποτελεί τον κύριο μοχλό της τουριστικής και οικονομικής ανάπτυξης του τόπου, επενδύει σε νέα έργα συνεχώς, που θα αναμορφώσουν τον χώρο και θα εξυπηρετήσουν ακόμη καλύτερα τους επισκέπτες του σπηλαίου.
Ο πρώτος στόχος που θα ολοκληρωθεί τον ερχόμενο Μάιο είναι η δημιουργία του Κέντρου Πληροφόρησης, που θα ενημερώνει τους χιλιάδες επισκέπτες για το σύνολο των σημαντικών αξιοθέατων της περιοχής.
Σπουδαίο επίσης έργο θα είναι η δημιουργία της Αίθουσας Εκθεμάτων, που θα αποβλέπει στη σύνδεση της σημερινής εποχής με την προϊστορία του σπηλαίου. Έτσι οι επισκέπτες θα έχουν τη δυνατότητα να θαυμάσουν από κοντά όλη τη συλλογή των προϊστορικών ευρημάτων των Σπηλαίων της Αλιστράτης.
Για τους φυσιολάτρες και περιπατητές βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη οι εργασίες ενός έργου, που αναμένεται να γίνει εξαιρετικά δημοφιλές. Είναι ένα δίκτυο περιπατητικών μονοπατιών, που θα περνάει και από τα ανώτερα σημείο των απόκρημνων πρανών του Φαραγγιού του Αγγίτη. Με τον τρόπο αυτό οι λάτρεις της πεζοπορίας αλλά και όλη η οικογένεια θα μπορούν να θαυμάζουν με απόλυτη ασφάλεια, κατά τη διαδρομή και σε ειδικές θέσεις θέας, το μεγαλόπρεπο θέαμα του φαραγγιού και στο βάθος της κοίτης του τους μαιάνδρους του Αγγίτη. Είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο, μεγάλης περιβαλλοντικής αξίας, που χρηματοδοτείται με 1,5 εκ. ευρώ από το Γ΄ ΚΠΣ με φορέα υλοποίησης την Νομαρχία Σερρών. Το μήκος των διαδρομών θα ποικίλει από 2,5 έως 4 χλμ., ανάλογα αν το σημείο εκκίνησης θα είναι το Σπήλαιο Αλιστράτης ή η αντικρινή πλευρά της Πρώτης Σερρών.
Για την προβολή των τοπικών προϊόντων της περιοχής και την διευκόλυνση των επισκεπτών στην προμήθειά τους, έχει αποφασιστεί η δημιουργία επτά καταστημάτων στον περιβάλλοντα χώρο του σπηλαίου, μέσω του προγράμματος INTERREG.
Θα γίνει επίσης εκμετάλλευση Συνεδριακού Κέντρου με πρόσκληση εταιρειών για συνέδρια-συναντήσεις.
Τέλος θα χαραχθεί ένα περιπατητικό μονοπάτι μήκους 2 περίπου χλμ. προς τα Β της Αλιστράτης, που θα οδηγεί τους κατάλληλα ενδεδυμένους επισκέπτες στα περίφημα αρχαία ορυχεία του Μ. Αλεξάνδρου. Εκεί εξορύσσοντο σίδηρος, χαλκός, λίγος χρυσός και διάφορα πετρώματα, που χρησιμοποιούντο για την βαφή των διαφόρων αγγείων.
Είναι πολύ ελπιδοφόρο και αισιόδοξο, ότι η Εταιρεία του Σπηλαίου Αλιστράτης είναι ένας φορέας με ποικίλες ευαισθησίες και μεγάλη αποτελεσματικότητα στην μεγάλη αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που παρέχει η περιοχή στον επισκέπτη. Μετά την ενημέρωση πίνουμε τον καφέ μας με τον Νίκο στο θαυμάσια ανακαινισμένο Αναψυκτήριο, με την πολύ άνετη και ωραία αίθουσα, το μεγάλο πέτρινο τζάκι, τα πολλά και ποικίλα είδη προς πώληση και την πρόθυμη εξυπηρέτηση των ανθρώπων που το διαχειρίζονται.
Η «ΑΓΝΩΣΤΗ» ΓΡΑΦΙΚΗ ΑΛΙΣΤΡΑΤΗ
Σύμφωνα με τις παραδόσεις η Αλιστράτη ιδρύθηκε από τους κατοίκους της παλιάς πόλης Αλεκτριούπολης, που τον 8ο και 9ο αιώνα ήταν έδρα επισκοπής. Η πόλη αναφέρεται ιστορικά στο 1460 σε βιβλίο που εκδόθηκε με την ευκαιρία ίδρυσης της Μονής Εικοσιφίνισσας. Η τοποθεσία της πόλης κυμαίνεται σε μέσο υψόμετρο 300 μέτρων και δεσπόζει στο μέσον μέτρων και δεσπόζει στο μέσον τριών θεαματικών ορεινών όγκων: του Παγγαίου προς τα Ν, του Φαλακρού προς τα ΒΑ και του Μενοικίου προς τα ΒΔ. Στρέφει κανείς το κεφάλι του κυκλικά και δεν ξέρει ποιο βουνό να πρωτοθαυμάσει.
Η πόλη είναι χτισμένη στις ΝΑ απολήξεις του Μενοικίου, με σχήμα περίπου κυκλικό σε αλλεπάλληλους λοφίσκους, έτσι που κανένα σημείο δεν είναι από μόνο του ομαλό και επίπεδο. Σύμφωνα με την περιγραφή Κ.Ι. Κοντού: «Όλος ο κατοικημένος χώρος δεν είναι τίποτε άλλο από ραχούλες, μικρά βαθουλώματα, στενά περάσματα, κουραστικές ανηφόρες και άλλες τόσες κατηφόρες, που σε υποχρεώνουν να τρέχεις όταν τις κατεβαίνεις».
Ο επαρχιακός δρόμος Σερρών-Δράμας κόβει στα δύο την Αλιστράτη. Κάτω από το δρόμο έχει αναπτυχθεί το παλαιότερο τμήμα της πόλης, που διατηρείται αρκετά παραδοσιακό και είναι κατοικημένο κυρίως από «ντόπιους». Πάνω από το δρόμο, προς την πλευρά του Μενοικίου, έχει οικοδομηθεί το νέο τμήμα της πόλης με κτίσματα καινούργια από Μικρασιάτες και Πόντιους πρόσφυγες και μετανάστες από την Ήπειρο και Θεσσαλία, που κατέφυγαν εδώ κυνηγημένοι από τον Αλή Πασά.
Πρωί, ήλιος λαμπρός και παγωνιά, η θερμοκρασία κυμαίνεται ανάμεσα στους 8 και 9 βαθμούς κάτω από το μηδέν. Αυτό ωστόσο δεν μας εμποδίζει να ντυθούμε καλά και να βγούμε για μια περιπλάνηση στα δρομάκια της Αλιστράτης. Μας συνοδεύουν ο Νίκος Καρτάλης και ο Αθανάσιος Πετρίδης, Γραμματέας επί 35 χρόνια της Κοινότητας και νυν Αντιπρόεδρος της Εταιρείας Σπηλαίου, με βαθειά γνώση για τον τόπο του.
Ανηφορίζουμε αρχικά από τον ξενώνα σε στενό τσιμεντόδρομο, παλιό καλντερίμι, απ’ το οποίο δεν έχει τίποτε απομείνει. Σε τρίτα λεπτά φτάνουμε στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης, μπροστά στο αρχοντικό του Χρήστου Μπαέρα, που χρονολογείται από τον 18ο αιώνα και θεωρείται το παλαιότερο σπίτι του οικισμού. Είναι διώροφο, γωνιακό, με ξυλοδεσιές και σαχνισιά και πολλά σιδερόφρακτα παράθυρα στον β΄ όροφο. Η κυρία Αναστασία Μπαφέρα, που εξακολουθεί να κατοικεί, μας ανοίγει πρόθυμα και μας ξεναγεί στο αρχοντικό.
Στο ισόγειο σώζεται παμπάλαιος αργαλειός που χρονολογείται από την τουρκοκρατία. Στο παλιό ταβάνι διατηρούνται τα χοντρόξυλα, ενώ η εσωτερική ξύλινη σκάλα παραμένει αυτούσια. Το σπίτι είναι τεράστιο, με πολλά μεγάλα δωμάτια, όπου διατηρούνται ακόμη οι ξύλινες «μεσάντρες». Η αίγλη του παρελθόντος είναι παρούσα σε κάθε σημείο του αρχοντικού με τα παλιά σιδερένια κρεβάτια, τις ντουλάπες, τις οικογενειακές φωτογραφίες εποχής, τα παλιά οικιακά σκεύη και τα ξυλόγλυπτα ταβάνια, που από τη φθορά του χρόνου έχουν χάσει μεγάλο τμήμα της αρχικής τους ομορφιάς.
Αποχαιρετάμε την καλοκάγαθη κυρούλα και περνάμε μπροστά από το παμπάλαιο ερειπωμένο καφενείο «Ο ΛΑΖΟΣ». Ύστερα κατηφορίζουμε την οδό Γ. Στοϊμενίδη περνώντας μπροστά από ένα παλιό καπνομάγαζο. Είναι οικοδόμημα εντυπωσιακών διαστάσεων, με λιτότατη αρχιτεκτονική χωρίς πλουμίδια και με δύο μόνον μπαλκόνια.
Περνάμε από την οδό Μητροπόλεως. Εδώ δεσπόζει το ωραίο παλιό οίκημα του Κωνσταντίνου Μαδεμλή, σε χρώμα ώχρας, κτίσμα του 1905. Στους τοίχους του διατηρείται ακόμη ο «τσατμάς».
Αμέσως πιο κάτω, στην οδό Καραϊσκάκη, συναντάμε το άριστα διατηρημένο νεοκλασικό του Κων/νου Χιώλου, δικηγόρου από την Αλιστράτη. Ήδη βρισκόμαστε στην Πλατεία Δημοκρατίας, που βρίθει από κόσμο και εμπορεύματα, αφού σήμερα είναι το καθιερωμένο Παζάρι της Τετάρτης. Μετά τα γαλήνια στενά, η ξαφνική αυτή έξαρση του θορύβου είναι μια ευχάριστη νότα στην περιήγησή μας. Παραδίπλα ορθώνεται το πέτρινο σπίτι και η ομώνυμη οδός του διακεκριμένου γιατρού, ανθρωπιστή και βουλευτή άλλοτε Σερρών Νικολάου Τσίμπα, που στη διάρκεια της ζωής του πρόσφερε μεγάλες και ποικίλες υπηρεσίες στον τόπο του.
Κατηφορίζουμε την πλακόστρωτη οδό Κ. Καραμανλή. Εδώ βρίσκεται και η μικρή Βιβλιοθήκη της Αλιστράτης. Καφενεδάκια, παλιά σπίτια και αμέσως μετά η μικρή πλατεία Ελευθερίας με το Δημαρχείο. Στεγάζεται σε ωραίο και μεγάλο οίκημα του 1963, που έχει έξοχα αναπλασθεί. Είναι κτίριο φωτεινότατο από όλες τις πλευρές και διαθέτει όμορφη αίθουσα συνεδριάσεων. Μετά την παγωνιά του πρωινού δεχόμαστε με ευχαρίστηση το καφεδάκι που μας προσφέρει ο Αντιδήμαρχος και εκπαιδευτικός Βασίλης Μαλλές, αφού ο Δήμαρχος Γεώργιος Μαδεμελής απουσιάζει για υπηρεσιακούς λόγους στην Αθήνα. Μια από τις προτεραιότητες του Δήμου είναι η ανάπλαση της πλατείας με πλακοστρώσεις και άλλα έργα εξωραϊσμού, που θα βελτιώσουν την εικόνα του κέντρου της Αλιστράτης. Στην πλατεία που έχει αρκετά παραδοσιακά οικοδομήματα διατηρείται ακόμη ένα μικρό παμπάλαιο περίπτερο του 1948, τότε που τα περίπτερα χορηγούνταν σχεδόν αποκλειστικά στους «Αναπήρους» και στα «Θύματα Πολέμου».
Ανηφορίζουμε στην αντικρινή πλευρά με κατεύθυνση προς το Φαλακρό, στους λοφίσκους του ανατολικού και βόρειου τμήματος της πόλης. Στενά ανηφορικά δρομάκια, πολλά παλιά σπίτια ανάμεσά τους, άλλα πολύ καλά διατηρημένα και άλλα σε ερειπιώδη μορφή και ακατοίκητα. Κάποια είναι τριώροφα και ογκώδη με περίτεχνη αρχικτεκτονική, που κάλλιστα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ως καταλύματα. Οι κάτω όροφοι αποτελούνται από βαριά λιθοδομή, ενώ ο τελευταίος έχει ελαφριά τοιχοποιία κατασκευασμένη με τσατμά. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και παραδοσιακή περιοχή, με θαυμάσια παλιά οικοδομήματα, που δύσκολα υποψιάζεται κανείς την παρουσία τους, όταν απλά διασχίζει την Αλιστράτη. Η θέα εξάλλου απ’ αυτό το σημείο είναι εξαιρετική προς τα τρία βουνά αλλά και σε μεγάλο τμήμα του οικισμού.
Κατηφορίζουμε προς τον δρόμο που διασχίζει την Αλιστράτη, περνώντας κοντά από την εκκλησία του Παλιούχου Αγ. Αθανασίου με τα κυπαρίσσια και το πετρόχτιστο επιβλητικό καμπαναριό. Ύστερα ακολουθούμε τον κεντρικό δρόμο με κατεύθυνση προς Σέρρες, συναντώντας και πάλι μερικά ωραία και καλοδιατηρημένα νεοκλασικά. Στο ύψος του μεγάλου Δημοτικού Σχολείου στρίβουμε δεξιά με κατεύθυνση προς «Σκοπιά»/
ΣΤΙΣ ΕΞΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΗΣ ΑΛΙΣΤΡΑΤΗΣ
Οι καταλληλότερες ώρες για τη διαδρομή προς τη Σκοπιά είναι νωρίς το πρωί, όταν οι ακτίνες του ήλιου χρυσίζουν τις κορυφογραμμές του Φαλακρού και του Μενοίκιου ή λίγο πριν από τη δύση, όταν ο ήλιος χαμηλώνει και θωπεύει απαλά τις κορυφές του Φαλακρού και του Μενοίκιου ή λίγο πριν από τη δύση, όταν ο ήλιος χαμηλώνει και θωπεύει απαλά τις κορυφές του Φαλακρού.
Διασχίζουμε τον νέο οικισμό της Αλιστράτης με την αδιάφορη αρχιτεκτονική και σε απόσταση 0,8 χλμ. από το Σχολείο ανηφορίζουμε απότομα δεξιά, σε φυσικό περιβάλλον κατάφυτο από πεύκο. Στο 1,5 χλμ. ο στενός ασφαλτοστρωμένος δρόμος διχάζεται. Στην ευθεία οδηγεί, μετά από μερικές εκατοντάδες μέτρα, στον λόφο του Προφητηλία με το ομώνυμο εξωκκλήσι, το υψηλότερο σημείο στην περιοχή της Αλιστράτης. Η θέα βέβαια είναι κορυφαία προς κάθε κατεύθυνση. Με καθαρή ατμόσφαιρα διακρίνονται στα Β οι κορυφές του Όρβηλου, ενώ ΝΑ, πίσω από το Παγγαίο, οι κορυφές της Θάσου.
Επιστρέφουμε στη διασταύρωση, στρίβουμε αριστερά και μετά από 1000 μέτρα καταλήγουμε στον δεύτερο λόφο της περιοχής με το εκκλησάκι του Αγ. Κωνσταντίνου.
Εδώ είναι το Δημοτικό Πάρκο Αλιστράτης, όπου καθημερινά λειτουργεί αναψυκτήριο, ενώ την Καθαρά Δευτέρα συγκεντρώνεται πολύς κόσμος για να χαρεί το πέταγμα του χαρταετού και την δωρεάν διανομή φασουλάδας, ρέγγας και λαγάνας. Η θέα βέβαια και απ’ αυτόν τον λόφο είναι πανέμορφη.
Ο σημαντικότερος όμως πόλος έλξης της περιοχής είναι ο Ζωολογικός Κήπος σε περιφραγμένη έκταση 20 στρεμμάτων, που ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2001. Είναι μια θαυμάσια λοφοπλαγιά με μια συστάδα πεύκων στο κέντρο, ηλιόλουστη και στο κέντρο των τριών βουνών.
Αρχικά μας υποδέχεται μια ήρεμη οικογένεια «Λάμα», με αρσενικό καφέ χρώματος και θηλυκό σπάνιου λευκού. Ανάμεσά τους χοροπηδάει ένα χαριτωμένο μικρό 2 μηνών, που έχει πάρει το χρώμα του πατέρα του. Αριστερά της εισόδου, και καθ’ όλο το μήκος της περίφραξης, φιλοξενείται η ορθνιθοπανίδα, με ωραιότατους φασιανούς, πέρδικες, φραγκόκοτες, παγώνια (με ένα σπάνιο λευκό), καθώς και μια ιδιαίτερη ράτσα πετεινών.
Στον ελεύθερο χώρο είναι συγκεντρωμένες πολλές κατσικούλες νάνοι με νεογέννητα τόσο μικρά που θυμίζουν κουταβάκια. Κοντά τους κινούνται αργά μερικές πάπιες σπάνιας ποικιλίας, καθώς και 11 χήνες, που έφτασαν σ’ αυτό τον αριθμό από ένα μόνο αρχικό ζευγάρι.
Μεγάλος είναι και ο αριθμός των ελαφιών, που φτάνουν τα 21 από τα 4 αρχικά. Αυτά όμως δεν λένε να εξοικειωθούν με την παρουσία μας και, στην παραμικρή κίνηση, απομακρύνονται όλα μαζί με μεγάλη ταχύτητα. Σπάνιο απόκτημα του Ζωολογικού Κήπου Αλιστράτης είναι ένα «Αινού», απόγονος προϊστορικού είδους, που ανήκει στην οικογένεια των στρουθοκαμήλων.
Συνεχίζουμε προς τη Σκοπιά. Είναι μια ωραιότατη διαδρομή μέσα από πεύκα και δρυοδάση, που σε μερικά σημεία παρέχει σημεία κορυφαίας θέας προς το Φαλακρό και το Παγγαίο. Σε απόσταση 6,5 χλμ. από το Σχολείο φτάνουμε στο χωριό, που με υψόμετρο 600 περίπου μέτρων είναι το ορεινότερο του Δήμου Αλιστράτης. Σκαρφαλωμένη στις πλαγιές του Μενοικίου η Σκοπιά, είναι ένας μικρός οικισμός σε γραφικότατη πλαγιά, με πετρόχτιστη εκκλησία αλλά ελάχιστα σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Στο ύψωμα «Μέγας Αλέξανδρος», κοντά στο χωριό, υπάρχουν απομεινάρια αρχαίας φρυκτωρίας. Τα πάντα στη Σκοπιά είναι παγωμένα, το χιόνι διατηρείται σε μεγάλο ύψος, ενώ το Μενοίκιο προβάλλει από πάνω ολόλευκο.
Παίρνουμε τον δρόμο έξω απ’ το χωριό με κατεύθυνση προς Ν. Ζίχνη και αμέσως μετά ανηφορίζουμε δεξιά σε χωματόδρομο, σε μια προσπάθεια να προσεγγίσουμε το Μενοίκιο. Ο δρόμος είναι τόσο πολύ καλυμμένος από χιόνι, που είναι απροσπέλαστος.
Επιστρέφουμε σε πιο εύκρατα κλίματα για μια μικρή ανάπαυλα στην ταβέρνα του «Πέτρου του Τεράστιου». Με την πληθωρική παρουσία του ο Πέτρος δικαιώνει απόλυτα την ονομασία του μαγαζιού του. Εδώ απολαμβάνουμε ωραία ντόπια κρέατα και υπέροχη θέα του Φαλακρού από τα παράθυρα. Αμέσως μετά συνεχίζουμε το οδοιπορικό μας πρώτα στο Αγιοχώρι, δύο χλμ. Β. της Αλιστράτης, στους πρόποδες του Μενοικίου. Ένα μικρό και γραφικό χωριό που από πάνω του ορθώνεται ο επιβλητικός βράχος του «Καγιά».
Επιστρέφουμε με κατεύθυνση προς Σέρρες. Δυόμισι χλμ. από το κέντρο της Αλιστράτης στρίβουμε δεξιά προς την γυναικεία Μονή της Αγ. Κυριακής. 900μ. μετά φτάνουμε μπροστά στην είσοδο της μονής, που είναι χτισμένη κάτω από τον παλιό οικισμό της Κρυοπηγής σε ωραίο φυσικό περιβάλλον με πλατάνια και πολλά άλλα δέντρα. Πάνω από την πόλη αναγράφεται η χρονολογία 1860, ενώ εικάζεται, ότι εκεί κοντά βρισκόταν η αρχαία Αλεκτριούπολη.
Επιστρέφουμε στο κεντρικό οδικό δίκτυο και, πάντα με κατεύθυνση προς Σέρρες, φτάνουμε σε μερικά λεπτά στον πεδινό και σύγχρονο οικισμό της Λευκοθέας, πλάι στις όχθες του Αγγίτη.
Αμέσως μετά στρίβουμε δεξιά στην τελευταία ανηφορική διαδρομή προς τα ορεινά της Αλιστράτης. Αρχικά συναντάμε την Παλιά Λευκοθέα, μικρό και οριστικά εγκαταλελειμμένο οικισμό, με τα περισσότερα σπίτια ερειπωμένα αλλά με εξαίρετη θέα προς το Παγγαίο.
Σε απόσταση 4,2 χλμ. από την Λευκοθέα καταλήγουμε στον τελευταίο ορεινό οικισμό, το Μανδήλι. Είναι μικρό γραφικό χωριό με ωραία πλατειούλα και πλατάνι, καφενεδάκι και παραδοσιακή ταβέρνα. Από τους τρεις κρουνούς μιας μεγάλης πέτρινης βρύσης, ρέει ασταμάτητα άφθονο βουνίσιο νερό.
Το χωριό έχει θαυμάσια θέα προς το Παγγαίο και διατηρεί αρκετά παλιά σπίτια, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το νεοκλασικό αρχοντικό του Δημ. Βουγιατζή, που διετέλεσε πρώτος κοινοτάρχης του χωριού.
Από τα ορεινά κατηφορίζουμε και πάλι προς τον κάμπο, στον οικισμό της Λευκοθέας. Με κατεύθυνση ΝΑ διασχίζουμε τον Αγγίτη πάνω από την καινούργια γέφυρα και αμέσως μετά βρισκόμαστε στον «Σταθμό Αγγίστας». Είναι ένας ενδιαφέρον οικισμός με αρκετά παλιά οικήματα, ανάμεσα στα οποία σώζονται κάποια πλινθόκτιστα. Εντυπωσιακότερα οικοδομήματα είναι το παλιό κτίριο του Σ.Σ. Αγγίστας, καθώς και ένα επιβλητικών διαστάσεων πετρόχτιστο τριώροφο, όπου άλλοτε στεγαζόταν το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.
Ο Σταθμός Αγγίστας είναι χτισμένος ανάμεσα στην κοίτη του Αγγίτη και στους ΒΔ πρόποδες ενός πευκόφυτου, μοναχικού και πολύ απότομου λόφου, που έκρυβε λίγο πιο κάτω από την κορυφή τον Μακεδονικό Τάφο. Ανηφορίζοντας το μονοπάτι φτάνουμε σ’ ένα 10λεπτο μπροστά στην καγκελόφρακτη και κλειδωμένη είσοδο του μνημείου. Τα κάγκελα ωστόσο δεν μας εμποδίζουν τη θέα στο εσωτερικό, όπου δεσπόζει η εντυπωσιακή κατασκευή με τα μεγάλα λαξευτά αγκωνάρια, που καταλήγουν στην κορυφή σε τριγωνικό αέτωμα. Ο λόφος ορθώνεται επιβλητικά πάνω από τον απέραντο κάμπο και βρίσκεται κυριολεκτικά στο επίκεντρο των τριών βουνών. Η θέα από την κορυφή του είναι εκπληκτική. Χαρίζουμε για αρκετή ώρα στους εαυτούς μας αυτή την ευτυχία μέσα στην απόλυτη γαλήνη.
Ύστερα, καθώς με το ηλιοβασίλεμα η θερμοκρασία πέφτει κατακόρυφα, σπεύδουμε να προλάβουμε την παλιά γέφυρα του Αγγίτη στο τελευταίο φως.
Έχοντας εκτονώσει την ορμή του στους πολυδαίδαλους μαιανδρισμούς του φαραγγιού του, ο Αγγίτης κυλάει στη φαρδειά του κοίτη, κάτω από το παμπάλαιο γεφύρι, ήρεμος και ησυχασμένος. Καμιά δίνη, κανένας ισχυρός κυματισμός δεν ταράζει την επιφάνεια του νερού. Το μεγάλο ποτάμι μοιάζει να κοιμάται, η κίνησή του είναι ανεπαίσθητη. Πλάι στην όχθη το έδαφος είναι ομαλό και επίπεδο. Υπάρχει αναψυκτήριο που λειτουργεί όλο το χρόνο και επιπλέον ξύλινα τραπέζια, παγκάκια και άλλες εγκαταστάσεις αναψυχής.
Ειν’ ένας χώρος απίστευτης γαλήνης και ομορφιάς, πασίγνωστος και δημοφιλής σε όλα τα σχολεία του νομού αλλά και σε χιλιάδες επισκέπτες, που, ιδιαίτερα την θερινή περίοδο, έρχονται να απολαύσουν το εξαίσιο φυσικό περιβάλλον κάτω από την προστατευτική σκιά των πλατανιών.
Στο γλυκό φως του δειλινού η γέφυρα εμφανίζεται επιβλητική και πανέμορφη με τα δυο κύρια και τα δυο μικρά ανακουφιστικά της τόξα, τους μεγάλους λαξευτούς ογκόλιθους και την άριστη κατασκευή της που αντέχει περίφημα στο πέρασμα των αιώνων.
-Αν κάνετε υπομονή ώσπου να πέσει το σκοτάδι, μπορείτε να θαυμάσετε το ποτάμι και τη γέφυρα υπό το φως των προβολέων, μας λένε από το αναψυκτήριο.
Είναι μια γοητευτική προοπτική. Εγκαταλείπουμε λοιπόν το περιβάλλον του ποταμού και βγαίνουμε στις ανοιχτές πεδιάδες για την Πρώτη, την ιδιαίτερη πατρίδα του Κων/νου Καραμανλή. Στις χιονισμένες επίπεδες εκτάσεις το φως διατηρείται ακόμη. Ψηλά, στις κατάλευκες κορυφές του Παγγαίου είναι εντονότερο.
Ο δρόμος είναι ερημικός, δεν φυσάει καθόλου, το τοπίο μοιάζει ακίνητο. Οδηγούμε ήσυχα, αργά, μη και ταράξουμε την ηρεμία της φύσης…
Το φως στο Παγγαίο έχει χαθεί. Η Πρώτη είναι ήδη βυθισμένη στο σκοτάδι. Επιστρέφουμε. Στην όχθη του Αγγίτη μας περιμένει ένα καινούργιο σκηνικό. Στο φως των προβολέων το γύρω φυσικό περιβάλλον παραμένει σκοτεινό, αναδεικνύεται μόνον η ομορφιά του γεφυριού κι ένα κομμάτι απ’ τη ροή του ποταμού.
Ξαστεριά και παγωνιά. Πιο ζεστά τα νερά του Αγγίτη, αχνίζουν συνεχώς. Αναζητούμε ζεστό καταφύγιο στην ωραία ταβέρνα του Αχιλλέα, όπου μας περιμένουν οι φίλοι μας με καλό κρασάκι και νόστιμα εδέσματα.
ΜΙΑ ΠΡΟΓΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΑΓΓΙΤΗ
Η περιοχή του σπηλαίου μας μαγνητίζει. Πριν αναχωρήσουμε, κάνουμε μια τελευταία επίσκεψη. Στο ενδιάμεσο της απόστασης, κάπου τρία χιλιόμετρα πριν από το σπήλαιο, ένας αγροτικός δρόμος κατηφορίζει αριστερά. Μια πινακίδα μας δείχνει την κατεύθυνση προς τις ιχθυοκαλλιέργειες και την ψαροταβέρνα «ΓΑΛΑΖΙΑ ΝΕΡΑ». Μέσα σε μερικά λεπτά νιώθουμε αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου. Ταπεινό, λιτότατο, απλά καλλιεργημένα χωράφια, κάποια διατηρούν ακόμα λίγο χιόνι. Όποιος αναζητάει μεγαλειώδη γεωφυσικά ξεσπάσματα, θα πλήξει. Μα όποιος εκτιμάει τα δωρικά σχήματα και τις χρωματικές εναλλαγές, το παιχνίδισμα του φωτός ανάμεσά τους, θα νιώσει γοητευμένος. Ένας ζωγράφος, ένας φωτογράφος, ένας ποιητής, θ’ απομείνουν να ρεμβάζουν με τις ώρες…
Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω φτάνουμε στη «Συμβολή», το χωριό απ’ όπου αρχίζει το Φαράγγι του Αγγίτη. Μια πινακίδα μας δείχνει στα 300 μέτρα το φαράγγι. Ανηφορίζουμε. Στο τέλος του δρόμου σταματάμε και μένουμε άναυδοι. Κομμένες κάθετα, αμέτρητους αιώνες πριν από το «γεωλογικό μαχαίρι», της Φύσης, χάσκουν από κάτω μας οι πλαγιές του φαραγγιού. Απρόσιτες, ιλιγγιώδεις, μια τεράστια στενή χοάνη από συμπαγή πετρώματα. Στο βάθος κυλάει ο Αγγίτης, αφρισμένος, βιαστικός, μοναδικός προαιώνιος αφέντης σ’ αυτόν τον αγριότοπο. Προσπαθούμε να υπολογίσουμε το βάθος απ’ το σημείο όπου βρισκόμαστε. Πενήντα μέτρα; Εξήντα; Ογδόντα; Ποιος ξέρει!
Ωστόσο η πορεία του ποταμού δεν κρατάει για πολύ σ’ ευθεία γραμμή. Μετά το προνόμιο να μας δείξει ένα κομμάτι από ψηλά, εξαφανίζεται απ’ τα μάτια μας μέσα στους σκοτεινούς μαιανδρισμούς του στα γεωλογικά ρήγματα της φύσης. Όσοι με κάποιο πλωτό μέσο έχουν κατεβεί το Φαράγγι του Αγγίτη, δεν έχουν άδικο να μιλάνε για μια εμπειρία ανεπανάληπτη.
-Μπορείτε βέβαια να θαυμάσετε και κάποιο άλλο σημείο του φαραγγιού, εξίσου θεαματικό, λέει λίγο αργότερα ο Νίκος Καρτάλης. Εκεί βρίσκονται και τα υπόλοιπα σπήλαια της περιοχής της Αλιστράτης.
Πενήντα μέτρα έξω από το χώρο του σπηλαίου περνάει η σιδηροδρομική γραμμή. Αρχίζουμε να βαδίζουμε πάνω στα γνωστά κακοτράχαλα χαλίκια, με κατεύθυνση προς Σέρρες. Είναι μια άχαρη πορεία 700 περίπου μέτρων, που κρατάει ένα 12λεπτο. Κάποια στιγμή εγκαταλείπουμε τις γραμμές και αρχίζουμε να βαδίζουμε πάνω σ’ ένα πεδινό αλλά δύσβατο έδαφος, καλυμμένο με χιόνι και κατάσπαρτο από πέτρες. Σε 3 λεπτά βρισκόμαστε μπροστά στη σιδερόφρακτη είσοδο του Σπηλαίου «ΟΡΦΕΑΣ». Γι’ αυτό το άγνωστό μας σπήλαιο η αρχαιολόγος ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΚΟΝΤΑΞΗ είχε την ευγένεια να μας παραχωρήσει το παρακάτω κείμενο:
«Το σπήλαιο «Ορφέας» βρίσκεται στην περιοχή «Πετρωτό» του Δήμου Αλιστράτης Σερρών, 800 μέτρα περίπου νοτιοδυτικά από το τουριστικό σπήλαιο της Αλιστράτης, κοντά στο πανέμορφο φαράγγι του ποταμού Αγγίτη.
Από γεωλογικής πλευράς το σπήλαιο είναι διανοιγμένο στη μεταμορφωμένη μάζα της Ροδόπης, που εμφανίζεται στην περιοχή με τη μορφή κρυσταλλικών μεσοζωικών ασβεστολίθων (μάρμαρα). Εξαιτίας του τεκτονισμού, μέσα σε αυτόν τον σχηματισμό αναπτύχθηκε ένα μεγάλο καρστικό σύστημα, τμήμα του οποίου αποτελούν το τουριστικό σπήλαιο της Αλιστράτης και το σπήλαιο του «Ορφέα».
Το σπήλαιο εντοπίστηκε πριν μερικά χρόνια από μέλη της ΕΣΕ, ύστερα από υπόδειξη κατοίκου της περιοχής. Χρειάστηκε να αφαιρεθούν πολλές πέτρες προκειμένου να γίνει δυνατή η είσοδος σε αυτό, εξαιτίας της καθίζησης που είχε υποστεί, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό μιας μικρής δολίνης κατακρήμνισης, στο βάθος της οποίας βρίσκεται η σημερινή είσοδος του σπηλαίου, επικλινής και στενή, φραγμένη μερικώς από καταπτώσεις. Σήμερα, με πρωτοβουλία της Δημοτικής Επιχείρησης Σπηλαίου Αλιστράτης, έχει τοποθετηθεί σιδερένιο κιγκλίδωμα ώστε να προφυλάσσεται το σπήλαιο από τυχόν επεμβάσεις σε αυτό.
Οι πρώτες αυτοψίες από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας- Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 2000 και το 2002: Ύστερα από ένα πολύ στενό πέρασμα, όπου πρέπει κανείς να συρθεί πάνω σε καταπτώσεις λίθων, βρισκόμαστε σε μια πολύ μεγάλη αίθουσα, επιβλητική σε μέγεθος αλλά και σε ομορφιά. Πρόκειται για ένα επίμηκες, οριζόντιο σπήλαιο συνολικού μήκους 300 μέτρων περίπου. Το πλάτος του κυμαίνεται από 20 ως 30 μέτρα και το ύψος της οροφής από 3 ως 5 μέτρα. Ο λιθωματικός διάκοσμος είναι πολύ πλούσιος: σταλακτίτες και σταλαγμίτες σε ποικίλες μορφές και μεγέθη, επιβλητικοί δίσκοι, παραπετασματοειδείς σχηματισμοί και κρυσταλλικές μορφές συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό.
Πέρα όμως από την ομορφιά του το σπήλαιο μας επιφυλάσσει και μια άλλη έκπληξη: στην πλούσια επίχωσή του και σε πολλά σημεία, κυρίως κοντά στις παρειές, όπου ο διάκοσμος και τα ιζήματα έχουν σχηματίσει μικρότερες επιμέρους αίθουσες, εντοπίστηκαν τμήματα αγγείων, μερικά αρκετά μεγάλα, που ανήκουν κυρίως σε πιθάρια, και πιστοποιούν την παρουσία των ανθρώπων μέσα στο σπήλαιο σε πολύ παλαιότερες εποχές.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την ύπαρξη πολλών ιχνών από λαθρανασκαφή μέσα στο σπήλαιο επέβαλε τη διενέργεια δοκιμαστικής ανασκαφικής έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2003 και έδωσε σημαντικότατα στοιχεία για τη χρήση του σπηλαίου στο παρελθόν από τον άνθρωπο. Στα ευρήματα περιλαμβάνονται πολλά αγγεία καθημερινής χρήσης, αλλά και αρκετά δείγματα λεπτής κεραμικής με στίλβωση ή εγχάρακτη διακόσμηση, οστά οικόσιτων κυρίως ζώων, εργαλεία από οστό και από λίθο. Επίσης, ήρθαν στο φως δυο τμήματα ανθρώπινων κρανίων, το ένα μικρού παιδιού ηλικίας 3-4 ετών και το άλλο ενηλίκου ατόμου, χωρίς προς το παρόν ενδείξεις για άσκηση κάποιας ταφικής πρακτικής. Ένα εξίσου σημαντικό εύρημα της ανασκαφής σε μια μικρή, κάπως απομονωμένη, αίθουσα διανοιγμένη στη νότια παρειά του σπηλαίου, αποτελεί το δάπεδο χρήσης με έντονα υπολείμματα φωτιάς, πάνω στο οποίο αποκαλύφθηκαν δώδεκα συνολικά οπές πασσάλων. Η χρήση αυτών των οπών δεν έχει διευκρινιστεί εντελώς. Στους υπαίθριους οικισμούς θεωρείται ότι αποτελούν στηρίγματα στέγης πρόχειρων κατασκευών. Μέσα στα σπήλαια ερμηνεύονται κυρίως ως υποστυλώματα για στερέωση δερμάτων ζώων, τα οποία προστατεύουν τους ανθρώπους από την υγρασία του σπηλαίου ή από πιθανή σταγονορροή της οροφής του.
Ανεξάρτητα πάντως από τις όποιες ερμηνείες, από τα ανασκαφικά δεδομένα προκύπτει σαφής χρήση του σπηλαίου από τον άνθρωπο, η οποία τοποθετείται χρονικά στο τέλος της Νεολιθικής και στη αρχή της Εποχής του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ.) Φαίνεται ότι μερικές ομάδες ανθρώπων χρησιμοποίησαν περιστασιακά για κάποιο χρονικό διάστημα το σπήλαιο, είτε ως καταφύγιο ή προσωρινή εγκατάσταση, δεδομένου ότι εξασφάλιζε προστασία από τις καιρικές συνθήκες και βρισκόταν κοντά σε υδάτινους πόρους (ποταμός Αγγίτης), είτε και ως αποθηκευτικό χώρο, όπως φαίνεται από το πλήθος των αγγείων, πολλά από τα οποία είναι αποθηκευτικά. Πάντως, η ενασχόληση των ανθρώπων που διαβίωναν στη σπηλιά με οικιακές δραστηριότητες πιστοποιείται από τα υπολείμματα φωτιάς, τα κατάλοιπα της διατροφής και τα λίθινα και οστέινα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την κατεργασία των δερμάτων.
Η ανασκαφή βρίσκεται ακόμα στο αρχικό της στάδιο και η συνέχισή της αναμένεται να δώσει περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες για την εποχή και να αποκαλύψει και άλλα μυστικά που επί τόσους αιώνες φυλάσσονταν καλά κρυμμένα στο «σπήλαιο του Ορφέα».
Χρυσάνθη Κονταξή
Αρχαιολόγος
Συνεχίζουμε την πορεία μας στο χιόνι. Σ’ ένα 5λεπτο βρισκόμαστε στο χείλος του φαραγγιού. Ίλιγγος και δέος! Ο Αγγίτης κυλάει βουερός στο βάθος των απροσπέλαστων ορθοπλαγιών, τουλάχιστον 100 μέτρα χαμηλότερα. Την περίοδο αυτή, με τον ήλιο σε μικρό ύψος από τον ορίζοντα, η κοίτη είναι μισοσκότεινη. Τους επόμενους όμως μήνες είναι βέβαιο, πως θα εισχωρεί άπλετο φως.
Από το σημείο που βρισκόμαστε το Σπήλαιο του Αγ. Γεωργίου είναι αθέατο στα απόκρημνα πρανή και δεν είναι φρόνιμο με το χιόνι να επιχειρήσουμε να το προσεγγίσουμε. Το στόμιο όμως του Σπηλαίου «Χάνια» είναι απένταντί μας.
Βαδίζοντας με ΒΑ κατεύθυνση στο χείλος του… χάους, φτάνουμε σε μερικά λεπτά μπροστά στην πελώρια είσοδο του σπηλαίου. Οι χαμηλές θερμοκρασίες στη σκιά έχουν σχηματίσει εντυπωσιακούς παγοκρυστάλλους, που ακόμη διατηρούνται. Σε μια μεγάλη πέτρα της εισόδου διακρίνονται καθαρά μερικές βραχογραφίες.
Σ’ αυτή την πρώτη επίσκεψη δεν έχουμε προβλέψει κάποιον φωτισμό. Έτσι το σπήλαιο κρατάει καλά κρυμμένα τα μυστικά του. Ίσως για να μας παρακινήσει να ξανάρθουμε, όταν θ’ ασχοληθούμε με τον Αγγίτη.
Ξαναρχίζουμε να βαδίζουμε στη γραμμή για το Σπήλαιο Αλιστράτης. Σκέφτομαι, πως κάποια επόμενη φορά, θα κάνω αυτή τη διαδρομή πάνω σε ωραίο μονοπάτι.
Τη στιγμή που φτάνουμε έξω από το σπήλαιο, ακούγεται ένας θόρυβος βαρύς. Είναι το τραίνο που πλησιάζει από τη Δράμα. Μόλις φτάνει κοντά μας η Άννα σηκώνει τη φωτογραφική της μηχανή. Ο μηχανοδηγός μας χαιρετάει με τη σειρήνα του.