Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμμης-Σουφλίου είναι προστατευόμενη δασική έκταση η οποία βρίσκεται στον νομό Έβρου. Η συνολική έκταση του ανέρχεται στα 428 τετραγωνικά χιλιόμετρα, από τα οποία τα 72,9 είναι αυστηρά προστατευόμενα. Περιλαμβάνει χαμηλά δασωμένα βουνά, ξέφωτα και βραχώδεις σχηματισμούς. Η περιοχή κηρύχθηκε προστατευόμενη το 1980 και από το 2006, το δάσος της Δαδιάς έλαβε τον χαρακτηρισμό «Εθνικό Πάρκο». Την ιδιαίτερα σημαντική αξία του ενίσχυε ο μεγάλος αριθμός αρπακτικών πτηνών που φιλοξενούσε μέχρι την καταστροφή του από πυρκαγιά το καλοκαίρι του 2023, οπότε κάηκε περίπου το 57% της έκτασής του.
Το 2022 μια πυρκαγιά στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμμης-Σουφλίου κατέστρεψε τον χώρο σίτισης και το παρατηρητήριο των μεγάλων αρπακτικών. Νόμιζα τότε ότι τα είχα δει όλα. Γρήγορα άρχισαν ομάδες υλοτόμων να καθαρίζουν την περιοχή αφήνοντας πίσω άκοπα φυλλοβόλα που είχαν επιβιώσει της πύρινης λαίλαπας. Ο φίλος, γνωστός καθηγητής αλλά και πρώην πρόεδρος του φορέα μου πρότεινε μία μακάβρια βόλτα στην περιοχή που ακόμη κάπνιζε.
Ξεκινήσαμε ανορθόδοξα από το φυτώριο και πήραμε το δρόμο προς το παρατηρητήριο με σκοπό να γυρίσουμε από τον συνηθισμένο δρόμο. Στη διαδρομή νιώθαμε πραγματικά σαν να έχουμε χάσει κάποιον αδερφό κάποιο φίλο. Όταν φτάσαμε στο παρατηρητήριο η εικόνα του μας κατέβαλε. Πόσες μέρες, από τα χαράματα έως τη Δύση του ηλίου, βρεθήκαμε εκεί στο παρελθόν, με κρύο, χιόνια, καύσωνα, βροχή να παρατηρούμε, να καταγράφουμε αλλά και στην περίπτωση μου να φωτογραφίζω τα αγαπημένα αρπακτικά της Δαδιάς. Τώρα όλα είχαν χαθεί, η φωτιά δεν άφησε τίποτα όρθιο. Δέντρα που φιλοξενούσαν για χρόνια τα πουλιά, είχαν χαθεί. Όμως μες τη μαυρίλα μια χαραμάδα φωτός. Η αγαπημένη καλύπτρα είχε γλιτώσει. Η καλύπτρα που με φιλοξένησε για ώρες πολλές και μου χάρισε φωτογραφίες μοναδικές ήταν εκεί. Ήταν εκεί όμως και τα μεγάλα αρπακτικά που το ένστικτο τους ξέρει πως μετά το πέρας της φωτιάς, νέα ζωή ξεκινά, σα να μας λένε “μη φοβάστε δεν είναι το τέλος είναι μια νέα αρχή”. Πήραμε θάρρος, και με το βλέμμα στους μαυρόγυπες, ξεκινήσαμε να επιστρέφουμε στη βάση μας. «Δεν κάηκαν οι φωλιές, ευτυχώς Νάσο, δεν κάηκαν οι φωλιές», αυτό είναι ένα καλό νέο.
Με τον καιρό όλα αμβλύνθηκαν, η καταστροφή φαινόταν μακριά και μηδαμινή μέχρι που ξέσπασε σαν κακό ψέμα η μεγαλύτερη πυρκαγιά της Ευρώπης, εδώ στην χώρα μας και δυστυχώς πάλι στον Έβρο.
Στη Δαδιά κάηκαν όλα. Ελάχιστες φωλιές έμειναν άθικτες και το δάσος κάηκε ολοσχερώς. Κάηκαν άνθρωποι, ζώα, σπίτια, περιουσίες. Δυστυχώς επαναλάβαμε την ίδια “βόλτα”. Η καταστροφή ήταν σχεδόν ολοκληρωτική. Αν μου έλεγε κάποιος ότι θα καεί το δάσος της Δαδιάς και μάλιστα σε δυο χρονιές συνεχόμενες δεν θα τον πίστευα ποτέ.
Οι μαυρόγυπες όμως έμειναν. Είναι δεμένοι με τον τόπο. Οι ασπροπάρηδες θα ξανάρθουν και τα όρνια είναι εδώ. Εξάλλου ο τρόπος που φτιάχνουν τη φωλιά τους δεν επηρεάζετε πολύ από τη φωτιά. Μέρη, ψήγματα δάσους σώθηκαν και κυρίως ένας μικρός παράδεισος, ο παράδεισος του Κώστα. Οι τεράστιες αυτές βελανιδιές, μνημεία της φύσης γλίτωσαν. Βούρκωσα. Το συγκεκριμένο μέρος πρέπει να προστατευτεί πάση θυσία.
Στο δρόμο του γυρισμού, δύο ζαρκάδια έμειναν να μας κοιτούν ανάμεσα στο καμένο δάσος, μ’ ένα βλέμμα που μας βάζει να σκεφθούμε ότι έχουμε υποχρέωση να σώσουμε ότι έμεινε αλλά και να το προστατεύσουμε ώστε να επανέλθει, με τον τρόπο που μόνο η φύση ξέρει.
Πολίτες, δασοφύλακες, τοπικοί άρχοντες, φυσιολάτρες, φωτογράφοι, μανιταροσυλλέκτες, περιπατητές, ορειβάτες, κυνηγοί, πρέπει να περιφρουρήσουμε ότι έμεινε και να το αφήσουμε ανεπηρέαστο να κάνει αυτό που τόσο καλά ξέρει, να ξαναγίνει το δάσος που όλοι αγαπήσαμε, το δάσος της Δαδιάς.