Είναι συναρπαστική εμπειρία να ταξιδέψει κάποιος στην Ορεινή Ναυπακτία, την διάσημη χώρα των Κραββάρων και μάλιστα να συμμετάσχει στον Άθλο των Κραββάρων, στην εξαιρετική οδοιπορία των 20 χιλιομέτρων, ανάμεσα σε δασικά μονοπάτια, ρεματιές, καταρράκτες και πυκνοδασωμένες βουνοπλαγιές.
Ένας στενός, πολύστροφος δρόμος ξεκινάει από τα παράλια της Ναυπάκτου και εισχωρεί με ΒΑ πορεία σε κατάφυτες πλαγιές. Αρχικά η βλάστηση είναι θαμνώδης, με αδιαπέραστη πυκνότητα, σταδιακά, ωστόσο, παραχωρεί τη θέση της σε όμορφα δρυοδάση. Πιο πάνω ακόμη ο χρωματικός τόνος μεταβάλλεται, όπου κι αν γυρίσει το βλέμμα συναντάει μία συμπαγή βαθυπράσινη επιφάνεια. Είναι τα απέραντα ελατοδάση, ο αδιαφιλονίκητος φυσικός πρωταγωνιστής της Ορεινής Ναυπακτίας.
Προς την Άνω Χώρα
Ένα βαρύ, μολυβένιο σύννεφο ενεδρεύει ακίνητο στη μέση του ουρανού, σαν να μας περιμένει. Απτόητοι εμείς κατευθυνόμαστε κατά πάνω του, έχουμε αφήσει πίσω μας τον φιλικό ουρανό και τους ανοιχτούς ορίζοντες του Πατραϊκού.
Οι πρώτες σταγόνες δεν αργούν, είναι χοντρές, σκάζουν με πάταγο στον ουρανό του αυτοκινήτου και στο παρμπρίζ. Μερικά δευτερόλεπτα μετά ο θόρυβος γίνεται εκκωφαντικός, οι χοντρές σταγόνες στερεοποιούνται, μεταμορφώνονται σε χαλάζι. Ένα χαλάζι βίαιο και επίμονο, αμέτρητα λευκά παγωμένα σφαιρίδια, που όπως έρχονται σ’ επαφή με το αυτοκίνητο και το δρόμο, μοιάζουν ν’ αναπηδούν. Είν’ ένας όμορφος χορός, γεμάτος κίνηση και ζωντάνια, που όμως δυσκολεύει την κίνησή μας. Έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε την προσοχή μας στραμμένη στο δρόμο και όχι στην υπέροχη φύση αυτής της διαδρομής. Μιας διαδρομής, που δεν ξεπερνάει τα 50 χιλιόμετρα αλλά είναι αδύνατον – μ’ αυτές τις συνθήκες – να καλύψουμε σε λιγότερο από μιάμιση ώρα.
Στα υψίπεδα της Άνω Χώρας, κάθε εδαφική λεπτομέρεια είναι καλυμμένη από χαλάζι, ένα κατάλευκο στρώμα που δημιουργεί μία εντυπωσιακή αντίθεση με το σκουρόγκριζο χρώμα του ουρανού. Για λίγο σταματάμε. Από υψομ. 1.300 περίπου μέτρων αφήνουμε το βλέμμα μας ν’ αγναντέψει προς τα βόρεια, να σταματήσει στην αυστηρή, αιχμηρή κορυφογραμμή της «Τσεκούρας».
-Θυμάσαι, με ρωτάει η Άννα.
-Μπορώ να ξεχάσω;
Όχι, είναι αδύνατον, και δεν θα ήθελα, με τίποτα να ξεχάσω.
Μετά από 18 χρόνια επιστρέφουν από τα τρίσβαθα του σκληρού δίσκου της μνήμης μερικές αξέχαστες εικόνες και στιγμές. Αρχικά της – σχετικά εύκολης – ανάβασης, από τη βόρεια πλευρά στην κορυφή της Τσεκούρας, στα 1.733 μέτρα. Και, στη συνέχεια, της ζόρικης καταβάσης από τις ΝΔ, απόκρημνες κατάπτωσης της κορυφής. Για οδηγό και προπομπό μας είχαμε, βέβαια, ένα παράτολμο αγριόγιδο του τόπου, τον Παναγιώτη τον Κανέλλο. Ήταν ο οικοδεσπότης μας στο πανδοχείο «Δρυάδες» στον ορεινό, μοναχικό οικισμό της Αμπελακιώτισσας, 15 δύσκολα χιλιόμετρα μακρυά απ’ την Άνω Χώρα. (1)
Το φως λιγοστεύει, η θερμοκρασία πέφτει αισθητά. Στην ευρύχωρη αρχοντική σάλα του «Crystal Mountain Hotel» ο Αντρέας Παπαϊωαννίδης μας υποδέχεται με θερμό εναγκαλισμό. Εξίσου θερμή είναι η ατμόσφαιρα που εκπέμπουν οι φλόγες του μεγάλου τζακιού. Στα μέσα Απρίλη, εδώ στο υψόμετρο των 1.000 μέτρων, είναι πολύ επιθυμητό.
Στα χνάρια του Άθλου των Κραββάρων
Μία γνωστή – από χρόνια ελκυστική – μυρωδιά μας υποδέχεται, νωρίς το πρωί, στο χώρο του πρωινού. Έναν χώρο με γενναιόδωρες διαστάσεις και ακόμη πιο πλουσιοπάροχη θέα στις ελατοσκέπαστες πλαγιές. Η μυρωδιά – βέβαια – προέρχεται από την ομελέττα της Θεοδώρας, έναν αληθινό αχνιστό πειρασμό από ντόπια αυγά με μπόλικο τυρί. Μερικά λεπτά μετά παρατηρεί τα πιάτα μας η συμπαθέστατη Θεοδώρα.
-Μόνον τόσο φάγατε; ρωτάει απογοητευμένη. Δεν σας άρεσε, έτσι;
– Θεοδώρα, εδώ δεν ήρθαμε για να αγναντεύουμε τα κάλλη της ορεινής Ναυπακτίας από μακρυά. Κύριος σκοπός μας είναι ν’ ανακαλύψουμε τα θέλγητρά της στο έδαφος με τα πόδια: Έχεις ακούσει για τα 20 χιλιόμετρα του Άθλου των Κραββάρων, έτσι δεν είναι; Πώς θα τα περπατήσουμε, λοιπόν, με παραπανίσια ομελέττα;
-Και θα ξεκινήσετε αμέσως τώρα τα 20 χιλιόμετρα με τα πόδια; Δεν σας λυπάται ο Αντρέας;
-Γιατί να μας λυπάται; Μήπως λυπόμαστε εμείς τον εαυτό μας;
Εν τω μεταξύ ο Αντρέας ετοιμάζει τον υπολογιστή του, όπου είναι καταγεγραμμένο, με κάθε λεπτομέρεια, το ίχνος της συνολικής ορεινής διαδρομής. Ενδιάμεσα απαντά σε όλες τις ερωτήσεις μας για την κατάσταση των μονοπατιών, τις ενδιάμεσες στάσεις, τον βαθμό της δυσκολίας, τις υψομετρικές διαφορές.
-Την ολοκληρώνουν όλοι οι συμμετέχοντες αυτή τη διαδρομή;
– Όχι, αλλά έχουμε προβλέψει ορισμένες εναλλακτικές, πιο βατές διαδρομές, για τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό των συμμετεχόντων πεζοπόρων. Στις επόμενες ώρες, επί εδάφους, θα σας λυθούν όλες οι απορίες.
Περιγραφή της συναρπαστικής διαδρομής
Μετά τη χθεσινοβραδινή χαλαζόπτωση αντικρίζουμε με αληθινή αγαλλίαση ένα βαθυγάλανο ουρανό, διακοσμημένο με εντυπωσιακά λευκόγκριζα σύννεφα, διάσπαρτα παντού.
-Θα ξεκινήσουμε μπροστά από το ξενοδοχείο, λέει ο Ανδρέας. Είναι σχεδόν το ίδιο, σαν να ξεκινούσαμε από την πλατεία.
09:45’ Ξεκινάμε τα πρώτα μας βήματα στον Άθλο των Κραββάρων. Η ένδειξη στο αλτίμετρο είναι 1.025 μ.
09:55’ Ακολουθώντας ανηφορική ασφάλτινη πορεία (2), συναντάμε σε ένα 10λεπτο την ασφάλτινη – επίσης – διαδρομή που έρχεται από την πλατεία του χωριού. Ήδη κατευθυνόμαστε δεξιά στο χωμάτινο δασικό δρόμο, σε υψόμετρο 1.095 μ. Σε μία πινακίδα υπάρχει σκαρίφημα της διαδρομής. Εμφανίζονται ανάμεσα στα έλατα οι πρώτες εντυπωσιακές, αιωνόβιες καστανιές. Αρχίζει ανηφόρα ήπια αλλά συνεχής. Δεκάδες μικροπούλια τέρπουν την ακοή μας. Νερά τρέχουν από παντού, επιτείνουν την ευχάριστη αίσθηση της δροσιάς.
10:10’ Φτάνουμε σε υψόμετρο 1.160 μέτρων. Ένας δρόμος κατηφορίζει δεξιά για το χωριό. Το ανηφοράκι τελειώνει. Εδώ συναντάμε και το τελευταίο μοναχικό μικρόσπιτο, με μία εξωτερική χτιστή βρύση που μας ξεδιψάει με δροσερό νερό. Συναντάμε διαδοχικές τεράστιες καστανιές, ενώ μία πινακιδούλα με σκίτσο αλεπούς μας πληροφορεί ότι βρισκόμαστε ήδη στο τμήμα της διαδρομής που φέρνει την ονομασία «Ξανθιά Αλεπού». Πέντε λεπτά μετά ανηφορίζουμε αριστερά. (Η διακλάδωση στην ευθεία οδηγεί σε αδιέξοδο). Κάτι ασπρίζει σε ορισμένα σημεία της διαδρομής. Νομίζουμε αρχικά πως είναι χιόνι, που διατηρείται ακόμη σε ανήλιαγα σημεία. Αποδεικνύεται πως είναι υπολείμματα του χθεσινού χαλαζιού.
10:30’ Βρισκόμαστε σε υψόμετρο 1.210 μ. Ο προπορευόμενος Αντρέας ξαφνικά σταματάει.
-Είμαι βέβαιος, πως τόσα χρόνια έχετε δει πολλά ωραία δέντρα με παράξενους κορμούς. Δεν ξέρω όμως αν έχετε συναντήσει κάτι παρόμοιο.
Φτάνουμε στον Ανδρέα και παρατηρούμε δίπλα του τον κορμό της «Στριφτής Καστανιάς», όπως την ονομάζει ο φίλος μας. Δεν είναι ούτε ο πιο γέρικος ούτε ο ογκωδέστερος κορμός. Είναι όμως ο πιο παράξενος, ο πιο ανεξήγητα ιδιόμορφος. Αυτή του η ιδιομορφία έγκειται στο ότι ήδη από τη βάση του κορμού ξεκινάει μια συνεχής περιέλιξη των – υπό κανονικές συνθήκες – κάθετων γραμμών του φλοιού. Είναι μία περιέλιξη με τη φορά των δεικτών του ρολογιού, που εξελίσσεται με γεωμετρική ακρίβεια, τουλάχιστον 12 μέτρα ψηλότερα, ως εκεί που αρχίζουν τα κλαδιά. Αυτή η τόσο περίτεχνη σπείρα, που αποπνέει μία απόλυτη τελειότητα, αποδεικνύει ποιες δυνατότητες τέλειας συμμετρίας διαθέτει η φύση όταν πραγματικά έχει …κέφια.
Σε δύο λεπτά εγκαταλείπουμε τον δασικό δρόμο και 50 μέτρα μετά ακολουθούμε σήμανση πράσινη-μπλε και μπαίνουμε αριστερά σε μονοπάτι. Στο έδαφος κάστανα και μαλακό στρώμα ξερόφυλλων καστανιάς. Πινακίδα με σήμα ποδηλάτη και αλεπούς. Πανέμορφα βρύα καλύπτουν με πράσινο βελούδο πέτρες και κορμούς. Τούφες από χαλάζι είναι διάσπαρτες παντού. Είν’ ένα εξαίρετο, ευκολοδιάβαστο μονοπάτι με περίσσια ομορφιά. Κάποια στιγμή, βρίσκει δίοδο ανάμεσα στα έλατα και μας χαρίζει μία υπέροχη εικόνα της η Τσεκούρα.
10:50’ Σε υψόμετρο 1.270 μ. συναντάμε δασικό δρόμο και συνεχίζουμε δεξιά. Αμέσως μετά ανηφορίζουμε αριστερά. Στις 11:00 βγαίνουμε σε επίπεδο δρόμο, σε υψόμετρο 1.290 μ. και κινούμαστε ημικυκλικά του βουνού της «Σύρτας». Απέναντί μας, στα N-NΔ εξέχει, πάνω από την ζώνη των έλατων, μία τριγωνική βράχινη κορυφή. Είναι το «Τσακαλάκι», με υψόμετρο 1.710 μέτρων. Αρχίζει ήπια κατηφόρα. Στον καλό χωματόδρομο ο ρυθμός της πορείας έχει ανέβει πολύ. 11:20’ Φτάνουμε σε τρίστρατο. Ν-ΝΔ κατηφορίζει ο δρόμος, περνάει από τις Α και Ν υπώρειες του όρους Τσακαλάκι και συνεχίζει για Ναύπακτο. Ήδη, χαμηλά στα Ν, ανάμεσα στο απέραντο πράσινο της βλάστησης, αποκαλύπτεται ένα γαλάζιο κομμάτι του Κορινθιακού.
– Όταν, κάποτε, ασφαλτοστρωθεί αυτός ο δρόμος, θα δημιουργηθεί μία συντομότερη και ευχερέστερη πρόσβαση από τη Ναύπακτο προς την Άνω Χώρα, σχολιάζει ο Αντρέας.
Για μερικά λεπτά κατευθυνόμαστε με ήπιο ανηφοράκι αριστερά (ανατολικά).
-Αν συνεχίσουμε αυτό το δρόμο θα φτάσουμε άνετα και ξεκούραστα, σε λιγότερο από 40’, στην άσφαλτο, κοντά στο σημείο στάσης και ανασυγκρότησης του Αη-Γιάννη, επισημαίνει ο Αντρέας. Αυτή είναι μία εναλλακτική, συντομότερη διαδρομή του Άθλου των Κραββάρων. Εμείς όμως θα ακολουθήσουμε την αυθεντική διαδρομή, έτσι δεν είναι;
-Φυσικά, γι’ αυτό είμαστ’ εδώ.
11:25’ Εγκαταλείπουμε το δρόμο σε υψόμετρο 1.285 μέτρων και συναντάμε αριστερά, μερικά μέτρα ψηλότερα, το Μονοπάτι της Αλεπούς. Ό,τι κι αν πω γι’ αυτό το μονοπάτι, υπολείπεται πολύ της πραγματικότητας. Είναι αδύνατο να περιγράψω την ευτυχία να βαδίζουμε στην πυκνή σκιά του ελατοδάσους, πάνω σε μονοπάτι χωμάτινο ή χορταριασμένο, επίπεδο, μαλακό και ξεκούραστο, στους ήχους μιας μόνιμης συναυλίας πουλιών. Ήδη κατευθυνόμαστε προς Β, με πορεία ανάστροφη του, μέχρι τώρα, δασικού δρόμου.
-Ο λόγος που υιοθετήσαμε αυτή την παλινδρόμηση, εξηγεί ο Αντρέας, ήταν για να αυξήσουμε κατά 4 περίπου χιλιόμετρα το μήκος της συνολικής διαδρομής, ώστε να φτάσει τα 20.
Συναντάμε ένα πρώτο, μισοκατεστραμμένο ξύλινο γεφυράκι, που το περνάμε από δίπλα. Ακολουθεί το όμορφο γεφυράκι της «Άντζελας» και, πολύ γρήγορα, άλλο ένα, μεγαλύτερο. Μερικά μέτρα χαμηλότερα, στ’ αριστερά μας, διακρίνουμε κατά διαστήματα τον γνωστό μας δασικό δρόμο. 11:50’ Κατηφορίζουμε ΒΑ και μετά από ώρα ξαναβλέπουμε την Τσεκούρα. Μικρό γεφυράκι και επανεμφανίζονται οι καστανιές. Συναντάμε και πάλι δασικό δρόμο και κατευθυνόμαστε δεξιά. Μερικά λεπτά μετά τελειώνει το «Μονοπάτι της Αλεπούς», αρχίζει το «Μονοπάτι της Μουχρίτσας».
12:15’ Φτάνουμε σε υψόμετρο 1.330 μ. Εδώ συναντάμε τις πρώτες αυθεντικές συγκεντρώσεις χιονιού.
12:25’ Το ανηφορικό μονοπάτι μας βγάζει σε μικρό πλάτωμα, σε υψόμετρο 1.375 μ. Είναι το υψηλότερο σημείο της Μουχρίτσας, του δεύτερου μετά την Σύρτα βουνού της διαδρομής.
Αρχίζει πορεία κατηφορική. Ήδη, χαμηλότερα στα ΒΔ, διακρίνονται τα σπίτια της Αμπελακιώτισσας. Συναντάμε ρυάκι με ολοζώντανη ροή.
-Είναι η πρώτη φορά που το βλέπω με νερό, σχολιάζει ο Αντρέας.
12:45’ Τρεις ακριβώς ώρες μετά την αναχώρησή μας βγαίνουμε στην άσφαλτο, σε υψόμετρο 1.275 μ. Ανηφορίζουμε σε άχαρη – μετά από τόσα υπέροχα μονοπάτια – ασφάλτινη διαδρομή και, μερικά λεπτά μετά, συναντάμε αυχένα με πέτρινο εικονοστάσι και σημάδια μπλε/ πορτοκαλί. Τον ασφάλτινο αυτό αυχένα κόβει κάθετα ο φαρδύς δασικός δρόμος που, προς τ’ αριστερά συνεχίζει για τον Αη-Γιάννη, ενώ προς τα δεξιά, με συντομότερη διαδρομή και με πινακίδα «800 μ.», ανηφορίζει προς την Σύρτα (3).
13:00’ Σε υψόμετρο 1.330 μ. φτάνουμε στο πρώτο σημείο στάσης στο ξέφωτο του Αη-Γιάννη. Είναι ένας πανέμορφος χώρος δασικής αναψυχής, με τραπεζοκαθίσματα και παγκάκια, που χρησιμοποιείται για ανασυγκρότηση, μικρή ξεκούραση με ελαφρό σνακ, νεράκι και χυμό. Το εκκλησάκι του Αη-Γιάννη είναι πετρόχτιστο, με καλοφτιαγμένη τοιχοποιία, αρχική χρονολογία οικοδόμησης το 1857 και ανακαίνισης το 2003.
-Εδώ πολέμησε με τους αντάρτες ο – μετέπειτα – Άγιος Παΐσιος, μας ενημερώνει ο Αντρέας.
13:15’ Μετά από στάση 15’ ξεκινάμε το τρίτο τμήμα της διαδρομής, το «Μονοπάτι των Ελαφιών». Ήδη, έχουμε διανύσει 10 χιλιόμετρα, βρισκόμαστε δηλαδή στο μέσον της συνολικής απόστασης ως τον τερματισμό. Αρχίζει ένας πολύ καλός δασικός δρόμος, ελαφρά ανηφορικός που σ’ ένα τέταρτο μας φέρνει σε υψόμετρο 1.390 μ. Εδώ έχει απομείνει από τον εμφύλιο υπόλειμμα φυλακίου των ανταρτών, με τα χαρακτηριστικά ανοίγματα στον τοίχο που χρησιμοποιούνταν για πολεμίστρες. Σήμερα, βέβαια, 75 χρόνια μετά, το πυκνό δάσος έλατων που έχει αναπτυχθεί στο μεσοδιάστημα, έχει ορθώσει ένα αδιαπέραστο φυσικό τείχος, που εμποδίζει οιαδήποτε οπτική επαφή μέσα από τις πολεμίστρες.
Σαράντα μέτρα μετά το φυλάκιο εισχωρούμε δεξιά στο δάσος, με σημάδια πορτοκαλί/ μπλε και πινακίδα με την ένδειξη «Σκοτωμένος».
-Ο «Σκοτωμένος» είναι το επόμενο σημείο στάσης, λέει ο Αντρέας και πήρε αυτή την ονομασία γιατί εκεί οι Έλληνες κατήγαγαν την πρώτη μεγάλη νίκη κατά των Τούρκων.
Βρισκόμαστε ήδη στο «Μονοπάτι των Ελαφιών» (4). Μας υποδέχεται ένα γιγάντιο έλατο και μία σύντομη αλλά ισχυρή κατηφόρα που αργότερα ημερεύει. Η πρώτη μας διαπίστωση από το Μονοπάτι των Ελαφιών είναι η καθολική κυριαρχία των έλατων και η πλήρης απουσία καστανιών. 13.45’ Φτάνουμε σε ωραίο χορταριασμένο ξέφωτο, σε υψόμετρο 1.405 μέτρων. Βρισκόμαστε στο υψηλότερο σημείο της συνολικής διαδρομής. Χαμηλότερα κοκκινίζουν, ανάμεσα στα έλατα, οι κεραμοσκεπές της Άνω Χώρας.
Οι εντυπώσεις μας από το Μονοπάτι των Ελαφιών είναι υπέροχες, ανάλογες μ’ εκείνες από το Μονοπάτι της Αλεπούς. Έδαφος χωμάτινο ή χορταριασμένο, μαλακό και ανακουφιστικό για τα πέλματα των ποδιών. Κυριαρχούν τα έλατα, αρκετά από τα οποία είναι αιωνόβια. Πού και πού μόνον εμφανίζονται κάποιες νεαρές καστανιές. Δεν λείπουν μικρά, ειδυλλιακά ξέφωτα που, στα μέσα του Απρίλη, είναι απλά χορταριασμένα. Ωστόσο, δύο μόλις μήνες μετά, θα είναι καλυμμένα από πανύψηλες φτέρες (5).
Εξακολουθεί να διατηρείται πολύ χαλάζι ακόμα ενώ, μία από τις δυσάρεστες συνέπειες του χειμώνα είναι οι συχνοί πεσμένοι κορμοί ελάτων, πολλοί από τους οποίους σχεδόν φράσσουν το μονοπάτι.
-Θα φροντίσουμε να μην υπάρχουν αυτοί οι κορμοί στη διάρκεια του «Άθλου», λέει ο Αντρέας (6). Ετοιμαστείτε όμως σε λίγο ν’ αντικρύσετε κάτι ανάλογο με την «Στριφτή Καστανιά» στο Μονοπάτι της Αλεπούς. Εδώ, βέβαια, δεν είναι καστανιά αλλά το «Έλατο της Μάγισσας Κλω-κλω».
14:05’ Σε υψόμετρο 1.380 μέτρων αλλάζει ξαφνικά μορφή το ελατόδασος. Σ΄ έναν επίπεδο χώρο μικρά και μεγάλα έλατα συναγωνίζονται ποιο θα μας εντυπωσιάσει με τα περισσότερα οριζόντια κλαδιά. Ένα, ωστόσο, το μεγαλύτερο ανάμεσά τους, ξεχωρίζει. Πολλές δεκάδες μικρά και μεγάλα γυμνά κλαδιά, λεπτά και αιχμηρά σαν σπαθιά, εκτείνονται οριζόντια προς κάθε κατεύθυνση από τον ευθυτενή κορμό δημιουργώντας ένα θέαμα ασυνήθιστο, πραγματικά εντυπωσιακό.
14:25’ Σε 1:10’ μετά την αναχώρησή μας από τον Αη-Γιάννη καλύπτουμε τη διαδρομή των 3.479 μ. του Μονοπατιού των Ελαφιών. Ήδη φτάνουμε σε ξύλινο κιόσκι στην άσφαλτο, στο δεύτερο σημείο στάσης, σε υψόμετρο 1.290 μέτρων. Αυτή είναι η τοποθεσία του «Σκοτωμένου», όπου έγινε η μάχη με τους Τούρκους. Αν κάποιος δεν επιθυμεί να συνεχίσει, μπορεί απ’ αυτό το σημείο να επιστρέψει στην Άνω Χώρα με αυτοκίνητο. Εμείς συνεχίζουμε, φυσικά, και στις 14:40, ξεκινάμε το τμήμα προς την Αγία Παρασκευή. Το μονοπάτι αποκτάει ισχυρή κατηφορική κλίση, είναι πετρώδες και, σε κάποια σημεία, χρειάζεται λίγη προσοχή. Πουθενά, βέβαια, δεν είναι επικίνδυνο.
14.45’ Περνάμε γεροφτιαγμένο γεφυράκι με προστατευτικά καγκελάκια. Το μονοπάτι κατηφορίζει ελικοειδώς, με υπέροχα βρύα και εντυπωσιακή θέα προς την Άνω Χώρα.
14:50’-14:55’ Συναντάμε δύο διαδοχικά καλοφτιαγμένα γεφυράκια, κάτω από το δεύτερο –μάλιστα- γοργοκυλάει ένας βαθμιδωτός καταρράκτες τουλάχιστον 10 μέτρων. Το υψόμετρο έχει κατέβει στα 1.180 μ. Ένα σχεδόν 10λεπτο μετά συναντάμε μία εικόνα πολύ ξεχωριστή. Εμφανίζονται μεγάλου μήκους ξερολιθιές που, μόνον από την κατασκευή και τη φόρμα μοιάζουν με ξερολιθιές αφού, πρακτικά, είναι εξαφανισμένες κάτω από παχύ, αδιαπέραστο στρώμα σκουροπράσινων βρύων. Η εικόνα είναι πραγματικά μοναδική. Η κατάβαση, εν τω μεταξύ, συνεχίζεται ήπια και ξεκούραστη, ανάμεσα σε έλατα αλλά και σε εντυπωσιακές καστανιές. Για πρώτη φορά κάνουν την εμφάνισή τους στο έδαφος ξερά πλατανόφυλλα, κάτω από τα γυμνά κλαδιά πλατανιών.
15:20’ Φτάνουμε στην άσφαλτο, σε υψόμετρο 1.025 μ. Τρία περίπου χιλιόμετρα προς τα βόρεια είναι ο οικισμός της Κάτω Χώρας. Εδώ βρίσκεται το τρίτο σημείο απ’ όπου κάποιος μπορεί να επιστρέψει με αυτοκίνητο στο χωριό. Διασχίζουμε κάθετα τον δρόμο, σε ομαλό μονοπάτι με νεαρά πουρνάρια.
15:25’ Φτάνουμε στο τρίτο σημείο στάσης, σε υψόμετρο 1.015 μ. Στο όμορφο ξέφωτο είναι χτισμένο το ξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, πέτρινο με ενδιάμεσες ξυλοδεσιές. Πολύ σημαντική για τους πεζοπόρους είναι η παρουσία της χτιστής βρύσης του 1987 με λιγοστό αλλά εξαιρετικό νερό.
15:35’ Ξεκινάμε το τελευταίο κομμάτι, πηδάμε πάνω από εποχικά ρέματα και ρυάκια, συναντάμε αβατσινιές και ανθισμένες κορομηλιές. Κάποια στιγμή εμφανίζεται ψηλότερα – έτη φωτός μακρυά -το ξενοδοχείο και η Άνω Χώρα.
–Σ’ αυτό το τελευταίο δύσκολο κομμάτι των δύο περίπου χιλιομέτρων, μετά τις τόσες ώρες πορείας, οφείλεται η ονομασία, Άθλος των Κραββάρων, λέει ο Αντρέας και δεν έχουμε λόγο να διαφωνήσουμε μαζί του.
16:15’ Με ξύλινη γέφυρα περνάμε πάνω από ρέμα βουερό. Λείπουν 2-3 σανίδια, χρειάζεται προσοχή. Αμέσως μετά, μία διακλάδωση με απότομη κλίση οδηγεί αριστερά, προς τον καταρράκτη της Τσούρνας. Το υψόμετρο σ’ αυτό το σημείο είναι 955 μ. Η Άννα επιλέγει την απότομη αλλά συντομότερη διαδρομή προς τον καταρράκτη, εμείς με τον Αντρέα συνεχίζουμε ευθεία.
16:35’ Φτάνουμε σε υψόμετρο 935 μ. στο χαμηλότερο σημείο της ρεματιάς πριν από την τελική ανάβαση στο χωριό. Περνάμε από σταθερό γεφυράκι και αρχίζουμε την ανάβαση με σκαλοπάτια από κορμούς. Μέχρι το ίσιωμα μετράω 52 ξύλινα και πέτρινα σκαλοπάτια. Μια πινακίδα μάς κατευθύνει προς Άνω Χώρα και αμέσως μετά εμφανίζονται τα πρώτα σπίτια του χωριού. Ένας δρόμος αριστερά οδηγεί προς τον αναστηλωμένο Νερόμυλο.
16:50’ Με ανηφορικό τσιμεντρόδρομο φτάνουμε στην πλατεία της επιβλητικής Αγίας Παρασκευής, σε υψόμετρο 1.005 μ. Ακριβώς από πάνω είναι το Ηρώο Πεσόντων αφετηρία και τερματισμός του Άθλου των Κραββάρων. Σε 7:15’ (6 ώρες κανονικής πορείας) είμαστε ευτυχείς που έχουμε ολοκληρώσει αυτή τη μεγάλη διαδρομή των 20 χλμ, μία από τις συναρπαστικότερες ορεινές δασικές διαδρομές, που μπορεί κάποιος να διασχίσει στην Ελλάδα.
Ενθουσιασμένη η Άννα από τον καταρράκτη της Τσούρνας μάς περιμένει ήδη στην πανοραμική σάλα του ξενοδοχείου. Ακολουθεί ένα εξαιρετικό δείπνο με κρασάκι και ήρεμη κουβεντούλα με ευχάριστες αναπολήσεις των τόσων ξεχωριστών στιγμιότυπων και εικόνων της διαδρομής. Καθώς πέφτει το σκοτάδι, αποσυρόμαστε για μια σύντομη χαλάρωση. Που τελικά δεν ήταν και τόσο σύντομη, αφού κράτησε ως τις 7 του επόμενου πρωινού.
Χαλαρωτικές ώρες σε Άνω Χώρα και Αμπελακιώτισσα
Ξεκούραστοι και κεφάτοι υποδεχόμαστε, χωρίς εκπτώσεις σήμερα, την ομελέττα της Θεοδώρας. Μ’ έναν εξαίρετο καιρό βγαίνουμε για μία χαλαρή περιήγηση στην Άνω Χώρα. Μετά τα μονοπάτια, ο Αντρέας μας ξεναγεί στα σημαντικά και ποικίλα εκθέματα του πολύ συμπαθητικού Λαογραφικού Μουσείου της Άνω Χώρας. Λειτουργεί από το 2017 στο θαυμάσιο, παραδοσιακό κτίριο, όπου στεγάστηκε η περίφημη σχολή της Λομποτινάς. Η Σχολή λειτούργησε από τις αρχές περίπου ως τα τέλη του 18ου αιώνα επί Αλή Πασά. Από τη Σχολή πέρασε και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, αρχικά γύρω στα 1734 – ως μαθητής – και στη συνέχεια ως δάσκαλος μέχρι το 1738.
Από το Λαογραφικό Μουσείο, με κατεύθυνση προς το ξενοδοχείο, συναντάμε σε ένα 8λεπτο περίπου τον αναπλασμένο Νερόμυλο, σ’ ένα καταπράσινο φυσικό περιβάλλον. Σε μία γωνία της τοιχοποιίας του ένα αγκωνάρι φέρει εγχάρακτη τη χρονολογία 1725, που τον καθιστά έναν από τους παλαιότερους σωζόμενους νερόμυλους στην Ελλάδα.
-Ο νερόμυλος δούλευε ακόμη και μέχρι τη δεκαετία του 1980, λέει ο Αντρέας. Η προοπτική είναι να επαναλειτουργήσει σε συνθήκες πραγματικές.
Μία περιδιάβαση στην Άνω Χώρα αποκαλύπτει πολλές ωραίες εικόνες και ενδιαφέρουσες γωνιές, αρκετά πέτρινα σπίτια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, ξενώνες, ταβέρνες και διάφορα μαγαζιά. Είν’ένα μεγάλο αλλά ζόρικο χωριό αφού, για να ανέβει κάποιος στα υψηλότερα σημεία του, πρέπει να τιθασεύσει αρκετές ανηφόρες. Άλλωστε, η υψομετρική διαφορά, ανάμεσα στο υψηλότερο και χαμηλότερο σημείο, πρέπει να πλησιάζει τα 100 μέτρα.
Στο κέντρο του χωριού, σε μία κατάφυτη πλαγιά, είναι χτισμένα «Τα πέτρινα», αυτοτελείς πέτρινες κατοικίες εξαιρετικής κατασκευής. Η μεγάλη αμφιθεατρικότητα της μονάδας εξασφαλίζει σ’ όλες τις κατοικίες μία απεριόριστη θέα σ’ όλο το πανόραμα των ελατοσκέπαστων δασών. Την ίδια αυτή θέα αλλά και τις φιλόξενες υπηρεσίες ιδιοκτητών (7) και προσωπικού, μπορεί να απολαύσουν οι ένοικοι και οι επισκέπτες στον καταπληκτικό χώρο του καθιστικού. Εδώ μας καλωσορίζει εγκάρδια ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, οραματιστής και συνδιοργανωτής, μαζί με τον Αντρέα, του Άθλου των Κραββάρων. Μας χαρίζει ο Δημήτρης τρία εξαιρετικά βιβλία του, υπέργηρου ήδη, αλλά θαλερού και πολυγραφότατου ιστοριοδίφη πατέρα του, Κώστα Δ. Παπαδημητρίου. Ας απολαύσουμε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του με τίτλο «Διαδρομές στα Κράβαρα».
«Ανω Χώρα. Όμορφη, καταπράσινη, λουλουδιασμένη. Ακουμπά στην πλάτη της αμφιθεατρικά σε μία από τις ΝΔ πλαγιές των Βαρδουσίων, τη Σύρτα, κι έχει το μέτωπο στραμμένο ΝΑ. Υψόμετρο 1.040 μ. και απόσταση από τη Ναύπακτο 50 χλμ. Αφήνουμε τις αισθήσεις μας να σαγηνευτούν από το εξαίσιο θέαμα. Στρέφεις το βλέμμα σου γύρω και δεν αντικρίζεις τίποτα άλλο από μια θάλασσα πράσινου με τις θεόρατες καστανιές και ελάτια να σφίγγουν ασφυκτικά το χωριό. Κάπου μάλιστα εισβάλλουν και στα στενά δρομάκια του οικισμού. Όλες οι κορφές, οι ράχες, τα πλάγια, τα ισιώματα κι οι ρεματιές, ελατοσκέπαστα και καστανοσκέπαστα. Εκατομμύρια έλατα και χιλιάδες καστανιές, αδελφωμένα, ισκιώνουν δρόμους και περάσματα … Αλλά και μέσα στο χωριό η βλάστηση δεν υστερεί: μηλιές, κερασιές, καρυδιές και οι ατελείωτες αραδαριές με τα ανασηκωμένα κλήματα κάνουν το χωριό σωστό περιβόλι. Η εικόνα του, σε συνδυασμό με τους ολόλευκους τοίχους των σπιτιών και τις κόκκινες κεραμοσκεπές, μοιάζει με πράσινο καμβά, κεντημένο με άσπρα και κόκκινα τριαντάφυλλα».
Σ’ ένα από τα υψηλότερα σημεία στα ΝΔ του χωριού, βρίσκουμε τη φημισμένη βρύση «Μπουκουρίνα», πετρόχτιστη, πλακοσκέπαστη, με τρεις λαξευτούς πέτρινους κρουνούς, απ’ τους οποίους ρέει άφθονο, κρύο νερό. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, κάποτε ένας τράγος με το όνομα «Μπουκουρίνας», ξέφυγε από το κοπάδι κι έφτασε σ’ αυτό το σημείο όπου βρήκε την πηγή. Τον ακολούθησε ο βοσκός, μαθεύτηκε η ύπαρξη του νερού κι έτσι μετακόμισε γύρω από τη βρύση το χωριό.
Η βρύση κατασκευάστηκε το 1980, με δαπάνη της Όλγας Σταυροπούλου. Εδώ μπορεί να φτάσει κανείς ξεκινώντας Ν της Αγίας Παρασκευής, αρχικά με πλακόστρωτο και, στη συνέχεια, με τσιμεντόστρωτο μονοπάτι και 40 περίπου σκαλοπάτια. Μερικά ακόμη σκαλοπάτια, πάνω από τη βρύση, οδηγούν στον περιφερειακό ασφάλτινο δρόμο της Άνω Χώρας με παγκάκι ξεκούρασης και θέα εκπληκτική στο χωριό και στ’ αντικρινά βουνά. Αν συνεχίσουμε τον περιφερειακό δρόμο προς τα Β θα περάσουμε μετά από λίγο από τον εμβληματικό τριώροφο, παραδοσιακής αρχιτεκτονικής ξενώνας Κανναβέικο. Λίγα λεπτά αργότερα θα καταλήξουμε, με κυκλική διαδρομή, στην πλατεία.
Στη Μονή της Αμπελακιώτισσας
θα ήταν αδιανόητο να βρισκόμαστε στην Άνω Χώρα και να μην επιχειρήσουμε μια αναδρομή στις αναμνήσεις μας, μια επίσκεψη δηλαδή στην Αμπελακιώτισσα. Ο πέτρινος ξενώνας «Δρυάδες» είναι πάντα στη θέση του ο φίλος μας όμως ο Παναγιώτης Κανέλλος, μας έχει ήδη ενημερώσει, ότι θ’ απουσιάζει. Επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας είναι ένα προσκύνημα στο ιστορικό Μοναστήρι της Αμπελακιώτισσας.
Σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Χαραλαμπόπουλο (στο site της Ιεράς Μονής Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), το μοναστήρι είναι χτισμένο στο λόφο της Ρούμβης, σε υψόμετρο 850 μ. Είναι η ανατολικομεσημβρινή πλαγιά της κορυφογραμμής του Αη-Λια, της οροσειράς του Αρδίνη (1.718 μ.). Το μοναστήρι θεωρείται η «Ιερά Κιβωτός» της Ναυπακτίας, αφού φυλάσσει κειμήλια μεγάλης θρησκευτικής και καλλιτεχνικής αξίας αλλά και τις μνήμες μιας στερημένης ζωής με τις ανυπολόγιστες θυσίες, τις παραδόσεις, τα οράματα και ιδανικά ενός πολύπαθου κόσμου, που εύρισκε σ’ αυτό καταφυγή και ελπίδα. Η ίδρυση του μοναστηριού χάνεται στα βάθη των αιώνων και συγκεκριμένα στα 1456, τρία χρόνια μετά την Άλωση της Πόλης. Τότε βρέθηκε θαυματουργικά, στο ιερό δρυόδεντρο που σώζεται ακόμη δίπλα στο ναό, η εικόνα της Παναγίας. Η εικόνα αυτή προήλθε κατά την παράδοση από τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας, γι’ αυτό και ονομάστηκε Αμπελακιώτισσα.
Το Καθολικό είναι τρίκλιτη τρουλλαία βασιλική που χτίστηκε, σύμφωνα με την επιγραφή που σώζεται στο υπέρθυρο τόξο της πρόσοψης, στα 1847. Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 23 Μαΐου 1854 και στα 1962 χαρακτηρίστηκε ως «ιστορικό οικοδόμημα χρήζον ειδικής προστασίας». Το εσωτερικό του ναού είναι λιτό, χωρίς τοιχογραφίες, αξιόλογο είναι όμως το ξυλόγλυπτο τέμπλο, φιλοτεχνημένο μεταξύ 1871-1874.
Πανέμορφο και εξαιρετικά περιποιημένο το μοναστήρι σφύζει από ζωή, τόσο από μοναχούς όσο κι από πιστούς. Αναζητούμε τον Αρχιμανδρίτη Πολύκαρπο, που είχαμε γνωρίσει το 2001, στην πρώτη μας επίσκεψη στη Μονή. Στη θέα μας μάς αναγνωρίζει αμέσως και μάλιστα θυμάται – αυτό κι αν είναι εκπληκτικό – το επίθετό μου! Όσο κι αν προσπαθώ, δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Τώρα, πλέον, ο Αρχιμανδρίτης Πολύκαρπος είναι ο Ηγούμενος της Μονής Αμπελακιώτισσας, μετά από την επίσημη Ιερά Τελετή Ενθρονίσεως που τελέσθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2019, ημέρα του Αγίου Πολυκάρπου (8).
Είναι πράγματι συγκινητικό να ασπαζόμαστε, μετά από 18 χρόνια, αυτόν τον φωτισμένο – και νεότατο – Ιεράρχη. Που είναι σε θέση να ανακαλεί στη μνήμη του, με αξιοθαύμαστη ακρίβεια λεπτομέρειες της επίσκεψής μας και των φωτογραφίσεων της Άννας, στη μακρινή εκείνη εποχή.
Μεσημέρι καθώς είναι ετοιμαζόμαστε να αποχωρήσουμε, ο γέροντας Πολύκαρπος όμως επεμβαίνει:
-Δεν πάτε πουθενά, αν πρώτα δεν περάσετε απ’ την Τράπεζα. Οι θέσεις σας είναι ήδη καθορισμένες και τα πιάτα σας το τραπέζι. Το φαγητό μας είναι λιτό, μοναστηριακό αλλά ελπίζουμε νόστιμο.
Και είναι, πράγματι, ευωδιαστό και νοστιμώτατο το λαδερό λαχανόρυζο. Αποχαιρετάμε τον γέροντα Πολύκαρπο και τους μοναχούς με την υπόσχεση, ότι δεν θ’ αφήσουμε να μεσολαβήσουν τόσο πολλά χρόνια ως την επόμενη φορά.
Άθλος των Κραββάρων. Η επιστροφή.
Είναι μεγάλο προνόμιο να μπορεί κάποιος να επιστρέφει – και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα – σ’ έναν τόπο που έχει στην καρδιά του. Το προνόμιο αυτό το ζούμε δύο μόλις μήνες αφ’ ότου ολοκληρώσαμε την πρώτη επίσκεψή μας στην Ορεινή Ναυπακτία. Μετά τη δοκιμαστική στα μέσα Απριλίου, τούτη θα είναι η επίσημη συμμετοχή μας στον Άθλο των Κραββάρων. Ως ημερομηνία διεξαγωγής έχει ορισθεί η παραμονή του Αγίου Πνεύματος, στις 16 Ιουνίου.
Ήδη από την προηγούμενη μέρα η Άνω Χώρα ζει μεγάλες στιγμές, στα ξενοδοχεία και στις ταβέρνες του χωριού. Παρούσα και η ομάδα μας, οι «Περιηγητές» της Θεσσαλονίκης, κάποιοι δεινοί πεζοπόροι, άλλοι μεσαίας δυναμικότητας, όλοι όμως φυσιολάτρες και φανατικοί ταξιδευτές.
Την ημέρα της διεξαγωγής – μια ημέρα ηλιόλουστη και λαμπρή – όλα είναι ευχάριστα και ωραία. Μοναχικοί άντρες και γυναίκες, νεαρά ζευγάρια, οικογένειες με παιδιά, προσέρχονται όλοι στην πλατεία, δηλώνουν τη συμμετοχή τους και ξεκινούν, τηρώντας με απόλυτη ακρίβεια τον χρόνο έναρξης της πορείας.
Είναι εξαιρετικά ευχάριστο να ξαναζούμε μαζί με όλους αυτούς τους ωραίους ανθρώπους τα διαδοχικά τμήματα της εκπληκτικής διαδρομής, τα σκιερά, δροσερά μονοπάτια, τα πανύψηλα έλατα και τις γιγάντιες καστανιές, τις συντροφικές στιγμές χαλάρωσης στο ξωκκλήσι του Αη-Γιάννη, τα επιφωνήματα έκπληξης και θαυμασμού μπροστά στα παράξενα δημιουργήματα της φύσης, την «Στριφτή Καστανιά» και την «Μάγισσα Κλω-Κλω».
Στις μεσημεριανές ώρες όλα έχουν τελειώσει. Οι συμμετασχόντες περνούν από την γραμματεία, φορούν στο στήθος τους με υπερηφάνεια τα στρογγυλά ξύλινα αναμνηστικά, με σκαλισμένες τις λέξεις «Άθλος Κραββάρων 2019» και στη συνέχεια σερβίρονται από τον πλούσιο μπουφέ που έχει προβλεφθεί από τους διοργανωτές: σουβλάκια, κοντοσούβλια, χορτόπιτες και τυρόπιτες, πατάτες φούρνου και σαλάτες, προσφέρονται σε άφθονη ποσότητα, ποιότητα και γεύση. Κρασάκι, παγωμένες μπύρες, τσουγκρίσματα και ευχές, πρόσωπα χαρούμενα, γνωστοί και άγνωστοι, όλοι μία παρέα. Και, σημαντικότερο απ’ όλα, κανένας μα κανένας δεν σκέφτεται ν’ αποχωριστεί από το στήθος του το αναμνηστικό του: «Άθλος Κραββάρων 2019».
Σημειώσεις Κραββάρων
(1) Εκτενές άρθρο για την Αμπελακιώτισσα φιλοξενείται στο «Ελληνικό Πανόραμα», τεύχος 24, Νοεμ.-Δεκ. 2001.
(2) Είναι η μία από τις δύο διακλαδώσεις στην είσοδο της Άνω Χώρας, που οδηγούν στην Ναύπακτο.
(3) Είναι ο δασικός δρόμος, που είχαμε αφήσει για να πάρουμε το Μονοπάτι της Αλεπούς.
(4) Το μονοπάτι πήρε αυτή την ονομασία σε ανάμνηση των ελαφιών που είχαν αντικρύσει οι πρωτοπόροι στην διάνοιξη και σήμανση του μονοπατιού.
(5) Τις φτέρες αυτές, στο μπόι μας σχεδόν, τις διασχίσαμε στα μέσα Ιουνίου, όταν συμμετείχαμε επίσημα στον Άθλο των Κραββάρων.
(6) Ο φίλος μας τήρησε τη δέσμευσή του, κανένας πεσμένος κορμός δεν εμπόδιζε τους πεζοπόρους κατά τη διέλευσή τους από το Μονοπάτι των Ελαφιών.
(7) Ιδιοκτήτες των «Πέτρινων» είναι οι αδελφοί Δημήτρης και Πέτρος Παπαδημητρίου.
(8) Ο αρχιμανδρίτης π. Πολύκαρπος Παστρωμάς ήταν ήδη από το 2003 Ηγούμενος της Μονής. Στην αρχή, όταν οι μοναχοί ήταν λιγότεροι από πέντε, ήταν διορισμένος από τον Σεβ. Μητροπολίτη. Από το έτος 2013 είναι εκλεγμένος Ηγούμενος, κατόπιν κανονικής εκλογής.