Όταν το 1997 ο αρχαιολόγος Γιάννος Κουράγιος ξεκινούσε την ανασκαφή στο Δεσποτικό, μετά την επισήμανση της Ντόλλης Γουλανδρή ότι στο νησί υπήρχε μια μάντρα για κατσίκια χτισμένη από αρχαίο υλικό, σίγουρα δε φανταζόταν ότι ο χώρος αυτός έμελλε να αναδειχθεί σε μία από τις δέκα πιο σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 2011. Φέτος, η ανασκαφή στο μικρό νησάκι του Δεσποτικού, δυτικά της Αντιπάρου, κλείνει 25 χρόνια και ίσως του χρόνου ανοίξει πια επίσημα σαν οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος.
Ευτύχησα να επισκεφθώ και να ξεναγήσω στο Δεσποτικό το 2004 όταν η ανασκαφή βρισκόταν στα σπάργανα και τίποτα δεν προϊδέαζε για το εντυπωσιακό ιερό που αντικρύζει ο σημερινός επισκέπτης.

Όταν το 1997 ο αρχαιολόγος Γιάννος Κουράγιος ξεκινούσε την ανασκαφή στο Δεσποτικό, μετά την επισήμανση της Ντόλλης Γουλανδρή ότι στο νησί υπήρχε μια μάντρα για κατσίκια χτισμένη από αρχαίο υλικό, σίγουρα δε φανταζόταν ότι ο χώρος αυτός έμελλε να αναδειχθεί σε μία από τις δέκα πιο σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 2011. Φέτος, η ανασκαφή στο μικρό νησάκι του Δεσποτικού, δυτικά της Αντιπάρου, κλείνει 25 χρόνια και ίσως του χρόνου ανοίξει πια επίσημα σαν οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος.
Ευτύχησα να επισκεφθώ και να ξεναγήσω στο Δεσποτικό το 2004 όταν η ανασκαφή βρισκόταν στα σπάργανα και τίποτα δεν προϊδέαζε για το εντυπωσιακό ιερό που αντικρύζει ο σημερινός επισκέπτης.
Το Δεσποτικό, το μικρό νησάκι δυτικά της Αντιπάρου, απέναντι από το εκκλησάκι του Αι Γιώργη, ζει τα τελευταία 20 χρόνια μια νέα περίοδο στην ιστορία του. Άσημο και παντελώς άγνωστο στους μη παροικούντες την ευρύτερη Πάρο μέχρι πριν μερικά χρόνια, τώρα διάσημο και δημοφιλές χάρη στις ανασκαφές που διενεργεί ο αρχαιολόγος της ΕΦΑ Κυκλάδων, Γιάννος Κουράγιος, με πολύ κουράγιο!
Μπορώ να περηφανευτώ ότι γνωρίζω το Δεσποτικό από γεννησιμιού του και ότι είμαι μάλλον η πρώτη ξεναγός που πάτησε το πόδι της εκεί. Ήταν Οκτώβρης του 2004 και μετά από ένα καλοκαίρι ανεργίας λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από ένα τουριστικό γραφείο με το οποίο συνεργαζόμουν να ξεναγήσω το Δεσποτικό σε μια παρέα 8 ατόμων. Και τι παρέα! Ανάμεσά τους ο διευθυντής του Μουσείου της Βαλτιμόρης, επιμελητές άλλων μουσείων και ιστορικοί τέχνης. Είχαν ακούσει για την ανασκαφή από τη σύζυγο του πρεσβευτή μας στην Ουάσιγκτον που τους είχε πει ότι αφού ερχόντουσαν στην Ελλάδα, έπρεπε οπωσδήποτε να επισκεφθούν τον χώρο.
Όταν μου ανέθεσαν την ξενάγηση, βρέθηκα σε μεγάλη αμηχανία. Στο Δεσποτικό δεν είχα πάει ποτέ, κάτι είχα διαβάσει για τις ανασκαφές του Τσούντα και του Ζαφειρόπουλου για ένα πρωτοκυκλαδικό νεκροταφείο, είχα δει και κάποια ευρήματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πάρου αλλά αυτή ήταν μια καινούργια ανασκαφή στην ανατολική πλευρά του νησιού τελείως άσχετη με ό,τι είχε δημοσιευτεί ως τότε. Σύντομα ανακάλυψα ότι δεν υπήρχε ούτε βιβλιογραφία. Θα έπρεπε λοιπόν όχι μόνο να ξεναγήσω prima vista αλλά να βρω και πληροφορίες. Ένας καλός φίλος που ζούσε τότε στην Πάρο, στον οποίο απευθύνθηκα για βοήθεια, μου έστειλε ένα μικρό άρθρο του Κουράγιου στον τοπικό τύπο για το δαιδαλικό πήλινο ειδώλιο που είχε βρει, την Πιπίνα, όπως είναι το χαϊδευτικό της. Με το αρθράκι αυτό και τις σημειώσεις μου από τη Σχολή για τις φάσεις μιας ανασκαφής προσπάθησα να χτίσω ένα αφήγημα και να κάνω μια αξιοπρεπή ξενάγηση στο απαιτητικό κοινό μου.
Ξεκινήσαμε λοιπόν ένα φωτεινό πρωινό του Οκτώβρη με ένα καΐκι από την Πούντα της Πάρου για το Δεσποτικό. Φτάνοντας στον Αι Γιώργη στην Αντίπαρο, μετεπιβιβαστήκαμε σε ένα μικρότερο σκάφος που μας ξεφόρτωσε στον μόλο του Δεσποτικού κι ο καπετάνιος του, ο Γιώργος Mαριάνος, μου έδωσε ένα VHF για να τον ειδοποιήσω να έρθει να μας πάρει όταν θα τέλειωνε η ξενάγηση. «Τράβα μπροστά και θα το βρεις», μου είπε. Οι ξένοι με κοίταξαν έντρομοι, ήξεραν ότι πάμε σε ένα νησί να δούμε μια νέα ανασκαφή αλλά το σκηνικό ξεπερνούσε μάλλον τη φαντασία τους -και τη δική μου πρέπει να πω! Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε τη μαλακή πλαγιά. Ήμασταν οι μόνοι άνθρωποι εκεί αλλά όχι και τα μόνα ζωντανά πλάσματα. Εκατοντάδες άσπρα και παρδαλά σταχτιά και καφετιά κατσίκια μας τριγύριζαν παραξενεμένα κι ένα – δυο σκυλιά μας γαύγιζαν δύσπιστα, ευτυχώς από απόσταση.
Φτάσαμε γρήγορα στον χώρο της ανασκαφής. Αναγνώρισα αμέσως τα πέντε δωμάτια για τα οποία είχα διαβάσει -δύο του ναού και τρία του παράπλευρου τελετουργικού εστιατορίου- ανασκαμμένα και ορατά στο ύψος της βάσης των τοίχων. Είπα αυτά που είχα ετοιμάσει να πω, μίλησα και για τον Απόλλωνα, περιηγηθήκαμε τον χώρο, συζητήσαμε, αναπτύξαμε τις εικασίες και τις θεωρίες μας, θαυμάσαμε το τοπίο, απολαύσαμε τη σιωπή και το φοβερό προνόμιο να είμαστε μόνοι μας σε ένα νησί, αυτόπτες μάρτυρες ενός αρχαιολογικού χώρου εν τη γενέσει του, και κατηφορίσαμε προς τον μόλο. Ήρθε το σκάφος, και μας πήγε στο καΐκι μας, όπου μας περίμεναν ένα ψητό χταποδάκι κι ένα μπουκάλι ούζο. Ο αέρας διαυγής όπως είναι μόνο τον Οκτώβρη, ο ήλιος λαμπερός αλλά χλιαρός, η θάλασσα λάδι, η ξενάγηση τελειωμένη…δεν ήξερα πια αν το καΐκι μας πήγαινε πίσω στην Πούντα ή αν αρμενίζαμε για τον Παράδεισο.
Από τότε η σχέση μου με το Δεσποτικό προχώρησε πολύ. Γνώρισα κατ’ αρχάς τον ανασκαφέα που γενναιόδωρα μου πρόσφερε τη γνώση του και όλες τις νέες πληροφορίες που προκύπτουν κάθε χρόνο. Του πήρα συνέντευξη και έγραψα για την ανασκαφή και την αναστήλωση στο free press της Πάρου, το Parola. Οργάνωσα μάλιστα μια επίσκεψη για ξεναγούς από όλη την Ελλάδα το 2012, όπου ο Γιάννος Κουράγιος μας παρουσίασε το μνημείο με κάθε λεπτομέρεια.
Τώρα πηγαίνω πολλές φορές κάθε καλοκαίρι, άλλοτε μόνη μου άλλοτε με συναδέλφους, για να συναντήσω τον Κουράγιο και να μας ενημερώσει για ό,τι νέο βρίσκει, ενώ έχω ξεναγήσει δεκάδες ανθρώπους, επώνυμους και ανώνυμους, και φυσικά όλους τους φίλους που έρχονται να με δουν καθώς ζω πια στην Πάρο.
Τον έχω αγαπήσει αυτόν τον χώρο και μου αρέσει να φαντάζομαι τους ναυτικούς που τα αρχαία χρόνια έφταναν εδώ από διάφορα λιμάνια του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου, να φέρνουν τα αφιερώματά τους και τα ζώα που θα θυσίαζαν στον θεό του φωτός, τον Απόλλωνα, και την αγαπημένη τους Εστία, να κάνουν το λουτρό τους και μισοξαπλωμένοι στα ανάκλιντρά τους στο Εστιατόριο, δίπλα στον ναό, να μασουλάνε τα τρυφερά κοψίδια, να πίνουν το γλυκό κρασί, να τραγουδάν τα τραγούδια της πατρίδας τους και να ρίχνουν και κανένα χορό. Μια μικρή ανάπαυλα από τα βάσανα και τις ταλαιπωρίες της θάλασσας στο ιερό του θεού που γεννήθηκε εδώ κοντά, στο κέντρο του Αιγαίου, στη γειτονική Δήλο.
Τώρα πια το Δεσποτικό έχει γίνει πολύβουο και κοσμοπολίτικο. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο το επισκέπτονται με όποιο μέσο αλλά κυρίως με τον θρυλικό πια «Σαργό», το καΐκι του Γιώργου Μαριάνου, περαματάρη του Δεσποτικού. Τα χαμηλά τοιχαλάκια που αντίκρυσα όταν πρωτοπήγα έχουν ψηλώσει, όσο υλικό βρέθηκε έχει μπει στη θέση του και αρκετό καινούργιο προστέθηκε για να μπορέσει και το τελευταίο αρχαίο λιθαράκι να ταιριάξει στο αναστηλωμένο πια ιερό, αποτέλεσμα συνεργασίας αρχαιολόγων, αρχιτεκτόνων, συντηρητών, φοιτητών αρχαιολογίας, εργατών και μαρμαροτεχνιτών. Τώρα όταν φτάνεις, δεν υπάρχει περίπτωση να χαθείς. Ένας διάδρομος σε οδηγεί από τον μόλο κατευθείαν μέσα στο ιερό, μπροστά στον βωμό, στον ναό, στο τελετουργικό εστιατόριο. Αριστερά και δεξιά άλλα κτίρια ξεπροβάλλουν, δεξαμενές, λουτρά, βοηθητικοί χώροι. Ένα συγκρότημα εντυπωσιακό που, σύντομα, ελπίζω να γίνει ένας οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος. Στο μυαλό μου όμως έχει μείνει για πάντα χαραγμένη εκείνη η πρώτη εικόνα όπου μέσα στη σιωπή, με τα κατσίκια τριγύρω, περιεργαζόμουν με αγωνία τα τοιχαλάκια και προσπαθούσα να ανταπεξέλθω στο ύψος των περιστάσεων