Παίρνοντας κάποιος υπ’ όψιν του το υψόμετρο της κορυφής του, που είναι μόνον 860 μέτρα, θα μπορούσε να θεωρήσει το Στρατονικό όρος αδιάφορο για τους ορειβάτες. Το ίδιο πιστεύαμε κι εμείς. Όταν ωστόσο, ανακαλύψαμε τα πολλά και διαφορετικής δυσκολίας μονοπάτια, τα μνημειώδη αιωνόβια δέντρα οξυάς και καστανιάς και τα υπέροχα δασικά τοπία, καταλήξαμε σε μια διαπίστωση πολύ σημαντική: ότι ο ορεινός όγκος του Στρατονικού, που εκτείνεται από τα δυτικά της Στρατονίκης ως τα Στενά της Ρεντίνας και τον Σταυρό, είναι ένας πολύ ιδιαίτερος προορισμός, που μπορεί να ενθουσιάσει κάθε λάτρη του βουνού.
Τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη επίσκεψή μας επιστρέφουμε στον Σταυρό. Στα μέσα Δεκέμβρη, τα χρώματα του φθινοπώρου έχουν αδυνατίσει, τα δέντρα κάθε μέρα φυλλορροούν, γυμνώνουν τα κλαδιά. Ο Στράτος Γκλεζάκης δεν κρύβει τη χαρά του που θα ξαναβγούμε μαζί του στο βουνό.
– Μετά τα μονοπάτια θα κινηθούμε σε κάποιες οδικές διαδρομές. Έτσι θα ‘χουμε μια πληρέστερη εικόνα του συνολικού συγκροτήματος του Στρατονικού.
Νότια του Σταυρού βρίσκουμε την χωμάτινη διακλάδωση προς “Παλαιόκαστρο” ή “Πευκάκια”και παίρνουμε τις ανηφοριές. Δεν είναι κακό το οδόστρωμα αλλά δεν συνιστάται σε συμβατικά αυτοκίνητα. Στα 3 χλμ. ο δρόμος διακλαδίζεται δεξιά προς τις τοποθεσίες “Κεραμίδα“, “Παλιοκκλησιά” και “Καμίνια“. Εμείς ακολουθούμε αριστερά τον γνώριμο δασικό δρόμο της επιστροφής μας από την “Πολιτεία Οξυάς” τρεις εβδομάδες πριν.
Στα 5,8 χλμ συναντάμε αριστερά το μονοπάτι που κατηφορίζει από την Πολιτεία Οξυάς. Μέσα σ’ ένα 20λεπτο έχουμε καλύψει με το αυτοκίνητο όλη τη διαδρομή, που μας πήρε ακριβώς μιάμιση ώρα με τα πόδια. Απέναντί μας, στα Ν.ΝΔ. δεσπόζει μοναχική, καμπυλόγραμμη και κατάφυτη η κορυφή “Σουγλιανούδι”, στα 746 μ.
Λίγο αργότερα, στα 6,4 χλμ , φτάνουμε στην τοποθεσία Σταυροί, σε υψόμετρο 690 μ. Ειν’ ένα ωραίο ξέφωτο, με ευρύτατη θέα και χαρακτηριστική μεγάλη φλαμουριά. Αριστερά της φλαμουριάς, ξεκινάει μονοπάτι -χωρίς σήμανση ακόμη- που οδηγεί στην Πολιτεία Οξυάς. Κάτω από τον δασικό δρόμο και με γενική διεύθυνση Δ-ΝΔ, το μονοπατι συνεχίζει -χωρίς σήμανση επίσης- και καταλήγει στην τοποθεσία “Αϊ – Νικόλας”. Εκεί βρίσκεται παλιό οίκημα του Δασαρχείου, που χρησιμοποιείται από τσομπάνηδες, πεζοπόρους ή κυνηγούς. Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός και η ποικιλία των μονοπατιών του Στρατονικού.
– Και υπάρχουν και πολλά άλλα ακόμη, συμπληρώνει ο Στράτος, που όταν σηματοδοτηθούν, θα μπορούν να συντηρούν για πολλές μέρες το πεζοπορικό ενδιαφέρον των φίλων του βουνού.
Αρχίζουμε να κατηφορίζουμε σε οδόστρωμα αμμουδερό, ανάμεσα σε δάσος δρυός. Τα φύλλα αντέχουν ακόμη στα κλαδιά, σε αντίθεση με τα πολύ πιο ευαίσθητα φύλλα της οξυάς και καστανιάς. Χαμηλά εμφανίζεται ένα τμήμα της λίμνης Βόλβης, δίπλα της η Ρεντίνα και πιο πίσω το Κερδύλλιον όρος, με τις κατάφυτες, ομαλές πλαγιές.
Σταδιακά η βλάστηση μεταβάλλεται. Καθώς χαμηλώνουμε προς τον κάμπο, οι βαλανιδιές και οι καστανιές παραχωρούν την πρωτοκαθεδρία στα πουρνάρια και στα ρείκια, στις αριές και στις κουμαριές. Ανάλογη είναι και η μεταβολή των χρωματισμών: οι γλυκύτατοι καφεκίτρινοι τόνοι των γερασμένων ξερόφυλλων της δρυός και της καστανιάς παύουν να “ζεσταίνουν” την όρασή μας. Τώρα στη θέση τους κυριαρχεί το ζωντανό αλλά ψυχρό πράσινο του πουρναριού, της αριάς και της κουμαριάς. Να όμως και κάποιες ζωηρόχρωμες πινελιές. Είναι τα βαθυκόκκινα κούμαρα, που διακοσμούν με την παρουσία τους τα πλαϊνά της διαδρομής.
– Έχω πιει ωραίο τσίπουρο από κούμαρα, λέω στον Στράτο. Εδώ δεν τα καταδέχονται ;
– Ποιος να ‘ρθει να τα μαζέψει, ένα – ένα σε τούτη την ερημιά; Είναι πολύς κόπος και δεν συμφέρει. Καλύτερα όμως έτσι, μένει πολύτιμη τροφή για τα πουλιά.
Τελείως αναπάντεχα το ομαλό οδόστρωμα χαλάει δραματικά. Με την απότομη αύξηση της κλίσης αποκτάει ο δρόμος βαθειά νεροφαγώματα και πέτρες, που ταλαιπωρούν επιβάτες και αυτοκίνητο. Στα 13,1 χλμ συναντάμε δεξιά την διακλάδωση για τον Αϊ – Νικόλα. Συνεχίζουμε αριστερά, και στα 15,5 χλμ. φτάνουμε στα διάσημα Στενά της Ρεντίνας, το ειδυλλιακό και κατάφυτο γεωλογικό δημιούργημα της κοιλάδας του Ρήχειου ποταμού. Ένα λάστιχο εξέχει από το απότομο πρανές. Είναι μια πηγή με πλούσια ροή νερού, μερικές δεκάδες μέτρα πάνω από τον επίπεδο δρόμο που διασχίζει τα Στενά. Ανάμεσα σε κορμούς αιωνόβιων πλατανιών και δίπλα στην ήρεμη ροή του ποταμού ο δρόμος αυτός είναι μία από τις ωραιότερες πεζοπορικές και ποδηλατικές διαδρομές. (5) Και, βέβαια, όσο αργή και αν είναι η ταχύτητα του αυτοκινήτου, είναι αδύνατον να μας χαρίσει την αισθητική απόλαυση που νιώσαμε, τότε που διασχίσαμε την κοιλάδα με τα πόδια.
Στα 17,1 χλμ συναντάμε δεξιά ανηφορική διακλάδωση προς Αϊ – Νικόλα. Στα 18,5 χλμ ο γλυκύτατος χωματόδρομος τελειώνει και μαζί του και η διάσχιση των Στενών της Ρεντίνας. Βγαίνουμε στην άσφαλτο και συνεχίζουμε για τον Σταυρό. Τη στιγμή που ολοκληρώνουμε την κυκλική μας διαδρομή η ένδειξη στο οδόμετρο είναι 21,5 χλμ ακριβώς.
ΣΤΟΝ ΛΟΦΟ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ
Παίρνουμε και πάλι τις ανηφοριές προς τον Άνω Σταυρό. Ο ευθύς, ανηφορικός ασφαλτόδρομος περνάει δίπλα από τον μεγάλο, σύγχρονο ναό του Τιμίου Σταυρού και τον πολύ μικρότερο και παλαιό του Αγίου Δημητρίου. Μπροστά σ΄αυτό τον ναΐσκο ορθώνεται ένα μεγαλόπρεπο πέτρινο καμπαναριό, που φέρει κτητορική επιγραφή με χρονολογία 1870. Εκτός από την περίτεχνη τοιχοποιία το καμπαναριό είναι διακοσμημένο με πάμπολλες και πολυποίκιλες λιθανάγλυφες παραστάσεις.
Τα παραδοσιακά σπίτια που έχουν απομείνει είναι ελάχιστα και ασφυκτιούν ανάμεσα στα καινούργια. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού το -πάλαι ποτέ- ωραίο κεφαλοχώρι πυρπολήθηκε ολοκληρωτικά τον Μάιο του 1821 από τους Τούρκους, κατά την άτυχη επανάσταση της Χαλκιδικής με ηγέτη τον Εμμανουήλ Παπά. Και, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Αθ. Μπακαλούδης (6) : “Από την τρομερή πυρκαγιά σώθηκαν μόνον 4 σπίτια και σήμερα ακόμη διατηρούνται τα 3 από αυτά, σιωπηλοί μάρτυρες της οδυνηρής εκείνης καταστροφής”.
200 μέτρα μετά τα γραφεία του Φ.Ο.Σ. συναντάμε δεξιά τον δρόμο για το Αγνάντι. Συνεχίζουμε ευθεία σε χωματόδρομο. Στα 400 μ., ακριβώς μετά το ρέμα και την στάνη με την ποτίστρα, παρατηρούμε στ΄αριστερά τα κόκκινα σημάδια που υποδεικνύουν την διαδρομή “5“.
– Αυτό το μονοπάτι, σε μιάμιση περίπου ώρα οδηγεί στον Προφήτη Ηλία, παρατηρεί ο Στράτος.
Ο δασικός δρόμος συνεχίζει ν΄ανηφορίζει δύσβατος και στενός. Ένα αγροτικό κατηφορίζει απ’ το βουνό. Σταματάμε.
– Πρόεδρε καλημέρα, χαιρετάει ο Στράτος τον οδηγό. Χθες βράδυ δυσκολεύτηκε η ομάδα μας.
– Ναι, περιμέναμε περισσότερα. Εσείς όμως, για που με το καλό ;
-Μια βόλτα με τους φίλους μας στο βουνό.
– Όμορφα είναι, να περάσετε καλά.
– Παλιός Πρόεδρος του χωριού; ρωτάω τον Στράτο.
– Ω, όχι ! Πρόεδρος, βέβαια, ο Τάκης, όχι όμως του χωριού, αλλά του Συλλόγου των Φίλων ΠΑΟΚ του Σταυρού. Αν γίνεις μια φορά Πρόεδρος, ο τίτλος σε συνοδεύει σ’ όλη σου τη ζωή.
4 χλμ. μετά την αναχώρησή μας φτάνουμε κάτω από την γνωστή μας καλυβούλα της Παλιόχωρας.
Ένα δίκτυο δασικών δρόμων ανοίγεται μπροστά μας: προς την κορυφή Σουγλιάνι, προς την ορεινή Βαρβάρα, προς την παραθαλάσσια Ολυμπιάδα και γύρω από τον λόφο του Προφήτη Ηλία. Ξεκινάμε τούτη την τελευταία διαδρομή. Κάποιοι κάτοικοι του χωριού ανηφορίζουν με τα μουλάρια τους φορτωμένα με ξύλα. Οι υλοτομήσεις μεσέδων είναι συχνές στην περιοχή. Το αποδεικνύουν οι σωροί των στοιβαγμένων ξύλων στα πλαϊνά του δρόμου αλλά και οι “κουρεμένες” πλαγιές του Προφητηλία.
4 χιλιόμετρα μετά την καλύβα της Παλιοχώρας, φτάνουμε σε πλάτωμα. Εδώ, μια πινακίδα, υποδεικνύει την διαδρομή του μονοπατιού “4” προς την κορυφή του Προφητηλία. Μερικές δεκάδες μέτρα στα Ν.Α. προβάλλει, ανάμεσα στους θάμνους, μια τσιμεντένια πυραμίδα. Φέρνει στο νου – τηρουμένων των αναλογιών – τις χαρακτηριστικές μεθοριακές πυραμίδες που είναι τοποθετημένες ανάμεσα στην Ελλάδα και τις γειτονικές χώρες. Τούτη εδώ, βέβαια, με πρωτόγνωρη ίσως πρωτοτυπία, απλά υποδεικνύει τα γεωγραφικά όρια μεταξύ των νομών Θεσσαλονίκης – Χαλκιδικής. Αγναντεύουμε χαμηλά τις πεδινές εκτάσεις της Ολυμπιάδας και στ’ ανοιχτά το ιστορικό νησάκι Κάπρος.
Ψηλά εκτείνονται οι πυκνοδασωμένες πλαγιές του περίφημου Χολομώντα.
Ο χωματόδρομος συνεχίζεται με αρκετά δύσβατα και λασπωμένα σημεία, που τον καθιστούν ακατάλληλο για συμβατικά αυτοκίνητα. Φτάνουμε σε ξέφωτο με την τοπική ονομασία “Τσαπουρνούδα”, απ’ όπου ξεκινάει νέο μονοπάτι προς την κορυφή του Προφητηλία. Εδώ δεν αγναντεύουμε πια την Χαλκιδική, αλλά την ευρύτερη περιοχή του Σταυρού.
6,3 χλμ μετά την Παλιόχωρα σταματάμε. Βρισκόμαστε στην τοποθεσία “Του Πασά η Βρύση“, σε υψόμετρο 465 μ.
– Ας πιούμε λίγο δροσερό νεράκι του βουνού, λέει ο Στράτος.
Συναντάμε τη βρύση καμιά σαρανταριά μέτρα κάτω από το δρόμο. Η εικόνα που αντικρίζουμε μας αιφνιδιάζει.
Στη θέση της πετρόχτιστης κρήνης που περιμέναμε να δούμε, αποκαλύπτεται μια ταπεινή, λιλιπούτεια πηγούλα με λιγοστό νερό. Η μοναδικότητα της πηγής είναι, ότι αναβλύζει από τη ρίζα της μεγαλύτερης ίσως αριάς που έχουμε συναντήσει ποτέ.
Με την δύναμή του το πελώριο δέντρο έχει κυριολεκτικά διεμβολίσει τον συμπαγή βράχο που βρέθηκε μπροστά του κι έτσι, κορμός και βράχος έχουν μεταμορφωθεί σ΄ένα αδιάσπαστο σύνολο, που συμπορεύεται ειρηνικά και ισότιμα, ποιος ξέρει πόσους αιώνες τώρα.
Σκύβει χαμηλά στο έδαφος ο Στράτος και υπομονετικά περιμένει να γεμίσει το παγούρι με το αγνό νεράκι του βουνού. Τι σπάνια εμπειρία είναι τούτη ! Να ξεδιψάμε μ’ ένα τόσο υπέροχο νερό!
Η διαδρομή, ωστόσο, δεν έχει φανερώσει όλες τις ιδιαιτερότητές της ακόμη. 8 χλμ. μετά την Παλιόχωρα συναντάμε ένα όμορφο πλάτωμα, κατάλληλο και για κατασκήνωση. Η τοπική του ονομασία είναι “Συκιάς Πέτρα” και το υψόμετρο 415 μ. Ο τόπος είναι πολύ δημοφιλής στους λάτρεις του βουνού γιατί από ‘δώ διέρχεται το μονοπάτι “5” για την κορυφή του Προφητηλία. Σημαντικά πλεονεκτήματα είναι η ύπαρξη μιας πηγής με μόνιμη ροή νερού, κυρίως όμως ένα καλυβάκι με τζάκι, παρόμοιο με της Παλιόχωρας.
–Εδώ έχουμε ζήσει πολλές ωραίες στιγμές, με όλους τους καιρούς, λέει ο Στράτος.
Ο κύκλος του Προφητηλία φτάνει στο τέλος του. 10 χιλιόμετρα μετά φτάνουμε και πάλι στο καλυβάκι της Παλιόχωρας, στην αρχή της διαδρομής.
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ “ΣΟΥΓΛΙΑΝΙ”
Απομεσήμερο πια ξεκινάμε για τον τελευταίο σημερινό μας προορισμό, την κορυφή Σουγλιάνι. Από την Παλιόχωρα παίρνουμε κατεύθυνση ΝΔ, στον γνωστό μας ανηφορικό χωματόδρομο, που βαδίσαμε την πρώτη φορά για την Κορακόπετρα. Σε 450 περίπου μέτρα συναντάμε τα σημάδια και το μονοπάτι για Κορακόπετρα. Στα 2,3 χλμ μια διακλάδωση βγάζει στο μονοπάτι “1“, για τις ήδη γνωστές μας τοποθεσίες “Τσιμέντο” και “Πολιτεία της Οξυάς“.
Συνεχίζουμε σε δασικό δρόμο σκιερό, καλυμμένο με παχύ στρώμα ξερόφυλλων οξυάς, βαλανιδιάς και καστανιάς. Η άνοδος του υψομέτρου και η παχειά σκιά ρίχνουν τη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας κατακόρυφα. Αρχικά το εισπράττουν οι τροχοί του αυτοκινήτου, όταν σπάζουν με πάταγο το σκληρό στρώμα πάγου που έχει σχηματιστεί σε μια λακκούβα νερού. Την ίδια ψύχρα αισθανόμαστε στα χέρια και στα πρόσωπά μας, καθώς βγαίνουμε από το αυτοκίνητο σ΄ένα ξέφωτο του δάσους σε υψόμετρο 790 μέτρων. Απ΄αυτό το πανέμορφο υψίπεδο διέρχεται το μονοπάτι που φτάνει από την “Πολιτεία Οξυάς” και συνεχίζει για κορυφή. Τούτο το μονοπάτι ακολουθούμε κι εμείς. Είναι στενό και ομαλό. Στα μέσα του Δεκέμβρη τα πόδια μας βυθίζονται απαλά στο παχύ, καφετί χαλί.
Ένα 10λεπτό διαρκεί η ανηφορική διαδρομή μας κάτω από τις πανύψηλες οξυές. Με πρόσωπα παγωμένα και μάτια δακρυσμένα φτάνουμε στην κορυφή Σουγλιάνι, σε υψόμετρο 859 μέτρων, δίπλα στο τσιμεντένιο κολωνάκι της Γ.Υ.Σ. Τη νύχτα είναι βέβαιο, ότι η θερμοκρασία θα πέσει αρκετούς βαθμούς κάτω απ΄το μήδεν. Ο απογευματινός, ωστόσο, ήλιος στην κορυφή μας χαρίζει, έστω και προσωρινά, μια ανεπαίσθητη αλλά καλοδεχούμενη ζεστασιά.
Καθώς ξεκινάμε την διαδρομή της επιστροφής, συναντάμε, λίγο πιο κάτω, μια διακλάδωση δεξιά.
– Ας μπούμε για λίγο, προτείνει ο Στράτος.
Ένας θεόστενος, αλλά γοητευτικός δασικός δρόμος διασχίζει ένα εκπληκτικό δάσος με ήπιο έδαφος, ομαλές πλαγιές και εντυπωσιακές αιωνόβιες οξυές. Στο γλυκό φως του δειλινού ο τόπος αποπνέει μια σπάνια ωραιότητα. Εξίσου ειρηνικό είναι το τοπίο 500 περίπου μέτρα μετά, στο πέτρινο ερημοκκλήσι της Παναγιάς. Που, εκτός από χώρος θρησκευτικός, έχει κατά καιρούς χρησιμεύσει και ως καταφύγιο ανάγκης από πεζοπόρους του βουνού.
Την τελευταία, απρόσμενης ομορφιάς εικόνα, μάς την επιφυλάσσει το Στρατονικό στη διαδρομή της επιστροφής.
Είναι η ονειρική ομίχλη που έρπει αργά από τα βάθη της ρεματιάς και σκεπάζει με σταχτόγκριζο πέπλο τα δέντρα, τον ουρανό και τις φωτοσκιάσεις του δειλινού.