Ανάμεσα στην Αίγινα και στο “Ελληνικό Πανόραμα” έχει αναπτυχθεί μια σχέση ιδιόμορφη. Σε διάστημα 7 χρόνων, από το 2001 ως το 2008, το περιοδικό μας της έχει αφιερώσει τρία πολυσέλιδα άρθρα. Ωστόσο, – και εδώ έγκειται το παράδοξο του πράγματος, – παρά τα τρία άρθρα, η Αίγινα εξακολουθεί να παραμένει για μας “terra incognita”, άγνωστη γη. Γιατί , απλούστατα, τα άρθρα για την Αίγινα έχουν όλα δημιουργηθεί από συνεργάτες κι όχι από μας.
Να όμως που έφτασε η πρόσκληση του φίλου μας του Ζαρόκωστα, να γνωρίσουμε την Αίγινα μαζί του. Θα ήταν αδιανόητο να μην ανταποκριθούμε. Δεν το μετανιώσαμε oύτε στιγμή.
Ανάμεσα στην Αίγινα και στο “Ελληνικό Πανόραμα” έχει αναπτυχθεί μια σχέση ιδιόμορφη. Σε διάστημα 7 χρόνων, από το 2001 ως το 2008, το περιοδικό μας της έχει αφιερώσει τρία πολυσέλιδα άρθρα. Ωστόσο, – και εδώ έγκειται το παράδοξο του πράγματος, – παρά τα τρία άρθρα, η Αίγινα εξακολουθεί να παραμένει για μας “terra incognita”, άγνωστη γη. Γιατί , απλούστατα, τα άρθρα για την Αίγινα έχουν όλα δημιουργηθεί από συνεργάτες κι όχι από μας.
Να όμως που έφτασε η πρόσκληση του φίλου μας του Ζαρόκωστα, να γνωρίσουμε την Αίγινα μαζί του. Θα ήταν αδιανόητο να μην ανταποκριθούμε. Δεν το μετανιώσαμε oύτε στιγμή.
Ταχύρρυθμα σεμινάρια για την Αίγινα
Απ΄το καράβι ακόμη αναρωτιόμουνα τι θα προλαβαίναμε να δούμε – και κυρίως να νιώσουμε – σ’ ένα μόλις τριήμερο στην Αίγινα. Που με τα 82.63 τετ. χιλιόμετρα της επιφάνειάς της δεν είναι δα και κανένα μικρό νησί. Λογάριαζα βέβαια, “χωρίς τον ξενοδόχο” ή μάλλον τον … ξεναγό. Τον χαλκέντερο Ζαρόκωστα, δηλαδή, που από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο στο νησί, έβαλε σ΄εφαρμογή ένα πλάνο ταχύρρυθμης γνωριμίας μας με τα πιο εμβληματικά σημεία της Αιγινήτικης γης.
Στο σπίτι του Νίκου Καζαντζάκη
Τα βήματά μας μάς οδηγούν έξω από την πόλη της Αίγινας στα “Λιβάδια”, ένα ακρωτηράκι στο ΒΔ άκρο του νησιού. Η βράχινη ακτή του είναι “φυτεμένη” από τη φύση με πωρόλιθους κοφτερούς. Αλίμονο στο πλεούμενο που θα πέσει πάνω τους. Λίγο πιο πάνω το τοπίο ημερεύει μ΄ένα σπιτάκι, μοναχικό με γραμμές λιτές, ασκητικές. Το μπόι του είναι χαμηλό, σαν να μην θέλει να δίνει μεγάλη αντίσταση στις βίαιες ανάσες του σορόκου και του μαΐστρου.
Μια σκουρόχρωμη ηφαιστειακή πλάκα είναι εντοιχισμένη στον περίβολο του σπιτιού. Πάνω της έχει χαράξει ο Δήμος Αίγινας, το 1983, την φράση : “Εδώ έχει ζήσει ο Νίκος Καζαντζάκης“. Έτσι απλά. Για να μαθαίνει κάθε ανυποψίαστος περαστικός, ποιο ήταν το φιλόξενο καταφύγιο που στέγασε μερικά από τα παραγωγικότερα, τα πιο εμπνευσμένα χρόνια της ζωής του μεγάλου Κρητικού.
Γοητευμένος από νωρίς με την Αίγινα ο Καζαντζάκης, εγκαθίσταται αρχικά εκεί τον Μάιο του 1927. Το 1935 αγοράζει σ΄αυτή την πετρόσπαρτη ακρογιαλιά το κομμάτι γης όπου, ένα χρόνο μετά, χτίζει το “Κουκούλι” του. Εκεί ολοκληρώνει την όγδοη και τελική μορφή της “Οδύσσειας“, αλλά και το δημοφιλέστερο – παγκοσμίως – έργο του : “Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά“.
Δεν μπορώ ν’ αποφύγω τη συγκίνησή καθώς βρίσκομαι δίπλα στο σπίτι του Καζαντζάκη, ακολουθώ τα βήματά του στα βράχια της ακτής, αγναντεύω τη θάλασσα που και κείνος ατένιζε. Κι ακόμα, είναι αδύνατον να μη φέρω στη μνήμη τα εφηβικά μου χρόνια, όταν πρωτογνώρισα τον κατοπινό μου ήρωα, τον Αλέξη Ζορμπά.
Στο εργαστήρι – μουσείο του Χρήστου Καπράλου
Μετά τον γίγαντα του πνεύματος σειρά έχει ένας σπουδαίος άνθρωπος της τέχνης, ο γλύπτης Χρήστος Καπράλος. Συναντάμε το Εργαστήρι – Μουσείο του λίγο νοτιότερα από την οικία του Καζαντζάκη, στην τοποθεσία “Πλακάκια“, ακριβώς πάνω από την βορειοδυτική ακτογραμμή. Εδώ, στα τρία στρέμματα του υπαίθριου χώρου και στις έξι αίθουσες των εργαστηρίων και της έκθεσης θαυμάζουμε την ρωμαλέα γλυπτική του Καπράλου σε πωρόλιθο, μάρμαρο και γιγάντια, ερυθρωπά κομμάτια ξύλου ευκαλύπτου.
Το πιο επικό έργο του Καπράλου – το πρωτότυπο του οποίου βρίσκεται στο περιστύλιο της Βουλής των Ελλήνων – είναι η περίφημη “Ζωφόρος” του. Είναι μια ανάγλυφη δημιουργία, ασύλληπτης έμπνευσης και εκφραστικής αποτύπωσης, με μνημειακές διαστάσεις 39.10 Χ 1.10 μέτρων και με επτά θεματικές ενότητες, που συνιστούν “εμβατήριο και μαζί ραψωδία της ιστορίας του νεότερου Ελληνισμού“. Είναι κατά σειράν οι ενότητες : “Ειρηνική ζωή“, “Αρχίζει ο πόλεμος“, “Ο πόλεμος” “Επιστροφή από τον πόλεμο“, “Κατοχή“, “Αντίσταση” και , τέλος, “Η λατέρνα“.
Σύμφωνα με τον Δρ. Ιστορικό της Τέχνης Δημήτρη Παυλόπουλο, “Η καλλιτεχνική δημιουργία του Χρήστου Καπράλου είναι επικεντρωμένη στην ανθρώπινη μορφή, η οποία αποτελεί την Λυδία λίθο για την κατανόηση του έργου του“. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης έλεγε για το σύνολο του έργου του: “Ξεκινώ από μια μεγάλη αγάπη για τον άνθρωπο κι αυτή θέλω να εκφράσω“.
Πολλά θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν για την πλειάδα των φημισμένων προσωπικοτήτων της διανόησης και της τέχνης που κατά καιρούς και με ποικίλους τρόπους άφησαν τα ίχνη της παρουσίας τους στο νησί του Σαρωνικού. Ανάμεσα στους γνωστότερους είναι ο Σπύρος Παπαλουκάς, ο Φώτης Κόντογλου και ο Σπύρος Βασιλείου, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Γιάννης Μόραλης και ο Δημήτρης Πικιώνης και ακόμη ο Γιώργος Σεφέρης, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Κώστας Βάρναλης, η Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ…, το οδοιπορικό στο πνεύμα και στην τέχνη της Αίγινας δεν έχει τελειωμό.
Στον ναό του Απόλλωνα και στην διάσημη Κολώνα
Ο παραθαλάσσιος δρόμος μάς βγάζει μετά από μερικά ευχάριστα πεζοπορικά λεπτά, στο δυτικότερο άκρο της Αίγινας, στους Αγίους Αποστόλους.
Εδώ βρίσκεται το “Φανάρι του Μπουζά“, ο φάρος που κατά τον Γιάννη Σκουλά (1) είναι χτισμένος το 1881, με ύψος πύργου 6 μέτρα και εστιακό ύψος 11 μέτρα. Αμέσως μετά φτάνουμε στην επίπεδη, ολότελα βραχώδη ακτή, όπου σώζονται μέχρι σήμερα, με άριστη ορθογώνια λάξευση, ταφές που χρονολογούνται από τον 8ο αι. π.Χ.
Ένα περίπου χιλιόμετρο πιο κάτω εξελίσσεται ο οικοδομικός ιστός της Αίγινας. Ένας εκτεταμένος λόφος δεσπόζει σε στρατηγική θέση πάνω απ΄την ακτή. Εδώ ήταν η ακρόπολη της Αίγινας στα ιστορικά χρόνια. Οι ανασκαφές Γερμανών αρχαιολόγων έφεραν στο φως 11 αλλεπάλληλους οικισμούς, πόλεις από την Νεολιθική Περίοδο μέχρι την Μυκηναϊκή. Πάνω στα λείψανα των Προϊστορικών χρόνων βρίσκονται τα ερείπια του Ναού του Απόλλωνος.(2)
Ένας κίονας επιβλητικών διαστάσεων είναι ο μοναδικός που σώζεται όρθιος στον ναό. Απ΄αυτόν πήρε ολόκληρος ο λόφος την ονομασία “Κολώνα”. Από τα αρχιτεκτονικά μέλη και από τα αετωματικά γλυπτά του ο ναός χρονολογείται στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. Ήταν ένας δωρικός “περίπτερος” (3) ναός, με 6 Χ 11 κίονες και διαστάσεις 34.60 Χ 19.13 μέτρα.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αίγινας βρίσκεται στους ομαλούς πρόποδες του λόφου της Κολώνας. Είναι το πρώτο μουσείο της μετεπαναστατικής Ελλάδας, που ιδρύθηκε το 1828 από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια στην τότε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, Αίγινα. Τα εκθέματα στις τρεις αίθουσές του προέρχονται κυρίως από τον αρχαιολογικό χώρο της Κολώνας.
Στην πλειονότητά τους είναι αγγεία και άλλα πήλινα αντικείμενα από την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο (3500 π.Χ.) μέχρι και τα Ύστερα Ρωμαϊκά Χρόνια. Έτσι μπορούμε να παρακολουθήσουμε την συνεχή ιστορική πορεία του νησιού σ’ όλη τη διάρκεια της Αρχαιότητας.
Παλιαχώρα, ο “Μυστράς του Σαρωνικού”
Εγκαταλείπουμε τις παραθαλάσσιες περιηγήσεις και κατευθυνόμαστε στα ηπειρωτικά του νησιού. Πάμε να γνωρίσουμε την Μεσαιωνική ακρόπολη της Αίγινας, την θρυλική Παλιαχώρα. 15 χρόνια πριν η αρχαιολόγος Άννα Μαράντη έγραφε στο άρθρο της για την Παλιαχώρα (4): “Τυλιγμένη σε μια αινιγματική, απόκοσμη ομορφιά, η ερειπωμένη Παλιαχώρα καταδεικνύει μιαν άλλη Αίγινα, με φυσιογνωμία διαφορετική αλλά εξίσου γοητευτική, όμοια με την γαλήνια κατάνυξη, που αγκαλιάζει όποιον διαβεί για πρώτη φορά το κατώφλι των μισογκρεμισμένων εκκλησιών της”.
Μια λεπτή, αδιόρατη ψιχάλα, νοτίζει τα τζάμια του λεωφορείου, καθώς παίρνουμε τις ανηφοριές για την Παλιαχώρα. Στα τέλη του Μάρτη είναι μια ανοιξιάτικη βροχούλα ήπια, σιγανή, νανουριστική. Που, όχι μόνον δεν επηρεάζει αρνητικά τη διάθεσή μας αλλά, αντίθετα, χαρίζει στην Παλιαχώρα μια αύρα μυστηριακή, ιδιαίτερα ρομαντική.
Παίρνουμε ένα παλιοκαιρίσιο, χοντροφτιαγμένο καλντερίμι, ανηφορίζουμε χωρίς βιάση την πλαγιά του λόφου που, βήμα – βήμα, μας αποκαλύπτει τις συναρπαστικές λεπτομέρειες της μεσαιωνικής πολιτείας. Να πρώτος ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Καθολικού. Έξοχα αποκατεστημένο το μνημείο φέρει στο υπέρθυρο εντοιχισμένη λατινική επιγραφή με χρονολογία 1533. Εξαίρετη είναι η αποκατάσταση και του εσωτερικού του μονόχωρου ναού (5), με τις σωζόμενες τοιχογραφίες του 17ου αιώνα.
Σκαλοπάτια, τοίχοι φρουριακοί με λαξευτό πωρόλιθο, μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη διάσπαρτα στο χώρο, ναός Αγίου Διονυσίου (6) με θέα μοναδική.
Στο λίθινο υπέρθυρο μας γνέφει μια ανάγλυφη λαϊκότροπη παράσταση δικέφαλου αετού. Μια ιδιαιτερότητα στο εσωτερικό του ναού είναι το πηγάδι, με βάθος τουλάχιστον 8 μέτρων και αρκετό νερό. Το κυκλικό στόμιο από πωρόλιθο φέρει τις βαθειές αυλακιές από την πολύχρονη χρήση της αλυσίδας κατά την ανέλκυση του κουβά.
Να και το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Το υπέρθυρο φέρει ανάγλυφους ρόδακες και πουλιά. Με ανηφορικό κακοτράχαλο μονοπάτι κυκλώνουμε την ΒΔ πλευρά του λόφου με κατεύθυνση προς την κορυφή. Την υδροδότηση της ακρόπολης εξασφάλιζαν δυο φυσικές πηγές και 4 κινστέρνες, ενώ στην οχύρωση του κάστρου ενσωματώνονταν οικοδομήματα εκκλησιαστικά και αστικά. Η θέα από το υψόμετρο των 310 μέτρων είναι μοναδική σ΄όλο τον περιμετρικό ορίζοντα. Η πόλη ήταν χτισμένη με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι αόρατη από την θάλασσα, προστατευμένη από τα μάτια των πειρατών.
Απέναντί μας στα ανατολικά αγναντεύουμε το περίγραμμα του περίφημου ναού της Αφαίας, ενώ χαμηλά, κάτω από τον λόφο, χάσκει μια βαθειά ρηγμάτωση του εδάφους. Είναι μια υπενθύμιση, ότι βρισκόμαστε πάνω στον άξονα του διάσημου ηφαιστειακού Τόξου των Μεθάνων.
Παίρνουμε να κατηφορίζουμε σε κακοτράχαλο λιθόστρωτο μονοπάτι. Συναντάμε διαδοχικά τα εκκλησάκια του Αγίου Ελευθερίου, του Αγίου Μηνά και της Αγίας Μαρίνας. Πολύ γρήγορα φτάνουμε στο καθολικό της πάλαι ποτέ Μονής της Αγίας Κυριακής, που ήταν σε λειτουργία μέχρι το 1830. Στον αρχικό πυρήνα της Αγίας Κυριακής προστέθηκε μεταγενέστερα και η Ζωοδόχος Πηγή, για να καλύψει τις λειτουργικές ανάγκες των Ελλήνων ρωμαιοκαθολικών στα χρόνια της Ενετοκρατίας.
Αποκατεστημένο από το Ίδρυμα Νιάρχου, με εξαιρετικό τρόπο, το μνημείο μάς εντυπωσιάζει τόσο για την αρχιτεκτονική όσο και για τον τοιχογραφικό διάκοσμο των εσωτερικών χώρων.(7) Οι αγιογραφίες έχουν εκτελεσθεί στο σύνολό τους με την τεχνική της “νωπογραφίας”. (8)
Στη συνέχεια, πανέμορφοι ναοί, σε διαφορετικό βαθμό διατήρησης, διαδέχονται ο ένας τον άλλον : ο Αη Γιάννης ο Θεολόγος, ο Άγιος Νικόλαος με δυτικότροπες τοιχογραφίες , οι Άγιοι Ανάργυροι. Σε επίπεδο μονοπάτι συναντάμε τον μεγάλο ναό του Αγίου Δημητρίου και , τον μικρότερο ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου, με την μοναδική απεικόνιση του Χριστού – σε μια αντιστροφή ρόλων – να κρατάει ως βρέφος την Παναγία.
Η περιδιάβασή μας στο μεσαιωνικό παρελθόν της Αίγινας πλησιάζει προς το τέλος της. Περνάμε δίπλα από τον ναό της Μεταμόρφωσης, με πολύ λίγες φθαρμένες τοιχογραφίες. Μετά από ένα διάστημα χάριτος ξαναρχίζει η βροχή. Αρκούμαστε, λοιπόν, σε μια βιαστική ματιά στις πεντέξι ακόμη εκκλησούλες που έχουν απομείνει ως τις 35 συνολικά της Παλιαχώρας. Φτάνοντας στο λεωφορείο μας είμαστε βέβαιοι, πως σε καμιά περιοχή της Ελλάδας – ηπειρωτική ή νησιωτική – δεν έχουμε συναντήσει παρόμοια συγκέντρωση τόσο πολλών αλλά και τόσο αξιόλογων παλιών εκκλησιών.
Στον περίφημο ναό της Αφαίας
Τον Μάρτιο του 2001 είχαμε μείνει έκπληκτοι τόσο από το φωτογραφικό υλικό όσο και από το κείμενο της αρχαιολόγου Άννας Μαράντη για τον ναό της Αφαίας. Έγραφε, λοιπόν, τότε η συνεργάτις μας (9): ” Το ιερό έχει χτιστεί στην κορυφή ενός ψηλού λόφου σκεπασμένου με πεύκα. Από εδώ η θέα είναι εκπληκτική και δεν είναι ψευδαίσθηση η κατανυκτική ατμόσφαιρα που σε τυλίγει”.
Πότε όμως και για ποιο λόγο δημιουργήθηκε στο νησί της Αίγινας το συγκεκριμένο ιερό; Ας παρακολουθήσουμε για λίγο την εξιστόρηση της Άννας Μαράντη: ” Οι μύθοι μάς διασώζουν τις πρώτες πληροφορίες για τη θεά Αφαία, την οποία ταυτίζουν με την κρητική Βριτόμαρτι, κόρη του Δία και της Κάρμης. Η Βριτόμαρτις ήταν η αγαπημένη φίλη της Αρτέμιδας, την οποία ακολουθούσε συχνά στις κυνηγετικές της εξορμήσεις. Αυτή την κόρη όμως ερωτεύτηκε ο Μίνωας, ο βασιλιάς της Κρήτης και θέλησε να την κάνει σύντροφό του. Προσπαθώντας να αποφύγει τον Μίνωα η Βριτόμαρτις έπεσε στη θάλασσα, σε δίχτυα ψαράδων, που την μετέφεραν στην Αίγινα. Εκεί κατέφυγε σε μια σπηλιά, στην κορυφή ενός λόφου και έγινε αφανής, “Αφαία“. Στο σημείο εκείνο αναπτύχθηκε η λατρεία της θεάς Αφαίας, που χρονολογείται από τις αρχές της 2ης χιλιετίας. Μια μικρή σπηλιά κοντά στην ΒΑ γωνιά του αρχαϊκού περιβόλου έδωσε σημαντικά ευρήματα των μυκηναϊκών χρόνων, όπως αγγεία, πήλινα ειδώλια της θεάς και σφραγίδες που πιστοποιούν την ύπαρξη της λατρείας της κατά τους προϊστορικούς χρόνους”.
15 χρόνια μετά την δημοσίευση του άρθρου έχουμε την ευτυχία να θαυμάζουμε κι εμείς, με τα δικά μας μάτια, την συνολική μεγαλειώδη εικόνα αλλά και τις συναρπαστικές λεπτομέρειες του μοναδικού αυτού ιερού. Η αρχαιότερη οικοδόμησή του χρονολογείται στο τέλος του 7ου και στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Από εκείνο τον αρχικό ναό σώζονται μόνον ίχνη από την λίθινη θεμελίωσή του.
Γύρω στα 575 π.Χ. κτίστηκε ο δεύτερος, μεγαλύτερος πώρινος ναός. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα ο ναός καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά γύρω στο 510 π.Χ. Λίγο αργότερα, περί το 500 π.Χ., το ιερό απέκτησε την σημερινή του μορφή. Είναι ένας δωρικός, περίπτερος ναός, με 6 Χ 12 κίονες, κατασκευασμένος από ντόπιο ασβεστόλιθο, τον γνωστό “Αιγινήτη”.
Περιδιάβαση στην πόλη
Η πόλη της Αίγινας είναι χτισμένη στην ΒΔ ακτή του νησιού με ελαφρά αμφιθεατρικότητα προς την θάλασσα. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η περιδιάβαση στην πόλη γιατί περιλαμβάνει διαδοχικά σημεία συνδεδεμένα με χαρακτηριστικά γεγονότα και σημαντικές προσωπικότητες από την νεώτερη ιστορία της Ελλάδας. Θα χρειαζόταν ένα πολυσέλιδο άρθρο για να παρουσιάσουμε με κείμενα και φωτογραφικό υλικό – σύγχρονο και αρχειακό – σοκάκια, παλιά καταστήματα και γραφικές γωνιές, καθώς και την πληθώρα των ιστορικών κτιρίων της Αίγινας και ανάμεσά τους: τον ναό του Αγίου Νικολάου του Θαλασσινού, όπου κάποτε γινόταν η δοξολογία για το κατευόδιο των σφουγγαράδων, τον εντυπωσιακό Ενετικό Πύργο του Μαρκέλλου, του τέλους του 17ου αιώνα, τον Μητροπολιτικό Ναό της Αίγινας του 1806, το Εϋνάρδειο Διδασκαλείο, που μέχρι το 1982 στέγασε το Αρχαιολογικό Μουσείο, το Κυβερνείο που στέγασε την πρώτη κυβέρνηση Ιωάννη Καποδίστρια, το περίφημο Καποδιστριακό Ορφανοτροφείο και τόσα άλλα ακόμη…
Στην “Όμορφη εκκλησία”, “Μορφοκκλησιά”
Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων ή Όμορφη Εκκλησιά βρίσκεται στα δυτικά περίχωρα της πόλης, στην περιοχή του “Σκέτου“.
Οι εξωτερικές διαστάσεις του ναού είναι 6,33 Χ 4,00 μέτρα. Σύμφωνα με τον Αρχαιολόγο Χαράλαμπο Πέννα (“Η Βυζαντινή Αίγινα, ΤΑΠΑ, Αθήνα 2004), είναι ένας μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός, κτισμένος ισοδομικά με μεγάλους τετράγωνους πελεκητούς πωρόλιθους. Ο ναός κτίστηκε λίγο πριν από την φραγκοκρατία, στα τέλη του 12ου αιώνα μ.Χ. Η χαραγμένη σε πωρόλιθο επιγραφή στη δυτική πρόσοψη αναφέρεται σε ανακαίνιση του ναού το 1289.
Χαρακτηριστική είναι η υψηλή κρηπίδα που περιβάλλει τον ναό καθώς και το δίλοβο παραθυράκι στην αψίδα του ιερού. Το εσωτερικό είναι σε κάθε σημείο κοσμημένο με τοιχογραφίες του 13ου αιώνα.
Σύμφωνα με τον Χ. Πέννα, η ζωγραφική της Όμορφης Εκκλησιάς διακρίνεται για την συντηρητικότητα της απόδοσης και την δραματικότητα των σκηνών, την έντονη γραμμικότητα στις πτυχώσεις και την εκφραστικότητα σε επί μέρους μορφές που φθάνει στην υπερβολή. Η τεχνοτροπία εντάσσεται στο συντηρητικό πνεύμα, που μοιάζει να δεσπόζει στις περισσότερες τοιχογραφίες της εποχής αυτής στην φραγκοκρατούμενη Ελλάδα.
Στον πανάρχαιο ελαιώνα
Ο Κώστας Ζαρόκωστας είχε αναφερθεί στον “Αρχαίο Ελαιώνα” της Αίγινας το 2008. (10) Σ΄ένα σημείο της περιγραφής του έκανε λόγο “για ελιές που πολλές απ’ αυτές ξεπερνούν τα 2000 χρόνια”. Τότε είχαμε θεωρήσει την εκτίμησή του υπερβολική. Ωστόσο, οχτώ χρόνια μετά, έμελλε να διαπιστώσουμε – ιδίοις όμμασιν – την αξιοπιστία των λεγομένων του.
Βγαίνουμε από την πόλη της Αίγινας προς τα Ν και ακολουθούμε τον παραθαλάσσιο δρόμο, σε επαφή με την ακτογραμμή. 5 σχεδόν χιλιόμετρα μετά φτάνουμε στον οικισμό του Μαραθώνα που, σύμφωνα με την Γ.Π. Κουλικούρδη (11), “εκεί επί Καποδίστρια φυτεύτηκε για πρώτη φορά η πατάτα”. Στην δεύτερη παραλία του Μαραθώνα αφήνουμε την άσφαλτο και ξεκινάμε έναν χωματόδρομο με τα πόδια. Πετρώδες το έδαφος, με ήπια κλίση και βαθειά νεροφαγώματα από τις βροχές.
Ακολουθούμε πορεία Α-ΝΑ παράλληλα με την ρεματιά και το υποτυπώδες μονοπάτι του “Κακοπέρατου“. Η βλάστηση είναι θαμνώδης, με σχοίνους και πουρνάρια. Ο τόπος μοσχοβολάει θυμάρι.
Ένα 20λεπτο μετά την αναχώρησή μας ο ήπιος ανήφορος τελειώνει, φτάνουμε σ’ ένα ομαλό οροπέδιο με μέσο υψόμετρο 110 μέτρων. Εδώ, στους δυτικούς πρόποδες του “Όρους” εκτείνεται, ο Αρχαίος Ελαιώνας. Δεν αργούμε να συναντήσουμε το πρώτο γιγάντιο ελιόδεντρο, με κορμό γέρικο, βαθιά ρυτιδωμένο και τυραγνισμένο απ΄τους αιώνες. Που στο πάνω τμήμα του καταλήγει σε ολοζώντανα φύλλα και κλαδιά. Κάποια στιγμή, καθώς πλησιάζουμε στο παμπάλαιο ξωκκλήσι της Αγίας Τριάδας, περνάμε δίπλα από τον “Μαθουσάλα” (12) του Αρχαίου Ελαιώνα. Είναι ένα ελιόδεντρο εντυπωσιακό, με πελώρια κουφάλα κα περίμετρο κορμού που ξεπερνάει τα 10 μέτρα! Πολύ ιδιαίτερη είναι, δίπλα στην Αγία Τριάδα, και η τεράστια, πετρόχτιστη δεξαμενή, μήκους 17 περίπου μέτρων.
Αγναντεύουμε για λίγο, ψηλά στα ΝΑ τον απότομο όγκο του Όρους, με το λευκό περίγραμμα του Προφήτη Ηλία στην κορυφή του. Ύστερα παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής με νοτιότερο προσανατολισμό. Είναι μια διαδρομή, που μετά από κακοτράχαλο μονοπάτι και πολύ κατηφορικό τσιμεντόδρομο, μας βγάζει στην παραθαλάσσια “Αιγινήτισσα”, έναν παραθεριστικό – κυρίως – οικισμό, που δημιουργήθηκε μετά το 1950. Επιβιβαζόμαστε στο λεωφορείο μας πολύ ικανοποιημένοι αφού, μετά από διαδρομή μιάμισης ώρας, είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε τον αρχαιότερο ίσως ελαιώνα της Ελλάδας.
Μονή Παναγίας Χρυσολεόντισσας
-Θα μπορούσαμε, βέβαια, να επισκεφθούμε την Χρυσολεόντισσα με τον εύκολο τρόπο, λέει ο Κώστας. Εμείς όμως θ’ αφήσουμε το λεωφορείο και θ’ ακολουθήσουμε το μονοπάτι στην ανοιξιάτικη Αιγινήτικη ενδοχώρα.
Φτάνουμε στους “Τζίκηδες“, ένα μικροχώρι σε υψόμετρο 225 μέτρων, με μερικά παλιά σπίτια και ελάχιστους πια κατοίκους. Παίρνουμε κατεύθυνση Α – ΒΑ σε ανηφορικούς τσιμεντόδρομους που οδηγούν σε παραθεριστικά μεγαλόσπιτα Αθηναίων, κυρίως. Που είχαν κάθε λόγο να επιλέξουν αυτές τις απότομες πλαγιές, αφού η θέα είναι μοναδική.
15′ μετά την αναχώρησή μας ο τσιμεντόδρομος τελειώνει σε υψόμετρο 280 μέτρων. Αρχίζει μονοπάτι κακοτράχαλο, στενό και πολύ ανηφορικό, στις δυτικές πλαγιές του όρους “Πλατυβούνι”. Ο τόπος είναι κατάφυτος από θαμνώδη βλάστηση με θυμάρι, αστιβιές και λαδανιές, λευκές λαδανιές, τούφες σχοίνων, θαμνώδη κυπαρίσσια και πουρνάρια.
Σε 40′ φτάνουμε σε υψόμετρο 355 μέτρων στους πρόποδες του απότομου λόφου με το ξωκκλήσι του Αγίου Αντρέα. Σε μικρή απόσταση αποκαλύπτεται το οροπέδιο της Χρυσολεόντισσας, ενώ στο βάθος του ΒΑ ορίζοντα, πέρα απ΄τα νερά του Σαρωνικού, στραφταλίζει στον ήλιο το αχανές οικιστικό σύνολο Αθήνας και Πειραιά.
Περνάμε δίπλα από το αλώνι της Μονής. Με εξαιρετική κυκλική τοιχοποιία και διάμετρο 19! μέτρων, είναι ένα από τα ωραιότερα και μεγαλύτερα αλώνια στην Ελλάδα. Σε 3′ φτάνουμε στο μοναστήρι, σε υψόμετρο 350 μέτρων. Μέχρι εδώ έχουμε χρειαστεί 45′, με πολύ χαλαρό ρυθμό.
Αθέατο από τη θάλασσα το μοναστήρι, πρωτοχτίστηκε το 1403, καταστράφηκε από πυρκαγιά, ξαναχτίστηκε στα 1600-1614, ξανακάηκε τον 18ο αιώνα και το 1808 ανοικοδομήθηκε εκ νέου, παίρνοντας τη σημερινή του μορφή. Μόνον ο 18 μέτρων επιβλητικός πύργος έχει απομείνει για να θυμίζει το μακρινό παρελθόν.
Μ’ ένα ξεκούραστο μονοπάτι στη σκιά αιωνόβιων πεύκων και κυπαρισσιών, φτάνουμε σε 10′ στο ευρύτατο οροπέδιο του Αγίου Λεόντιου. Είναι ένα βοσκοπότι με θαμνώδη βλάστηση, με αρχαίες λιθόκτιστες δεξαμενές, τις “σουβάλες“, με ερείπια υστερομυκηναϊκού αγροτικού οικισμού, ανεμόμυλου και καμινιού.Η ελαφριά κοιλότητα της επιφάνειας του υψιπέδου το καθιστά έναν φυσικό ομβροδέκτη, έναν “μπουρδέχτη” όπως – κατά παραφθορά – ονομάζεται απ΄τους ντόπιους. Στα Ν εξέχει η τριγωνική κορυφή του Όρους, ενώ στο απώτατο παρελθόν το κυκλικό αυτό οροπέδιο υπήρξε ο κρατήρας του ηφαιστείου του νησιού.
Χωρίς σηματοδοτημένο μονοπάτι, ανάμεσα από θάμνους και αγκάθια, διασχίζουμε το οροπέδιο με κατεύθυνση ΝΔ. Σ΄ένα 10λεπτο αγναντεύουμε χαμηλά τον παραθαλάσσιο οικισμό της “Πέρδικας“, το νησάκι της “Μονής” και, πιο πίσω ακόμη, τον σκουρόχρωμο όγκο της Χερσονήσου των Μεθάνων.
Μετά το επίπεδο έδαφος μάς υποδέχεται ένα κατηφορικό, πολύ κακοτράχαλο μονοπάτι με τμήματα χοντροφτιαγμένου καλντεριμιού. 30 λεπτά μετά τον Άγιο Λεόντιο περνάμε δίπλα από ένα γεωλογικό φαινόμενο, που φέρνει στο νου την νήσο Τήνο. Είναι ένα εντυπωσιακό “Ταφόνι“, ένας κοίλος ηφαιστειακός βράχος, σμιλεμένος από την φύση στη διάρκεια του γεωλογικού παρελθόντος του νησιού.
Ο όρος “tafoni” θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 1894 από τον A. Penck (13), εξαιτίας κάποιων γεωμορφών που εντόπισε σε περιοχή της Κορσικής με το όνομα αυτό.
Τα tafoni, λοιπόν, είναι μορφές κυψελοειδούς αποσάθρωσης, που εμφανίζονται κυρίως σε κρυσταλλικά πετρώματα με κόκκους μεσαίου έως μεγάλου μεγέθους. Μπορούν όμως να εμφανιστούν και σε εκρηξιγενή πετρώματα, ασβεστόλιθους, σχιστόλιθους και ψαμμίτες. Η γένεσή τους δεν συνδέεται μόνον με την δράση του ανέμου, αλλά και με την δράση του νερού, εξαιτίας της διείσδυσής του μέσα στους πόρους του πετρώματος. Στις παράκτιες περιοχές τα tafoni οφείλουν τον σχηματισμό τους κυρίως στην δράση του χλωριούχου νατρίου (NaCl), του αλατιού δηλαδή, που μεταφέρεται με τον άνεμο και τα θαλασσινά κύματα στις ρωγμές των πετρωμάτων με αποτέλεσμα την διάβρωσή τους.
Ένα δεκάλεπτο μετά το tafoni φτάνουμε στην άσφαλτο, στο κοιμητηριακό εκκλησάκι των Εισοδείων της Θεοτόκου, σε υψόμετρο 270 μέτρων. Από την αφετηρία της διαδρομής μας στους Τζίκηδες, έχουμε χρειασθεί συνολικό χρόνο μιάμισης ώρας (χωρίς να υπολογίζουμε τις διάφορες στάσεις στη διάρκεια της πορείας).
Στην κορυφή του “Όρους”
Μετά την τόσο συχνή οπτική επαφή με το “Όρος” έρχεται η στιγμή να κατευθύνουμε τα βήματά μας ως την υψηλότερη κορυφή του νησιού. Περνάμε αρχικά από την “Παχειά Ράχη“, την γνωστή στους ντόπιους “Παχιοράχη”. Η περιδιάβαση στα στενά δρομάκια μάς αποκαλύπτει έναν πανέμορφο οικισμό σε υψόμετρο 225 μέτρων, με εξαίρετη θέα παντού.
Σώζονται αρκετά παλιά σπίτια με τοιχοποιία από καφεκόκκινες ηφαιστειακές πέτρες εκπληκτικές.
Αρχική εκκλησία ήταν ο μικρός ναός των Ταξιαρχών, χτισμένος στα 1809. Εκεί, κατά την παράδοση, υψώθηκε η Σημαία της Επανάστασης στο νησί. Αργότερα προστέθηκε και η μεγαλύτερη εκκλησία του Αγίου Διονυσίου που θεμελιώθηκε το 1813 και αποπερατώθηκε στα 1864. Πριν από το 1950 το χωριό είχε 55 οικογένειες και σχολείο με 70 παιδιά. Σήμερα είναι ελάχιστοι οι μόνιμοι κάτοικοι και περισσότεροι οι εποχικοί. Είναι πολύ κρίμα ένα τέτοιο κόσμημα οικισμού να μην σφύζει από ζωή.
Από την Παχιοράχη συνεχίζουμε τον ασφαλτόδρομο προς τα ΝΔ. 1,5 περίπου χιλιόμετρο μετά συναντάμε την διακλάδωση προς το Όρος και τον Ναό του Ελλανίου Διός. Ξεκινάμε από υψόμετρο 230 μέτρων, αρχικά σε κακοτράχαλο χωματόδρομο, που γρήγορα στενεύει και γίνεται μονοπάτι. Τα βήματά μας συνοδεύουν τα κόκκινα σημάδια πάνω στις πέτρες, που είχε αποτυπώσει ο Κώστας οχτώ χρόνια πριν.
– Ήταν τόσο καλή η ποιότητα του χρώματος, που εξακολουθεί να αντέχει στις καιρικές συνθήκες μετά από τόσα χρόνια, λέει ο φίλος μας.
Ένα σχεδόν 10λεπτο μετά φτάνουμε στη θέση “Σφυρίχτρες“. Εδώ αρχίζουν οι αλλεπάλληλες εκπλήξεις. Το ταπεινό μας μονοπάτι μετεξελίσσεται σ΄έναν πολυτελή αρχαίο διάδρομο, ελαφρά ανηφορικό, με πλάτος 5 περίπου μέτρων κα στρωμένο με πλάκες μεγάλων διαστάσεων. Ο διάδρομος οδηγεί σ΄ένα επιβλητικό ελληνιστικό οικοδόμημα, που χρησιμοποιείτο ως ξενώνας για τους προσκυνητές του ιερού του Ελλανίου Διός, ο βωμός του οποίου ήταν χτισμένος στην κορυφή του Όρους.
Με δομικό υλικό από το ελληνικό οικοδόμημα χτίστηκε από τον 12ο προς τον 13ο αιώνα ο ναός των Ταξιαρχών. Ο περιβάλλων χώρος έχει ερείπια κελιών της πολύ μεταγενέστερης μονής του Αγίου Νικολάου. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται τοιχογραφίες, κυρίως στον τρούλο. Μια παράκαμψη λίγο πιο πάνω μάς οδηγεί σε μια εντυπωσιακή αρχαία δεξαμενή, χτισμένη με ισόδομους ορθογώνιους λίθους. Είναι η περίφημη “Δρακοσουβάλα“. (14)
Ξαναρχίζουμε το μονοπάτι, στενό πάντα και κακοτράχαλο, ανάμεσα σε πέτρες και αγκάθια. Στην αφιλόξενη πλαγιά του βουνού διακρίνονται ίχνη τοιχοποιίας και υπολείμματα Μυκηναϊκού οικισμού. Ένα μικρό πλάτωμα, σε υψόμετρο 340 μέτρων, παρεμβάλλεται ανακουφιστικά στην συνεχή ανηφόρα. Παίρνουμε μερικές ανάσες αγναντεύοντας την θέα. Το έδαφος κοσμούν πανέμορφες ορχιδέες αλλά και μερικά ολόφρεσκα μανιτάρια “αγαρικά”.
Πλησιάζουμε στην κορυφή, με ψυχρό αεράκι και συννεφιά. Το μονοπάτι μας περνάει δίπλα από τον κτιστό βωμό του Διός και αμέσως μετά καταλήγει στο ψηλότερο σημείο της Αίγινας, στην κορυφή του Όρους, στα 532 μέτρα. Ο συνολικός χρόνος που έχει απαιτηθεί από την αρχή της διαδρομής είναι, για υψομετρική διαφορά 300 μέτρων, με αρκετές στάσεις και πολύ αργό ρυθμό, 1: 30′.
Ασβεστοχρισμένο εκκλησάκι Προφήτη Ηλία, ευρύχωρο ταρατσάκι με δεξαμενή, καρέκλες από το εσωτερικό του ναΐσκου. Χαλαρώνουμε και απολαμβάνουμε σ΄όλα τα μήκη και πλάτη του ορίζοντα, μια θέα μοναδική. Επιστρέφουμε ακολουθώντας κυκλική πορεία, αρχικά με μονοπάτι Ν του Όρους και στη συνέχεια με Β κατεύθυνση σε χωματόδρομο. Έναν χωματόδρομο με οδόστρωμα ομαλό, που περνάει κάτω από το ξωκκλήσι της Υπαπαντής και σε μία ώρα μάς επαναφέρει στην άσφαλτο, στην αφετηρία της διαδρομής.
Πέρδικα – Σύντομος περίπλους της νήσου Μονής
Τελευταίος προορισμός της Αιγινήτικης περιήγησής μας είναι ο οικισμός της Πέρδικας στο νοτιοδυτικότερο άκρο του νησιού.
Για να φτάσουμε ως την Πέρδικα με το λεωφορείο, επιστρέφουμε στην πόλη της Αίγινας και μετά συνεχίζουμε νότια, κατά μήκος της δυτικής ακτογραμμής στον ευρύτατο Όρμο του Μαραθώνα.
Ο οικισμός της Πέρδικας είναι πυκνοδομημένος, με όλα τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης τουριστικής ανάπτυξης. Καταλαμβάνει όλη την έκταση της μακρόστενης γλώσσας στεριάς, απέναντι ακριβώς από το ερημονήσι της “Μονής”. Κατά την Γ.Π. Κουλικούρδη (ΑΙΓΙΝΑ Ι, 1990), η περιοχή φαίνεται ότι κατοικήθηκε ήδη από την μυκηναϊκή εποχή, αφού ανασκάφηκε μυκηναϊκό νεκροταφείο, ενώ στην παραλία βρέθηκαν πολλά όστρακα πορφύρας.
Στην νεώτερη εποχή οι κάτοικοι κατέβηκαν στην παραλία από το τέλος του 18ου αιώνα και ασχολήθηκαν με την αλιεία και την ναυτιλία. Το 1829 ο Βοblaye (15) ανέφερε, μεταξύ άλλων, για την Πέρδικα, ότι εκεί βρίσκει κανείς πολλά σπίτια καλοχτισμένα και μαγαζιά όπου οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών έρχονται να ανταλλάξουν τα προϊόντα τους. Ο μεγάλος πλούτος τους είναι οι μέλισσες, ενώ καλλιεργούν και λίγο κριθάρι.
Σήμερα, πάντως, αν κρίνει κανείς από τα αλιευτικά σκάφη στο λιμάνι, τις ταβέρνες, τα καφέ και τα καταλύματα, συμπεραίνει ότι ο πληθυσμός της Πέρδικας ασχολείται κυρίως με την αλιεία και τον τουρισμό.
Ένα ταχύπλοο σκάφος αναλαμβάνει να μας μεταφέρει στο αντικρινό νησάκι της Μονής (16), που το χωρίζει από την άκρη της Πέρδικας ένας δίαυλος πλάτους 500 μόλις μέτρων. Ξεκινάμε τον περίπλου από την βόρεια, πετρώδη ακτογραμμή. Είναι απότομη η πλευρά του νησιού, καλυμμένη από πυκνό δάσος χαλεπίου πεύκης. Ακριβώς από πάνω ορθώνεται, τελείως γυμνή και βραχώδης, η κορυφή της Μονής με υψόμετρο 179 μέτρων. (17)
Στο Δ άκρο του νησιού αποβιβαζόμαστε για λίγο στην προφυλαγμένη προβλήτα. Είναι μια πανέμορφη πλαζ με πολλά παγώνια, σχοίνους, πεύκα, αρμυρίκια και υπέροχα νερά, ιδανικός τόπος για ειδυλλιακές, διακοπές.
Συνεχίζουμε κατά μήκος της αφιλόξενης δυτικής ακτογραμμής που καταλήγει στον μικρό φάρο του ακρωτηρίου Κωστή. Ολοκληρώνουμε τον περίπλου αγναντεύοντας πάντα απόκρημνες και αλίμενες ακτές, τόσο στην νότια όσο και στην ανατολική πλευρά του νησιού.
Η τελευταία μας εμπειρία από την Πέρδικα είναι τα μεζεδάκια και τα ολόφρεσκα ψάρια σε ταβερνάκι της παραλίας. Που τα συνοδεύουμε με το εξαίσιο, αρωματικό τσιπουράκι “ΜΠΑΜΠΑΤΖΙΜ“, του καλού μας φίλου Ανέστη Μπαμπατζιμόπουλου, στη Θεσσαλονίκη.
Επίλογος
Έχω μπροστά μου απλωμένο τον εξαιρετικά λεπτομερή (κλίμακα 1:25 000) πεζοπορικό, φυσιολατρικό και πολιτιστικό χάρτη της Αίγινας, των εκδόσεων Αnavasi. Παρατηρώ τις ποικίλες λεπτομέρειες του χάρτη, τους ορεινούς και παραθαλάσσιους οικισμούς, τους αρχαιολογικούς χώρους, τα ξωκκλήσια και τις μονές, τις οδικές διαδρομές και τα μονοπάτια, τα οροπέδια και τις κορυφές. Σκέφτομαι, μέσα σε τρεις μέρες, πόσο πολλά ήταν αυτά που είδαμε μα και πόσα – πολύ περισσότερα – απομένουν άγνωστα ακόμη.
Αναπολώ τις μέρες και τις ώρες της Αίγινας, τόσο καταιγιστικές, τόσο ασθματικές αλλά και τόσο ουσιαστικές. Και δεν βλέπω την ώρα να επιστρέψουμε, με πιο πολύ χρόνο στη διάθεσή μας. Για μια περιπλάνηση ήρεμη, αργή και αισθαντική. Όπως αξίζει σ΄αυτό τον τόπο, τον τόσο ξεχωριστό.
Σημειώσεις
(1) ” Φάροι, πέτρα και φως”, εκδ. Άμμος, 1997.
(2) Εγκυκλ. Πάπυρος, Larousse, Britannica, τόμος 3.
(3) Περίπτερος ή περίστυλος ονομάζεται ο ναός που εξωτερικά, στηρίζεται σε κιονοστοιχίες.
(4) Ελληνικό Πανόραμα, τεύχος 24, Δεκ. 2001.
(5) Ο “Μονόχωρος δρομικός ναός ” είναι ο ένας από τους τρεις αρχιτεκτονικούς τύπους ναών που σώζονται στην Παλιαχώρα. Αντιπροσωπεύεται με 23 ναούς. Ο δεύτερος τύπος είναι του “Ελεύθερου Σταυρού” με 3 μόνον παραδείγματα. Ο τρίτος αρχιτεκτονικός τύπος είναι του “Δίδυμου Ναού“, με 5 εμφανίσεις στην Παλιαχώρα.
(6) Ο ναός του Αγίου Διονυσίου, η λεγόμενη “Επισκοπή”, αποτελούσε την Μητρόπολη και συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα μνημεία της Παλιαχώρας.
(7) Αναλυτική περιγραφή από τον Αρχαιολόγο Λεωνίδα Κ. Μπουρνιά (“Αιγιναία, 2ο τεύχος, ΙΟΥΛ-ΔΕΚ 2000)
(8) Η “Νωπογραφία” (ιταλικά “Fresco”) είναι τεχνική της τοιχογραφίας με τοποθέτηση χρωμάτων (υπό μορφή σκόνης) διαλυμένων σε νερό, πάνω σε νωπό και υγρό ασβεστοκονίαμα. Είναι πολύ απαιτητική τεχνική που απαιτεί ταχύτητα και μαεστρία εκ μέρους του καλλιτέχνη, γιατί δεν επιτρέπει καμιά μεταγενέστερη επέμβαση ή διόρθωση.
(9) Ελληνικό Πανόραμα, τεύχος 20, Μαρτ. 2001
(10) Ελληνικό Πανόραμα, “Ορεινή Αίγινα”, τεύχος 62, Μαρτ. 2008
(11) “Αίγινα Ι”, Αθήνα 1990
(12) Ο Μαθουσάλας ήταν βιβλικό πρόσωπο, πατέρας του Νώε, που σύμφωνα με την παράδοση, έζησε 969 χρόνια και γι’ αυτό θεωρείται παγκόσμιο σύμβολο μακροβιότητας.
(13) Ο Albrecht Penck (1858 – 1945) ήταν Γερμανός Γεωγράφος και γεωλόγος.
(14) Λεπτομέρειες για τα κατάλοιπα αυτά του αρχαίου παρελθόντος αναφέρει στο άρθρο του ο Κώστας Ζαρόκωστας, στο Ελληνικό Πανόραμα, τεύχος 62, Μαρτ. 2008
(15) Emile le Puillon de Boblaye, Γάλλος στρατιωτικός, γεωγράφος και γεωλόγος (1792-1843). Μεταξύ 1829 και 1833 κατάρτισε έναν πολύ ακριβή χάρτη της Πελοποννήσου.
(16) Με έκταση 1.07 τετ. χιλ. ή 1.070 στρέμματα, η νήσος Μονή καταλαμβάνει την 173η θέση ανάμεσα στα ελληνικά νησιά (Ν. Νέζης, Τα Ελληνικά Βουνά, τόμος 1, σελ 213)
(17) Παρά το – θεωρητικά – χαμηλό υψόμετρο, το μονοπάτι είναι δύσβατο και απότομο. Ο Κυριάκος Παπαγεωργίου, που ανέβηκε ως την κορυφή, δεν χαρακτηρίζει ως απλό περίπατο τη διαδρομή.